Η αδιέξοδη ανεστραμμένη εφαρμογή της τουρκικής πολιτικής των «μηδενικών προβλημάτων» με τις γειτονικές χώρες δεν απέδωσε τα αναμενόμενα και η ενισχυμένη ηγεσία της Άγκυρας προσανατολίζεται σε μια επανεκκίνηση των σχέσεων με ορισμένες εξ αυτών ενώ παράλληλα εκφράζει τη δυσαρέσκεια της προς τη στάση των δυτικών «συμμάχων» της.
Η στροφή αυτή, που προηγήθηκε της εκδήλωσης του πραξικοπήματος, υπήρξε αποτέλεσμα των οικονομικών δυσκολιών αλλά και της πολιτικής απομόνωσης και αδιεξόδων που βιώνει η Άγκυρα εξ αιτίας των συγκρουσιακών επιλογών της και της αλαζονικής συμπεριφοράς.
Στο πλαίσιο αυτής της νέας τακτικής, καθόσον η στρατηγική της ανάδειξης της Τουρκίας σε περιφερειακή ισλαμική δύναμη δεν έχει μεταβληθεί, εντάσσεται και η επίσημη επίσκεψη του Τούρκου Προέδρου στην Αγία Πετρούπολη και συνάντηση του με το Ρώσο ομόλογο του στις 09 Αυγούστου (σύμφωνα με τους New York Times η συνάντηση έλαβε χώρα στο Greek sitting room αναπαλαιωμένου τσαρικού παλατιού) .
Η συνάντηση δρομολογήθηκε από τα τέλη Ιουνίου μετά και την έγγραφη εκδήλωση απολογίας του Ερντογάν για την κατάρριψη του ρωσικού μαχητικού αεροσκάφους το Νοέμβριο του 2015. Ακολουθεί μάλιστα και την πρόσφατη προσεκτική επανεκκίνηση των σχέσεων της Άγκυρας με το Ισραήλ μετά από 5 χρόνια έντασης.
Στο στόχαστρο Τουρκίας και Ρωσίας είναι η αποκατάσταση των οικονομικών σχέσεων με έμφαση στα ενεργειακά προγράμματα, το διμερές εμπόριο, τις κατασκευές και τον τουρισμό. Η κρίση στις σχέσεις των δύο χωρών μείωσε κατά 40% περίπου την αξία των εμπορικών σχέσεων ενώ η εκατέρωθεν τουριστική κίνηση κατακρημνίστηκε. Σημαντικά ενεργειακά προγράμματα όπως η κατασκευή πυρηνικού σταθμού από την ρωσική κρατική εταιρεία Rosatom και ο επικαλούμενος Turkish Stream υποθαλάσσιος ενεργειακός αγωγός της Gazprom «πάγωσαν» ως συνέπεια της διακοπής των σχέσεων.
Τις μέρες που προηγήθηκαν της συνάντησης, ο Τούρκος Πρόεδρος με δηλώσεις του στο ρωσικό πρακτορείο ειδήσεων ΤΑSS τόνισε την ανάγκη στενής συνεργασίας των δύο χωρών και οικοδόμησης των σχέσεων σε σταθερή βάση ενώ επαίνεσε το Ρώσο Πρόεδρο για τη στάση του κατά τη διάρκεια του πραξικοπήματος. Παραπλήσιες και οι δηλώσεις άλλων Τούρκων αξιωματούχων με τη ρωσική πλευρά να ακολουθεί σε πιο χαμηλούς όμως τόνους. Αρκετά όμως και τα «αγκάθια» στις προσπάθειες αναθέρμανσης των σχέσεων με το θέμα της Συρίας να κατέχει υψηλή θέση.
Η Μόσχα, πλέον της ενεργειακής τροφοδοσίας της Τουρκίας και του ρόλου της ως τρίτου εμπορικού εταίρου της, διατηρεί σημαντική δυνατότητα πίεσης μέσω της ενίσχυσης του κουρδικού εθνικισμού. Κυκλοφορούν μάλιστα εκτιμήσεις ότι η Άγκυρα θα υιοθετήσει μια πιο διαλλακτική πολιτική στο συριακό πρόβλημα ενώ το τελευταίο μήνα έχει περιοριστεί η υποστήριξη που κατευθύνεται από τα τουρκικά σύνορα στις αντικαθεστωτικές δυνάμεις. Αντίστοιχα, ανεπιβεβαίωτες πληροφορίες αναφέρουν ότι «γραφείο» της κουρδικής οργάνωσης YPG στη Μόσχα οδηγήθηκε στην αναστολή της λειτουργίας του ως ένδειξη καλής θελήσεως. Η Ρωσία, δήλωσε ότι θεωρεί μια αλλαγή της τουρκικής πολιτικής για τη Συρία ως προϋπόθεση για την πλήρη εξομάλυνση των διμερών σχέσεων.
Στην αμοιβαία υψηλής προβολής συνάντηση των δύο Προέδρων, συμφωνήθηκε η σταδιακή αποκατάσταση των διμερών σχέσεων με έμφαση στη δρομολόγηση του Turkish Stream, τη συνέχιση κατασκευής του πυρηνικού εργοστασίου και την επιστροφή των Ρώσων τουριστών στην Τουρκία χωρίς όμως να υπάρξουν συγκεκριμένες δεσμεύσεις και χρονοδιαγράμματα. Παράλληλα εκφράστηκαν ευχές για την ταχεία επαναφορά των διμερών σχέσεων στην πρότερη κατάσταση και την επίτευξη του στόχου εμπορικών συναλλαγών ετήσιας αξίας 100 δισεκατομμυρίων δολαρίων.
Αναμφίβολα οι δύο ηγέτες θα προβάλουν την επιτευχθείσα επαναπροσέγγιση ως σημαντική επιτυχία στα εσωτερικά τους ακροατήρια επιδεικνύοντας αντίστοιχα προς τις δυτικές πρωτεύουσες τις εναλλακτικές λύσεις που αμφότεροι διαθέτουν. Ειδικά ο Ερντογάν αναμένεται για άλλη μια φορά να στρέψει τα βέλη του κατά της Ευρωπαϊκής Ένωσης προβάλλοντας μια πολλά υποσχόμενη «στρατηγική» σχέση με τη Ρωσία ως αναγκαστική επιλογή για την ευρωπαϊκή «απόρριψη» και «ασυνέπεια» έναντι της χώρας του.
Οι μεταξύ των δύο χωρών σχέσεις, μετά τη σύντομη διακοπή των περίπου εννέα μηνών, σταδιακά αποκαθίστανται και επαναδρομολογούνται. Άγκυρα και Μόσχα αναμένεται να ωφεληθούν οικονομικά και πολιτικά από αυτήν την κίνηση. Η νέα όμως σχέση δεν θα είναι ισοβαρής και η πλάστιγγα θα γέρνει υπέρ της ισχυρότερης και της σε πλεονεκτικότερη θέση ευρισκόμενης Ρωσίας.
Την ανισσοροπία αυτή την αντιλαμβάνεται ο Ερντογάν αλλά αναγκαστικά εκ θέσεως αδυναμίας, την αποδέχεται προσωρινά, προσδοκώντας σε μελλοντικά οφέλη ίσως και σε διαπραγματευτικά κέρδη από την ανήσυχη Δύση. Υπό αυτές τις συνθήκες μια παρόμοια συνεργασία θα είναι ευκαιριακή και υποκείμενη σε τριβές με δεδομένη μάλιστα και τη ύπαρξη αντικρουόμενων εθνικών φιλοδοξιών και τις αυταρχικές προσωπικότητες των δύο ηγετών.
Για άλλη μια φορά η Άγκυρα θα προσπαθήσει να ισορροπήσει μεταξύ Ανατολής και Δύσεως εκμεταλλευόμενη τη στρατηγική της θέση, τις ενεργειακές διαδρομές, το οικονομικό και πληθυσμιακό μέγεθος της και την επιρροή της στην περιοχή.
Αυτή όμως τη φορά στην προσπάθεια εξισορρόπησης εισέρχεται και ο παράγοντας μιας ισλαμοποίησης της τουρκικής κοινωνίας που ενδέχεται να καταστεί μη ελέγξιμη και να ωθήσει σε επιλογές και συμμαχίες μη προβλέψιμες με βάση τις τουρκικές εμπειρίες και διαπραγματευτικές διελκυστίνδες (τουρκικά «παζάρια») των περασμένων δεκαετιών.
Η παρούσα απόλυτη κυριαρχία του «σουλτάνου» καθιστά μη πιθανή την τελευταία περίπτωση αλλά ας μη ξεχνάμε ότι η ανατολή ήταν πάντα ο χώρος της επικράτησης του απρόβλεπτου και του μη αναμενόμενου.
*ΙΠΠΟΚΡΑΤΗΣ ΔΑΣΚΑΛΑΚΗΣ- Υποστράτηγος (εα)
Πτυχιούχος τμήματος Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών Παντείου Πανεπιστημίου
Μεταπτυχιακό στις Διεθνείς Σχέσεις και Στρατηγικές Σπουδές στο Πάντειο Πανεπιστήμιο
Διευθυντής Μελετών του Ελληνικού Ινστιτούτου Στρατηγικών Μελετών (ΕΛΙΣΜΕ)
Συνεργάτης του Ινστιτούτου Διεθνών Σχέσεων (ΙΔΙΣ)
Διαλέκτης στη Σχολή Εθνικής Αμύνης (ΣΕΘΑ)