ΕΠΙΤΑΚΤΙΚΗ Η ΑΝΑΓΚΗ ΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗΣ ΠΑΝΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΜΕΤΩΠΟΥ ΓΙΑ ΤΟ... LEXIT!
Η έκβαση του βρετανικού δημοψηφίσματος ήταν μια πολιτική “πυρηνική βόμβα” για το διεθνές ιμπεριαλιστικό πλέγμα. Τα κυρίαρχα κέντρα του ευρωατλαντισμού ούτε το είχαν προβλέψει έγκαιρα, ούτε είχαν προετοιμαστεί σοβαρά γι αυτό που απεύχονταν. Από τη στιγμή που οι εφιάλτες τους έγιναν πραγματικότητα, έχουν αποδυθεί σε πυρετώδεις διαβουλεύσεις ώστε να ξεπεραστεί η παραλυτική σύγχυση και να εκπονηθεί μία στρατηγική διαχείρισης της μεγαλύτερης κρίσης που γνώρισε η Δύση από τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο.
Το ευρωπαϊκό κέντρο, συμπεριλαμβανομένου του ισχυρότερου τμήματος του βρετανικού κατεστημένου, φαίνεται να προσανατολίζεται, όχι χωρίς αντιθέσεις, σε μια επιθετική, ρεβανσιστική γραμμή με μίνιμουμ επιδίωξη να τρομάξει τους λαούς των υπόλοιπων χωρών, ώστε να μην υπάρξει “φαινόμενο ντόμινο” και μάξιμουμ στόχο να ακυρώσει, ει δυνατόν, το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος. Από εδώ οι απειλές απόσχισης της Σκωτίας από τη Βρετανία, η φιλολογία περί κύματος “μετανιωμένων” που ψήφισαν Brexit αλλά τώρα στρέφονται στο Remain και η διαδικτυακή συγκέντρωση υπογραφών για διεξαγωγή νέου δημοψηφίσματος.
Αν και τίποτα δεν μπορεί να αποκλειστεί στην πολιτική, οι πιθανότητες για κάτι τέτοιο φαίνονται επί του παρόντος μικρές. Μια αγρίως τιμωρητική αντίδραση των Ευρωπαίων απέναντι στους Βρετανούς, αντί να τρομοκρατήσει τους υπόλοιπους λαούς, μπορεί κάλλιστα να ρίξει λάδι στη φωτιά, γιγαντώντοντας τις αντι- Ε.Ε. διαθέσεις. Στο εσωτερικό της Βρετανίας, η αμφισβήτηση της τόσο νωπής ετυμηγορίας του βρετανικού λαού ύστερα από ένα δημοψήφισμα που του είχαν υποσχεθεί ότι θα είναι αποφασιστικό και τελεσίδικο, θα μεταφραστεί ως ανοιχτό πραξικόπημα, χωρίς προηγούμενο στην πολιτική ιστορία της χώρας που γέννησε τον κοινοβουλευτισμό. Πολύ δύσκολα μπορεί κανείς να φανταστεί ότι θα αναλάβει μια τέτοια, πελώρια ευθύνη ο υπό απόσυρση Ντέιβιντ Κάμερον, για να μείνει στην Ιστορία όχι μόνο ως αποτυχημένος, αλλά και ως δικτάτορας.
Γνώμη μας είναι ότι μόνο με πρόωρες, βουλευτικές εκλογές και με την ανάδειξη μιας φιλο- Ε.Ε. κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας θα ήταν δυνατό να “πνίξουν το Brexit στην κούνια του”. Σε ό,τι αφορά τους Συντηρητικούς, που θα εκλέξουν τον διάδοχο του Κάμερον στις 2 Σεπτεμβρίου, η μάχη θα δοθεί, πιθανότατα, ανάμεσα στον επικεφαλής της νικηφόρας καμπάνιας για το Brexit, Μπόρις Τζόνσον και την υπουργό Εσωτερικών Τερέζα Μέι, η οποία είχε ταχθεί, μετά από ταλαντεύσεις και υπολογισμούς, με το Remain. Με τα σημερινά δεδομένα, ο Τζόνσον έχει το απόλυτο προβάδισμα, καθώς η βάση των Συντηρητικών ψήφισε Brexit σε ποσοστό 58%. Έτσι, η άμεση προτεραιότητα των φιλο-Ε.Ε. κέντρων είναι να χρησιμοποιήσουν ως εφαλτήριο το Εργατικό Κόμμα, ανατρέποντας τον αριστερό ηγέτη του Τζέρεμι Κόρμπιν, τον οποίο κατηγορούν ότι προσχώρησε με κρύα καρδιά στο στρατόπεδο του Remain και δεν έδωσε πραγματική μάχη για την επικράτησή του.
Σε κάθε περίπτωση, το κυριότερο πολιτικό εργαλείο πειθάρχησης του κοινωνικού σώματος είναι η οικονομική τρομοκρατία των αγορών. Βεβαίως η Βρετανία δεν ανήκει στην ευρωζώνη, κάτι που στερεί από τις Βρυξέλλες το όπλο της πιστωτικής ασφυξίας, που τόσο άγρια εφαρμόστηκε στην περίπτωση του ελληνικού δημοψηφίσματος. Οι ελπίδες των φιλο- Ε.Ε. κέντρων μετατίθενται στην πιο αργή επίδραση των διεθνών χρηματαγορών, με την πτώση της στερλίνας και των μετοχών των βρετανικών εταιρειών, που σημειώθηκαν τις δύο πρώτες εργάσιμες ημέρες μετά το δημοψήφισμα. Δεν είναι βέβαιο, όμως, ότι αυτό το όπλο θα δράσει αποτελεσματικά. Σήμερα η στερλίνα και τα χρηματιστήρια ανέκαμψαν, αν και είναι πολύ νωρίς να προδικάσει κανείς κατά πόσο πρόκειται για βραχυπρόθεσμες, διορθωτικές- κερδοσκοπικές κινήσεις ή για τάση σταθεροποίησης.
Το κυριότερο, η ηπειρωτική Ευρώπη εμφανίζεται εξίσου ευάλωτη με τη Βρετανία, όπως διαμηνύουν η πτώση του ευρώ και η μεγάλη βουτιά των ευρωπαϊκών χρηματιστηρίων, με τους τραπεζιτικούς κολοσσούς σε ελεύθερη πτώση (μάλιστα, σήμερα έγινε γνωστό ότι ο πολύς Σόρος ποντάρισε στην κατάρρευση της Deutsche Bank). Επομένως, μια ακραία επιθετική γραμμή του Βερολίνου και των εταίρων τους θα μπορούσε να έχει πολύ οδυνηρές επιπτώσεις για τους ίδιους, ίσως χειρότερες από εκείνες που θα έχει για τους Βρετανούς. Αυτός είναι ένας από τους λόγους- πλάι τις γεωπολιτικές ανησυχίες για το μέλλον του ΝΑΤΟ- που επιβάλλει στους Αμερικανούς μια συγκρατημένη γραμμή “βελούδινου διαζυγίου” μεταξύ Ε.Ε. και Βρετανίας, ώστε να αποτραπούν ανεξέλεγκτες καταστάσεις.
Η μεγάλη αδυναμία του στρατοπέδου του Brexit έγκειται στην πολιτική του εκπροσώπηση από συντηρητικούς εκπροσώπους τμημάτων του αστισμού, που μάλιστα συγκρούονται μεταξύ τους ως προς το σχέδιό τους για τη χώρα τους. Η νεοφιλελεύθερη, ατλαντική γραμμή Τζόνσον προσανατολίζεται στην ενίσχυση της ειδικής σχέσης με τις ΗΠΑ και στην παραμονή της Βρετανίας στην Κοινή Αγορά, κάτι που προϋποθέτει όμως την αποδοχή της ελεύθερης διακίνησης πολιτών των άλλων ευρωπαϊκών χωρών. Κάτι τέτοιο αποτελεί “προδοσία” στα μάτια του ξενοφοβικού Κόμματος της Ανεξαρτησίας του Νάιτζελ Φαράτζ, που είχε επενδύσει κυρίως στην εχθρότητα απέναντι στους μετανάστες.
Σ' αυτό το φόντο γίνεται ήδη σαφής, και θα γίνει ακόμη σαφέστερη στο εγγύς μέλλον, η ανάγκη να βγουν δυναμικά στο προσκήνιο οι δυνάμεις του... Lexit, της εξόδου από τα αριστερά, προς όφελος των λαϊκών συμφερόντων, οι μόνες που μπορούν να εμπνεύσουν αυτοπεποίθηση στα ευρύτερα λαϊκά στρώματα και να δώσουν με νικοφόρο τρόπο τη δύσκολη μάχη της “επόμενης μέρας”. Κι αυτό ισχύει πολύ περισσότερο για τις υπόλοιπες, πλην Βρετανίας, χώρες που ασφυκτιούν στο περιβάλλον της “υπαρκτής Ε.Ε.” και ιδιαίτερα της ευρωζώνης. Η λυτρωτική έξοδος και η απαλλαγή από τη λιτότητα ή θα γίνουν από τα αριστερά ή δεν θα έρθουν καθόλου. Η οικοδόμηση ενός πανευρωπαϊκού μετώπου υπέρ του Lexit ποτέ δεν ήταν τόσο επιτακτικά αναγκαία.
Α.Θ.
ΙΣΚΡΑ