Η (γερμανική) Ευρώπη δεν αποτελεί πλέον μία υπόσχεση για ένα καλύτερο μέλλον, αλλά μία τρομακτική απειλή – ενώ άνθρωποι, όπως ο Δρ. Σόιμπλε, την έφεραν στο χείλος του γκρεμού και στα όρια της ολοκληρωτικής κατάρρευσης / ηχητικό
.
Εκτός από τις αντιδράσεις των απλών Βρετανών Πολιτών απέναντι στις προσπάθειες των διεθνών οργανισμών των ελίτ, επί πλέον σε αυτές των πολιτικών υπηρετών τους, με στόχο να επηρεάσουν το δημοψήφισμα και να τους χειραγωγήσουν, καθώς επίσης εκτός από την επιθυμία τους να διαμαρτυρηθούν εναντίον της απαράδεκτης παντοδυναμίας των αγορών, ο τρίτος λόγος του BREXIT είναι πιθανότατα ο πλέον σημαντικός – επειδή σε αυτόν κυρίως οφείλεται το ότι, η μειοψηφία των επικριτών της ενωμένης Ευρώπης τείνει να μετατραπεί σε πλειοψηφία, την οποία εκμεταλλεύονται ως επί το πλείστον τα ακροδεξιά κόμματα, οδηγώντας στη διάλυση της.
Πρόκειται για τη λανθασμένη πολιτική της ΕΕ και της Ευρωζώνης, για την οποία ευθύνεται σε μεγάλο βαθμό η γερμανική ελίτ – αφού αυτή κυριαρχεί πλέον, είτε άμεσα, είτε έμμεσα, σε όλους τους ευρωπαϊκούς Θεσμούς. Με βάση την πολιτική αυτή, η Ευρώπη έχει μετατραπεί σταδιακά σε ένα ακραίο νεοφιλελεύθερο εγχείρημα (ανάλυση), στο οποίο η πλήρης ασυδοσία των αγορών, καθώς επίσης η ανταγωνιστικότητα μέχρι θανάτου, αποτελούν τα κεντρικά δόγματα – τα θεμέλια μίας σαθρής οικονομικής αντίληψης που έχει σχεδόν εξελιχθεί σε θρησκεία.
Ακόμη χειρότερα, στα περίπου έξι χρόνια που ακολούθησαν τη χρηματοπιστωτική κρίση, προστέθηκε από άκρη σε άκρη της ηπείρου μας η πολιτική λιτότητας – η οποία οδήγησε σε μία μόνιμη στασιμότητα κυρίως τις χώρες της Ευρωζώνης, προκαλώντας κοινωνικές καταστροφές τεραστίου μεγέθους στα κράτη της περιφέρειας. Μεγαλύτερο θύμα αυτής της πολιτικής είναι μακράν η Ελλάδα η οποία, εκτός από αποικία χρέους, έχει μετατραπεί ουσιαστικά σε μία αποτυχημένη χώρα – ενώ, όποιος πιστεύει ότι, είναι δυνατόν να επανέλθει σε πορεία ανάπτυξης, με δημόσιο χρέος της τάξης του 180% του ΑΕΠ της, καθώς επίσης με ληξιπρόθεσμο ιδιωτικό άνω των 200 δις €, χωρίς διαγραφή χρεών, είναι εντελώς εκτός τόπου και χρόνου.
Σε τελική ανάλυση, η ΕΕ έπαψε πια να είναι μία περιοχή ευημερίας, προόδου και μεγάλων ευκαιριών, όπως ήταν τη δεκαετία του 1980 και 1990 – έχοντας συνδεθεί με την απώλεια του βιοτικού επιπέδου των απλών ανθρώπων προς όφελος των ελίτ, με μεγάλα οικονομικά άγχη, με την καταδυνάστευση των νέων, καθώς επίσης με έναν συνεχώς αυξανόμενο ανταγωνισμό, από τον οποίο «ποδοπατείται» η πλειοψηφία των Ευρωπαίων.
Με απλά λόγια, η (γερμανική) ΕΕ δεν αποτελεί πλέον μία υπόσχεση για ένα καλύτερο μέλλον, αλλά μία τρομακτική απειλή – γεγονός για το οποίο είναι υπεύθυνες οι πολιτικές ελίτ. Υπεύθυνες επειδή αφενός μεν υπέκυψαν στις εντολές της καγκελαρίου και του αμετανόητου υπουργού της, όσον αφορά την πολιτική λιτότητας, χωρίς να διακρίνουν την παγίδα (το ότι δηλαδή η Γερμανία τρέφεται από την κρίση που προκαλεί η συγκεκριμένη πολιτική), αφετέρου δεν εμπόδισαν την εδραίωση της δικτατορίας των αγορών.
Συμπερασματικά λοιπόν, άνθρωποι όπως ο Δρ. Σόιμπλε έφεραν την ΕΕ στο χείλος του γκρεμού και στα όρια της κατάρρευσης – ενώ αυτή η εξέλιξη έχει δημιουργήσει ένα τεράστιο χάσμα στην Ευρώπη, επειδή οι κρίσεις δεν επιλύονται πλέον με πνεύμα συνεργασίας και αλληλεγγύης, αλλά τοποθετούν το ένα μέλος εναντίον του άλλου. Οι βίαιες συγκρούσεις και οι εκβιασμοί πάντως δεν οδηγούν ποτέ σε λύσεις, αλλά εντείνουν τα προβλήματα – κάτι που ασφαλώς διαπιστώνεται από το ξεκίνημα της κρίσης, ενώ σήμερα από το χάος που επικρατεί στη Βρετανία και, κατ’ επέκταση, στις αγορές.
Περαιτέρω η Τρόικα, υπό την προστασία του Δρ. Σόιμπλε, έγινε το σύμβολο αυτής της μοιραίας πορείας προς την άβυσσο – μερικοί ελίτ γραφειοκράτες δηλαδή οι οποίοι, με την απέραντη, πομπώδη αλαζονεία που τους διακρίνει, νομίζουν πως μπορούν να μοιράζουν διαταγές σε εκλεγμένες κυβερνήσεις και σε ελεύθερους λαούς.
Σε κάθε περίπτωση τα «κακά πνεύματα», τα οποία προσκάλεσε αυτή η πολιτική, δεν έχει πια τη δυνατότητα να τα διώξει – ενώ το βρετανικό δημοψήφισμα άνοιξε τους ασκούς του Αιόλου, αφού ο εμφύλιος πόλεμος δεν διεξάγεται πλέον στην Ευρωζώνη μεταξύ των Βορείων και των Νοτίων, αλλά μεταξύ ανατολικών και δυτικών, της περιφέρειας εναντίον του κέντρου και του ενός εναντίον του άλλου.
Αυτήν την ΕΕ, μεγάλη ευθύνη για το κατάντημα της οποίας έχει επί πλέον ο χειρότερος πρόεδρος που είχε ποτέ η Γαλλία, δεν μπορούν δυστυχώς να την υπερασπίσουν σήμερα ούτε οι φίλοι της – οπότε αποτελεί, ως η εικόνα του εχθρού, ένα ιδανικό πεδίο άνθισης του ακροδεξιού κυρίως λαϊκισμού. Με απλά λόγια, μέχρι πρόσφατα πολλές ακραίες παρατάξεις δίσταζαν να απαιτήσουν την έξοδο των χωρών τους από την ΕΕ ή/και την Ευρωζώνη – κάτι που όμως προβλέπουμε πως θα αλλάξει πάρα πολύ σύντομα, αφού οι συνθήκες είναι πια ώριμες, ιδίως μετά το βρετανικό δημοψήφισμα.
Θα βρεθούν λοιπόν πολλά κόμματα τα οποία, για να ανέλθουν στην εξουσία ή για να την διατηρήσουν, θα αυξήσουν εκθετικά τις αντιευρωπαϊκές τους τοποθετήσεις – απαιτώντας δημοψηφίσματα, δήθεν για να «αποφασίσει ο λαός» για τη μοίρα του! Όποιος όμως καλεί τους Πολίτες να αποφασίσουν προ τετελεσμένων γεγονότων, είναι ανεύθυνος – έχοντας μόνο ιδιοτελείς στόχους.
Ολοκληρώνοντας, εύλογα θεωρεί κανείς πως η ΕΕ βρίσκεται στην πιο κρίσιμη καμπή της ιστορίας της – ενώ, εάν ο Σόιμπλε και η παρέα του πιστεύουν πως μπορούν να συνεχίσουν την ίδια πολιτική, θα συντριβούν στα ερείπια αυτής της Ευρώπης, συμπαρασύροντας όλους εμάς στο χάος.
Ακολουθεί η σημερινή συζήτηση του κ. Σαχίνη με τον κ. Βιλιάρδο, για θέματα της επικαιρότητας:
analyst.gr