Στην μακρά Ιστορία των σχέσεων των δύο αυτών χωρών, σπάνιες είναι οι φορές που δεν ευρίσκοντο σε αντιπαράθεση ή πόλεμο. Η τελευταία φορά που συνεργάστηκαν ήταν πριν σχεδόν 100 χρόνια όταν οι Μπολσεβίκοι βοήθησαν τον Κεμάλ να επιβιώσει, δίδοντας του όπλα και χρήματα, χωρίς τα οποία δεν θα υπήρχε Τουρκικός Στρατός. Η Τουρκία ήταν η πρώτη χώρα που αναγνώρισε την Σοβιετική Ρωσία με επιστολή του Κεμάλ προς τον Λένιν το 1919.
Από τότε έχει κυλίσει πολύς καιρός. Στην μακραίωνα η Ιστορία των δύο χωρών οι πόλεμοι μεταξύ τους είναι το σύνηθες από το 1568 έως το 1917. Οι πόλεμοι αυτοί τελείωσαν όλοι με ήττα της Τουρκίας.
Όταν το 1960 ο τότε Τούρκος Πρωθυπουργός προσέγγισε, για πρώτη φορά την ΕΣΣΔ, για δάνεια και επενδύσεις, ανετράπη και απαγχονίστηκε με το πρώτο μεταπολεμικό στρατιωτικό κίνημα της Τουρκίας, που θεωρείται ότι είχε την έγκριση των ΗΠΑ.
Έκτοτε οι σχέσεις Τουρκίας και ΗΠΑ ήταν πολύ στενές, όπως και στην αρχή της διακυβέρνησης Ερντογάν.
Οι Γεωπολιτικοί λόγοι της στενής σχέσης ΗΠΑ-Τουρκίας είναι πολύπλευρα ισχυροί.
Ο πρώτος και παλαιότερος λόγος είναι τα Δαρδανέλλια. Μόνο με την διέλευση μέσω αυτών μπορεί η Ρωσία να έχει παρουσία στην Μεσόγειο, στην Μέση Ανατολή και στην Ανατολική Αφρική.
Οι ΗΠΑ το 1946 εστάθμευσαν εκεί το θωρηκτό Missouri για να αποτρέψουν κάθε Σοβιετική Ιδέα για κυριαρχία των Στενών.
Ο δεύτερος λόγος είναι ότι εκεί σταθμεύουν τα πλησιέστερα προς την Ρωσία, και συνεπώς τα πιο επικίνδυνα για αυτήν, πυρηνικά όπλα των ΗΠΑ, τα οποία είναι πολύ ισχυρά.
Ο τρίτος λόγος ό οποίος είναι ιδιαίτερα σημαντικός στην εποχή μας είναι η Γεωστρατηγική θέση της Τουρκίας στην Μέση Ανατολή.
Έχοντας κοινά σύνορα με την Γεωργία, Αρμενία, Ιράν, Ιράκ, Συρία, μακρά ακτογραμμή στον Εύξεινο Πόντο και σύνορα με Ελλάδα και Βουλγαρία η Τουρκία είναι ακρογωνιαίος γεωπολιτικός λίθος στην περιοχή.
Έχει 80 εκατομμύρια πληθυσμό, μεγάλη Οικονομία και τον δεύτερο μεγαλύτερο Στρατό του ΝΑΤΟ.
Η Τουρκία δεν ήταν ποτέ μία Δυτική Κοινωνία. Απλά η διοικούσα ελίτ, από τον Κεμάλ, που ήταν άθεος, και μετά, επέλεξε να μιμηθεί τον Δυτικό κοσμικό τρόπο ζωής επιφανειακά, και μόνο στα μεγάλα αστικά κέντρα όπως η Κωνσταντινούπολη και στα δυτικά παράλια της Μικράς Ασίας και εκεί αυτό έγινε αποδεκτό. Για όσους γνώρισαν από την δεκαετία του 1970 την Άγκυρα και την Ανατολία, η εντελώς ασιατική/μουσουλμανική Τουρκία εκεί, ήταν και παραμένει εκτός Δύσης.
Η Δύση χρειάζεται για τους ανωτέρω και άλλους λόγους την Τουρκία. Για αυτό βοήθησε την δυτικόφιλη ελίτ να πλουτίσει και να κυριαρχήσει είτε με κάποια μορφή δημοκρατίας είτε με τους Στρατηγούς.
Όμως ο μεγάλος τουρκικός πληθυσμός εκτός Μικρασιατικών παραλίων δεν εγνώρισε ευημερία μέχρις ότου ενδιαφέρθηκαν για αυτόν οι Ισλαμιστές οι οποίοι διέγνωσαν μια νέα ισχυρή βάση εξουσίας, την Ισλαμική.
Το κορύφωμα της νέας αυτής βάσης είναι ο Ερντογάν.
Αρχικά ο Ερντογάν ήταν «Φίλος» της Δύσης. Όταν διέλυσε τον Κεμαλισμό στο Στράτευμα η Δύση δεν παρενέβη διότι θεώρησε ότι είχε τον άνθρωπο της στην εξουσία.
Ο Ερντογάν είχε άλλα σχέδια. Το 2009 προσέβαλε δημόσια τον Πρόεδρο του Ισραήλ Πέρες στο Νταβός. Το 2010 συνέβη το επεισόδιο με το Μαβί Μαρμαρά και διέλυσε επίσης την εύθραυστη σχέση με την Αρμενία. Με αφορμή το Μαβί Μαρμαρά άρχισε τις προστριβές το 2011 με τον Πρόεδρο Ομπάμα. Συνέχισε με προστριβές με το Ισραήλ και το Αζερμπαϊτζάν και το 2013 διέλυσε τις σχέσεις του με την Αίγυπτο λόγω Αδελφών Μουσουλμάνων.
Όμως το μεγαλύτερο γεωστρατηγικό του λάθος ήταν η εμπλοκή του στον Συριακό εμφύλιο.
Γκρεμίζοντας τις σχέσεις πού ο ίδιος είχε αποκαταστήσει με την Συρία και την οικογένεια Άσσαντ δήλωσε επίσημα το 2011 ότι: «Οι μέρες του Άσσαντ είναι μετρημένες». Και υποσχέθηκε ότι η Κυβέρνηση του θα έδιωχνε τον Άσσαντ από την εξουσία.
Άρχισε την στενή σχέση και υλική και πολιτική βοήθεια με το Ισλαμικό Κράτος και τον χρηματοδότη του, την Σαουδική Αραβία και το 2015 κατέρριψε το Ρωσικό μαχητικό αεροπλάνο.
Παράλληλα δημιούργησε τεράστιο πρόβλημα στην ΕΕ με τον εκβιασμό του με το προσφυγικό κύμα .
Η αντιπαράθεση έφτασε στο κορύφωμα της όταν η Προεδρία Ομπάμα αποφάσισε να τελειώσει με την ανοχή της για το Ισλαμικό Κράτος. Οι κατευθύνσεις του Ερντογάν ήταν διαφορετικές από αυτές των ΗΠΑ. Ο Ερντογάν δεν ήθελε και δεν μπορούσε να διακόψει τούς βαθείς δεσμούς του, πολιτικούς, οικονομικούς και προσωπικού συμφέροντος με το Ισλαμικό Κράτος και δεν ευθυγραμμίστηκε με την Αμερικανική Πολιτική, χρησιμοποιώντας αμφισημία λόγων και πράξεων. Έτσι έγινε αναξιόπιστος σύμμαχος και περιφρονημένη προσωπικότητα στις ΗΠΑ .
Το κενό που άφησε η Τουρκία στην Μάχη εναντίον του Ισλαμικού Κράτους το εκάλυψαν με επιτυχία οι Σύροι Κούρδοι που αυτονομήθηκαν με σημαντική Αμερικανική και Ευρωπαϊκή βοήθεια και ο αγώνας αναζωπυρώθηκε και στο Τουρκικό Κουρδιστάν με κρυφή Ρωσική στήριξη και Δυτική ενθάρρυνση . Η ευθύνη είναι του Ερντογάν. Η στάση του στο Κουρδικό και το Συριακό έφερε την οργή των ΗΠΑ .
Ταυτόχρονα με τις μυστικές επαφές του με το Σιϊτικό Ιράν ανησύχησε σοβαρά την Σαουδική Αραβία η οποία ορθά διέγνωσε την πρόθεση του να γίνει ο Χαλίφης του Σουνιτικού Ισλαμισμού, όπως ο Σουλτάνος παλαιότερα, αμφισβητώντας την θρησκευτική κυριαρχία των Σαουδαράβων.
Ο Ερντογάν είναι ψυχωτικά μεγαλομανής αλλά είναι ιδιαίτερα οξύνους. Αντιλήφθηκε νωρίς ότι εξυφαίνονταν δράσεις εναντίον του και με κυνικό πραγματισμό, αντάξιο ενός Στάλιν ή Χίτλερ, έδρασε γρήγορα .
Επιτάχυνε τις μακρές διαπραγματεύσεις με το Ισραήλ για αποκατάσταση σχέσεων και με αιλουροειδή στροφή, οκτώ μόλις μήνες μετά την κατάρριψη του Ρωσικού αεροπλάνου απολογήθηκε και αποκατέστησε τις σχέσεις του με την Ρωσία, ακριβώς πριν από την στιγμή που την είχε ανάγκη.
Αφού αποκατέστησε τις σχέσεις του με τις δύο αυτές χώρες, θεώρησε ότι μπορούσε να στραφεί στο εσωτερικό και να καθαρίσει το Στράτευμα και την ευρύτερη Δημόσια Διοίκηση από τους οπαδούς του Γκιουλέν και άλλους που τον αμφισβητούσαν.
Αυτό πυροδότησε το κίνημα εναντίον του πού φαίνεται ότι είχε χρηματοδοτηθεί από την Σαουδική Αραβία και άλλα Εμιράτα του Κόλπου και μάλλον ήταν εις γνώση των Αμερικανικών Υπηρεσιών.
Ο Ερντογάν είχε ήδη αδυνατίσει αρκετά το Στράτευμα, ώστε μαζί με την έγκαιρη προειδοποίηση που έλαβε από τους Ρώσους, αντιμετώπισε με επιτυχία το κίνημα .
Είναι άξιο σημείωσης ότι η Κεμαλική αντιπολίτευση συντάχθηκε αμέσως με τον Ερντογάν για να αποφύγει εμπλοκή της και διωγμούς δικών της.
Ο Ερντογάν ήταν ήδη παρανοϊκός με την Ασφάλεια του και τώρα αισθάνεται «πουλημένος» από την Δύση και εσωτερικά ανασφαλής.
Ως λύση αυτοσυντήρησης και επιβίωσης επέλεξε την στροφή του προς την Ρωσία, το Ιράν και την Ευρασία. Προσωρινή ή μακροχρόνια επιλογή είναι άγνωστο ακόμη.
Οι δηλώσεις του προς τον Πρόεδρο του Ιράν Ρουχανί επιβεβαίωσαν ότι είναι ανεξέλεγκτος γεωπολιτικά, αβέβαιος πολιτικά και αμφίβολος ως σύμμαχος.
«Σήμερα είμαστε πιο αποφασισμένοι παρά ποτέ να συνεισφέρουμε στην λύση των προβλημάτων της περιοχής μας χέρι με χέρι με το Ιράν και την Ρωσία και σε συνεργασία μαζί τους»
Η αντιπαράθεση Δύσης και Ευρασίας για τον έλεγχο της περιοχής, τον νέο «δρόμο της μετάξης», και την επικράτηση της μίας ή της άλλης εξαρτάται σημαντικά από την επιλογή του Ερντογάν στην πρόσκληση που θα του έλθει σύντομα να συνταχθεί στην Μεγάλη Ευρασιατική ολοκλήρωση της Μόσχας και του Πεκίνου. Ήδη ο Ερντογάν προετοιμάζει αυτή την στροφή. Με τους διωγμούς μετασχηματίζει το Στράτευμα και την Δημόσια Διοίκηση σε Ισλαμιστές και Αντινατοϊκούς.
Ο Πούτιν πρέπει να είναι πολύ ευχαριστημένος. Έχει δημιουργήσει τεράστιο γεωπολιτικό ρήγμα στην Δύση, χωρίς κόστος για τον ίδιο. Η μετατόπιση της Τουρκίας μπορεί να γείρει την πλάστιγγα προς την Ευρασιατική πλευρά. Ακόμη και αν αργότερα τον «πουλήσει», ο Ερντογάν δεν είναι «πιόνι προς ανταλλαγή», όπως έκανε με τον κ. Τσίπρα. Ο Ερντογάν είναι πολύ βαρύ χαρτί και αξίζει πολλά ανταλλάγματα.
Οι ΗΠΑ δεν μπορούν να δεχτούν αυτή την στρατηγική μετατόπιση εύκολα. Υπενθυμίζεται ότι παρενέβησαν στην Ουκρανία ακριβώς όταν ο τότε Πρόεδρος της Γιανούκοβιτς αποφάσισε να συνδεθεί με την Ευρασία του Πούτιν και όχι με την Ευρωπαϊκή ένωση.
Εφ’ όσον δεν κατέστη δυνατόν να ανατραπεί ο Ερντογάν ,η αποσταθεροποίηση θα γίνει αλλιώς.
Η στροφή προς την Ευρασία δεν μπορεί να γίνει εύκολα στις παρούσες συνθήκες αναβρασμού, διωγμών και εκκαθαρίσεων που γίνονται στην Τουρκία. Η εξάρτηση των Τουρκικών Ενόπλων Δυνάμεων από τις ΗΠΑ είναι αναντικατάστατη για δεκαετίες. Θεμέλια αλλαγής δεν μπαίνουν κάτω από τέτοιες καταστάσεις. Το μέλλον είναι άγνωστο αλλά θα είναι ασταθές, τόσο μεσοπρόθεσμα, όσο και άμεσα. Το χάος επίκειται.
Αυτό που έχει τεράστια σημασία για εμάς είναι ότι το πρόβλημα της Τουρκίας επηρεάζει και αναταράζει μια τεράστια περιοχή από την Κεντρική Ασία και τον Καύκασο, μέχρι την Ουκρανία και την Ανατολική Μεσόγειο.
Και οι πλησιέστεροι είμαστε εμείς.