Ολοι μας γνωρίζουμε τα αξιόλογα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα του πρωτογενή (αγροτικού) τομέα της εθνικής μας οικονομίας. Η γεωγραφική θέση της Ελλάδας στην εύκρατη ζώνη συνιστά τον κορυφαίο παράγοντα, που προσδίδει αλυσίδα συγκριτικών πλεονεκτημάτων στον αγροτικό μας τομέα. Συγκριτικά πλεονεκτήματα τα οποία όμως δεν έχουν τύχει της ανάλογης αποδοτικής αξιοποίησης, με συνέπεια την καταβαράθρωση της ανταγωνιστικότητας του πρωτογενούς τομέα και την διαχρονική μείωση της συμμετοχής του στην παραγωγή του ΑΕΠ (Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν). Σύμφωνα με τα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (ΕΛΣΤΑΤ), το ποσοστό συμμετοχής του αγροτικού τομέα στην παραγωγή του ΑΕΠ της ελληνικής οικονομίας από 23,1% το 1960, 14,5% το 1980 και 11,6% το 1990 συρρικνώθηκε μόλις σε 3,7% το 2015. Αν είναι δυνατόν με βάση τα στοιχεία του 2015, η συμβολή του αγροτικού τομέα στην παραγωγή του ΑΕΠ (σταθερές τιμές) να είναι μόλις 5,9 δις ευρώ (€). Αν λαμβάναμε υπόψη το ΑΕΠ σε τρέχουσες τιμές, τότε η συμμετοχή του πρωτογενούς τομέα στην παραγωγή του ΑΕΠ το 2015 διαμορφώνεται σε 6,3 δις €.
Η κατάπτωση της ανταγωνιστικότητας του αγροτικού μας τομέα οφείλεται πρωτίστως σε ενδογενή και δευτερευόντως σε εξωγενή αίτια. Μέγα λάθος συνιστά η τακτική αρκετών οικονομολόγων, πολιτικών και δημοσιογράφων, να αποδίδουν την διαχρονική εξασθένιση της ανταγωνιστικότητας του αγροτικού τομέα στο θεσμικό πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) και ειδικότερα στο νομικό καθεστώς που διέπει τη λειτουργία της ΚΑΠ (Κοινή Αγροτική Πολιτική). Πρώτα φταίει το ξερό μας το κεφάλι και μετά η ΕΕ, η ΚΑΠ και ο οποιοσδήποτε εξωγενής παράγοντας. Ως γνωστόν, τα τελευταία χρόνια η ΕΛΣΤΑΤ δημοσιεύει κάθε χρόνο την Ετήσια Γεωργική Στατιστική Έρευνα (ΕΓΣΕ), η οποία περιλαμβάνει πληθώρα στατιστικών στοιχείων για πλειάδα (υπο)κλάδων του πρωτογενούς τομέα. Πριν μερικές μέρες η ΕΛΣΤΑΤ έδωσε στην δημοσιότητα την ΕΓΣΕ, που βασίζεται στην επεξεργασία στατιστικών δεδομένων του έτους 2013.
Μελετώντας τα στατιστικά στοιχεία της συγκεκριμένης έρευνας και λαμβάνοντας υπόψη τις στατιστικές επετηρίδες παλαιότερων ετών, διαπίστωσα ότι κατά την διάρκεια της μακράς χρονικής περιόδου 1960-2013, η συνολική έκταση γης συμπεριλαμβανομένων και των βοσκοτόπων, που χρησιμοποιείται σε διάφορες αγροτικές δραστηριότητες, διατηρείται σταθερά μεταξύ 40 και 42 εκατομμυρίων στρεμμάτων. Το συγκεκριμένο στατιστικό συμπέρασμα έχει ιδιάζουσα σημασία και εγείρει το εξής ουσιώδες ερώτημα: Πώς είναι δυνατόν την περίοδο 1960-2013, οι εκτάσεις που αξιοποιούνται σε αγροτικές δραστηριότητες, να παραμένουν σταθερές γύρω στα 41.000.000 στρέμματα και ταυτόχρονα η συμβολή του αγροτικού τομέα στην παραγωγή του ΑΕΠ της Ελλάδας από 23,1% να συρρικνώνεται σε 3,8%; Αυτά τα στατιστικά παράδοξα, μόνο στην Ελλάδα του κομματικού κράτους και του εργατοπατερικού συνδικαλισμού μπορούν να συμβούν. Η ελληνική παροιμία λέει, ότι, «το ψάρι βρωμάει από το κεφάλι». Ανίκανοι πολιτικοί, αχόρταγοι σε χρήμα κομματικοί εγκάθετοι και ανεπρόκοποι επαγγελματίες αγροτοσυνδικαλιστές, αποτέλεσαν το ενδογενές εκρηκτικό μείγμα, που προκάλεσε την αποσύνθεση του παραγωγικού ιστού της πρωτογενούς παραγωγής ιδίως μετά το 1980.
Από πού να αρχίσουμε και που να σταματήσουμε. Από τα θαλασσοδάνεια της Αγροτικής Τράπεζας σε αγρότες συνδικαλιστές όλων των κομματικών αποχρώσεων και δήθεν κτηνοτρόφους-γεωργούς του Κολωνακίου; Από το κομματικό κύκλωμα των χωματερών, μέσω του οποίου οι επιτήδειοι έτρωγαν με σαράντα μασέλες τα λεφτά των κοινοτικών επιδοτήσεων; Από τα τρισεκατομμύρια δραχμές επιδοτήσεων της άλλοτε “επάρατης ΕΟΚ”, που έμπαιναν στις τσέπες αετονύχηδων αγροτών του κομματικού σωλήνα και μετατρέπονταν σε Cayenne και Cherokee; Από τον πακτωλό των κοινοτικών επιδοτήσεων και επιχορηγήσεων, που αντί να πάνε σε παραγωγικές επενδύσεις του αγροτικού τομέα και στην αποδοτική αναδιάρθρωση των καλλιεργειών, πήγαιναν στα σκυλάδικα και στα στριπτιτζάδικα; Ή μήπως μπορεί να λησμονηθεί, το φαγοπότι των τρισεκ/ριων δραχμών που είχαν στήσει οι κάθε λογής γαλαζοπρασινοκόκκινοι αγροτοσυνδικαλιστές, με τους διαβόητους γεωργικούς συνεταιρισμούς; Μην ξεχνάμε ότι όλα αυτά τα αίσχη, που στην κυριολεξία αφάνισε την αγροτική παραγωγή, επί εποχής δραχμής γινόντουσαν. Αναμφίβολα, το κομματικό κράτος διέλυσε τον αγροτικό μας τομέα.