Του Στέλιου Συρμόγλου
...Γράφονται τούτες οι αδρές γραμμές. Για όσους βρίσκονται σ' αυτό το παλλόμενο αντιφατικό, οργισμένο κέντρο, διεκδικώντας μερίδιο της αλήθειας και δεν παρατηρούν απλώς την κοινωνική επιφάνεια, αλλά εμπλέκονται σ' έναν αδιάκοπο και αδιάλλακτο αγώνα. Και πολύ περισσότερο σ' όσους βιώνουν την εξαθλίωση της ελληνικής κοινωνίας και διαπιστώνουν την ποίηση του απλού πόνου, μια ποίηση του ανθρώπινου.
Αυτή η ποίηση του καθημερινού που περνά και χάνεται παίρνοντας μαζί της τον βιωμένο μέσα στις απλές στιγμές χρόνο. Και διαπιστώνεται ότι όλα αυτά τα πρόσωπα της κοινωνικής εξαθλίωσης είναι σιωπηλά, με τα χέρια τους που έμειναν άδεια. Χωρίς όλα να έχουν αποδεχθεί τη μοίρα τους, ο βιωμένος χρόνος είναι μέσα στο παρελθόν τους, ένα πάθος σβησμένο.
Κι όσα πρόσωπα συμβαίνει να είναι ορμητικά μέσα στο κραδασμό ενός πάθους ή μιας ιδέας, κινδυνεύουν να αποδεχθούν την πραγματικότητα. Και δεν αποκλείεται να σωπάσουν μέσα στη γνώση και την οδυνηρή εμπειρία, που είναι η σοφία της βιωμένης τους ύπαρξης.
Καθώς ο χρωστήρας προσθέτει άφθονο μαύρο χρώμα στον καμβά της ελληνικής πραγματικότητας, με τον καυτό καλοκαιρινό ήλιο να πέφτει κατακόρυφα και να μην καταδέχεται να αφήνει σκιές, τούτες οι γραμμές δεν απευθύνονται στους Ελληνες της αβάστακτης ελαφρότητας του facebook. Σ' όλους αυτούς που καθημερινά διαγκωνίζονται στους "διαδρόμους" της πρόσκαιρης ματαιοδοξίας και γελοιότητας να επιδεικνύουν πόσο "χαρούμενοι" αισθάνονται αναρτώντας φωτογραφίες από τις διακοπές τους ή ακόμα και επιδεικνύοντας την "ευτυχία" τους στις ξαπλώστρες της γυμνότητας τους, μετά ή όχι κυτταρίτιδας.
Οχι, οι γραμμές τούτες δεν απευθύνονται σ' αυτούς τους Ελληνες της "αίθριας διάθεσης", της "γκαμπριολέ βλακείας", οι οποίοι αν και βρίσκονται σε μια ιδιότυπη απάθεια, στο πρώτο προσωπικό πρόβλημα "χάνουν τη γη κάτω από τα πόδια" τους και αγωνιούν για την επόμενη μέρα της καθημερινότητας τους.
Ολους αυτούς, και είναι πολλοί δυστυχώς, δεν τους αγγίζει η αλήθεια των πραγμάτων. Δεν αγγίζει κρυπτές και ευαίσθητες πτυχές της συνείδησης και μάλιστα της στοχαζόμενης συνείδησης.
Φοβούνται να αντικρίσουν κατάματα το σπαραγμό της κοινωνικής πραγματικότητας, την ίδια τους την αλήθεια επί της ουσίας. Αποφεύγουν τις αιχμηρές διαστάσεις του κοινωνικού γίγνεσθαι, διαμορφώνοντας με χαζοφωτογραφίες προσωπικών τους "ευτυχισμένων" στιγμών και με δανεικές " ατάκες ή την επίδειξη ενός "συνδρόμου εξυπνάδας", μια απογυμνωμένη και επίπλαστη αισιοδοξία "στριμωγμένη" ανάμεσα στις πέτρες της κοινωνικής συμπιεσμένης αθλιότητας.
Και η συμπεριφορά αυτή δεν έχει να κάνει με μια συγκεκριμένη κοινωνική και οικονομική κατηγορία ανθρώπων. Εκτείνεται σ' όλο το φάσμα της κοινωνικής ζωής, από πρόσωπα άγνωστα που "αγωνιούν" να επιδείξουν την "ευτυχία" τους μέχρι δημόσια πρόσωπα, που δια των υποτιθέμενων "φιλάνθρωπων" αισθημάτων τους, εξαντλούνται με την επίδειξη της ελαφρότητάς τους, ιδίως στη "χαβούζα" του Ιντερνετ και των Μέσων κοινωνικής δικτύωσης.
Ζούμε ως κοινωνία την αποθέωση και εν πολλοίς τη δικαίωση του γελοίου. Ζούμε την "απονεύρωση" της διαμαρτυρίας κατά των συμβάσεων, υπερβάσεων και αντιθέσεων της πολιτικής. Ζούμε την απώλεια των δικών μας νόμων, αισθητικών και ηθικών.
Και προσκρούομε καθημερινά στις αντιξοότητες, τα παράξενα και τα παράλογα της ανθρώπινης μοίρας, καθώς η σύγκρουση ανάμεσα στο εφικτό και στο αφηρημένο γίνεται με ένα είδος θεαματικών ή και λεξικογραφικών παραστάσεων, που αναμφίβολα οδηγούν σ' ένα αμφίβολο έως επικίνδυνο μεταίχμιο.
Και αντί οι φόβοι μας, ανομολόγητοι ή όχι, να υποτάσσονται στην άποψη της ευθύνης, αντί να οδηγήσουν τους πολιτικούς στο "σταυρό" της οδύνης και της ακεραιότητας, όχι απλώς καλύπτουμε τους "φόβους" μας με εκδηλώσεις γελοιότητας, στο πλαίσιο της πρόσκαιρης "ευτυχίας" μας, αλλά οδηγούμε και όλους τους Σαρδανάπαλους της πολιτικής στο δικό τους βάθρο της ματαιοδοξίας, της αλαζονείας και συχνά της αυθαιρεσίας.
Σε πολιτικό και κοινωνικό επίπεδο, τούτη η χώρα είναι πιο κοντά στην εξαθλίωση της αλήθειας. Κυριαρχεί ενίοτε η κυνική υποκρισία, που απογυμνωμένη στήνει το χορό στης κοινωνίας τα αλώνια...