Όχι μόνον είναι ραγδαίες οι εξελίξεις, αλλά έχουν ανοίξει και όλα τα «μέτωπα» στην ευρύτερη γειτονιά μας. Μέσα σε μια εβδομάδα σημειώθηκαν δραματικά γεγονότα, με μπαράζ βομβιστικών – τρομοκρατικών επιθέσεων στην Τουρκία, στο Μπαγκλαντές, στη συνέχεια με την εκατόμβη των θυμάτων στο Ιράκ και τελευταία στη Σαουδική Αραβία. Επιθέσεις σε χώρες με ουσιαστική πολιτική και γεωπολιτική σημειολογία. Ταυτόχρονα, το Brexit, όχι μόνον άνοιξε τον ασκό του Αιόλου ως προς την οικονομική και την πολιτική συνοχή της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά προκάλεσε και μεγάλη σπαζοκεφαλιά στην Ουάσιγκτον και στα σχέδιά της για άμεση προώθηση του ΝΑΤΟ προς Ανατολάς. Θέμα που θα είναι το κύριο στη Σύνοδο Κορυφής του Οργανισμού στη Βαρσοβία, στις 8 και 9 Ιουλίου. Μάλιστα, παρά τις επανειλημμένες δηλώσεις του γενικού γραμματέα του ΝΑΤΟ, Γιενς Στόλτεμπεργκ, ότι η Βρετανία είναι και θα είναι στον σκληρό πυρήνα της στρατιωτικής Συμμαχίας, το Brexit φαίνεται ότι αλλάζει πολλά στοιχεία στην ατζέντα της Συνόδου Κορυφής.
Την ίδια στιγμή, στις 4 Ιουλίου, στο Παρίσι, με «πρωτοβουλία» της Γαλλίας, πραγματοποιήθηκε η Σύνοδος Κορυφής «Παρίσι – Βαλκάνια 2016», όπου προεξάρχοντα ρόλο παίζει η Γερμανία, η οποία είναι παρούσα δια της Άνγκελα Μέρκελ. Στη Σύνοδο παίρνουν μέρος οι Σερβία, Αλβανία, Βοσνία, Κόσοβο, Σκόπια, Μαυροβούνιο, καθώς και οι Γερμανία, Αυστρία, Κροατία, Ιταλία, Σλοβενία. Πρόκειται για μια γνωστή πρωτοβουλία, εδώ και χρόνια, υπό την πρωτοκαθεδρία της Γερμανίας, η οποία συχνά προώθησε προτάσεις, υπέρ των Σκοπίων και σε βάρος της Ελλάδος, καθώς και υπέρ άλλων χωρών των Δυτικών Βαλκανίων. Στην περίπτωση της προκειμένης Συνόδου, βέβαια, Γερμανία και Γαλλία επιδιώκουν να στείλουν το μήνυμα ότι αυτές είναι που χαράζουν την «εξωτερική πολιτική» της ΕΕ. Κάτι που έσπευσαν να «διατυμπανίσουν», αμέσως μετά το δημοψήφισμα για το Brexit, αν και είναι άκρως αμφίβολο εάν θα το πετύχουν ή ακόμα κι αν θα το προσπαθήσουν πραγματικά.
Στο «τρίγωνο» Μόσχα – Άγκυρα – Τελ Αβίβ
Σε αυτό το σκηνικό, εξαιρετικά σημαντικές για την Ελλάδα, είναι οι διαφημιζόμενες ως κινήσεις «επαναπροσέγγισης» Τουρκίας – Ρωσίας και Ισραήλ – Τουρκίας. Πολλοί έσπευσαν να προκαταλάβουν εξομάλυνση των σχέσεων ανάμεσα σε αυτές τις τρεις χώρες. Την ίδια ημέρα που ανακοινώθηκε η συμφωνία Τελ Αβίβ – Άγκυρας, το μέγαρο Μαξίμου -με ασυνήθιστη πρεμούρα- διέρρευσε τηλεφωνική επικοινωνία Νετανιάχου – Τσίπρα, κατά την οποία ο πρώτος διαβεβαίωσε τον δεύτερο ότι δεν πρέπει να ανησυχεί για τις ελληνο-ισραηλινές σχέσεις και ότι αυτές δεν θα επηρεαστούν από τη συμφωνία με την Άγκυρα. Διπλωματικοί κύκλοι, μάλιστα, προσέθεταν ότι η συμφωνία Τουρκίας – Ισραήλ επουδενί συνεπάγεται την θεαματική καλυτέρευση των σχέσεων των δυο χωρών και πολύ περισσότερο την πλήρη εξομάλυνση.
Να σημειωθεί, ωστόσο, πως, κατά πληροφορίες που έχουν δει το φως της δημοσιότητας από παλαιστινιακά ΜΜΕ, στις ισραηλινό-τουρκικές συνομιλίες, ετέθη ζήτημα να ανοίξει μια θαλάσσια γραμμή από κατεχόμενο λιμάνι της Κύπρου, προς τη Γάζα. Επίσης, στις συνομιλίες που ξεκίνησαν, με τον Ερντογάν να απαιτεί από τους Ισραηλινούς πριν από οκτώ χρόνια να ζητήσουν συγγνώμη για τη δολοφονία των Τούρκων που επέβαιναν στο πλοίο «Μαβί Μαρμαρά», το οποίο είχε στόχο να σπάσει τον αποκλεισμό της Γάζας, έγινε λόγος για πλωτό λιμάνι καθώς και τουρκικό πλοίο ηλεκτροδότησης στη θαλάσσια περιοχή της Γάζας. Προς το παρόν, βέβαια, οι Ισραηλινοί επέτρεψαν στην Τουρκία να κάνει μόνον συμβολικές κινήσεις για να δικαιολογήσει την πολυετή διαφήμιση που έχει κάνει στον εαυτό της ως «προστάτη των Παλαιστινίων». Ειδικότερα, επέτρεψε σε ένα τουρκικό πλοίο να μεταφέρει ανθρωπιστική βοήθεια. Κι αυτή, όχι στη Γάζα, αλλά σε ισραηλινό λιμάνι. Από εκεί, με νταλίκες στη Γάζα. Εάν πάντως επιβεβαιωθούν τα περί λιμένος στα κατεχόμενα κυπριακά εδάφη, τότε θα πρόκειται για σοβαρότατο «άδειασμα» της Λευκωσίας εκ μέρους του Τελ Αβίβ. Άκρως ενδιαφέρον είναι, ακόμα, ότι τελευταία σε ισραηλινά ΜΜΕ εμφανίστηκαν πληροφορίες, σύμφωνα με τις οποίες βρίσκει σύμφωνο το Ισραήλ η πρόταση (τουρκική) να μεταφερθεί το φυσικό αέριο που θα βρεθεί στη ΝΑ Μεσόγειο στις αγορές, με αγωγό μέσω Τουρκίας.
Στο μεταξύ, αυτό που προκάλεσε ακόμα μεγαλύτερη αίσθηση -αν και όχι τόσο, για τους παροικούντες την Ιερουσαλήμ- ήταν η επιστολή Ερντογάν προς τον Πούτιν, με τη «συγγνώμη» του για την κατάρριψη του ρωσικού μαχητικού αεροσκάφους από τουρκικό μαχητικό, η τηλεφωνική επικοινωνία που ακολούθησε ανάμεσά τους, κατόπιν η προ ημερών συνάντηση Λαβρόφ – Τσαβούσογλου, στη νότια Ρωσία, οι δηλώσεις τους ότι «Τουρκία και Ρωσία πρέπει να συνεργαστούν για να δοθεί μια πολιτική λύση στην κρίση στη Συρία», καθώς και ότι Πούτιν – Ερντογάν μπορεί να συναντηθούν τον Αύγουστο στη νότιο Ρωσία και τέλος η φρέσκια δήλωση του Τούρκου υπουργού Εξωτερικών ότι «η Τουρκία είναι έτοιμη να συνεργαστεί με τη Ρωσία στο πλαίσιο της συμμαχίας κατά του ISIS». Να σημειωθεί ότι στα ΜΜΕ εμφανίστηκε η πληροφορία, ότι ο Μεβλούτ Τσαβούσογλου είχε δηλώσει πως η Τουρκία θα διαθέσει –και- στη Ρωσία (εκτός των ΗΠΑ και της Γερμανίας) τη βάση Ινσιρλίκ. Λίγο μετά, τα τουρκικά ΜΜΕ ανέφεραν ότι ο ίδιος το διέψευσε (!).
Ανοικτή παρτίδα
Εάν πράγματι η Τουρκία έχει αλλάξει τακτική στην περιοχή, επειδή ο Ερντογάν έχει ανοίξει πάρα πολλά μέτωπα εντός και εκτός της χώρας και αδυνατεί να τα βγάλει πέρα σε όλα, μένει να απαντηθεί. Από την άλλη, όπως γράφτηκε σε μερίδα του ελληνικού Τύπου, κατά τη διάρκεια της Συνόδου υπουργών Αμύνης του ΝΑΤΟ, προ εβδομάδων, ο Τούρκος υπουργός εμφανίστηκε να δηλώνει εκεί ότι υπάρχει ενδεχόμενο διαλόγου με τη Ρωσία, «από θέση ισχύος». Ήταν μια δήλωση στην -κεκλεισμένων των θυρών- Σύνοδο, όπου μετείχε και ο κ.Π.Καμμένος, προτού διαρρεύσει το Κρεμλίνο την επιστολή Ερντογάν προς τον Πούτιν.
Αναμφισβήτητα, ούτε λόγος να γίνεται για «θέση ισχύος» της Τουρκίας. Πόσω μάλλον, όταν ο τουρισμός της έχει βυθιστεί εξαιτίας τόσο της κατάρριψης του ρωσικού αεροσκάφους, όσο και των πάμπολλων βομβιστικών ενεργειών στη χώρα. Ούτε, όμως, και για «θέση ισχύος» της Μόσχας. Μια προσωρινή εκεχειρία είναι, που μένει να φανεί εάν θα μετατραπεί σε μόνιμη. Και οι δυο τους, άλλωστε, έχουν οικονομικά και γεωπολιτικά συμφέροντα που συμπίπτουν, αλλού περισσότερο και αλλού λιγότερο. Σε κάποια, βέβαια, καθόλου. Το μόνο σίγουρο είναι ότι δεν τους ωφελεί η ακραία αντιπαράθεση. Και αυτός είναι ο λόγος που ξεκίνησε η σταδιακή –πλην όμως ταχεία- καλυτέρευση των σχέσεών τους. Σύμφωνα με εκτιμήσεις διπλωματών, όμως, όχι η πλήρης αποκατάσταση των στενότατων σχέσεων, τουλάχιστον έτσι όπως ήταν τα προηγούμενα χρόνια.
Δεν αποκλείεται όλα αυτά να έχουν βάση. Πόσω μάλλον, όταν ο Ερντογάν «καίγεται», όχι μόνον για το Συριακό, το Ιρακινό, αλλά και για το Κουρδικό ζήτημα εντός της χώρας του, αλλά και επειδή επιδιώκει το ταχύτερο να μετασχηματίσει το σύστημα σε Προεδρικό και να αποκτήσει εξουσίες … σουλτάνου. Να σημειωθεί, επιπλέον, ότι «κόντρα» Τουρκίας - Ρωσίας δεν υφίσταται μόνο στο Συριακό, αλλά, για παράδειγμα, και για την τατάρικη μειονότητα στην Κριμαία, όπως και για το Ναγκόρνο Καραμπάχ. Ως γνωστόν, μόλις προ μηνών εκδηλώθηκε μίνι στρατιωτική αντιπαράθεση στην περιοχή που είναι στην κυριότητα της Αρμενίας, με επίθεση από το Αζερμπαϊτζάν, η οποία αποκρούστηκε. Κάτι που ερμηνεύθηκε ως προσπάθεια της Άγκυρας, μετά από την κατάρριψη του ρωσικού αεροσκάφους, να στείλει ένα μήνυμα προς τη Μόσχα, ότι είναι σε θέση να ανοίξει σε βάρος της ένα ακόμα μέτωπο.
Σε αυτό το άκρως επικίνδυνο παιχνίδι, να προστεθεί ότι πολλοί βλέπουν προσωρινή συμμαχία της Μόσχας - Ουάσιγκτον στο Συριακό, με υποστήριξη των Κούρδων κατά των τζιχαντιστών, και, εμμέσως πλην σαφώς, κατά του Ερντογάν, τον οποίον κάποιοι εκτιμούν ότι οι ΗΠΑ θέλουν να ανατρέψουν. Εάν σε όλα αυτά προστεθεί η μερική «εξομάλυνση» των σχέσεων Δύσης – Ιράν, τότε πράγματι η ισχύς της Τουρκίας ατονεί κι’ άλλο. Αν και κάπως την κατάσταση εξισορροπεί η μεγάλη αντιπαλότητα Ιράν – Σαουδικής Αραβίας. Η «μεγάλη αραβική» χώρα, επίσης, που βρίσκεται στα μαχαίρια με την Τουρκία, και αυτό δεν φαίνεται να αλλάζει άμεσα, είναι η Αίγυπτος, λόγω της προ ετών ανατροπής και φυλάκισης του «Αδελφού μουσουλμάνου» προέδρου της χώρας από τους στρατιωτικούς.
Ο ρόλος της Αθήνας
Όπως και να’ χει, σίγουρο είναι ότι σημαντικοί γεωπολιτικοί παίκτες, όπως οι Ρωσία, Ισραήλ, Τουρκία, προβαίνουν σε πολύ σοβαρές κινήσεις στην εκρηκτική σκακιέρα της περιοχής μας. Η Ελλάδα, από τη μεριά της, αγκομαχάει για να ακολουθήσει αυτές τις εξελίξεις. Εξασθενημένη οικονομικά από την κρίση και τα μνημόνια, κινδυνεύει να μείνει ανεξεταστέα και… γεωπολιτικά. Μάλιστα, ο γεωπολιτικός ρόλος της δεν αποκλείεται να εξασθενίσει περαιτέρω, εάν το πάνω χέρι στην «εξωτερική πολιτική» της ΕΕ πάρει η Γερμανία, η οποία, έως τώρα, παίζει καθαρά «εθνικό» παιχνίδι και ερωτοτροπεί σε σημαντικό βαθμό, ανάλογα με τη συγκυρία, με την Τουρκία. Εάν συνεχιστεί αυτή η κατάσταση, ο κίνδυνος να γίνει η Ελλάδα ουραγός των εξελίξεων είναι ορατός.
Διπλωματικοί κύκλοι ισχυρίζονται ότι, έτσι όπως εξελίσσονται τα πράγματα στην Ευρώπη και την περιοχή μας, τα συμφέροντα της Αθήνας ταυτίζονται σε μεγάλο βαθμό με αυτά της Ουάσιγκτον, και, ως εκ τούτου, απαιτείται μια ισορροπημένη μεν τακτική ανάμεσα στην ΕΕ και τις ΗΠΑ, αλλά η πλάστιγγα να κλίνει προς τη μεριά του Ατλαντικού. Ποια βήματα έχουν γίνει –αν έχουν γίνει- προς αυτή την κατεύθυνση, παραμένει αδιευκρίνιστο. Ο αμερικανικός παράγων, εξάλλου, εκτός από τις δημόσιες δηλώσεις στήριξης προς την Ελλάδα, δεν έχει δείξει να έχει παίξει καταλυτικό ρόλο απέναντι στις καταστροφικές πολιτικές που ακολουθούν οι «εταίροι» προς τη χώρα μας. Είναι προφανές, βέβαια, ότι ουδέποτε η Ουάσιγκτον θα «βομβαρδίσει» το Βερολίνο για τα … μάτια της Αθήνας. Εξίσου σαφές είναι, επίσης, ότι, εάν αλλάξουν τα πράγματα στην Τουρκία, οι ΗΠΑ θα σπεύσουν να αποκαταστήσουν τις σχέσεις τους με την Άγκυρα. Όπως και το Ισραήλ. Και ψευδαισθήσεις δεν πρέπει να υπάρχουν.
Εάν, λοιπόν, στόχος αυτής ή κάποιας άλλης ελληνικής κυβέρνησης, είναι να επιλέξει σε ποιο άρμα θα δέσει τη χώρα, και σε ποιόν ισχυρό θα την πουλήσει, αυτό είναι αδιάφορο. Το ζητούμενο δεν μπορεί να είναι ποιου αποικία θα είμαστε. Σε εξαιρετικά δύσκολες για τη χώρα συνθήκες, σε μια περιοχή που κυριολεκτικά φλέγεται, και που οι σημερινές εξελίξεις θα καθορίσουν το μέλλον της για πολλά χρόνια, μια εξασθενημένη γεωπολιτικά Ελλάδα κινδυνεύει να υποστεί δραματικές ήττες. Κυβέρνηση και αντιπολίτευση, ειδικά στον τομέα της εξωτερικής πολιτικής και της άμυνας, υποχρεούνται να αρθούν στο ύψος των περιστάσεων. Διαφορετικά, θα χρεωθούν, όχι μόνον την οικονομική καταστροφή, αλλά και πιθανές εθνικές τραγωδίες. Και αυτές δεν θα τις συγχωρέσει κανείς. Και ο νοών νοείτω. Ειδικά, στη ΝΔ, ως αξιωματική αντιπολίτευση, που είναι επιφορτισμένη να ελέγχει αυστηρά την κυβέρνηση, καιρός είναι κάποιοι «παράγοντές» της να σταματήσουν να «κλαψουρίζουν», επειδή απώλεσαν τις στενές σχέσεις που είχαν στο παρελθόν με ισχυρούς αμερικανικούς κύκλους, λόγω της κυβερνητικής αλλαγής, και να ασκήσουν ουσιαστική και δυναμική αντιπολίτευση προς όφελος της χώρας, και όχι προς όφελος της «πελατείας» τους.