Ο Έλληνας Πόντιος Πρωτεργάτης της Ένωσης του Ευρωπαϊκού Χριστιανικού Κόσμου και Πατέρας της Ευρωπαϊκής Αναγέννησης!
Γράφει η Δήμητρα Ρετσινά Φωτεινίδου
φιλόλογος – Μ.Α. Πολιτικής Φιλοσοφίας Α.Π.Θ.
Ο πρωτεργάτης της Ένωσης της Ανατολικής με τη Δυτική Εκκλησία, ο πρώτος οραματιστής και ρεαλιστής συγχρόνως του Ενοποιημένου Χριστιανικού Χώρου, ο παρ’ ολίγον Πάπας της Ρώμης το 1455 είναι ο Πόντιος Έλληνας σοφός ιεράρχης Βησσαρίων ο Τραπεζούντιος. Με αφορμή την Ημέρα Μνήμης της Γενοκτονίας των Ελλήνων Ποντίων (19 Μαϊου) από το κεμαλικό καθεστώς ας βγάλουμε από το σκοτάδι της λησμονιάς αυτή την εμβληματική μορφή του Οικουμενικού Ελληνισμού.
Καταθέτω μια πολιτική πρόταση: Να δημιουργηθεί Ελληνικό και Ευρωπαϊκό Κέντρο Μελέτης Πολιτιστικής και Θρησκευτικής Κληρονομιάς «ΒΗΣΣΑΡΙΩΝ ΤΡΑΠΕΖΟΥΝΤΙΟΣ». Επίσης να δημιουργηθεί ένα δίκτυο πόλεων στον Πόντο, στον Ελλαδικό χώρο και στην Ιταλία με Ακαδημίες Βησσαριώνειες με έμφαση στις Ανθρωπιστικές Σπουδές (Humanities) και υποτροφίες στα παιδιά των Ποντίων. Εξάλλου υπήρχε ακμάζουσα Βησσαριώνειος Ακαδημία στη Ρώμη, εκεί όπου διέμενε ο Καρδινάλιος Βησσαρίων. Εκεί σύχναζε η πνευματική ελίτ του Βυζαντίου και της Ιταλίας (Ευρώπης). Εκεί οι Ευρωπαίοι έμαθαν τα αρχαία ελληνικά κείμενα και την ελληνική παιδεία.
Δεν ήταν μόνο ο Βησσαρίων αλλά και εκατοντάδες Βυζαντινοί λόγιοι και επιστήμονες πρόσφυγες μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Οθωμανούς . Ο ανθρωπιστής Marsilius Ficinus ομολογεί ότι η ίδρυση της Πλατωνικής Ακαδημίας στη Φλωρεντία οφείλεται στην εκεί παραμονή και δράση του Γεωργίου Γεμιστού Πλήθωνος. Ένας άλλος Έλληνας που δίδαξε τους σοφούς άνδρες της Αναγέννησης ήταν ο Ιωσήφ Βρυέννιος, δάσκαλος και του Μάρκου Ευγενικού. Σε όλες τις πόλεις της Ιταλίας οι βυζαντινοί λόγιοι δίδαξαν και έθεσαν τις βάσεις για την Ευρωπαϊκή Αναγέννηση.
Ο Βησσαρίων γεννήθηκε τον Ιανουάριο του 1403 στην Τραπεζούντα του Πόντου σε πολύτεκνη χριστιανική ορθόδοξη οικογένεια. Το βαπτιστικό του όνομα ήταν Βασίλειος και στην αρχή μαθήτευσε κοντά στον Μητροπολίτη Τραπεζούντος Δοσίθεο. Εκείνος εκτίμησε την ευφυία και την αρετή του μαθητή του και τον πήρε μαζί του στην Κωνσταντινούπολη, όπου ο νεαρός κατά τα έτη 1415 – 1423 σπούδασε και ανατράφηκε με διδάσκαλο τον μεγάλο ανθρωπιστή Μανουήλ Χρυσοκόκη.
Το 1431 εστάλη στην Σηλυβρία, στον εκεί λόγιο αρχιεπίσκοπο Σηλυβρίας για περισσότερη επιστημονική κατάρτιση. Εκεί είχε συμμαθητές τους ιερομόναχους Διονύσιο (μετέπειτα Μητροπολίτη Σάρδεων), Ισίδωρο (κατόπιν Ορθόδοξο Μητροπολίτη Κιέβου και …Λατίνο Καρδινάλιο Ρώμης). Αυτοί συμμετείχαν στην Οικουμενική Σύνοδο Φερράρας -Φλωρεντίας (1438 -1439) με σκοπό την Ένωση των Εκκλησιών και την άρση του Σχίσματος. Πολύ αργότερα (1463) και από το αξίωμα του Λατίνου Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως ο Βησσαρίων θα σημείωνε για τις Ελληνο –Λατινικές δογματικές διαφορές απευθυνόμενος στον λαό και στον κλήρο της Πόλης: «Ουδέ γαρ ουδ’ αγνοία και αμαθία φαίητ’ αν ημάς της αληθείας αποτυχείν, ειδότες εκ παίδων».
Κατά τα έτη 1431 – 1436 ο Βησσαρίων πήγε στον Μυστρά της Πελοποννήσου, όπου μαθήτευσε στην Ακαδημία του σοφού πλατωνιστή και όχι μόνο Γεωργίου Γεμιστού Πλήθωνος! Σε όλη την Πελοπόννησο ο Βησσαρίων είχε θαυμαστές λόγω της αρετής και της ευγλωττίας του και το όνομά του ήταν γνώριμο στους «επαϊοντες της Ελληνικής φωνής». Εκεί ανέπτυξε φιλικές σχέσεις με τον Δεσπότη Πελοποννήσου Δημήτριο, αδελφό του αυτοκράτορα του Βυζαντίου Ιωάννου Η΄ Παλαιολόγου.
Ως διπλωμάτης ο Βησσαρίων διακρίθηκε για τις προσπάθειές του να αναπτύξει έναν πολιτικό δεσμό των απανταχού Ελλήνων και Χριστιανών. Ακόμη και μετά την Άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Οθωμανούς (1453) ο Βησσαρίων επέμενε να ενώσει τον δυτικό και ανατολικό χριστιανικό κόσμο σε μια Σταυροφορία κατά των Τούρκων. Επίσης μεσολάβησε και προώθησε τη συμμαχία μεταξύ του βασιλέα της ιδιαίτερης πατρίδας του Τραπεζούντας Αλέξιου Δ΄ Μεγάλου Κομνηνού (1417 – 1429) και του Ιωάννη Η ‘ Παλαιολόγου. Ο τελευταίος νυμφεύθηκε την Μαρία Κομνηνή, κόρη του Αλεξίου Δ’.
Το 1437 ο Βησσαρίων διορίζεται από τον αυτοκράτορα Μητροπολίτης Νικαίας, αξίωμα που του προσδίδει το απαραίτητο κύρος για τη συμμετοχή στις διαπραγματεύσεις της Φερράρας προς ένωση της Δυτικής με την Ανατολική Εκκλησία. Υπέρμαχος της Ένωσης ήταν ο αυτοκράτορας Ιωάννης Παλαιολόγος με κύριους συμβούλους του τον Νικαίας Βησσαρίωνα, τον Εφέσου Μάρκο Ευγενικό, τον Σάρδεων Διονύσιο, τον Γρηγόριο Μελισσηνό ή Μάμα (κληρικούς) και τους Γεώργιο Γεμιστό Πλήθωνα, Γεώργιο Τραπεζούντιο και Γεώργιο Αμηρούτζη επίσης Τραπεζούντιο(!) (λαϊκούς). Τον τίτλο του Νικαίας τήρησε ο Βησσαρίων μέχρι τέλους και παρά την μεταβολή στις καταστάσεις και στα φρονήματα οι Λατίνοι τον ονόμαζαν ο Nicaenus.
Η περίφημη Σύνοδος Φερράρας – Φλωρεντίας (Συνεδρίαση Ορθοδόξου Συνόδου) ξεκίνησε οκτώ μήνες μετά την άφιξη της πολυάριθμης Ελληνικής αντιπροσωπείας στην Ιταλία και αφού ο πάπας Ευγένιος ζήτησε να του φιλήσουν το πόδι… Στις 8 Οκτωβρίου 1438 στη Φερράρα ο Βησσαρίων ο Τραπεζούντιος και ο Μάρκος ο Ευγενικός είναι οι προεξάρχοντες του λόγου σύμφωνα με τη θέληση του βασιλιά Ιωάννη Παλαιολόγου..
Στο μεταξύ η Σύνοδος αλλάζει έδρα και μεταφέρεται στην Φλωρεντία (Φεβρουάριος 1439). Εκεί έρχεται ο απεσταλμένος του (αναπληρωματικού αυτοκράτορα) Κωνσταντίνου Παλαιολόγου, πρέσβης Καντακουζηνός ο Φακρασής, με επιστολές των αρχόντων της Πόλης για άμεση αποστολή παπικών κάτεργων (πολεμικών πλοίων) προς επίσχεση της ορμής του Αμηρά (Μουράτ Β’). Μπροστά στην τουρκική απειλή ο Ιωάννης Παλαιολόγος δίνει το σύνθημα της υποχώρησης στους Έλληνες απεσταλμένους για να επιτευχθεί η Ένωση και να εξασφαλιστεί η βοήθεια της Δύσης.
Στις 14/15 Απριλίου 1439 ο Βησσαρίων εκφώνησε στην Φλωρεντία τον περίφημο «Δογματικό» ή «Περί Ενώσεως Λόγο». Μεταξύ άλλων είπε: «Ουδείς ευπρόσωπος λόγος υπάρχει της προς Λατίνους διαστάσεως και της των αδελφών διαιρέσεως… Πάντες εκόντες άκοντες κινδυνεύουν να υπαχθούν στην πλάνη του ισλαμισμού και να αποστώσι του Θεού. Μόνη καταφυγή το των Λατίνων γένος και η μετ’ αυτών ένωσις.. (Εξάλλου και) οι Λατίνοι έπονται τοις αγίοις Δυτικοίς και Ανατολικοίς κοινοίς ούσι πατράσι και διδασκάλοις… Αναίτιος εγώ του κακού της διαιρέσεως ούτε αγνοώ τα δεινά και την τραγωδία (που έρχεται) ».
Σε διαφορετικό μήκος κύματος κινείται ο Γεώργιος Σχολάριος, μετέπειτα Γεννάδιος μοναχός και πρώτος Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως της Οθωμανικής πια αυτοκρατορίας. Αν και στην αρχή ενωτικός, αλλάζει γνώμη και γίνεται σφοδρός πολέμιος του Βησσαρίωνος και των ενωτικών απόψεών του. Αργότερα στη Μονή Παντοκράτορος στην Πόλη θα κηρύξει: «Άθλιοι Ρωμαίοι εις τι πλανηθήκατε και ηλπίσατε εις την δύναμιν των Φράγκων και μαζί με την Πόλη χάσατε και την ευσέβειά σας»;
Με τον πρωτεργάτη των Ανθενωτικών Μάρκο Εφέσου Ευγενικό συντάσσονται ο Γεώργιος Γεμιστός Πλήθων, ο Γεώργιος (Γεννάδιος) Σχολάριος, ο Δεσπότης του Μυστρά και αδελφός του Ιωάννη Παλαιολόγου Δημήτριος, ο μητροπολίτης Σταυρουπόλεως Ησαϊας, ο μητροπολίτης Ιβήρων και Γεωργίας, οι οποίοι σηκώνονται και φεύγουν για να μην υπογράψουν την Ένωση!
Στο «στρατόπεδο» των Ενωτικών και υπέρ του Ιωάννη Παλαιολόγου και του Βησσαρίωνος τάσσονται ο μητροπολίτης Κιέβου Ισίδωρος, ο Μυτιλήνης Δωρόθεος, ο Τραπεζούντος Δωρόθεος, ο πρωτοσύγκελος Γρηγόριος Μελισσηνός ή Μάμας, ο απεσταλμένος του βασιλιά της Τραπεζούντος Μακροδούκας, ο οποίος τάχθηκε με επιφυλάξεις υπέρ της Ένωσης.
Τελικά ο Ενωτικός Όρος ΥΠΟΓΡΑΦΕΤΑΙ στις 5 Ιουλίου 1439 από 32 άτομα. Συντάκτες είναι ο Βησσαρίων Τραπεζούντιος και ο Αμβρόσιος Τραβερσάρι. Η πανηγυρική τελετή γίνεται την επιούσα στην «Παναγία Άνθους», Μητρόπολη Φλωρεντίας. Μέχρι σήμερα υπάρχει η μαρμάρινη πλάκα που απεικονίζει τον Πάπα Ευγένιο Δ΄ και τον Βυζαντινό Αυτοκράτορα Ιωάννη Παλαιολόγο και υπενθυμίζει το μεγάλης πολιτικής, θρησκευτικής και πολιτιστικής σημασίας γεγονός.
Από εκείνη τη στιγμή το κύρος του Πάπα, που είχε τρωθεί λόγω της προηγηθείσας συνόδου της Βασιλείας των Μεταρρυθμιστών, ενδυναμώνεται. Σαν ντόμινο οι Ανατολικοί Χριστιανοί προσχωρούν στην Ένωση: Αρμένιοι, Ιακωβίτες Σύριοι, Νεστοριανοί και Μαρωνίτες, Αβυσσηνοί Μονοφυσίτες….
Στην Ιταλία ο Βησσαρίων γίνεται Καρδινάλιος των Δώδεκα Αποστόλων, Καρδινάλιος – Επίσκοπος Σαβίνης και Τούσκλων (1449). Η επίσημη οικία του στη Ρώμη και η μικρή εξοχική έπαυλη κοντά στις Θέρμες Καρακάλλα γίνεται το ενδιαίτημα των λογίων και ανθρωπιστών, μαθηματικών και αστρονόμων Ελλήνων και Λατίνων. Εξελίχθηκε σε Σχολή και ονομάστηκε Βησσαριώνειος Ακαδημία. Ονομαζόταν ακόμη τιμητικά Περιπατητική Σχολή και Πυθαγόρειος Σχολή. Ο κύκλος των λογίων και επιστημόνων που σύχναζαν εκεί είναι εντυπωσιακός: Θεόδωρος Γαζής, Γεώργιος Τραπεζούντιος, Δημήτριος Χαλκοκονδύλης, Βαρθολομαίος Αργυρόπουλος, Ιωάννης Λάσκαρις, Μιχαήλ Αποστόλιος, Ανδρόνικος Κάλλιστος, Lorenzo Valla, Poggio, Fileflo, Marsilius Ficino, Filelfo, Guillaume Fichet (πρύτανις Σορβόννης), Enea Silvio (μετέπειτα Πάπας Πίος Β’).
Ο Βησσαρίων μυσταγώγησε τους Λατίνους στο Πλατωνικό έργο, το οποίο αγνοούσαν. Ο ίδιος είχε γράψει μια εξαιρετική πραγματεία: «Έλεγχοι των κατά Πλάτωνος βλασφημιών Λόγοι 4». Επίσης μετέφρασε στα λατινικά την «Μεταφυσική» του Αριστοτέλη, η οποία συμπεριλαμβάνεται στις εκδόσεις Αρχαίων Ελλήνων Συγγραφέων του Βερολίνου ως κλασική.
Στην Ιταλία ο Βησσαρίων τιμήθηκε με το αξίωμα του Προστάτη (Protector) των ελληνορθόδοξων μοναστηριών της Σικελίας και της Καλαβρίας. Πρόκειται για τα λεγόμενα Βασιλειανά Μοναστήρια της Κάτω Ιταλίας, που λειτουργούσαν σύμφωνα με τους κανόνες του μοναχικού βίου που είχε συντάξει ο Μέγας Βασίλειος! Κατά τον 11ο και 12ο αιώνα είχαν αναπτύξει τον ιδιόρρυθμο Σικελονορμανδικό πολιτισμό. Επειδή είχε ατονήσει ο ζήλος της κοινοβιακής ζωής σύμφωνα με τα πρότυπα του Μ. Βασιλείου ο Πάπας εμπιστεύτηκε στον Βησσαρίωνα την ανασυγκρότηση του μοναχικού βίου. Τότε ο Βησσαρίων εισήγαγε καινοτομίες, καθώς και την ελληνική γλώσσα στις τελετουργίες.
Ως Protector Bessarion είχε την εποπτεία της Μονής Κρυπτοφέρρης (Grottaferata) στην περιοχή της Ρώμης. Την ανασυγκρότησε, εμπλούτισε τη βιβλιοθήκη της, εξελλήνισε το τυπικό της και επανεισήγαγε τους κοινοβιακούς κανόνες του μοναστηριού, όπως ακριβώς τους ειχε καταγράψει ο Μ. Βασίλειος. Στη Μονή Μεσσήνης Κ. Ιταλίας ίδρυσε έδρα διδασκαλίας της ελληνικής γλώσσας. Εκεί δίδαξαν ο Μιχαήλ Γλυκάς, ο Ανδρόνικος Γαληνιώτης, ο Κωνσταντίνος Λάσκαρις.
Στα 1443 – 1446 ο Βησσαρίων γράφει επαινετική επιστολή στον δεσπότη της Πελοποννήσου και τελευταίο Αυτοκράτορα του Βυζαντίου Κωνσταντίνο Παλαιολόγο. Βλέπει από τα έργα του ότι είναι ικανός, γενναίος, ενάρετος. Είναι χαρακτηριστικά τα όσα παραθέτει για το Ελληνικό Γένος: «Ήμερον την φύσιν το των Ελλήνων γένος εστί, επιμελητικόν αρετής, μιμητικόν του καλού, φύσει γενναίον και φιλότιμον, προς παιδείαν έτοιμον και πρόχειρον. Αγαθού μόνον δει κορυφαίου και διδασκάλου, οίος αυτός (εννοεί τον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο) εί, και προς πάντας ευθύς ευπειθείς έψονται…» Προφητικά επίσης γράφει στον Κων/νο Παλαιολόγο: «Ζήσεις παρά τη μνήμη των ανθρώπων αθάνατος»!
Το 1455, όταν πεθαίνει ο Πάπας Νικόλαος Ε’, οι καλύτεροι Καρδινάλιοι προτείνουν τον Βησσαρίωνα για το αξίωμα του Πάπα. Όμως ο Βησσαρίων είναι πολύ αξιοπρεπής για να κάνει ψηφοθηρία. Όπως λένε οι πηγές της εποχής, «ολίγου δειν» ο Έλλην Καρδινάλιος να γίνει ο νέος Πάπας Ρώμης. Το 1471 προτείνεται για δεύτερη φορά για το ίδιο αξίωμα. Τη υποψηφιότητά του στήριξαν ομοφώνως η Γερμανία και η Αυστρία! Δύο ήταν οι λόγοι για τους οποίους δεν εκλέχθηκε: η Ελληνική του καταγωγή και ο αυστηρός – ασκητικός βίος του που τρόμαζε εκείνους τους καρδιναλίους που ζούσαν ανειμένως.
Το 1463 ο Βησσαρίων εκλέγεται στο αξίωμα του Λατίνου (Οικουμενικού) Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως σε διαδοχή του θανόντος καρδιναλίου Ισιδώρου Ρωσίας (πρόκειται για τον παλιό συμμαθητή του, φίλο και συνεργάτη στη Σύνοδο Φερράρας – Φλωρεντίας, πρώην ορθόδοξου μητροπολίτη Κιέβου). Την ίδια χρονιά γράφει επιστολη προς τον Ελληνικό κλήρο και λαό του Οικουμενικού Θρόνου για να δικαιολογήσει την μετάσταση αυτού στον Λατινισμό. Ως Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως ίδρυσε Ιερατική Σχολή στην Κρήτη που φέρουσα το όνομα «Σχολή Βησσαρίωνος».
Ο βίος του Βησσαρίωνα τελείωσε το 1472 στη Ραβέννα. Στην κηδεία του, στους Αγίους Αποστόλους στη Ρώμη, παρευρέθη και ο Πάπας Σίξτος Δ’.
Το πολυσχιδές συγγραφικό έργο του Τραπεζούντιου λογίου βρίσκεται στα αρχεία της Βενετίας, Ρώμης, Μιλάνου, Φλωρεντίας, Κωνσταντινούπολης, Αγίου Όρους κ.α.