ΙΑΚΩΒΟΣ ΙΩΑΝΝΟΥ
Η βασική αιτία της εχθρότητας απέναντι στην Ευρώπη δεν είναι άλλη από την κυβέρνηση της Γερμανίας – η οποία φιλοδοξεί να γίνει ο δεσμοφύλακας στην αμερικανική φυλακή που προωθείται, μέσα από τις μυστικές συμφωνίες και την ίδρυση του οικονομικού ΝΑΤΟ
.Άποψη«Η έξοδος της Βρετανίας θα μπορούσε να είναι η αρχή της καταστροφής όχι μόνο της ΕΕ αλλά, επίσης, ολόκληρου του πολιτικού πολιτισμού της Δύσης» (D.Tusk, πρόεδρος του ευρωπαϊκού συμβουλίου).
Σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, ότι δεν κατάφερε να πετύχει ποτέ ο κομμουνισμός, όπως τουλάχιστον εφαρμόσθηκε, μπόρεσε να το επιτύχει μέσα σε λίγα σχετικά χρόνια ο νεοφιλελεύθερος φασισμός – ο καπιταλισμός της καταστροφής καλύτερα, ο οποίος δεν έχει καμία απολύτως σχέση με την οικονομία της ελεύθερης αγοράς.
Το μέσον δε της αυτοκαταστροφής του δεν είναι άλλο από την ανισότητα που προκαλεί, προωθεί και προάγει (ανάλυση) – η οποία δεν αφορά μόνο τους επί μέρους ανθρώπους και τις κοινωνικές ομάδες που ανήκουν αλλά, επίσης, τα κράτη. Εν προκειμένω, η χώρα της ΕΕ που υποδύεται το ρόλο του «κράτους- ελίτ», προάγοντας την αδικία και την ανισότητα στην Ευρώπη, δεν είναι άλλη από τη Γερμανία – η οποία υπέστη σήμερα την πρώτη μεγάλη ήττα της, ξανά από τη Μ. Βρετανία.
Περαιτέρω, οι ελίτ έχουν πανικοβληθεί μετά τα αποτελέσματα του βρετανικού δημοψηφίσματος, τα οποία αποτελούν επί πλέον μία νίκη της ακροδεξιάς στη νησί – αν και δεν θα έπρεπε να εκπλήσσονται καθόλου, αφού αυτοί ήταν η αιτία, έχοντας δημιουργήσει ένα σύστημα που δεν παράγει μόνο ανισότητα και αδικία αλλά, επίσης, προάγει τον κυνισμό στις μάζες.
Αυτός ακριβώς ο κυνισμός στήριξε το «ΟΧΙ στην Ευρώπη», ενώ είναι ο ίδιος εκείνος που τροφοδοτεί τα ακροδεξιά κινήματα που εμφανίζονται ενισχυμένα παντού – πόσο μάλλον μετά την παταγώδη αποτυχία της αριστεράς, κυρίως στην περίπτωση της Ελλάδας, η οποία συμβιβάσθηκε, υπέκυψε, έσκυψε το κεφάλι και πρόδωσε τους εκλογείς της, κυριολεκτικά πριν «ο αλέκτωρ λαλήσει τρεις». Θεωρείται δε απολύτως αναμενόμενη η απαίτηση διεξαγωγής δημοψηφισμάτων ανάλογων με το βρετανικό, από τις γαλλικές και ολλανδικές ακροδεξιές παρατάξεις – ενώ θα ακολουθήσουν πολλές άλλες.
Η βασική αιτία βέβαια της εχθρότητας απέναντι στην Ευρώπη δεν είναι άλλη από την κυβέρνηση της Γερμανίας – η οποία φιλοδοξεί να γίνει ο δεσμοφύλακας στην αμερικανική φυλακή που προωθείται, μέσα από τις ανίερες, μυστικές συμφωνίες, καθώς επίσης με την ίδρυση του οικονομικού ΝΑΤΟ. Προφανώς οι υπόλοιπες χώρες της ΕΕ, ιδίως οι μεγαλύτερες όπως η Βρετανία, η Γαλλία και η Ιταλία, δεν θα το ανεχθούν – παρά το ότι οι κυβερνήσεις τους έχουν σκύψει το κεφάλι, αδυνατώντας να κατανοήσουν πως οι Πολίτες έχουν εντελώς διαφορετικές απόψεις.
Η παραίτηση πάντως του βρετανού πρωθυπουργού, η οποία έχει προκαλέσει νέο χάος στις αγορές, τεκμηριώνει πως διαφέρει από τον Έλληνα συνάδελφο του – ότι δεν είναι σε τέτοιο βαθμό πεινασμένος για εξουσία, ώστε να παραμένει στη θέση του όταν η άποψη του διαφέρει από τη συλλογική.
Συνεχίζοντας, η ευρωπαϊκή κρίση χρέους ήταν μία μεγάλη ευκαιρία, για να κινηθεί η ΕΕ σωστά προς το μέλλον – επιδεικνύοντας την απαιτούμενη αλληλεγγύη στα αδύναμα μέλη της, τα οποία ήταν τα πρώτα θύματα του γερμανικού μερκαντιλισμού, καθώς επίσης ενισχύοντας τους δημοκρατικούς Θεσμούς. Η καγκελάριος όμως, με συνεργό τον Αδόλφο Σόιμπλε, δεν τη χρησιμοποίησε σωστά – γεγονός που σημαίνει ότι, αποτέλεσε μία ιστορικά τεράστια αποτυχία της.
Δεν αναζήτησε λοιπόν τον ευρωπαϊκό δρόμο, όπως ορισμένοι από τους προκατόχους της (Adenauer, Schmidt, Kohl), αλλά τον ιδιοτελέστατο εθνικό – ενώ, εάν σήμερα επιδιώξει την εκδίκηση απέναντι στη Βρετανία, την τιμωρία της με στόχο τον παραδειγματισμό των υπολοίπων «εταίρων» της στην ΕΕ και στην Ευρωζώνη, όπως στην περίπτωση της Ελλάδας, η κατάσταση θα επιδεινωθεί σε μεγάλο βαθμό.
Η θέση της καγκελαρίου πάντως θα φανεί όταν ξεκινήσουν οι διαπραγματεύσεις της ΕΕ με τη Βρετανία – όπου, εάν τυχόν οι απαιτήσεις της είναι εκδικητικές, η Ευρώπη θα διαλυθεί πάρα πολύ γρήγορα. Αυτό ακριβώς φοβούνται οι αγορές, ενώ σε αυτό εστιάζεται ο πανικός των ελίτ – οι οποίες θα περιμένουν όμως ακόμη, ελπίζοντας ίσως πως η Βρετανία θα συμπεριφερθεί όπως η Ελλάδα, αντιστρέφοντας το ΟΧΙ σε ΝΑΙ.
Έχοντας όμως την άποψη πως κάτι τέτοιο δεν θα συμβεί, καθώς επίσης πως η γερμανική κυβέρνηση θα συμπεριφερθεί αλαζονικά, προσπαθώντας να επιβάλλει μία χειρότερη συμφωνία στη Βρετανία από αυτή με τη Νορβηγία, ίσως έχει πράγματι ξεκινήσει η αντίστροφη μέτρηση για την Ευρώπη.
Ελπίδες βέβαια υπάρχουν, αφού δεν είναι δυνατόν να επιτραπεί στη Γερμανία η καταστροφή του ευρωπαϊκού οικοδομήματος, εκ μέρους των Η.Π.Α. – οι οποίες θα έχουν ασφαλώς κατανοήσει ότι, με δεσμοφύλακες και με φυλακές δεν υπάρχει μέλλον. Ούτε με την επίκληση φανταστικών εχθρών, όπως στην περίπτωση της Ρωσίας – αφού οι Πολίτες είναι πια επαρκώς ενημερωμένοι, γνωρίζοντας τι ακριβώς επιδιώκεται και πώς θα το εμποδίσουν, όταν δεν είναι προς το συμφέρον τους.