Η Τουρκία δείχνει ότι αποφασίζει προς τα πού θα στείλει τον στρατό της αναζητώντας μια νίκη κυριαρχίας, που τελικά θα εμπεδώσει το νέο καθεστώς Ερντογάν, μετά την εκκαθάριση του «κράτους του Γκιουλέν», που συνεχίζεται με ρυθμούς «γενοκτονίας». Οι ένοπλες δυνάμεις της διέρχονται τα σύνορα με Συρία και θα προσπαθήσουν με μεγαλύτερη «θερμή» εμπλοκή τους στα μέτωπα της Ανατολής να διασφαλίσουν τα τουρκικά συμφέροντα, πλήττοντας το Χαλιφάτο του Λεβάντε, αφενός, και τις κουρδικές δυνάμεις, αφετέρου.
Η Αγκυρα ταυτόχρονα επιχειρεί μια νέα δυναμική συμμαχία στον άξονα Ρωσία - Ιράν, που την οδηγεί σε αναθεωρητισμό και της σχέσης της με τον Ασαντ και τη Δαμασκό, ενώ ταυτόχρονα διατηρεί τη στρατηγική θέση της στη Δύση ως μέλος του ΝΑΤΟ. Ο βασικός άξονας πολιτικής για την Τουρκία παραμένει να μην υπάρξουν δεδομένα συγκρότησης κράτους των Κούρδων από τρία μέρη, το συριακό, το ιρανικό και το ιρακινό -που τυγχάνει όμως συμμαχός της-, που θα μπορούσαν να οδηγήσουν πέρα από μια νέα γεωπολιτική πραγματικότητα στη διάλυση της ίδιας της επικράτειας της Τουρκίας.
Με αυτά ως δεδομένα, κύριος στόχος της Τουρκίας του Ερντογάν δεν είναι επί του παρόντος η «παραδομένη» και χρεοκοπημένη Ελλάδα, την οποία μπορεί να συνεχίσει να αντιμετωπίζει με τα συνηθισμένα διπλωματικά και «ψυχροπολεμικά» μέσα διεκδικήσεων σε Αιγαίο και Θράκη, ενώ μπορεί να κλιμακώσει τη διεκδικητική στάση του στο Κυπριακό, που παραμένει διεθνές πρόβλημα, άλυτο, υπό τον έλεγχο της Αγκυρας, μέσα από το καθεστώς εγγυήσεων, κατοχής και εποικισμού.
Αλλωστε, η Ελλάδα ως επικράτεια και imperium των Ελλήνων καταλαμβάνεται και αποδομείται μέσα από τον «εποικισμό των αμάχων», προσφύγων και στην πλειονότητά τους και πάλι οικονομικών μεταναστών, που εξαπλώνονται στο έδαφός της, κονιορτοποιώντας την εθνική, τη θρησκευτική και την κοινωνική συνοχή της, ενώ το καθεστώς χρεοκοπίας διαρκείας, που της έχει επιβληθεί ή, κατ' άλλους, έχει προκύψει, δεν της επιτρέπει να λογίζεται ούτε στις ευρωπαϊκές χώρες με εθνική κυριαρχία και οντότητα τέτοια που μπορούν ή δοκιμάζουν να οργανώσουν εθνική στρατηγική με γεωπολιτικές απολήξεις. Ας μην αγνοείται το γεγονός ότι η Γερμανία είναι ο «μεγάλος σύμμαχος» της Τουρκίας στην Ευρώπη και το Βερολίνο ελέγχει απολύτως μέχρι στιγμής τα δρώμενα στο εσωτερικό της Ελλάδας. Το ίδιο το εντόπιο καθεστώς διαχείρισης της Ελλάδας συνεχίζει να αντιμετωπίζει την Τουρκία με «σύνδρομο ήττας» μετά την εισβολή στην Κύπρο το 1974 και στη συνέχεια στα Ιμια και την επιβολή του καθεστώτος των «γκρίζων ζωνών» στο Αιγαίο. Δεν είναι τυχαίο ότι ο πρώην πρωθυπουργός Α. Νταβούτογλου, με ειδικό απεσταλμένο, ενημερώνει το πρωθυπουργικό γραφείο της Ελλάδας για τα δεδομένα της μετά το πραξικόπημα της Τουρκίας, επιδιώκοντας τη συνέχεια του εφησυχασμού της Αθήνας επί των συμφωνηθέντων στο πάλαι ποτέ Ερζερούμ.
Η Ελλάδα, όπως αντιμετωπίζει τα πράγματα, τόσο στην Ευρώπη όσο και στη Μεσόγειο ή την Ασία, χάνει και αυτόν τον «γύρο» διεθνούς εμπλοκής στις εξελίξεις παραμένοντας εντός των Μνημονίων που την καταστρέφουν παραγωγικά και φτωχοποιούν τη μεγάλη μερίδα των πολιτών της. Για την Ευρώπη, που ως Ενωση δοκιμάζεται ως προς τα δημοσιονομικά και τη συνοχή της από την ελλειμματική πραγματικότητα των τραπεζών της και το Προσφυγικό, η Ελλάδα μεταβάλλεται σε μια «νήσο Ελις» για τα ευρωπαϊκά σύνορα. Ενας «ενδιάμεσος τόπος», δηλαδή, όπου πρόσφυγες και μετανάστες, ειδικά από την Ασία αλλά και την Αφρική, θα συγκεντρώνονται, θα καταμετρώνται, θα ελέγχονται, θα εκπαιδεύονται και στη συνέχεια, ανάλογα με τις βιομηχανικές ανάγκες των κύριων ευρωπαϊκών δυνάμεων, θα «απορροφώνται» ή, διαφορετικά, ανάλογα με τις εξελίξεις ανατολικά θα επιστρέφουν στις προς ανοικοδόμηση χώρες τους, καταγεγραμμένοι και χρήσιμοι εργάτες ή στελέχη των «ευρωπαϊκών εταιριών» που θα πάρουν τα συμβόλαια. Η Ελλάδα με τις παρούσες συνθήκες δείχνει «χαμένη υπόθεση» τουλάχιστον έως το 2019...
Μενέλαος Τασιόπουλος