Άρης Οικονόμου
analyst.gr
Ίσως αποδειχθεί πως η σημερινή κρίση βιώνεται μεν σε αργή κίνηση, αλλά είναι πολύ μεγαλύτερη από αυτήν του 2008 – ενώ τόσο οι κεντρικές τράπεζες, όσο και τα κράτη, αφενός μεν έχουν υπερχρεωθεί, αφετέρου δεν έχουν πια όπλα για να την αντιμετωπίσουν.
.
Λίγες ημέρες μετά το BREXIT, οι αγορές επανήλθαν στη γνώριμη τους κατάσταση, με πρώτο το χρηματιστήριο της Βρετανίας – αν και εξαρτάται από ποιόν δείκτη συνάγει κανείς τα συμπεράσματα του.
Ειδικότερα, ο βασικός δείκτης του Λονδίνου, ο FTSE 100, ανέκτησε γρήγορα τις ζημίες του – γεγονός που οφείλεται όμως στο είδος των εταιρειών που συμμετέχουν, αφού οι περισσότερες από αυτές δραστηριοποιούνται κυρίως στο εξωτερικό. Ως εκ τούτου ωφελούνται σε μεγάλο βαθμό από την πτώση της ισοτιμίας της στερλίνας – μέσω της οποίας τα προϊόντα τους γίνονται φθηνότερα στις διεθνείς αγορές, άρα αυξάνεται ο τζίρος τους.
Αντίθετα, ο δείκτης FTSE 250, στον οποίο οι περισσότερες επιχειρήσεις που συμμετέχουν δραστηριοποιούνται στο εσωτερικό της χώρας, υπέφερε πιο πολύ – όπως φαίνεται από το γράφημα που ακολουθεί.
Επεξήγηση γραφήματος: Εξέλιξη των βρετανικών δεικτών FTSE 100 (κόκκινη καμπύλη) και FTSE 250 (μαύρη καμπύλη)
.
Σε κάθε περίπτωση, ο πλέον κατάλληλος δείκτης μέτρησης των συνεπειών του δημοψηφίσματος είναι το νόμισμα – το οποίο υποτιμήθηκε σε μεγάλο βαθμό, με την πτωτική του πορεία να φαίνεται πως θα συνεχιστεί (γράφημα).
Επεξήγηση γραφήματος: Εξέλιξη της ισοτιμίας της στερλίνας σε σχέση με το δολάριο – στα χαμηλότερα επίπεδα των τελευταίων τριάντα ετών.
.
Οι υπόλοιποι δείκτες όμως είναι εξίσου σημαντικοί, όσον αφορά τα αποτελέσματα του δημοψηφίσματος για τη Βρετανία – όπως αυτοί των κατασκευαστικών, καθώς επίσης πολλών άλλων επιχειρήσεων της πραγματικής οικονομίας, οι οποίοι έχουν επηρεαστεί αρκετά αρνητικά. Το ίδιο συμβαίνει με τις εταιρείες ακίνητης περιουσίας, από τις οποίες οι επενδυτές αποσύρουν μαζικά τα χρήματα τους – γεγονός που σημαίνει ότι, φοβούνται πως θα «εκραγεί» η φούσκα των ακινήτων.
Επομένως πρόκειται για πολύ ανησυχητικά σημάδια, τα οποία θα φανούν αργότερα – ειδικά εάν διατηρηθεί η πολιτική αστάθεια, μετά τις αλλεπάλληλες παραιτήσεις των ηγετών των κομμάτων, συμπεριλαμβανομένου του πρωθυπουργού. Πόσο μάλλον όταν κανένας δεν ξέρει πώς θα είναι η επόμενη κυβέρνηση και πόσον καιρό θα παραμείνει στην εξουσία, ενώ η αντιπολίτευση στο κοινοβούλιο έχει νεκρωθεί – με το μέλλον του κόμματος των εργατικών να είναι εντελώς ασαφές.
Δεν γνωρίζει επίσης κανείς πότε και εάν θα ενεργοποιηθεί το άρθρο 50 της συνθήκης της Λισσαβόνας, έτσι ώστε να ξεκινήσει η τυπική διαδικασία της εξόδου της χώρας από την ΕΕ – η οποία δεν είναι καθόλου βέβαιη (ανάλυση), αφού διαπιστώθηκε πλέον πως κανένα κόμμα δεν ήταν ανάλογα προετοιμασμένο.
Το γεγονός δε, σύμφωνα με το οποίο τώρα διεξάγονται συνταγματικές συζητήσεις που αφορούν το θέμα ενώ, εκτός από τη διαπραγμάτευση με την ΕΕ, θα πρέπει το κοινοβούλιο να εξετάσει χιλιάδες νόμους και διατάξεις από τη δεκαετία του 1970 και μετά, έτσι ώστε να τα καταργήσει ή να τα διαφοροποιήσει, δεν διευκολύνει καθόλου τα συμπεράσματα – αφού πρόκειται για εργασίες πού θα τρόμαζαν την οποιαδήποτε κυβέρνηση.
Περαιτέρω, η πλέον πιθανή διάδοχος του πρωθυπουργού στην ηγεσία του κόμματος, δήλωσε πως δεν θα ενεργοποιήσει το άρθρο 50, πριν γίνει γνωστή η διαπραγματευτική θέση της Βρετανίας απέναντι στην ΕΕ – τι ακριβώς θα της προταθεί δηλαδή, ως βάση της συμφωνίας της. Αντίθετα, πολλά υψηλά στελέχη της ΕΕ έχουν ανακοινώσει ότι, δεν θα υπάρξουν κανενός είδους συνομιλίες με τη Βρετανία προτού κατατεθεί το αίτημα αποχώρησης της – γεγονός που σημαίνει ότι, η κατάσταση θα παραμείνει ως έχει, ισόπαλη στο διηνεκές, χωρίς αποτέλεσμα, έως ότου κάποια από τις δύο παρατάξεις αναλάβει πρωτοβουλία.
Ίσως λοιπόν μεσολαβήσουν οι εκλογές στις δύο μεγαλύτερες χώρες της ΕΕ, οι οποίες έχουν προγραμματισθεί για το 2017 – πρώτα στη Γαλλία και μετά στη Γερμανία. Εν τω μεταξύ βέβαια θα μπορούσε η Βρετανία να βυθιστεί σε ύφεση, να αυξηθεί η ανεργία, να προκηρυχθούν πρόωρες εκλογές ή να ανακοινωθεί ένα δεύτερο δημοψήφισμα – ενώ, κάτω από αυτές τις προϋποθέσεις, ασφαλώς δεν θα διενεργηθούν νέες επενδύσεις, οπότε θα επιδεινωθεί η κατάσταση της οικονομίας της.
Εν τούτοις, οι αγορές δεν ανησυχούν τόσο για τη Βρετανία, ούτε για τις εκλογές της Γαλλίας και της Γερμανίας το επόμενο έτος – αλλά για την Ιταλία, η οποία βιώνει την κατάρρευση του χρηματοπιστωτικού της συστήματος (άρθρο), αρνούμενη πλέον να εφαρμόσει τους κανόνες που ψήφισε η Ευρωζώνη (Bail in). Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με τα τεράστια προβλήματα που αντιμετωπίζει η πραγματική της οικονομία (ανάλυση), καθιστά αβέβαιη την παραμονή της στην Ευρωζώνη – αφού είναι αυτονόητο πως είναι αδύνατον να επιλυθούν εντός της νομισματικής ένωσης.
Εκτός αυτού, τον Οκτώβριο θα διεξαχθεί στην Ιταλία ένα πολύ σημαντικό δημοψήφισμα, όσον αφορά μία συνταγματική μεταρρύθμιση – όπου, εάν ο πρωθυπουργός της χώρας χάσει, τότε η προκήρυξη εκλογών θα είναι θέμα χρόνου. Λογικά λοιπόν συμπεραίνεται πως η Ιταλία είναι ο πλέον αδύναμος κρίκος της Ευρωζώνης, όπως είχε χαρακτηρισθεί στο παρελθόν η Ελλάδα – με τις εξής όμως μεγάλες διαφορές:
(α) Το τραπεζικό της σύστημα είναι σε πολύ άσχημη κατάσταση, με τα κόκκινα δάνεια να υπολογίζεται πως πλησιάζουν στα 400 δις € ή στο 20% του ΑΕΠ της – ενώ θεωρείται ότι θα απαιτηθούν τουλάχιστον 565 δις € για τη διάσωση του, εάν δεν υπάρξουν μεγάλες καθυστερήσεις. Αντίθετα, η Ελλάδα το 2010 δεν είχε σημαντικά τραπεζικά προβλήματα, τα οποία προέκυψαν μετά την υπαγωγή της στο ΔΝΤ – όπου λόγω της πολιτικής που της επιβλήθηκε αυξήθηκαν τα κόκκινα δάνεια, ενώ το PSI ήταν αυτό προκάλεσε κυρίως ζημίες στις τράπεζες.(β) Το δημόσιο χρέος της σήμερα, ως προς το ΑΕΠ της, πλησιάζει το 140%. Είναι επομένως υψηλότερο από αυτό της Ελλάδας, πριν και μετά την πρόσθεση των χρεών των δημοσίων εταιρειών στα ελλείμματα του προϋπολογισμού της – όπου το χρέος εκτοξεύθηκε στο 128% από 112% περίπου (το έλλειμμα στα -36 δις €).Εκτός αυτού, δεν έχει γίνει ο ανάλογος με την Ελλάδα έλεγχος των στατιστικών της ενώ, το σημαντικότερο, το δημόσιο χρέος σε απόλυτο μέγεθος πλησιάζει τα 2,2 τρις € – είναι δηλαδή πάνω από επτά φορές υψηλότερο από το αντίστοιχο της Ελλάδας, οπότε εκτός των οικονομικών δυνατοτήτων του ευρωπαϊκού μηχανισμού διάσωσης.
Περαιτέρω, εάν τυχόν προκηρυχθούν εκλογές, θεωρείται πολύ πιθανόν να κερδίσει το κόμμα των πέντε αστέρων, το οποίο έχει τοποθετηθεί υπέρ της εξόδου της Ιταλίας από την Ευρωζώνη – ενώ δεν είναι το μοναδικό. Σε μία τέτοια περίπτωση, θα διεξαγόταν ένα δημοψήφισμα ανάλογο με αυτό της Βρετανίας – όπου όμως το θέμα δεν θα ήταν η έξοδος από την ΕΕ, αλλά από την Ευρωζώνη (η οποία προϋποθέτει την αποχώρηση από την ΕΕ).
Λογικά λοιπόν οι αγορές, οι οποίες συνήθως προεξοφλούν τα γεγονότα είτε λαμβάνοντας θέση, είτε αποστασιοποιούμενες, έχουν επανέλθει σε κατάσταση ανισορροπίας – θεωρώντας πολύ σωστά ότι, το ευρώ είναι σήμερα το πλέον επικίνδυνο νόμισμα του πλανήτη. Εάν τώρα η ΕΕ δεν υιοθετήσει άμεσα μέτρα αντιμετώπισης της κρίσης, όσο πιο μαζικά και περισσότερα γίνεται, οι αγορές δεν πρόκειται να ησυχάσουν – οπότε ίσως αποδειχθεί πως η σημερινή κρίση, την οποία βιώνουμε σε αργή κίνηση, είναι μεγαλύτερη αυτής του 2008, ενώ τόσο οι κεντρικές τράπεζες, όσο και τα υπερχρεωμένα κράτη, δεν έχουν πλέον όπλα για να την αντιμετωπίσουν.