του Νίκου Σίμου*
Η αύξηση του χρόνου των διαλειμμάτων στα σχολεία –για να γίνουν πιο ανθρώπινες οι συνθήκες για τους μαθητές– και η μείωση των ωρών διδασκαλίας των αρχαίων ελληνικών –επειδή πρέπει να δοθεί έμφαση στην καθομιλουμένη(!)– είναι το νέο εκπαιδευτικό δόγμα του πάντα ρηξικέλευθου υπουργού Παιδείας.
Βεβαίως δεν μπορούμε να παραβλέψουμε ότι η απόρριψη από τον αρμόδιο υπουργό της σημασίας που έχει η γνώση της ρίζας της γλώσσας που μιλάμε συνιστά παχυλή άγνοια μιας διαχρονικά και για όλες τις γλώσσες επιστημονικά παραδεκτή πραγματικότητα: Ότι για να κατέχεις την μητρική σου γλώσσα πρέπει να γνωρίζεις και την βάση της, που προκειμένου περί των ελληνικών, αυτά αποτέλεσαν την βάση, μαζί με την λατινική, των άλλων γλωσσών. Η επιστημονική ορολογία παγκοσμίως είναι ταυτόσημη με λέξεις που απαντώνται στο λεξιλόγιο της αρχαίας.
Ο κ. Φίλης με το νέο δόγμα του απλώς αναβιώνει το... φιλοσοφικό αίτημα των κινητοποιήσεων, επί κυβέρνησης Καραμανλή, «όχι στην εντατικοποίηση» των σπουδών! Εκείνη δε την εποχή η «εντατικοποίηση» ταυτιζόταν με την επαναφορά της βάσης στις βαθμολογίες!! Το βέβαιον είναι ότι, στην «χώρα της ήσσονος προσπάθειας», σε λίγο καιρό θα γίνονται καταλήψεις στα σχολεία διότι θα απαιτούν οι μαθητές να τους στέλνουν την βαθμολογία στο σπίτι, χωρίς καν να πατάνε στο σχολείο.
Πέραν όμως αστεϊσμών, διότι τα ζητήματα της Εκπαίδευσης δεν είναι για γέλια, η προοπτική ενός Έθνους είναι συνάρτηση του επιπέδου της Παιδείας που έχει.
Σε μία άλλη ευρωπαϊκή χώρα, η οποία έχει μετατρέψει την Ανώτατη Εκπαίδευση σε προσοδοφόρα βιομηχανία, στην Μεγάλη Βρεταννία δηλαδή, εφαρμόζεται, από το 2006, ένα αυστηρότερο πρόγραμμα στις απολυτήριες εξετάσεις του σχολείου. Στην βάση της εκπαιδευτικής αυτής μεταρρύθμισης βρίσκεται το σκεπτικό ότι, προκειμένου να παίρνουν οι μαθητές μεγαλύτερη και καλύτερη γνώση, πρέπει να αλλάξει ο τρόπος αξιολόγησης των επιδόσεων και να γίνουν οι εξετάσεις αυστηρότερες.
Πώς κατέληξαν στην σχετική απόφαση; Βασίστηκαν σε μία μελέτη της Ομοσπονδίας Βρεταννικής Βιομηχανίας (που είναι ο αντίστοιχος ΣΕΒ), η οποία αποκάλυψε ότι η βρεταννική οικονομία έχανε έως και 10 δισεκατομμύρια στερλίνες ετησίως, εξ αιτίας των υπαλλήλων που αδυνατούσαν να διαβάσουν και να γράψουν σωστά ή να προβούν στις βασικές αριθμητικές πράξεις χωρίς λάθη(!).
Κάτι ανάλογο είχε προκύψει, ως συμπέρασμα, και στην χώρα μας, από παλαιότερη έρευνα του Συνδέσμου Ελληνικών Βιομηχανιών, που είχε γίνει σε περισσότερες από 120 ελληνικές επιχειρήσεις. Η έρευνα εκείνη διαπίστωνε ότι το 62% των επιχειρήσεων είχε δηλώσει πως δυσκολεύεται να βρει στελέχη με τριτοβάθμια εκπαίδευση που να μπορούν να καλύπτουν τις εργασιακές ανάγκες για «ειδικότητες αιχμής» (!). Ενώ και όσον αφορά στα στελέχη με κατώτερη εκπαίδευση από την τριτοβάθμια, το 52% των επιχειρήσεων ανέφερε πως δυσκολεύεται να βρει τα κατάλληλα εκπαιδευμένα πρόσωπα.
Το γενικότερο, και γι αυτό και πιο θλιβερό συμπέρασμα από τις κατά καιρούς εμπνεύσεις των δήθεν μεταρρυθμιστών της Εκπαίδευσης είναι η καθιέρωσης της χαλαρότητας των σπουδών, η light μάθηση αλλά, συγχρόνως, και η άκοπη απόκτηση πανεπιστημιακού πτυχίου. Το οποίο, στις μέρες μας και στην χώρα μας, λίγο με τις απαιτήσεις αυτές των σπουδαστών, λίγο με την «προσαρμοστικότητα» των καθηγητών στον φοιτητικό συνδικαλισμό, έχει εξελιχθεί σε κουρελόχαρτο.
*Βετεράνος και σημαντικός πολιτικός συντάκτης, με πλούσια θητεία. Σήμερα αρθρογράφος στην εφημερίδα Παραπολιτικά και το ysterografonews.gr