Του Μιχάλη Διακαντώνη*
Η στρατιωτική επέμβαση της Ρωσίας στη
Συρία σηματοδότησε την απαρχή μιας νέας, πιο δυναμικής, εξωτερικής
πολιτικής στο γεωγραφικό σύμπλοκο της Μέσης Ανατολής και της Ανατολικής
Μεσογείου. Ποιες είναι οι επιμέρους εξελίξεις που καταδεικνύουν αυτήν
την αλλαγή ρωσικής πολιτικής, από ποιους παράγοντες επηρεάζονται και πώς
θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν αποτελεσματικά απ’ την ελληνική
διπλωματία;
Η επέμβαση στη Συρία πρώτο βήμα για μια «κάθοδο» στη Μεσόγειο
Οι στρατιωτικές επιχειρήσεις της Ρωσίας
στη Συρία είχαν ως κύριο στόχο την αναβίωση του status της, ως μιας
μεγάλης δύναμης, που έχει λόγο αλλά και κρίσιμο ρόλο, σε μια από τις
ασταθείς γεωπολιτικά περιοχές του κόσμου. Σε αυτήν τη γενική στρατηγική,
εμπεριέχονται μια σειρά από σημαντικές συνιστώσες όπως:
- ο περιορισμός της εξάπλωσης φανατικών ισλαμιστικών στοιχείων, τόσο στη Ρωσία, όσο και στην εγγύς μετα-σοβιετική «γειτονιά» της, με την ταυτόχρονη παροχή προστασίας προς τους χριστιανικούς πληθυσμούς της Μ. Ανατολής.
- η εξασφάλιση της ύπαρξης –έστω και ενός μικρού αριθμού– ρωσικών αεροπορικών και ναυτικών δυνάμεων στην περιοχή της Συρίας (Ταρτούς και Λαττάκεια).
- η εμβάθυνση των διπλωματικών της σχέσεων τόσο με φιλικά καθεστώτα της περιοχής (Ιράν, Ιράκ, Αίγυπτος, Συρία, Κούρδοι), όσο και η περαιτέρω βελτίωση των δεσμών της με τα αραβικά κράτη. Οι σχέσεις αυτές έχουν σημαντικές οικονομικές απολήξεις, καθώς επηρεάζουν τις αγορές ενέργειας, αμυντικών εξοπλισμών, αλλά και βασικών αγαθών της Ρωσίας.
Μέσα από την επίτευξη αυτών των στόχων, η
ρωσική διπλωματία επιθυμεί να συμβάλλει σημαντικά στη λήψη αποφάσεων
που αφορούν το μέλλον των εξελίξεων στη Μ. Ανατολή και ταυτόχρονα
φιλοδοξεί να μονιμοποιήσει την παρουσία της στην περιοχή, ως ένα
γεωπολιτικό «σκαλοπάτι» που θα την φέρει πιο κοντά στα δρώμενα της
Ανατολικής Μεσογείου.
Τα ρωσικά «ανοίγματα» στην Ανατολική Μεσόγειο
Η ρωσική διπλωματία έχει αρχίσει να
δραστηριοποιείται έντονα στην Ανατολική Μεσόγειο κατά τα τελευταία 3 - 4
έτη. Ενδεικτικά, αναφέρουμε τα παρακάτω:
- Στην Αίγυπτο, μετά την ανάληψη της προεδρίας από τον Abdel Fattah el-Sisi, υπάρχει μια αισθητή προσέγγιση μεταξύ Μόσχας και Καΐρου. Οι δύο χώρες έχουν προχωρημένες συζητήσεις για την κατασκευή σταθμού διακίνησης εμπορευμάτων στη Μαύρη Θάλασσα, για τη δημιουργία ενός βιομηχανικού κόμβου της Ρωσίας στο αιγυπτιακό έδαφος μέσω της επέκτασης της Διώρυγας του Σουέζ (φωτ. αριστερά), καθώς και για το ενδεχόμενο υπογραφής μιας συμφωνίας ελεύθερου εμπορίου ανάμεσα στην Αίγυπτο και την Ευρασιατική Οικονομική Ένωση. Παράλληλα, η Ρωσία συμφώνησε –μέσω της Rosatom– να κατασκευάσει το πρώτο πυρηνικό εργοστάσιο της Αιγύπτου μέχρι το 2022, παρέχοντας της μάλιστα και δάνειο προκειμένου να καλυφθεί το κόστος κατασκευής. Στον τομέα του φυσικού αερίου, ο Ρώσος μεγιστάνας Mikhail Fridman (φωτ. δεξιά / By Von Kremlin.ru), μέσω του επενδυτικού fund LetterOne, αγόρασε την Dea, μια εταιρεία που δραστηριοποιείται στα κοιτάσματα που εντοπίζονται στο Δέλτα του Δυτικού Νείλου και τα οποία αναμένεται να παράγουν μελλοντικά το 25% του φυσικού αερίου της Αιγύπτου. Η Gazprom έχει, επίσης, συμφωνήσει να παραδώσει 35 φορτία υγροποιημένου αερίου (LNG) στην Αίγυπτο εντός της επόμενης 5ετίας, προκειμένου να καλυφθούν οι εγχώριες ανάγκες της, έως ότου κατορθώσει να γίνει ενεργειακά αυτόνομη μέσω της ανάπτυξης των δικών της κοιτασμάτων.
- Η Κύπρος, ως γνωστόν, διαθέτει αυξημένους οικονομικούς δεσμούς με τη Ρωσία, μέσω των τουριστικών ροών, αλλά και των ρωσικών χρηματικών κεφαλαίων που κατατίθενται στα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα του νησιού. Τον Φεβρουάριο του 2015, οι δύο χώρες υπέγραψαν 11 συμφωνίες που αφορούν συνεργασίες στους τομείς της παιδείας, του αθλητισμού, της έρευνας και τεχνολογίας, στην καταπολέμηση της τρομοκρατίας, στην ανταλλαγή πληροφοριών για τις χρηματοοικονομικές συναλλαγές και την πάταξη της διακίνησης ναρκωτικών, καθώς και για τη γενικότερη προώθηση των διμερών οικονομικών και επενδυτικών σχέσεων. Σημαντικές παράμετροι αυτών των συμφωνιών αποτελούν η δυνατότητα συνεργασίας του Πολεμικού Ναυτικού των δύο χωρών, η επικαιροποίηση της στρατιωτικής και τεχνικής συνεργασίας που ισχύει απ’ το 1996 (προβλέπει τη δυνατότητα ελλιμενισμού ρωσικών πλοίων και την παρουσία ρωσικών αεροσκαφών στο νησί σε συγκεκριμένες περιστάσεις), αλλά και η αναφορά στη μορφή λύσης που προτείνεται για το Κυπριακό. Πάγια θέση της Ρωσίας στο συγκεκριμένο ζήτημα είναι ότι η τελική λύση θα πρέπει να είναι προϊόν διαβούλευσης των δύο πλευρών στην Κύπρο, χωρίς παρεμβάσεις τρίτων, με γνώμονα τα ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας. Όσον αφορά την ενέργεια, η Novatek προσπάθησε κατά το παρελθόν –χωρίς επιτυχία– να εξασφαλίσει τα δικαιώματα έρευνας και εκμετάλλευσης για κάποιο απ’ τα οικόπεδα της κυπριακής ΑΟΖ, όμως το ενδιαφέρον των Ρώσων έχει ανανεωθεί για τον τρίτο γύρο αδειοδοτήσεων που έχει ήδη προκηρυχθεί στην Κύπρο.
- Στη Συρία, υπάρχει επίσης έντονο ρωσικό ενδιαφέρον. Η Soyuzneftegaz έχει εξασφαλίσει άδεια έρευνας για το θαλάσσιο οικόπεδο 2, καθώς και για τα χερσαία οικόπεδα 12 και 26, όμως οι πολεμικές συρράξεις πάγωσαν κάθε εργασία. Ρωσικά και συριακά δημοσιεύματα κάνουν λόγο για πρόθεση του Σύριου Προέδρου, Bashar al-Assad Assad, να παραχωρήσει σημαντικό κομμάτι των ενεργειακών κοιτασμάτων της χώρας σε ρωσικές εταιρείες, πιθανόν σε μια προσπάθεια να δελεάσει τη ρωσική ηγεσία να επιτύχει μια συμφωνία ειρήνευσης που θα τον διατηρήσει στην εξουσία. Ωστόσο, ενδεχόμενες συμφωνίες με το καθεστώς Assad θα πρέπει να θεωρείται ότι έχουν μάλλον περιορισμένη νομιμοποίηση και ισχύ, όσο η κατάσταση στη χώρα παραμένει ρευστή.
- Στον Λίβανο, οι ρωσικές Gazprom, Rosneft, Lukoil και Novatek θα συμμετέχουν στον γύρο αδειοδοτήσεων, ενώ υπάρχουν συμφωνίες και για την κατασκευή υδροηλεκτρικών φραγμάτων με ρωσικές εταιρείες. Ο Λιβανέζος υπουργός Εξωτερικών, Gebran Bassil (στη φωτογραφία αριστερά), μετά από συνάντηση με τον Ρώσο ομόλογο του, Sergey Lavrov (στη φωτογραφία δεξιά), στα τέλη του 2015, δήλωσε ότι επιθυμεί τη ρωσική συμβολή για την αποτροπή τρομοκρατικών χτυπημάτων στη χώρα του, η οποία μπορεί να αποτελέσει, όπως είπε, μια «γέφυρα» επικοινωνίας και συνεργασίας ανάμεσα στη Ρωσία και στα άλλα κράτη της περιοχής.
Photo by Anadolu Agency / Contributor / Getty Images / Ideal Image
- Στο Ισραήλ, οι ιστορικοί δεσμοί που προκύπτουν απ’ το γεγονός ότι το 1/5 του πληθυσμού είναι ρωσόφωνοι επεκτείνονται τόσο λόγο της φιλοϊσραηλινής στάσης του Ρώσου Προέδρου, Vladimir Putin, όσο και λόγω της διπλωματικής απόστασης που έχει δημιουργηθεί κατά την περίοδο της διακυβέρνησης Obama με τις ΗΠΑ. Οι Ισραηλινοί βλέπουν στη Μόσχα ένα πολύτιμο σύμμαχο, καθώς και οι δύο χώρες αντιμετωπίζουν από κοινού την απειλή του φανατικού ισλαμισμού, ενώ το modus operandi αυτής της συνεργασίας δοκιμάστηκε επιτυχώς στις επιχειρήσεις της Συρίας. Οι διπλωματικές επαφές της Ρωσίας με το Ιράν, τη Χεζμπολάχ και τη Χαμάς δημιουργούν μια επιπλέον δικλείδα ασφαλείας για αποτροπή ενδεχόμενων επιθέσεων εναντίον του Ισραήλ, ιδιαίτερα όσον αφορά τα ενεργειακά της κοιτάσματα. H Μόσχα ασκεί μια «διακριτική» πίεση στο Ισραήλ, προκειμένου να επιτύχει την εμβάθυνση των διπλωματικών τους σχέσεων σε νέους τομείς, καθώς τον Απρίλιο παρέδωσε μέρος του αντιαεροπορικού συστήματος S-300 (φωτ. αριστερά, By Kremlin.ru) στην Τεχεράνη. Στόχος της Ρωσίας είναι η δραστηριοποίηση των εταιρειών της χώρας στα ισραηλινά κοιτάσματα ενέργειας. Η Gazprom απέτυχε στο παρελθόν να εξασφαλίσει τη συμμετοχή της στο κοίτασμα Leviathan, όμως φαίνεται πώς το Ισραήλ επανεξετάζει την πρόταση της ρωσικής εταιρείας, τη στιγμή που η αμερικανική Noble παρουσιάζεται πρόθυμη να παραιτηθεί από μέρος των δικαιωμάτων της για να εξασφαλίσει επιπλέον ρευστότητα. Αν η Ρωσία επιτύχει μια τέτοια συμφωνία, σε συνδυασμό με τις αντίστοιχες δράσεις που αναπτύσσει στους τομείς ενέργειας της Κύπρου, της Συρίας και του Λιβάνου, αποκτά σημαντική διαπραγματευτική θέση στη διαχείριση των ενεργειακών αποθεμάτων της Ανατολικής Μεσογείου. Πάντως, το μέλλον των ρωσο-ισραηλινών σχέσεων θα εξαρτηθεί και απ’ τη μελλοντική εξέλιξη των ρωσο-τουρκικών και των τουρκο-ισραηλινών διπλωματικών ζυμώσεων, καθώς η προσπάθεια επαναπροσέγγισης του Ισραήλ με την Τουρκία, αν ευοδωθεί, θα απομακρύνει τη Μόσχα απ’ το Ισραήλ.
Μπορεί η ελληνική διπλωματία να αντλήσει οφέλη;
Η πιο ενεργός ανάμειξη της Ρωσίας στα
τεκταινόμενα της Ανατολικής Μεσογείου αποτελεί ευκαιρία για τη χώρα μας,
αν την διαχειριστεί μέσω μιας ευέλικτης και έξυπνης διπλωματικής
στάσης. Χωρίς σε καμία περίπτωση η θέση και η παρουσία της Ελλάδας στους
δυτικούς θεσμούς να αμφισβητείται, θα πρέπει:
- να αποφευχθούν ενέργειες που δυναμιτίζουν τις παραδοσιακά καλές ελληνορωσικές σχέσεις. Παραδείγματα τέτοιων πρόσφατων αστοχιών είναι οι δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι Ρώσοι πολίτες στη θεώρηση βίζας, γεγονός που οδήγησε σε ακυρώσεις μεγάλων τουριστικών πακέτων σε Ρόδο και Κρήτη (σε μια χρονιά μάλιστα όπου υπήρχε αυξημένη τουριστική ζήτηση απ’ τη Ρωσία), καθώς και η λανθασμένη σύλληψη του Ρώσου φιλόσοφου, φιλέλληνα και στενού συνεργάτη του Putin Aleksandr Dugin (φωτ. δεξιά) στο αεροδρόμιο της Θεσσαλονίκης, σε μια περίοδο όπου επίκειται η επίσκεψη του Ρώσου Προέδρου στη χώρα μας.
- να δραστηριοποιηθεί η ελληνική οικονομική διπλωματία, ώστε να αναπτυχθούν περαιτέρω οι εμπορικές σχέσεις των δύο χωρών και να αξιοποιηθεί τυχόν ρωσικό επενδυτικό ενδιαφέρον. Στα θέμα του εμπάργκο, θα πρέπει να γίνει προσπάθεια να εξαιρεθούν και άλλα ελληνικά προϊόντα, ενώ ο ελληνικός τουρισμός (ιδιαίτερα ο θρησκευτικός) θα πρέπει να διευκολυνθεί μέσω της μείωσης των γραφειοκρατικών εμποδίων και της καλύτερης προβολής του. Στο θέμα των επενδύσεων, η Ελλάδα οφείλει να εξετάσει τις ρωσικές προτάσεις για τους σιδηροδρόμους και το λιμένα της Θεσσαλονίκης, χωρίς αγκυλώσεις ή φοβικά σύνδρομα.
- να διερευνηθεί αν υπάρχει η δυνατότητα να ευοδωθούν νέα ενεργειακά έργα στη χώρα μας, χωρίς να παραβιάζονται οι κανόνες ανταγωνισμού, όπως αυτοί προκύπτουν απ’ το Τρίτο Ενεργειακό Πακέτο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η πρόταση για την αναβίωση του αγωγού φυσικού αερίου ITGI, αλλά και η μετεξέλιξη του «παγωμένου» αγωγού Turkish Stream (φωτ. δεξιά / By Consiglieri88 - Own work) αποτελούν δύο τέτοια παραδείγματα. Αν και οι δύο αγωγοί είναι ανταγωνιστικοί ως προς τον Νότιο Διάδρομο Αερίου που προσπαθεί να επιτύχει τη μείωση της ευρωπαϊκής εξάρτησης απ’ το ρωσικό αέριο, είναι δυνατό
- να υλοποιηθούν, αν η ζήτηση αερίου αυξηθεί μελλοντικά και αν η Ρωσία συμμορφωθεί ως προς τους ευρωπαϊκούς κανονισμούς. Άλλωστε, η θετική γερμανική στάση στην περίπτωση της επέκτασης του αγωγού Nord Stream (φωτ. αριστερά / By Samuel Bailey {sam.bailus@gmail.com} - Own work), ο οποίος διοχετεύει αέριο απ’ τη Ρωσία στη Γερμανία, καταδεικνύει ότι δεν υπάρχουν «απαγορευμένα» projects, αρκεί όλες οι πλευρές να έχουν διάθεση συνεργασίας και την απαραίτητη πολιτική βούληση.
- να ενισχυθεί ο θρησκευτικός διάλογος μεταξύ Φαναριού και Μόσχας, ώστε να περιοριστούν οι αποκλίσεις ανάμεσα στα δύο Πατριαρχεία. Η Αγία και Μεγάλη Σύνοδος (Πανορθόδοξος) που θα πραγματοποιηθεί στην Κρήτη τον Ιούνιο (φωτ. δεξιά από την Πανορθόδοξη Σύνοδο που πραγματοποιήθηκε τον περασμένο Γενάρη στην Ελβετία) αποτελεί μια μεγάλη ευκαιρία που μπορεί να δώσει μια νέα δυναμική στην ελληνική Ορθόδοξη Εκκλησία. Η χώρα μας μπορεί και πρέπει να αξιοποιήσει τη θρησκευτική διπλωματία, ώστε να αναπτύξει ένα ενεργότερο ρόλο τόσο στα Βαλκάνια όσο και στη Μέση Ανατολή.
- να αξιοποιηθούν οι ελληνορωσικοί δεσμοί για την προώθηση των ελληνικών θέσεων σε κρίσιμα ζητήματα, όπως το Κυπριακό, αλλά και για την αντιμετώπιση διεθνών κινδύνων, όπως είναι αυτός της ισλαμιστικής τρομοκρατίας.
- να εξεταστεί η δυνατότητα σχηματισμού νέων «διπλωματικών» τριγώνων στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου και εμβάθυνσης των ήδη υφιστάμενων με τη μεσολάβηση του ρωσικού παράγοντα (π.χ. Ελλάδα - Κύπρος - Ισραήλ, Ελλάδα - Κύπρος - Αίγυπτος, Ελλάδα - Κύπρος – Λίβανος κ.ο.κ.).
Η επίσκεψη του Προέδρου Putin στα τέλη
Μαΐου δίνει τη δυνατότητα στην Ελλάδα να αναπτύξει όλα τα ανωτέρω
ζητήματα. Η χώρα μας, χωρίς να διαρρηγνύει τους παραδοσιακούς δυτικούς
δεσμούς της, έχει την ευκαιρία να αποδείξει ότι μπορεί να εφαρμόσει μια
ευέλικτη και πολύπλευρη εξωτερική πολιτική. Η ίδια η βυζαντινή
διπλωματία διδάσκει ότι η ανάπτυξη συνεργασιών μέσω της εμβάθυνσης των
φιλικών σχέσεων, της αξιοποίησης των αντιθέσεων και του σεβασμού των
παραδοσιακών συμμαχιών αποτελεί μια διαχρονική αρχή πολιτικού
management, που η Ελλάδα οφείλει να εφαρμόσει στην πράξη.
* Ο κ. Μιχάλης Διακαντώνης είναι οικονομολόγος/διεθνολόγος.