«Παράθυρο» για την επιβολή ειδικής φορολογίας ή νέων αυξήσεων στις εισφορές -που, ωστόσο, αυξάνονται από φέτος με βάση το νέο ασφαλιστικό νόμο- «άνοιξε» χθες ο υπουργός Εργασίας, Γ. Κατρούγκαλος, προκειμένου να αποφευχθούν περαιτέρω μειώσεις στις συντάξεις μετά το 2017 – 2018, στο πλαίσιο της εφαρμογής του «μηχανισμού» αυτόματων περικοπών.Ο υπουργός, ο οποίος έχει χαρακτηρίσει υψηλές τις εργοδοτικές εισφορές στην Ελλάδα, δήλωσε χθες στον Σκάι ότι «αντί να μειώσουμε συντάξεις μπορούμε να αυξήσουμε τη φορολογία ή να προχωρήσουμε στην αύξηση των εισφορών»… Ο Γ. Κατρούγκαλος εκτίμησε ότι «δεν θα χρειαστεί», υποστηρίζοντας, ταυτόχρονα, τη λειτουργία του «μηχανισμού» ο οποίος, όπως είπε, ισχύει στη Γερμανία από το 1949 και επιβάλλει την αναπροσαρμογή μεγεθών του προϋπολογισμού, δηλαδή περικοπές δαπανών αν υπάρξει απόκλιση από τους στόχους. «Ρήτρα» μειώσεων στις συντάξεις, πάντως, προβλέπει ο ασφαλιστικός νόμος αν «ξεφύγει» η συνταξιοδοτική δαπάνη.
Ποιές εισφορές αυξάνονται
Οι κύριες αυξήσεις των εισφορών που επιβάλλονται, σύμφωνα με το νέο ασφαλιστικό νόμο έχουν ως εξής:
[1] Για τους ασφαλισμένους στον ΟΓΑ (αγρότες και ιδιοκτήτες καταλυμάτων) αυξάνονται αναδρομικά από την 1/7/2015 έως τις 31/12/2016 οι εισφορές στον κλάδο της σύνταξης κατά 42,8% (θα καταβάλλουν το 10% αντί του 7% επί των ασφαλιστικών κατηγοριών) και για ασθένεια το 3,61% από φέτος. Σταδιακά οι εισφορές για τη σύνταξη και την ασθένεια θα αυξάνονται έτσι ώστε, μετά τη σύνδεση με το φορολογητέο εισόδημα (από 1/1/207) και με ελάχιστο ασφαλιστέο «μισθό» τα 410,20 ευρώ επί του οποίου θα υπολογίζεται η ελάχιστη εισφορά, να διαμορφωθούν στο 20% το 2022 και στο 6,95%, για σύνταξη και ασθένεια, αντίστοιχα.
[2] Για τους εργαζόμενους και τους εργοδότες (περιλαμβανομένου του Δημοσίου) που έχουν ασφάλιση για επικουρική σύνταξη οι εισφορές αυξάνονται από 1/6/2016 μέχρι τις 31/5/2019 σε 3,5% + 3,5% (από 3% για ασφαλισμένο και 3% για εργοδότη) ενώ από 1/6/2019 έως 31/5/2022 θα είναι 3,25% και 3,25% (άρθρο 97). Στο 7% ορίζεται και η εισφορά των ελεύθερων επαγγελματιών και επιστημόνων. Στο νέο νόμο προβλέπεται, ωστόσο, (άρθρο 97 παράγραφος 3) πως «με απόφαση του υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης μπορεί εντός των έξι ετών (1/6/2016- 31/5/2022) να μειώνεται το ύψος των εισφορών μισθωτών και αυτοαπασχολουμένων για την επικούρηση, ανάλογα με την εισπραξιμότητα…
[3] Τυχόν υψηλότερα ή χαμηλότερα των οριζομένων στο νέο ασφαλιστικό νόμο ποσοστά ασφαλιστικών εισφορών που ισχύουν σε διάφορους κλάδους αναπροσαρμόζονται ετησίως ισόποσα και σταδιακά από 1/1/2017 και εφεξής έτσι ώστε από 1/1/2020 να διαμορφωθούν στο 20% για τη σύνταξη (6,67% σε βάρος του ασφαλισμένου και 13,33% σε βάρος του εργοδότη). Αντίστοιχα για την ασθένεια, «όπου το ποσοστό των εισφορών είναι χαμηλότερο του 7,10% για μισθωτό (2,55% καταβάλλει ο ασφαλισμένος και 4,55% ο εργοδότης) και 6,95% για αυτοαπασχολούμενο, αναπροσαρμόζεται ισόποσα ετησίως μέχρι τις 31/12/2019».
[4] Για τους παράλληλα ασφαλισμένους, ανεξαρτήτως του χρόνου υπαγωγής τους στην ασφάλιση (δηλαδή αν είναι πριν ή μετά την 1/1/93) επιβάλλονται διπλές εισφορές αν απασχολούνται ως μισθωτοί και ταυτόχρονα έχουν εισόδημα από ελεύθερο επάγγελμα.
[5] Για τους αυτοαπασχολούμενους, επιστήμονες και ελεύθερους επαγγελματίες, οι εισφορές θα αυξηθούν από την 1/1/2017 για όσους θα δηλώνουν εισοδήματα πάνω από 1.000 ευρώ έως 1.800 ευρώ τον μήνα, ανάλογα με την κατηγορία και τα ποσά των ασφαλίστρων που καταβάλλουν σήμερα. Για τον περιορισμό του βάρους προβλέπονται για μεν τους επιστήμονες έκπτωση από την 1/1/2017 έως 31/12/2020 ύψους 50% για εισόδημα από 7,033, 01 ευρώ έως 13.000 ευρώ (η έκπτωση θα μειώνεται κατά 1 ποσοστιαία μονάδα για κάθε επιπλέον 1.000 ευρώ εισοδήματος έως τις 58.000 ευρώ) για δε τους νέους επιστήμονες και αποφοίτους ανώτατων σχολών μεταβατική περίοδος (θα καταβάλλουν το 14% τα πρώτα 2 έτη, το 17% τα επόμενα 3 έτη, με υποχρέωση να επιστρέψουν τη διαφορά αν έχουν καθαρό φορολογητέο κέρδος άνω των 18.000 ευρώ και πάντως πριν συμπληρώσουν 15ετία). Για την ασθένεια οι νέοι θα πληρώνουν το 4,87% τα δύο πρώτα χρόνια και το 5,91% τα επόμενα τρία χρόνια. Να σημειωθεί, τέλος, ότι το ελάχιστο ασφαλιστέο εισόδημα, επί του οποίου θα υπολογίζονται τα ασφάλιστρα, θα είναι τα 410,20 ευρώ για αγρότες και νέους και τα 5.860 ευρώ, το ανώτατο.