Οι διαφωνίες υπουργών με πτυχές της κυβερνητικής πολιτικής είναι δεδομένες και έχουν επισημανθεί. Μάλιστα ποικίλλουν και οι ερμηνείες αυτού του γεγονότος. Άλλοι τις αποδίδουν στο προσυνεδριακό κλίμα, άλλοι σε μια πολιτική επιλογή συνειδητής πολυγλωσσίας, άλλοι στην αδυναμία προσαρμογής κυβερνητικών στελεχών στην σκληρή μνημονιακή πραγματικότητα.
Χωρίς να θέλω να παραβλέψω όλες τις παραπάνω εύλογες εξηγήσεις, θα προσπαθήσω να δω μήπως αυτό το φαινόμενο έχει τις ρίζες του στην ιδιοσυστασία του ΣΥΡΙΖΑ, δηλαδή μήπως τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά πάνω στα οποία συγκροτήθηκε ως κόμμα, είναι οι γενεσιουργοί παράγοντες όλων αυτών δυσλειτουργιών. Και βέβαια, όταν αναφέρομαι στον ΣΥΡΙΖΑ δεν εννοώ το πασοκικό τσούρμο που μυρίστηκε εξουσία και μπήκε μέσα, αλλά στον σκληρό, αρχικό, μαρξιστικό πυρήνα γύρω από τον οποίον χτίστηκε το κόμμα.
Αυτά τα προβλήματα πολυφωνίας ανέκυψαν ευθύς ως σχηματίστηκε η πρώτη κυβέρνηση τον Ιανουάριο 2015. Έγινε αμέσως αντιληπτό πως η κυβερνητική πρακτική απαιτεί μια ενιαία πολιτική γραμμή, κάτι που ναρκοθετούσε τα ίδια τα θεμέλια συγκρότησης του ΣΥΡΙΖΑ, δηλαδή τις συνιστώσες. Μοιραία λοιπόν, φτάσαμε στο «ξεκαθάρισμα» του καλοκαιριού του 2015, με την πολιτική ήττα του Αριστερού Ρεύματος.
Έχω την αίσθηση πως πολύ σύντομα θα βρεθεί ο ΣΥΡΙΖΑ σε παρόμοια κατάσταση. Φαίνεται πως υπάρχουν στον εναπομείναντα βασικό πυρήνα του ουσιώδεις αποκλίσεις σε κεντρικά θέματα, που εμποδίζουν την οποιαδήποτε παραγωγή κυβερνητικού έργου. Είναι ένα πρόβλημα που η ηγετική ομάδα θα πρέπει να το αντιμετωπίσει, ούτως ή άλλως.
Στα κόμματα πολιτικής ενότητας, η εξουσία έχει συγκολλητική δύναμη. Παραμερίζει διαφορές, συγκαλύπτει προβλήματα, συμβιβάζει καταστάσεις. Είναι, σε τελική ανάλυση, μια προωθητική δύναμη. Στα κόμματα όμως ιδεολογικής ενότητας, δηλαδή σε αυτά που συγκροτούνται πάνω στις αρχές μιας κοσμοθεωρίας, η εξουσία λειτουργεί στις περισσότερες περιπτώσεις αποσταθεροποιητικά, καθώς μια ιδεολογία μπορεί να έχει πολλές ερμηνείες από τις οποίες να προκύπτουν διαφορετικές πολιτικές. Απεναντίας, η κυβερνητική πολιτική για να είναι αποτελεσματική πρέπει να είναι ενιαία, συγκροτημένη και αδιαμφισβήτητη.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα όλων των παραπάνω αποτελούν οι δηλώσεις του κ. Κυρίτση για τους δύο τρομοκράτες και την τρομοκρατία. Ειπώθηκε, πως απευθυνόταν στο πολιτικό ακροατήριο του. Δηλαδή, ο κ. Κυρίτσης προκάλεσε το κοινό αίσθημα εκατομμυρίων Ελλήνων για να ικανοποιήσει χίλιους μπαχαλάκηδες; Δεν το νομίζω, γιατί είναι ευφυής άνθρωπος. Με τις δηλώσεις του αυτές έκανε κάτι πολύ πιο απλό. Προσπάθησε να μεταφέρει στην κοινωνία τις αντιλήψεις για την τρομοκρατία, ενός σημαντικού μέρους του ιστορικού ΣΥΡΙΖΑ. Οι δηλώσεις του είχαν «διαπαιδαγωγικό» χαρακτήρα. « Εμείς αυτά πιστεύουμε.»
Δεν πρέπει να λησμονούμε την πάγια θέση τους, απόρροια της μαρξιστικής-λενινιστικής παιδείας τους. « Δεν κάνουμε ιδεολογικές εκπτώσεις για να γίνουμε αποδεκτοί από την μέση αντίληψη της κοινωνίας. Επιδιώκουμε να φέρουμε την κοινωνία στις δικές μας θέσεις.» Η φωτισμένη πρωτοπορία δεν κάνει ιδεολογικές και πολιτικές παραχωρήσεις. Πορεύεται αταλάντευτα και το πλήθος ακολουθεί.
Συνεπώς, μέσα στον ΣΥΡΙΖΑ εξακολουθεί να μαίνεται μια μάχη ιδεών που είναι συνέχεια των όσων έγιναν το περσινό καλοκαίρι. Μάλλον, η μια διάσπαση έλυσε προσωρινά τα προβλήματα. Ίσως χρειαστεί και μια ακόμα, για να μπορέσει η ηγετική ομάδα να αποκτήσει τον πλήρη έλεγχο της κατάστασης. Αλλά αυτό το τόλμημα επειδή αγγίζει την κυβερνητική σταθερότητα, απαιτεί και άλλες βαθύτερες επιλογές. Πάντως η άσκηση εξουσίας με την συγκεκριμένη πολυφωνική μορφή έφτασε στα όρια της. Πολύ δε περισσότερο, που και ο μαέστρος είναι ανύπαρκτος.