Για να εξασφαλίσει ρευστό για την ολοκλήρωση των μεγάλης κλίμακας Ολυμπιακών έργων, το Ρίο κήρυξε κατάσταση εκτάκτου ανάγκης.
Ύστερα από τα προβλήματα και τις αντιφάσεις της περίπτωσης του Ρίο, περισσότερες πόλεις αναρωτιούνται γιατί θα έπρεπε να ασχολούνται με το ενδεχόμενο ανάληψης της διοργάνωσης των Ολυμπιακών Αγώνων.
Φανταστείτε ότι διοργανώνετε ένα πάρτι αλλά οι καλεσμένοι σας – κι αυτοί που αποφάσισαν ότι εσείς πρέπει να είστε ο διοργανωτής – λένε ότι δεν θα έρθουν εκτός κι αν κάνετε βελτιώσεις σε ολόκληρο το σπίτι σας. Για να πείσετε την οικογένειά σας, τους λέτε ότι ήρθε η ώρα να αποκτήσετε ένα μεγαλύτερο και πιο εντυπωσιακό σπίτι. Και κάπως έτσι αναλαμβάνετε ένα απαγορευτικό κόστος, καθετί θα καθυστερήσει να γίνει, και μετά το τέλος του πάρτι οι περισσότερες βελτιώσεις θα αποδειχθούν άχρηστες.
Κάπως έτσι είναι να είσαι η πόλη που διοργανώνει τους Ολυμπιακούς Αγώνες. Αλλά για το Ρίο είναι ακόμα χειρότερα. Στην ιστορία προσθέστε μερικά κουνούπια που μεταδίδουν μια νόσο, μια ύφεση που πλήττει την εθνική οικονομία – τη χειρότερη των τελευταίων 100 χρόνων – και ένα πολιτικό σκάνδαλο. Α, και εγκληματικότητα, αστέγους, και σκουπίδια στις ολυμπιακές εγκαταστάσεις.
Το βραζιλιάνικο κόσμημα, η πρώτη πόλη της Νότιας Αμερικής που φιλοξενεί Ολυμπιακούς Αγώνες, είναι αντιμέτωπο με μια καταστροφή. Κυριολεκτικά. Η πόλη ανακοίνωσε την ενεργοποίηση της κατάστασης εκτάκτου ανάγκης – το είδος εκείνο του καθεστώτος που κηρύσσεται σε περιπτώσεις φυσικών καταστροφών – ώστε να εξασφαλιστεί η συλλογή ομοσπονδιακών πόρων για την ολοκλήρωση των έργων για τους Αγώνες. Η συγκεκριμένη καταστροφή, βεβαίως, δεν ήταν φυσική – όλο αυτό θα μπορούσε να έχει αποφευχθεί εάν η πόλη δεν έβαζε υποψηφιότητα για να τους φιλοξενήσει.
Όταν οι Ολυμπιακοί τελειώσουν και σβήσουν τα φώτα, οι άνθρωποι θα συνεχίσουν τις ζωές τους. Μόνο που η Βραζιλία θα έχει ξοδέψει τουλάχιστον 15 δισεκατομμύρια δολάρια σε ένα νέο γήπεδο γκολφ, ένα μετρό σε μια πλούσια συνοικία της πόλης όπου όλοι οδηγούν αυτοκίνητα, και τα λοιπά.
Οι υποδομές που κατασκευάζονται για τους Αγώνες είναι η πιο ακριβή πτυχή της διοργάνωσής τους και χρησιμοποιούνται για τη δικαιολόγηση του υψηλού κόστους. Ιστορικά, οι πόλεις κερδίζουν αρκετά χρήματα από τα τηλεοπτικά δικαιώματα, αλλά η Διεθνής Ολυμπιακή Επιτροπή πλέον λαμβάνει τουλάχιστον το 70% των εσόδων – το 1990, το ποσοστό αυτό ήταν μόλις 4%. Και μπορεί οι πωλήσεις εισιτηρίων και η εισροή τουριστών να προσφέρει επιπλέον ρευστό, αλλά τα τελευταία χρόνια αυτά τα έσοδα δεν επαρκούν για την κάλυψη ούτε των μισών εξόδων – κι αυτό ισχύει σίγουρα για το Πεκίνο που ξόδεψε 49,1 δισεκατομμύρια δολάρια.
Το Ρίο, αν και ξόδεψε σχετικά λίγα σε σχέση με άλλες πόλεις, θα πληρώνει για τα έργα υποδομών για τις επόμενες δύο δεκαετίες. Κι όλα τα στοιχεία δείχνουν ότι δεν πρόκειται να επαναληφθεί το παράδειγμα της Βαρκελώνης που φιλοξένησε τους Ολυμπιακούς Αγώνες το 1992 και είναι η μια από τις μόλις δύο πόλεις (η άλλη είναι το Λος Άντζελες) τον τελευταίο μισό αιώνα που κατάφερε να πάρει πίσω τα χρήματα που ξόδεψε.
Μια λύση; Ο ορισμός μιας μόνιμης πόλης διεξαγωγής των Ολυμπιακών Αγώνων. Στη Διεθνή Ολυμπιακή Επιτροπή μπορεί να μην αρέσει αυτή η ιδέα, αλλά αν η αντίσταση εναντίον της αλόγιστης δαπάνης χρημάτων για άχρηστα γήπεδα κορυφωθεί, ίσως θα πρέπει να το ξανασκεφτεί.