Στην πορεία των διαπραγματεύσεων της Αθήνας με τους Θεσμούς, αλλά και τα πιθανά σενάρια που μπορεί ακολουθήσουν σε περίπτωση που δεν καταστεί εφικτή μια συμφωνία με τους πιστωτές, αναφέρεται ανάλυση του ινστιτούτου Brookings, την οποία υπογράφει ο καθηγητής οικονομικής ανάλυσης Θεόδωρος Πελαγίδης.
Η κατάσταση στις διαπραγματεύσεις
Λίγες μόνο ώρες πριν από το αδιέξοδο στις διαπραγματεύσεις μεταξύ της ελληνικής κυβέρνησης και των πιστωτών την περασμένη εβδομάδα, τα δύο μέρη είχαν συμφωνήσει σε μεγάλο βαθμό στα μέτρα 5,4 δισ. ( 3% του ΑΕΠ) για την εξάλειψη του ελλείμματος του προϋπολογισμού μέχρι το 2018. Το νέο σημείο διαφωνίας έχει να κάνει με την επιμονή του ΔΝΤ σε ένα δεύτερο «πακέτο προληπτικών μέτρων» 3,6 δισ. (2% του ΑΕΠ) που πρέπει να συμπεριληφθεί στο νομοσχέδιο που θα κατατεθεί στην ελληνική βουλή.
Το Ταμείο πιέζει για τα επιπλέον προληπτικά μέτρα προκειμένου να διασφαλίσει ότι, με τη συμμετοχή του στο πρόγραμμα, η Ελλάδα θα εκπληρώσει τον όρο της συμφωνίας για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% από το 2018. Πρόκειται για μέτρα που θα ενεργοποιούνται αυτόματα στην περίπτωση που η ελληνική κυβέρνηση αποτύχει να πιάσει τους στόχους της αρχικής συμφωνίας για τα 5,4 δισ. Η ελληνική κυβέρνηση απέρριψε τα προληπτικά μέτρα και έτσι προέκυψε το αδιέξοδο.
Ευκλείδης Τσακαλώτος και Κριστίν Λαγκάρντ
Ευκλείδης Τσακαλώτος και Κριστίν Λαγκάρντ
Ο διάβολος και οι λεπτομέρειες
Όπως πάντα, ο διάβολος κρύβεται στις λεπτομέρειες. Οι βασικές τριβές εντοπίζονται στο ήδη συμφωνηθέν πακέτο των 5,4 δισ. με την ελληνική κυβέρνηση να προτίθεται να επιτύχει τους στόχους μέσω αύξηση των φορολογικών εσόδων και τους πιστωτές να προτιμούν σημαντικές περικοπές δαπανών.
Με άλλα λόγια, η κυβέρνηση στοχεύει στην προστασία του πυρήνα των ψηφοφόρων της, δηλαδή των δημοσίων υπαλλήλων και των συνταξιούχων, αρνούμενη να περικόψει τις δημόσιες δαπάνες, ενώ οι πιστωτές θέλουν να μειώσουν αυτό που θεωρούν ως σπατάλη δημόσιων δαπανών προκειμένου να αυξήσουν τις προοπτικές ανάκαμψης. Κάθε περαιτέρω περικοπή δαπανών που αφορούν μισθούς και συντάξεις θα διαλύσει πλήρως την ήδη πληγείσα δημοτικότητα της κυβέρνησης. Αυτός είναι και ο λόγος που ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας επέμεινε -και σε ένα βαθμό το πέτυχε- σε αυξήσεις φόρων, όσον αφορά το πακέτο των 5,4 δις ευρώ. Αλλά αυτή η «επιτυχία» αναμένεται να έρθει σε βάρος της τόσο αναγκαίας ανάπτυξης.
Ο Ευκλείδης Τσακαλώτος με τον Γερούν Ντάισελμπλουμ, τον Μισέλ Σαπέν και τον Λουίς Ντε Γκίντος
Ο Ευκλείδης Τσακαλώτος με τον Γερούν Ντάισελμπλουμ, τον Μισέλ Σαπέν και τον Λουίς Ντε Γκίντος
Ειδικότερα, το ΔΝΤ, για να αντισταθμίσει τον κίνδυνο μιας πιθανής αποτυχίας του προγράμματος, καθώς η οικονομία είναι πολύ αδύναμη για να φέρει επαρκή φορολογικά έσοδα, ζήτησε από την κυβέρνηση να νομοθετήσει πρόσθετα μέτρα 3,6 δισ. που αφορούν περικοπές δαπανών, στην περίπτωση τα αρχικά μέτρα αύξησης των εσόδων δεν επιτύχουν τους στόχους.
Στην πραγματικότητα λοιπόν, η διαφωνία δεν αφορά τα λεγόμενα «προληπτικά μέτρα» αλλά το περιεχόμενο της αρχικής συμφωνίας που καθιστά ένα δεύτερο «αντισταθμιστικό πακέτο» αναπόφευκτο.
Τι θα συμβεί μετά; Τα δύο σενάρια
Σύμφωνα με το πρώτο σενάριο, μια συμφωνία της τελευταίας στιγμής επιτυγχάνεται και τα δύο μέρη είναι σχετικά ευχαριστημένα. Στο πλαίσιο αυτό, θα πρέπει να επιτευχθεί συμφωνία σε μια τεχνική μορφή για την εφαρμογή των προληπτικών μέτρων. Την ίδια στιγμή, ο Αλέξης Τσίπρας θα δεχθεί ένα συγκεκριμένο οδικό χάρτη για την αναδιάρθρωση του χρέους, πράγμα που σημαίνει ουσιαστικά επέκταση της περιόδου αποπληρωμής. Αυτό θα ισοδυναμούσε με μια μεταφορά του ζητήματος στο μέλλον, ωστόσο αυτό είναι πολιτική. Το πρόβλημα σε αυτό το σενάριο μπορεί να είναι και πάλι το ΔΝΤ, το οποίο ενδεχομένως να επιμείνει στις λεπτομέρειες που αφορούν την ουσία του προληπτικού πακέτου μέτρων ύψους 3,6 δισ.
Ο έλληνας πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας
Ο έλληνας πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας
Στο δεύτερο σενάριο, ο Τσίπρας προκηρύσσει πρόωρες εκλογές με το εξής δίλημμα: «Δέχεστε τα μέτρα λιτότητας των πιστωτών ή όχι;». Σε αυτό το σενάριο, ο Τσίπρας θα καλέσει όλες τις πολιτικές δυνάμεις που αντιτίθενται στους δανειστές να ψηφίσουν υπέρ του ΣΥΡΙΖΑ, απορρίπτοντας τις προτάσεις των πιστωτών. Ένα στοιχείο που μπορεί ωστόσο να τον αποτρέψει από μια τέτοια επιλογή είναι τα χαμηλά ποσοστά στις δημοσκοπήσεις.
Τα δύο σενάρια είναι 50-50. Η αλήθεια πάντως είναι ότι, χωρίς αυτό το πολιτικό χάος, η οικονομία θα έχει ανακάμψει.