ΑΝΔΡΕΑΣ ΜΟΥΝΤΖΟΥΡΟΥΛΙΑΣ
Τα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης στη χώρα μας ένα από τα μεγαλύτερα ταμπού ήταν οι Ένοπλες Δυνάμεις, τα δικαιώματα τους και κυρίως ο ρόλος του στρατού στα κέντρα αποφάσεων.
Τι πολιτικό σύστημα, αρχής γενομένης με τον Ανδρέα Παπανδρέου, χρησιμοποίησε τις ένοπλες δυνάμεις ως εργαλείο προώθησης των κομματικών συμφερόντων.
Οι στρατιωτικοί για πρώτη φορά θα μπορούσαν να συνδικαλίζονται, ο κομματισμός εισήλθε αδίστακτα στις τάξεις των στρατιωτικών και άρχισε να διαχέεται το φαύλο μήνυμα ότι οι στρατιωτικοί δεν είναι τίποτε άλλο από δημόσιοι υπάλληλοι, που τρώνε από τον κρατικό κορβανά.
Οι Ένοπλες Δυνάμεις έγιναν γρανάζι της κομματοκρατίας και οι επιλογές στρατιωτικών στα ανώτατα αξιώματα γίνονταν επιλεκτικά από την πολιτική ηγεσία, όχι με βάση αντικειμενικά κριτήρια αξιολόγησης αλλά με βάση τον βαθμό επιρροής του κομματικού κράτους στα πρόσωπα που θα ασκούσαν εξουσία.
Έτσι άρχισε η απαξίωση των ΕΔ. Οι στρατιωτικοί κατάφερναν να επιβιώνουν οικονομικά πολύ δύσκολα, το κράτος δεν ενδιαφέρθηκε ποτέ -καμία κυβέρνηση- να τους εξασφαλίσει όλες τις απαραίτητες υποδομές όταν μεταφέρονταν από τόπο σε τόπο στην Ελλάδα (οργανωμένα στρατόπεδα, τόπους κατοικίας, βρεφονηπιακούς σταθμούς για τα παιδιά τους, οργανωμένα κέντρα εκπαίδευσης κλπ.).
Φτάσαμε στις αρχές του ’90 όπου οι πολιτικοί προσπάθησαν να δελεάσουν τους στρατευμένους άνδρες να παραμείνουν στο στρατό, υποσχόμενοι την μονιμοποίηση μετά τη θητεία τους. Λίγο μετά, το ΠΑΣΟΚ, με τον Ακη Τσοχατζόπουλο τότε ως υπουργό, αποφάσισε να διευκολύνει την οικονομική κατάσταση των στρατιωτικών και να τους εντάξει σε πιο “υψηλό” επίπεδο στη κοινωνία, χωρίς βέβαια οι μισθοί τους να φτάνουν τα επίπεδα των υπολοίπων δημοσίων υπαλλήλων, των οποίων οι μισθοί εκείνη την εποχή ήταν σε επίπεδο… golden boys.
Το αντάλλαγμα τότε ήταν να γίνουν οι ΕΔ ένα τέλειο γρανάζι της κομματικής μηχανής, οι πολιτικοί πλέον αποφάσιζαν για όλα τα θέματα των ΕΔ, οι κομματικοί παράγοντες εισήλθαν στο υπουργείο άμυνας για να τακτοποιούν ρουσφέτια μεταθέσεων, οι πολιτικοί είχαν πλέον τον πρώτο λόγο για τις δαπάνες του στρατού, τα εξοπλιστικά προγράμματα κλπ.
Ο στρατός φαινομενικά είχε κοινωνικοποιηθεί, ουσιαστικά όμως είχε ακρωτηριασθεί, καθώς πλέον η επιλογή των αρχηγών των σωμάτων κάθε είδους ήταν θέμα κομματικής επιλογής και όχι προσόντων, οι καλύτεροι τελικά πήγαιναν σπίτια τους, στις τοποθετήσεις στα ανώτερα αξιώματα δεν υπάρχε καμία διαφάνεια, καμία αξιοκρατία. Όσοι πολιτικοί έχουν συμμετάσχει σε ΚΥΣΕΑ για την επιλογή αρχηγών σωμάτων φέρουν τεράστιες ευθύνες γιατί κανείς δεν τόλμησε και δεν είχε την ευθιξία να εξαιρέσει του εαυτό του από αυτήν την κακόγουστη φιέστα αλλά και να καταγγείλει δριμύτατα τον παρασκηνιακή επέμβαση της κομματοκρατίας στις ΕΔ.
Πιο κάτω τα νεότερα στελέχη είχαν να αντιμετωπίσουν δύο ζητήματα. Πρώτον τον εσωτερικό ανταγωνισμό των μεταθέσεων που, κάθε λίγα έτη, εξαντλεί ψυχικά την οικογένεια του στρατιωτικού, Αυτό το θέμα μετατράπηκε σε καθαρά κομματικό ζήτημα, σε κομματικό ρουσφέτι, με τα τηλέφωνα να παίρνουν φωτιά για μία μετάθεση Από την άλλη, οι εξαντλητικές συνθήκες, τα ωράρια και οι συνθήκες εντός των στρατοπέδων που δεν άφηναν πολλά περιθώρια για σκέψη και εξέλιξη.
Και φτάνουμε στην Ελλάδα των μνημονίων. Οι σκληρές περικοπές τράβηξαν στον πάτο τις ΕΔ, βύθισαν οικονομικά τους στρατιωτικούς και τους αφαίρεσαν κάθε πιθανότητα αξιοπρεπούς διαβίωσης. Οι περικοπές ξεπέρασαν το 40% ενώ το αδιέξοδο της κομματοκρατίας με τα ρουσφέτια και τις χάρες στους ημέτερους καλά κρατεί. Οι στρατιωτικοί αισθάνονται απροστάτευτοι περισσότερο από ποτέ. Η σύσταση, από την πλευρά τους, φορέων που θα προστάτευαν τα δικαιώματά τους και θα επόπτευαν τις πολιτικές αποφάσεις έναντι των ΕΔ, ήταν το λιγότερο που μπορούσαν να κάνουν απέναντι σε ένα διεφθαρμένο κομματικό σύστημα που τους χρησιμοποιούσε ασύστολα.
Έτσι, λίγα χρόνια πριν, συστάθηκαν οι πρώτοι σύνδεσμοι στρατιωτικών στην Ελλάδα, με όχι τυπικό συνδικαλιστικό χαρακτήρα, χωρίς πολιτικές μεθοδεύσεις και σχεδιασμούς αλλά με μόνο σκοπό να υπάρχει μία ενωμένη φωνή ενάντια στις αδικίες, στην καταπάτηση των δικαιωμάτων, στην προσπάθεια για ανάκτηση της χαμένης αξιοπρέπειας. Άλλοι από αυτούς τους συνδέσμους ατόνησαν, άλλοι απορροφήθηκαν από το πολιτικό σύστημα στο πέρασμα του χρόνου, μερικοί όμως μεγάλωσαν και έμειναν σταθεροί στο σκοπό τους με την πολιτική ηγεσία πια να αναγκαστεί να βλέπει με άλλο μάτι τους στρατιωτικούς.
Πρίν λίγες ημέρες, οι κατά γεωγραφική περιοχή στρατιωτικοί σύνδεσμοι του στρατού ξηράς και ο Πανελλήνιος Σύνδεσμος Αεροπορίας εν ενεργεία στρατιωτικών έδωσαν σημαντικό ραντεβού, δημιουργώντας ένα νέο ενιαίο πανελλήνιο διακλαδικό συνδικαλιστικό όργανο, τον ΠΑΣΕΔ, αποτελούμενο από ενεργά στελέχη όλων των κλάδων, υπό την καθοδήγηση, στα οικονομικά ζητήματα, απόστρατων ανώτατων αξιωματικών, όπως ο απόστρατος ανώτατος αξιωματικών, Ηλίας Νατσιούλας, αλλά και έμπειρων νομικών συμβούλων. Μια δυνατή, μαζική φωνή χιλιάδων στρατιωτικών που δε ψάχνουν πια να λύσουν στα κρυφά το ατομικό τους πρόβλημα, αλλά βγάζουν στην επιφάνεια για συζήτηση τα κοινά δικαιώματα-αιτήματα των στελεχών των ενόπλων δυνάμεων, τα θέτουν στη κοινωνία για διαβούλευση και συζήτηση αποκαθιστώντας μεν τις αδικίες εις βάρος τους, τις δυσλειτουργιες εις βάρος του κράτους, αλλά και την εμπιστοσύνη των πολιτών.
40 χρόνια μετά, οι ΕΔ από καλόβολα “πιόνια” των πολιτικών έχουν την ευκαιρία να μην είναι πια ο φτωχός συγγενής της ελληνικής κοινωνίας, με τα πολλά γαλόνια και το μικρό περιεχόμενο, να μην είναι ο εξαπατημένος εργάτης, χρήσιμος για τις φωτιές και τις πλημμύρες. Οι στρατιωτικοί μπορούν και πρέπει να ζουν ισότιμα μέσα στην ελληνική κοινωνία, πρέπει να απαιτήσουν εξειδίκευση και επιπλέον πανεπιστημιακή μόρφωση, πρέπει να κλείσουν τα αυτιά στις κομματικές σειρήνες και να απορρίψουν δήθεν δελεαστικές προτάσεις να είναι υποφήφιοι σε ψηφοδέλτια κομμάτων.
Οι στρατιωτικοί μπορούν να προσφέρουν στο χτίσιμο της νέας, έντιμης Ελλάδας, γυρίζοντας το κεφάλι με αποστροφή στο κομματικό φαυλοκρατικό κατεστημένο και εμπνέοντας τους πολίτες με το σύνθημα “Τίποτα δεν χάθηκε, εμείς οι Έλληνες είμαστε περισσότερο δυνατοί και ενωμένοι από ποτέ”.