Κανένας λογικός άνθρωπος δεν μπορεί να καταλάβει πώς είναι δυνατόν να επιβιώσει η Ευρωζώνη στη σημερινή της μορφή – χωρίς να ενωθεί τραπεζικά, δημοσιονομικά και πολιτικά, με την ίδρυση των Ηνωμένων Πολιτειών της Ευρώπης.
Πριν από κάθε τι άλλο, είναι αδιανόητο να υπάρχει μία μόνο κεντρική
τράπεζα για τόσες ανομοιογενείς χώρες, η οποία να χαράσσει νομισματική
πολιτική στη βάση του μέσου όρου!
Πρόκειται για έναν παραλογισμό άνευ προηγουμένου, ο οποίος δεν πρόκειται να διαρκέσει πολύ
– ενώ δεν καταστρέφει μόνο τις αδύναμες οικονομίες, οι οποίες λογικά
προηγήθηκαν στο χορό του Ζαλόγγου αλλά, επίσης, τις ισχυρές που θα
ακολουθήσουν.
Ειδικότερα, η πολιτική των μηδενικών
επιτοκίων, της αύξησης της ρευστότητας, καθώς επίσης των λοιπών μη
συμβατικών παρεμβάσεων της ΕΚΤ στις αγορές, στην προσπάθεια της να καταπολεμήσει την κρίση χρέους με τη χρηματοπιστωτική καταστολή (έμμεσο κούρεμα των καταθέσεων
με τα αρνητικά επιτόκια, δανεισμός κρατών με την έκδοση ομολόγων
μηδενικής απόδοσης κοκ.), διευκολύνει μεν αλλά δεν λύνει το πρόβλημα των
υπερχρεωμένων χωρών – ενώ επιδεινώνει την οικονομία των ισχυρότερων.
Στο παράδειγμα της Γερμανίας, οι
τρέχουσες κεφαλαιακές αποδόσεις (καταθέσεις, μερίσματα κλπ.) είναι
αρνητικές – γεγονός πρωτοφανές στην ιστορία, όταν το 2011 ήταν της τάξης
του 3%, ενώ μετά το 1990 κυμαίνονταν στο 8%. Την ίδια στιγμή ακόμη και οι χρεοκοπημένες πόλεις της, όπως το Έσσεν, δανείζονται με αρνητικά επιτόκια – γεγονός που σημαίνει ότι, οι επενδυτές πληρώνουν τόκο αντί να εισπράττουν, παράλληλα με τον κίνδυνο να χάσουν τα χρήματα τους!
Από την άλλη πλευρά, αυξάνονται συνεχώς οι φόροι, ιδίως στα υπερχρεωμένα ομοσπονδιακά κρατίδια
– όπως στο παράδειγμα της Ρηνανίας Βεστφαλίας, όπου ο φόρος
μεταβίβασης ακινήτων αυξήθηκε στο 6,5% από 5% το 2011 και 3,5%
προηγουμένως (γράφημα).
Επεξήγηση γραφήματος: Συντελεστής φόρου μεταβίβασης ακινήτων στις 30.03.16 σνά ομοσπονδιακό κρατίδιο της Γερμανίας.
Σε άλλα πιο πλούσια κρατίδια ο φόρος μεταβίβασης δεν αυξήθηκε, αλλά διατηρήθηκε σταθερός – όπου όμως, με δεδομένη την τεράστια άνοδο των τιμών των ακινήτων, λόγω της πολιτικής της ΕΚΤ, τα έσοδα για το κράτος εκτοξεύθηκαν στα ύψη
(+18,4% το Μάιο). Για το 2016 η χώρα περιμένει 12,26 δις € από τους
φόρους μεταβίβασης ακινήτων, όταν από την παρακράτηση φόρων επί των
τόκων και των κεφαλαιουχικών κερδών εισπράττει μόλις 3 δις €.
Η άνοδος τώρα των τιμών των ακινήτων σε όρους ετησίων εισοδημάτων (γράφημα), όπου ήδη η BIS προειδοποιεί για φούσκα (πηγή),
οφείλεται προφανώς στην εισροή μεγάλων ποσοτήτων κεφαλαίων από την
περιφέρεια, στα νέα χρήματα που τυπώνει η ΕΚΤ, κυρίως όμως στα μηδενικά
επιτόκια που έχει υιοθετήσει.
Επεξήγηση γραφήματος: Τιμές διαμερισμάτων 100 τμ., σε όρους τοπικού ετησίου εισοδήματος.
Για παράδειγμα, το 2010 στο Μόναχο έπρεπε
να πληρώσει κανείς σχεδόν 9 φορές το ετήσιο εισόδημα του (8,99) για να
αγοράσει ένα διαμέρισμα 100 τμ., ενώ το 2015 αυξήθηκε στα 15,19 ετήσια
εισοδήματα. Εάν λοιπόν το ετήσιος εισόδημα του ήταν 30.000 €, το 2010 θα
πλήρωνε 269.700 €, ενώ το 2015 περί τα 455.700 € για το ίδιο διαμέρισμα
(αύξηση σχεδόν 70%!).
Συνεχίζοντας, εάν (όταν) η φούσκα σπάσει, τότε αφενός
μεν θα μειωθούν τα φορολογικά έσοδα του κράτους, αφετέρου θα προκληθούν
τεράστια προβλήματα στις γερμανικές τράπεζες (κόκκινα δάνεια) – οι οποίες, κυρίως η Deutsche Bank, δεν βρίσκονται σε καθόλου καλή κατάσταση.
Το γεγονός αυτό διαπιστώθηκε άλλωστε το 2008 στις Η.Π.Α., στην Ιρλανδία και στην Ισπανία – ενώ σήμερα υπάρχουν σε πάρα πολλά κράτη φούσκες ακινήτων, από τη Σουηδία και τη Γερμανία, έως τον Καναδά και την Αυστραλία.
Αργά ή γρήγορα λοιπόν θα έλθει και η σειρά των ισχυρών κρατών της Ευρωζώνης να πέσουν από το βουνό, αφού συμμετέχουν επίσης στο χορό του Ζαλόγγου
– γεγονός που σημαίνει ότι, η νομισματική ένωση θα καταρρεύσει
συμπαρασύροντας στην καταστροφή όλα τα μέλη της, εάν δεν επιλέξει είτε
(α) την πολιτική της ένωση, είτε (β) την ελεγχόμενη διάλυση της, με την επιστροφή στα εθνικά, ανεξάρτητα κράτη, με το δικό τους νόμισμα και με τη δική τους νομισματική πολιτική.