Φίλος έγραψε το εξής, σε σχέση με άρθρο μας: «Ο νεοφιλελευθερισμός δεν ισοπεδώνει ούτε μισθούς ούτε συντάξεις. Αμείβεσαι ανάλογα με την προσφορά σου και οροφή δεν υπάρχει». Έχει αλήθεια δίκιο ή άδικο;
Στην απάντηση μας θεωρούμε καλύτερο να μην συμπεριλάβουμε την Ελλάδα, αφενός μεν επειδή πριν από την κρίση ήταν μία «σοβιετικού τύπου» οικονομία, όπου σχεδόν όλα περιστρέφονταν γύρω από το κράτος και τα κόμματα,
αφετέρου λόγω του ότι οι τρομακτικές μειώσεις μισθών, συντάξεων και
λοιπών εισοδημάτων μετά την κρίση, συνδέθηκαν με το ύψος του δημοσίου
χρέους – οπότε θα μπορούσε να τις δικαιολογήσει κανείς, μη θεωρώντας τες
ως επακόλουθα του νεοφιλελευθερισμού (έννοια), παρά το ότι ασφαλώς είναι.
Είναι λοιπόν προτιμότερο να αναφέρουμε
ως παράδειγμα δύο μεγάλες χώρες, στις οποίες επιβλήθηκε η νεοφιλελεύθερη
ιδεολογία: τις Η.Π.Α., με αφετηρία το 1980 και τη Γερμανία, όπου η
καπιταλιστική αυτή αρρώστια εμφανίσθηκε γύρω στο 2000. Το κοινό
χαρακτηριστικό τους είναι η κατάργηση της σύνδεσης της παραγωγικότητας των εργαζομένων με τις αμοιβές τους – οπότε οι συντάξεις, οι οποίες συνήθως σχετίζονται με τους μισθούς, είχαν μία αντίστοιχη αντιμετώπιση.
Και στις δύο αυτές χώρες οι εργαζόμενοι δεν κατάφεραν να αντισταθούν, επειδή είχαν προηγηθεί ευρείες ιδιωτικοποιήσεις – λόγω των οποίων οι κυβερνήσεις δεν ήταν σε θέση να διατηρήσουν την ισορροπία στην αγορά, μέσω των κρατικών επιχειρήσεων.
Ειδικά στις Η.Π.Α., η απώλεια των εισοδημάτων των εργαζομένων καλύφθηκε
με το δανεισμό τους, με αποτέλεσμα να υπερχρεωθούν – γεγονός που φάνηκε
όταν ξέσπασε η χρηματοπιστωτική κρίση, όπου κατέρρευσε η αγορά των
ενυπόθηκων δανείων χαμηλής εξασφάλισης.
Εν τούτοις, οι μισθοί δεν μειώνονται μόνο από την αποσύνδεση της παραγωγικότητας μαζί τους αλλά, επίσης, από τον περιορισμό του κοινωνικού κράτους, σε συνδυασμό με τις συνεχείς αυξήσεις των φόρων
– αφού οι εργαζόμενοι καλούνται τελικά αφενός να καλύψουν το φορολογικό
κενό που προκαλεί η νομότυπη φοροδιαφυγή των πολυεθνικών, μέσω της
δημιουργίας δεκάδων φορολογικών παραδείσων, αφετέρου να διασώσουν τους
θύτες τους. Δηλαδή, το χρηματοπιστωτικό σύστημα που έχει καταστεί
ασύδοτο μετά την απελευθέρωση του τη δεκαετία του 1990 – με αποτέλεσμα
να τους απομυζεί, ιδιωτικοποιώντας τα κέρδη και κοινωνικοποιώντας τις
ζημίες του.
Με αιτιολογία τώρα την υπερχρέωση των κρατών, την οποία ουσιαστικά το ίδιο το σύστημα προκάλεσε, ο νεοφιλελευθερισμός ισοπεδώνει πια τους μισθούς, τις συντάξεις και το κοινωνικό κράτος
– στοχεύοντας επί πλέον στην ιδιωτικοποίηση των πάντων,
συμπεριλαμβανομένης της πολιτικής εξουσίας. Κανένας δεν αμείβεται λοιπόν
σύμφωνα με την προσφορά του, ενώ πραγματικά οροφή δεν υπάρχει – προς τα
κάτω όμως.
Ολοκληρώνοντας, η θεωρία των «πατέρων» του δόγματος της ελεύθερης οικονομίας, των A. Smith και D. Ricardo, είναι αναμφίβολα εξαιρετική – έχοντας ουσιαστικά την παρακάτω βασική αρχή:
“Επαφιόμενο στον εαυτό του, απελευθερωμένο από εμπόδια και ελέγχους το Κεφάλαιο, θα κατευθύνεται αυτόματα και οποιαδήποτε στιγμή εκεί που τα κέρδη είναι τα υψηλότερα δυνατά. Κατά συνέπεια και όσον αφορά τα εμπορεύματα, την παραγωγή δηλαδή, το σχετικό ύψος του κόστους παραγωγής, θα καθορίζει τον τόπο παραγωγής των προϊόντων”.
Εν τούτοις, η «συνταγή» αυτή στηρίχθηκε σε ένα αξίωμα (Trickle down effect), το οποίο, αν και σωστό την εποχή που έζησαν, αποδείχθηκε απολύτως εσφαλμένο αργότερα – στο ότι δηλαδή
“όταν ο πλούτος φτάσει σε ένα συγκεκριμένο επίπεδο κορεσμού, τότε η αναδιανομή από τους πλούσιους στους φτωχούς ακολουθεί αυτόματα”.
Προφανώς μπέρδεψαν την ανάγκη με τη
χρήση – ενώ κατέληξαν στο συμπέρασμα αυτό, μετά από την παρατήρηση των
κανόνων που ισχύουν στη Φύση (όπου τα ζώα σκοτώνουν κυρίως για να εξασφαλίσουν την τροφή τους και δεν τη συσσωρεύουν), μην συνυπολογίζοντας την σχεδόν εντελώς αντίθετη ανθρώπινη συμπεριφορά.