Τρέχων πολιτικός χάρτης των Βαλκανίων. Με πράσινο σημειώνονται οι σημερινές βαλκανικές χώρες
13-6-16
13-6-16
Γράφει ο Γιώργος Αϊβαλιώτης
Αναλυτής γεωστρατηγικής και γεωπολιτικής ασφάλειας
Τα τελευταία χρόνια η περιοχή των Βαλκανίων διέθετε μία σχετική ηρεμία, η οποία κατά κύριο λόγο συντηρείτο από την προσέλκυση επενδύσεων και την οικονομική ανάπτυξη που δικαιολογημένα ακολουθεί την καταστροφή ενός πολέμου. Με την άφιξη της οικονομικής κρίσης στις ζωές μας οι επενδύσεις μειώθηκαν και η μείωση της ροής κεφαλαίων επανέφερε τη μεμψιμοιρία, η οποία προέρχεται από βαθιές θρησκευτικές και εθνοτικές τομές ανάμεσα στους βαλκανικούς πληθυσμούς των κρατών που δημιουργήθηκαν από τη διάλυση της πρώην Γιουγκοσλαβίας. Αυτές οι τομές έρχονται να προστεθούν στις γνωστές ταξικές διαφορές που διαθέτουν οι κοινωνίες ανά τον κόσμο και προκαλούν έτσι κι αλλιώς αντιδράσεις εντός του συνόλου.
Συνέπεια όλων αυτών είναι η αύξηση της οικονομικής μετανάστευσης από τις χώρες των Βαλκανίων, αλλά και η αύξηση των πορειών αντιδράσεων προς την οικονομική κατάσταση που βιώνουν οι κοινωνίες με αίτημα την παραίτηση των κυβερνήσεών τους. Επίσης αυτό που προστίθεται στα παλαιότερα δεδομένα των δεκαετιών ’90 και ’00 είναι η αύξηση του ουαχαμπιτισμού και των ακραίων εκφάνσεών του, εντός των Βαλκανίων που διαθέτουν ένα σημαντικό ποσοστό μουσουλμανικών μειονοτήτων. Το ανωτέρω διαθέτει ιδιαίτερη καταλυτική ισχύ, συνδυαζόμενο με τις γεωπολιτικές εξελίξεις της Μέσης Ανατολής. Όλα αυτά προσδίδουν έναν εξαιρετικά ανησυχητικό χαρακτήρα στις τάσεις αποσύνθεσης των βαλκανικών χωρών, για πρώτη φορά μετά τον πόλεμο της Γιουγκοσλαβίας, η οποία προέρχεται από την έντονη δυσαρέσκεια των μειονοτικών πληθυσμών, που επιθυμούν την προσάρτησή τους σε γειτονικές χώρες.
Αρχικά θα πρέπει να αναλογιστούμε ότι το μόρφωμα της Γιουγκοσλαβίας, των ενωμένων Σλάβων δηλαδή, δεν διέφερε από άλλα μεταπολεμικά μορφώματα, όπως αυτά της Συρίας, του Λιβάνου και της Λιβύης. Πρόκειται δηλαδή για κράτη που με τη βία επέβαλαν στους τοπικούς πληθυσμούς τη συνύπαρξή τους, κάτι που βαθιά στη συνείδησή τους δεν ήταν αποδεκτό. Τούτο οφείλεται σε πολύ βαθύτερα ιστορικά αίτια που διαθέτουν ρίζες στην οθωμανική αυτοκρατορία και τον προσηλυτισμό που αυτή επέβαλε, είτε στην εκτόπιση πληθυσμών για την αφαίρεση της εθνικής ταυτότητας επαρχιών της αυτοκρατορίας. Το σημαντικό σε αυτό το σημείο είναι πως σήμερα οι τομές αυτές δείχνουν αγεφύρωτες και πάγια πηγή προβλημάτων που είναι αντιοικονομικό να συντηρούνται, αντί να λυθούν μέσω ικανοποίησης των αιτημάτων των μειονοτήτων.
Η Βοσνία χαρακτηρίζεται διεθνώς ως το πιο δυσλειτουργικό κράτος των Βαλκανίων, αφού ουδέποτε κατάφερε να σχηματίσει εθνική ταυτότητα εντός των πληθυσμών του. Διαθέτει υψηλά ποσοστά μουσουλμάνων (45% ήτοι η πλειοψηφία του πληθυσμού), ενώ οι ισχυρές τάσεις αποσύνθεσης φαίνονται και από το γεγονός ύπαρξης τριών επίσημων γλωσσών, οι οποίες διαφέρουν ελάχιστα μεταξύ τους (βοσνιακά, κροατικά, σέρβικα). Ο πρόεδρος της χώρας, Milorad Dodik, έχει απειλήσει πως αν συνεχιστούν οι έρευνες και η δίωξή του για ξέπλυμα χρήματος θα καλέσει δημοψήφισμα για την ένωση της σερβικής πλευράς της Βοσνίας με τη Σερβία. Φυσικά αυτό θα σημάνει μία ίδια αντίδραση από τον κροατικό πληθυσμό επ’ ωφελεία της Κροατίας και εν κατακλείδι θα οδηγήσει τη Βοσνία να μεταμορφωθεί σε ένα μικρό μη βιώσιμο κρατίδιο μουσουλμάνων, οι οποίοι με τη σειρά τους θα πρέπει να αποφασίσουν ποιους επιθυμούν να ακολουθήσουν.
Όχι πολύ μακριά βρίσκεται το Κόσσοβο, το οποίο διακρίνεται για την άσχημη οικονομική του κατάσταση, την υψηλή διαφθορά της εξουσίας και τους δυσαρεστημένους Σέρβους που αποτελούν μειονότητα. Πρόσφατα η μειονότητα αυτή απέκτησε, από την Ύπατη Αρμοστεία της Ε.Ε., το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης της περιοχής που ελέγχει, γεγονός που ξεσήκωσε τους Αλβανούς εθνικιστές της χώρας. Το αποτέλεσμα ήταν, προς μετριασμό των αντιδράσεων να αποφασιστεί τα βιβλία που διδάσκονται στα σχολεία της χώρας να προέρχονται από τον αντίστοιχο Οργανισμό Εκδόσεων του αλβανικού Υπουργείου Παιδείας, υπό την αιγίδα της UNICEF, ενώ είναι γνωστές οι αλλοτριωτικές τάσεις της γείτονος Αλβανίας προς το Κόσσοβο, επιχειρώντας στην Ευρώπη του 2016 να ικανοποιήσει όνειρα δημιουργίας της Μεγάλης Αλβανίας. Το πρόβλημα είναι ιδιαίτερα οξύ αν αναλογιστούμε τις βίαιες διαδηλώσεις εθνικιστών Αλβανών που κατέληξαν μέχρι και σε επίθεση στο Κοινοβούλιο.
Στα Σκόπια η κατάσταση είναι επίσης εκρηκτική. Οι αποκαλύψεις του προηγούμενου χρόνου για ακροδεξιές πολιτικές του προέδρου Gruevski, με παρακολουθήσεις πολιτών, αλλοίωση εκλογικών αποτελεσμάτων και διαφθορά κλυδωνίζουν ακόμα τον τοπικό πληθυσμό. Οι κατηγορίες αυτές έχουν δυσαρεστήσει την αλβανική μειονότητα, η οποία τείνει να μετατραπεί σε πλειονότητα, όπως προκύπτει από τους δημογραφικούς ρυθμούς της χώρας. Ο συνδυασμός των δύο φαινομένων έχει οδηγήσει σε κατηγορίες από πλευράς Αλβανών, ότι δε γίνονται σεβαστά τα δικαιώματά τους από την «παράνομη», όπως επικαλούνται, κυβέρνηση και ότι επιθυμούν την ομοσπονδοποίηση της χώρας, η οποία όπως είναι λογικό θα οδηγήσει στην απόσχισή τους.
Οι αποσχιστικές τάσεις των βαλκανικών πληθυσμών οφείλονται κατά κύριο λόγο στην εθνικιστική τους φύση, την οποία όπως προαναφέραμε είχε περιορίσει η Οθωμανική Αυτοκρατορία και επανήλθε με την πτώση αυτής και την εκμετάλλευση των προβλημάτων από την αντίστοιχη ρωσική. Ωστόσο, τα προβλήματα διογκώθηκαν κατά τη διάρκεια των Βαλκανικών Πολέμων και του Β΄ΠΠ όταν στην περιοχή εισήλθαν διάφορες ξένες προς το χώρο ευρωπαϊκές δυνάμεις, όπως η Αυστρία, η Γερμανία, η Ιταλία, η ΕΣΣΔ. Οι δυνάμεις αυτές διεύρυναν το φυλετικό χάσμα των Βαλκανίων, προς όφελός τους, αδιαφορώντας για τις συνέπειες που σήμερα ερχόμαστε όλοι να αντιμετωπίσουμε.
Ο θάνατος του Τίτο και μαζί με αυτόν ο θάνατος του κομμουνισμού και η έλλειψη της σιδηράς πυγμής που κυβερνούσε τη Γιουγκοσλαβία ανέδειξαν για άλλη μια φορά τα προβλήματα της επιβαλλόμενης συμβίωσης αντιμαχόμενων σεκτών. Η Συνθήκη της Dayton, το 1995, απλά δημιούργησε ένα δυτικού τύπου μόρφωμα, το οποίο ήταν καταδικασμένο να αποτύχει σε ένα βαλκανικό χώρο. Διότι πολύ απλά εδώ είναι Βαλκάνια. Οι ΗΠΑ θεώρησαν πως με την δική τους Αρμοστεία και σε συνεννόηση με τους Ευρωπαίους συμμάχους της θα κατάφερνε να εξαφανίσει την εθνικιστική ρητορική και να οδηγήσει τους Βόσνιους, επί παραδείγματι, στην προσήλωσή τους σε οικονομικά ζητήματα και θέματα διοικητικής και πολιτικής αναδιάρθρωσης, παρά σε ζητήματα σεκτών και συνόρων. Η δυτική πολιτική, εξάλλου, ανέκαθεν θεωρούσε ότι με το χρήμα εξαγοράζονται όλα και ίσως να ισχύει αυτό… όσο υπάρχει χρήμα. Όπου αποτύγχανε το χρήμα επενέβαινε η νατοϊκή δύναμη, που εν τω μεταξύ είχε εγκατασταθεί στο κέντρο των Βαλκανίων, και ξεσπούσαν σκάνδαλα και αποκαλύψεις που αποσταθεροποιούσαν κάθε εχθρικό, προς την αμερικανική πολιτική, καθεστώς.
Η ίδια λογική ακολουθήθηκε σε Μαυροβούνιο, Κόσσοβο, Σκόπια και κάθε άλλη περιοχή των Βαλκανίων που διέθετε εθνικιστικές τάσεις. Η διαφορά όμως είναι πως το 2016 το εθνικιστικό κίνημα έχει αυξηθεί παντού στην Ευρώπη, ακόμα και σε χώρες που διαφημίζονταν για την μετριοπάθειά τους, πόσο δε στα Βαλκάνια. Οι τοπικοί πληθυσμοί μπορεί να ηρέμησαν αρχικά με την οικονομική ανάπτυξη που έφερε ο αμερικανικός παρεμβατισμός, αλλά σύντομα άρχισαν να επαναστατούν απέναντι σε πολιτικές αναγνώρισης δικαιωμάτων σε μειονότητες, μία πολιτική τελείως ξένη προς την κομμουνιστική κουλτούρα τους. Αυτό οδήγησε τις μεν μειονότητες να δυσανασχετούν επειδή ζούσαν στη χώρα κάποιου άλλου, με την κοιτίδα τους να αποτελεί το φυσικό σύνορο των περιοχών τους, τις δε πλειονότητες να αντιδρούν στην αυτοδιαχείριση των μειονοτήτων επί εδαφών της επικρατείας των κρατών τους.
Φυσικά οι μειονότητες αυτές δε διαθέτουν τον ισχυρό σύμμαχο που θα μπορούσε να εξυπηρετήσει τα σχέδιά τους. Τα Βαλκάνια δε διαθέτουν μία τέτοια ισχυρή οικονομική και πολιτική δύναμη, η Τουρκία ταλανίζεται από εσωτερικά προβλήματα και η Ρωσία, αν και φιλική προς τη διάλυση των αμερικανικών μορφωμάτων, δε θα διακινδύνευε την εφαρμογή τέτοιων εγχειρημάτων και σε άλλες περιοχές, όπως η Τσετσενία. Κάπου εκεί άρχισε να επηρεάζει την γεωπολιτική των Βαλκανίων η οικονομική κρίση και η παγκόσμια γεωπολιτική.
Το ανωτέρω το αναφέρουμε διότι αυτοί είναι οι κύριοι λόγοι που οι δυνάμεις των ΗΠΑ αναγκάστηκαν να αποχωρήσουν κατά μεγάλο ποσοστό από την περιοχή, προκειμένου να αντιμετωπίσουν άλλες απειλές ανά τον κόσμο, όπως ο ισλαμικός εξτρεμισμός. Η οικονομική κρίση που πρώτα επηρέασε τις ΗΠΑ δεν επέτρεπε την αποστολή περεταίρω δυνάμεων, επομένως η Ουάσιγκτον άφησε μισοτελειωμένη τη δουλειά στα Βαλκάνια, και υπεύθυνους, για την ολοκλήρωσή της, τους Ευρωπαίους συμμάχους. Φυσικά η ανάληψη πρωτοβουλιών και η αποφασιστικότητα από πλευράς Ευρωπαίων έχει διαφανεί και σε άλλα πιο ζωτικά για αυτούς ζητήματα, όπως έχουμε δει ανά καιρούς. Επίσης είναι δεδομένη η διαφορά της σκληρής αμερικανικής πολιτικής επιβολής με την ευρωπαϊκή προσέγγιση επί γεωπολιτικών θεμάτων που χαρακτηρίζεται από τη μαλακή πολιτική της παρακίνησης και του δέλεαρ και αυτό οφείλεται αποκλειστικά στην έλλειψη σοβαρού στρατιωτικού σώματος που θα μπορούσε να εκφράσει την πολιτική επιδίωξη της Ευρώπης.
Όταν η πιο σημαντική οικονομία της Ε.Ε., η Γερμανία, διαθέτει στρατό που ακόμα αναπτύσσεται και η «μικρή» και «ασήμαντη» Ελλάδα διαθέτει πιο αξιόμαχο στρατιωτικό δυναμικό από κάθε χώρα της Ευρώπης είναι προφανές ότι η πολιτική που θέλει να επιβληθεί από τις Βρυξέλλες δεν έχει τα ανάλογα όργανα. Η Ευρώπη παρουσιάζει το χρήμα, το ελεύθερο εμπόριο και την ελεύθερη μετακίνηση μεταξύ των κρατών, ως το στόχο που θα ικανοποιήσει κάθε τοπικό πληθυσμό, ο οποίος θα μπορούσε να ενωθεί με την κοιτίδα του σε μία Ευρώπη χωρίς σύνορα. Αυτό όμως που δεν υπολόγισε η Ευρώπη και η Δύση είναι η διάθεση των τοπικών πληθυσμών για αναδιαμόρφωση των κοινωνικών, πολιτικών και νομικών δομών της κοινωνίας.
Η Ευρώπη των Βαλκανίων είναι μία δυσκίνητη Ευρώπη για τα δεδομένα της Ε.Ε. Απαρτίζεται από κράτη που έχουν διαμορφώσει συνείδηση μέσω πυράς και σιδήρου, μέσω πολέμων και σκληρής πολιτικής. Η νοσταλγία για τα κομμουνιστικά-μοναρχικά καθεστώτα του παρελθόντος πρέπει να θεωρείται ως δεδομένη, αφού είναι το μόνο σύστημα που οι κοινωνίες αυτές γνώρισαν μέχρι σήμερα. Αυτό δυσχεραίνει σε τρομερό βαθμό τις προσπάθειες εκδημοκρατισμού των κρατών αυτών, μία έννοια που μάλλον είναι άγνωστη ακόμα και στην Ε.Ε. Σε αντίθετη περίπτωση θα γνώριζαν πως η μετάβαση στη δημοκρατία δε γίνεται μέσα σε δέκα ή είκοσι χρόνια, αλλά αποτελεί δικαίωμα που κατακτιέται από τις τοπικές κοινωνίες μετά από μακρύ διάστημα πολιτειακών ζυμώσεων και «ανακάλυψης» των δημοκρατικών μηχανισμών που απαιτούνται.
Πέραν των πολιτειακών αλλαγών που η Ε.Ε. απαιτούσε υπήρχαν κοινωνικές και οικονομικές διαφορές, μεταξύ των κοινωνιών, που σε καμία περίπτωση δεν ήταν εύκολο να επιλυθούν. Οι κομμουνιστικές οικονομίες δεν γνώριζαν τίποτα επί του ελεύθερου εμπορίου και κάθε τι άγνωστο διέπεται και από ανασφάλεια και φόβο για όποιον το επιχειρεί. Τα Βαλκάνια ουδέποτε εμπιστεύθηκαν πως θα μπορούσαν να αποτελέσουν ισότιμα μέλη μίας Ευρώπης ισχυρών κρατών και ίσως η άποψή τους να ευσταθεί, δεδομένου ότι είναι διαφορετική η γραμμή εκκίνησης μεταξύ των δύο περιοχών. Ωστόσο, οι πληθυσμοί αυτοί έχουν συνηθίσει να αποτελούν ισχυρό «παίχτη» στην γεωπολιτική σκακιέρα. Ρουμανία, Βουλγαρία και Γιουγκοσλαβία αποτελούσαν αρκετά ισχυρές κρατικές οντότητες που σε καμία περίπτωση δε συνειδητοποιούν τα νέα γεωπολιτικά δεδομένα. Επίσης αλλαγές επί των κοινωνικών ελευθεριών, όπως δικαιώματα ομοφυλοφίλων κτλ., είναι έννοιες ξένες προς την κουλτούρα των βαλκανικών πληθυσμών που παρουσιάζονται ισχυρά αντίθετες στην εφαρμογή τέτοιων πολιτικών.
Η Ε.Ε. σε καμία περίπτωση δεν επιθυμεί την είσοδο στους κόλπους της κρατών που κατηγορούνται για διαφθορά και ακραία συμπεριφορά, κρατών που θα έχουν το δικαίωμα βέτο και διαμόρφωσης του ευρώ. Την ίδια στιγμή η Ε.Ε. αναπτύσσει ξενοφοβικές τάσεις προς τις αυξημένες μεταναστευτικές ροές από τα Βαλκάνια, οι οποίες δεν αποτελούνται μόνο από ιθαγενείς πληθυσμούς, αλλά και από μετανάστες της Μέσης Ανατολής, οι οποίοι χρησιμοποιούν τα Βαλκάνια ως ενδιάμεσο έδαφος για τις μετακινήσεις τους. Η ένταξη των βαλκανικών χωρών εντός της ευρωπαϊκής οικογενείας θα στερούσε αυτή από αμυντικές πολιτικές ανάσχεσης, που ακολουθήθηκαν προσφάτως με κλείσιμο των συνόρων μεταξύ των κρατών-μελών.
Όλα τα ανωτέρω εξηγούν γιατί το 2009 η Άγκελα Μέρκελ ανακοίνωσε πως η Ε.Ε. θα έπρεπε να αναστείλει τις εργασίες διεύρυνσής της. Ωστόσο, η δήλωση αυτή αποτέλεσε έναν καταλύτη στην ακραία συμπεριφορά των βαλκανικών κρατών, τα οποία έβλεπαν την υπαναχώρηση των Βρυξελλών, δηλωμένη από την ισχυρότερη οικονομία της Ευρώπης, παρά τις όποιες προσπάθειες είχαν κάνει μέχρι εκείνο το σημείο. Ουσιαστικά η Ευρώπη εγκατέλειπε τα Βαλκάνια, αφού πλέον δεν υπήρχε κανένα δέλεαρ επίδειξης καλής συμπεριφοράς από πλευράς των βαλκανικών πληθυσμών. Η διατήρηση μίας κάποιας ελπίδας για μελλοντική ένταξη των κρατών αυτών αφού πρώτα προβούν σε πλήθος ριζικών αλλαγών θεωρείται ασήμαντη, αφού κανένας δεν μπορεί να πείσει όσους δεν ανήκουν στην Ε.Ε. ότι αυτή θα υπάρχει και σε μία δεκαετία, δεδομένων των κινδύνων εξόδου από αυτή της Ελλάδας ή της Βρετανίας ή και όποιου άλλου ήθελε προκύψει. Ακόμα και η «ευρωπαϊκή» συμπεριφορά των ισχυρών οικονομιών της ευρωζώνης προς την Ελλάδα, αποτελεί ένα σοβαρό ανάχωμα για τα κράτη αυτά.
Το αποτέλεσμα είναι η μεταστροφή κρατών, όπως η Σερβία και τα Σκόπια προς άλλες οικονομικές δυνάμεις, όπως η Κίνα, η Ρωσία και η Τουρκία. Αυτή η μεταστροφή οδήγησε και σε ανάλογες πολιτικές αλλαγές, αφού η Τουρκία παρουσιάζεται δυσαρεστημένη προς τις ΗΠΑ και επιθυμεί το σφετερισμό των μουσουλμανικών μειονοτήτων για καθαρά δικούς της νέο-οθωμανικούς στόχους επέκτασης, η Ρωσία δηλώνει ευθαρσώς ότι απειλείται από το ΝΑΤΟ και η Κίνα διαθέτει αρκετά πεδία σύγκρουσης – κυρίως οικονομικής – ανά τον κόσμο με την Ουάσιγκτον. Μπορεί για καθαρά μικροπολιτικούς λόγους η Ε.Ε. να δημιουργήσει ένα παράδειγμα προς μίμηση, όπως το Μαυροβούνιο. Ωστόσο, η ένταξη του Μαυροβουνίου στην ευρωπαϊκή οικογένεια δε μπορεί να ξεγελάσει κανένα, αφού τα οικονομικά δεδομένα της χώρας είναι αντιδιαμετρικά με τους υπόλοιπους φτωχούς γείτονές της.
Εν τω μεταξύ η Μόσχα έχει ενισχύσει αισθητά τη διπλωματική της παρουσία στην περιοχή, κυρίως μέσω της κοινής θρησκείας με αρκετά από τα κράτη των Βαλκανίων. Αυτό δείχνουν οι κινήσεις αυτής σε διάφορες χώρες, κυρίως μέσω του Πατριαρχείου Μόσχας, το οποίο έχει έρθει αρκετές φορές σε σύγκρουση με το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως, λόγω του διπλωματικού επεκτατισμού του. Πολιτικά η Ρωσία στηρίζει πολιτικούς που υποστηρίζουν τις θέσεις της, όπως ο Dodik της Βοσνίας, έχει επέμβει προστατευτικά υπέρ των Σέρβων σε διάφορες κατηγορίες περί γενοκτονιών και έχει αιτηθεί τη λήξη της διεθνούς επίβλεψης επί της Βοσνίας. Μπορεί η Ρωσία να μην ενδιαφέρεται για την επιστροφή ενός Συμφώνου της Βαρσοβίας, αλλά ενδιαφέρεται σίγουρα για τη διατήρηση των οικονομικών και ενεργειακών συμφερόντων της στα Βαλκάνια και θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει τη «βόμβα των Βαλκανίων» ως αντιστάθμισμα στην ουκρανική κρίση και τη στήριξη του ΝΑΤΟ προς τη νέα κυβέρνηση του Κιέβου.
Μία απόσχιση των Σέρβων της Βοσνίας θα πυροδοτούσε αλυσιδωτές αντιδράσεις στην περιοχή. Τουλάχιστον 100,000 Σκοπιανοί διαθέτουν βουλγαρικό διαβατήριο, οι Αλβανοί του Κοσσόβου και Αλβανοί σε περιοχές της Σερβίας θα ανταπέδιδαν, οι Αλβανοί των Σκοπίων θα εκμεταλλεύονταν τη διεύρυνση της «Μητέρας Αλβανίας» και οι Κροάτες Βόσνιοι θα επιθυμούσαν την ενοποίησή τους με την ευρωπαϊκή Κροατία. Η Δύση μπορεί να αρνείτο κάθε τέτοια εξέλιξη, αλλά τα δεδομένα θα την είχαν ξεπεράσει. Μιλάμε για τα Βαλκάνια, όπου ο πρώην Πρόεδρος της Ρουμανίας αιτήθηκε και πήρε διαβατήριο Μολδαβίας… Μιλάμε για τα Βαλκάνια όπου η Ρωσία διαθέτει αποκλεισμένες, από εδάφους, στρατιωτικές μονάδες στην Υπερδνειστερία… Μιλάμε για τα Βαλκάνια όπου χιλιάδες μουσουλμάνοι μεσανατολικής καταγωγής έχουν συρρεύσει και που αυτή τη φορά θα ενισχύσουν έτι περισσότερο τις αποσχιστικές τάσεις, σε σχέση με το 1990.
Φυσικά αυτό δεν αποτελεί μία βραχυπρόθεσμη πρόβλεψη, αλλά μία ανάλυση της σημασίας της σταθερότητας των κρατών της βαλκανικής χερσονήσου. Μία αποσταθεροποίηση ακόμα και του μικρότερου κράτους θα σήμαινε την ανατίναξη της διπλωματικής πυριτιδαποθήκης του Αίμου και ένα ανάλογο ωστικό κύμα που θα ζημίωνε την Ευρώπη. Δυστυχώς, απουσία ευρωπαϊκών δυνατοτήτων αμερικανικού παρεμβατισμού, μέσω ισχυρών στρατιωτικών δυνάμεων και αποφασιστικότητας, καθώς και με μία ασθενική οικονομική πολιτική ο έλεγχος των βαλκανικών κρατών δείχνει να έχει ανατεθεί σε αυτόματο πιλότο ή ακόμα χειρότερα στο έλεος του Θεού.