Εκρηκτικό είναι το πρόβλημα των ληξιπρόθεσμων οφειλών προς τη ΔΕΗ. Μέσα σε ένα τρίμηνο οι απλήρωτοι λογαριασμοί αυξήθηκαν κατά 4οο εκατ. ευρώ φθάνοντας συνολικά στα 2,7 δισ. ευρώ.
Η ΔΕΗ επιχειρεί μέσα σε ένα πρόγραμμα ευέλικτων διακανονισμών με πολλές δόσεις και χωρίς προκαταβολή να βελτιώσει τη ρευστότητά της καθώς έχει φτάσει στο κόκκινο.
Μέχρι στιγμής ένας αριθμός 145.000 πελατών της ΔΕΗ έχει μπει σε καθεστώς διακανονισμών για συνολικές οφειλές περίπου 430 εκατ. ευρώ.
Αναλυτικότερα τη δυστοκία των καταναλωτών να ανταποκριθούν στις οικονομικές τους υποχρεώσεις αντανακλά η διόγκωση των ληξιπροθέσμων οφειλών της ΔΕΗ από απλήρωτους λογαριασμούς ρεύματος από τα 2,3 δισ. ευρώ στο τέλος του 2015 στα 2,7 δισ. το πρώτο τρίμηνο του έτους, σύμφωνα με την Καθημερινή.
Οι νέοι φόροι θα επιβαρύνουν περισσότερο τους οικογενειακούς προϋπολογισμούς που μέσα στην κρίση υποχρεώθηκαν να βάζουν προτεραιότητες στην αποπληρωμή των υποχρεώσεων τους. Στελέχη του Οργανισμού αναγνωρίζουν το γεγονός ωστόσο οι λογαριασμοί συσσωρεύονται και φουσκώνουν.
Αυξάνονται δε περαιτέρω από τα διάφορα τέλη υπέρ τρίτων και άλλες χρεώσεις που αντιπροσωπεύουν πάνω από το 1/3 του συνολικού ποσού με αποτέλεσμα η αποπληρωμή να γίνεται ακόμη δυσκολότερη ακόμη και με ρυθμίσεις αφού στην πορεία διαπιστώνεται πως δεν μπορούν να ανταποκριθούν.
Η πίεση στους προϋπολογισμούς των νοικοκυριών φαίνεται και από τη σημαντικότατη υποχώρηση της ζήτησης ηλεκτρικής ενέργειας το πρώτο τρίμηνο του έτους στη χαμηλή τάση μέσω της οποίας ηλεκτροδοτούνται τα νοικοκυριά και οι μικρές επιχειρήσεις σε ποσοστό 15,28%.
Το μεγαλύτερο ποσοστό άλλωστε των ληξιπρόθεσμων οφειλών προέρχεται από τη χαμηλή τάση. Μόνο οι επισφάλειες από πελάτες χαμηλής και μεσαίας τάσης το 2015 σύμφωνα με τα οικονομικά αποτελέσματα της ΔΕΗ αυξήθηκαν κατά 472 εκατ. ευρώ και διαμορφώθηκαν σε 781 εκατ. ευρώ έναντι 309 εκατ. ευρώ το 2014.
Στους κακοπληρωτές ανήκει και το ελληνικό δημόσιο με συνολικές οφειλές από απλήρωτους λογαριασμούς ρεύματος ύψους 261 εκατ. ευρώ εκ των οποίων τα 100 εκατ. ευρώ της κεντρικής κυβέρνησης και τα 161 εκατ. του ευρύτερου δημόσιου τομέα.