Ο Ταγματάρχης Δημήτριος Κασλάς, από το Πουρί Ζαγοράς Πηλίου, κατά την εαρινή επίθεση των Ιταλών στις 9 Μαρτίου του 1941 ήταν ο Διοικητής του ΙΙ Τάγματος του 5ου Συντάγματος Τρικάλων.
Ο Κασλάς είναι μια τιτάνια και ταυτόχρονα τραγική μορφή, που συμβολίζει την περιπέτεια μιας ολόκληρης γενιάς.
Γεννημένος το 1901, γιος του Γεωργίου και της Μαρίας Καζήλα, το άλλαξε σε Κασλάς όταν κατατάχτηκε στο Στρατό το 1920. Υπηρέτησε ως Δεκανέας στην Σμύρνη και τον Ιανουάριο του 1922 κατόπιν επιτυχών εξετάσεων πήγε για εκπαίδευση στον Ουλαμό Εφέδρων Αξιωματικών του Αφιόν Καραχισάρ και με την αποφοίτηση του ονομάστηκε Έφεδρος Ανθυπασπιστής. Έζησε όλες τις τραγικές στιγμές της Καταστροφής και το 1925 κατατάχθηκε πλέον ως μόνιμος στον Στρατό και προήχθη σε Ανθυπολοχαγό.
Κατά την ιταλική εισβολή υπηρετούσε στο ΙΙ Τάγμα με τον βαθμό του Λοχαγού. Προήχθη στο βαθμό του Ταγματάρχη επ’ ανδραγαθία κατά την διάρκεια των μαχών και μετά τον τραυματισμό του Διοικητή του, ανέλαβε την διοίκηση όλου του Τάγματος.
Η εαρινή επίθεση των Ιταλών, με την παρουσία στο μέτωπο του ίδιου του Μουσολίνι, ξεκίνησε στις 9 Μαρτίου 1941. Ο μπουφόνος Ιταλός ηγέτης και κάποτε, κατά τον Λένιν, η μεγαλύτερη ελπίδα της Ιταλικής Αριστεράς (!) έπαιζε τα ρέστα του για να αναστρέψει την ορμή του Στρατού μας, που απελευθέρωνε τις βορειοηπειρωτικές πόλεις και χωριά μία - μία, ένα – ένα, και είχε ήδη καρφώσει την Ελληνική Σημαία 50 χιλιόμετρα εντός της Βορείου Ηπείρου, απειλώντας να πετάξει στην θάλασσα τους τσαλακωμένους Ιταλούς, που από κυνηγοί είχαν γίνει θήραμα. Ανάμεσα στις μεραρχίες που είχε συγκεντρώσει ο Ιταλός δικτάτορας, η μία λεγόταν …Πουστερία κι όχι δεν είναι πλάκα του γράφοντος.
Ο Κασλάς με το Τάγμα του είχαν τοποθετηθεί στο ύψωμα 731, που έμελε να αποτελέσει το κέντρο της κύριας προσπάθειας των Ιταλών και ο τάφος της τελευταίας απέλπιδας προσπάθειας τους να ξεπλύνουν την ντροπή από τις συνεχόμενε ήττες. Ο Κασλάς και οι άνδρες του είχαν κάνει αμυντική εγκατάσταση με χαρακώματα, ορύγματα και συρματοπλέγματα. Από τις 9 έως τις 19 Μαρτίου το ύψωμα βομβαρδιζόταν ανελέητα από πυροβολικό, όλμους και την ιταλική αεροπορία. Ανάμεσα στους βομβαρδισμούς το ιταλικό πεζικό 18 φορές αποπειράθηκε να καταλάβει το ύψωμα, το οποίο από την ισοπεδωτική σφοδρότητα του ιταλικού μπαράζ πυροβολικού και τις βόμβες των ιταλικών βομβαρδιστικών, από δασωμένο με καστανιές έγινε ένα ερημώδες τοπίο γεμάτο κρατήρες και κόντυνε 5 μέτρα, ώστε πλέον ονομάζεται ύψωμα 726!
Οι άνδρες του Κασλά, όσοι απέμεναν μετά από κάθε βομβαρδισμό, υπακούοντας στις αυστηρές διαταγές του άφηναν του Ιταλούς να πλησιάζουν κι ύστερα τους περιλάμβαναν με χειροβομβίδες, τα θρυλικά κι ευθύβολα Μάνλιχερ, τα πολυβόλα κι ύστερα με «αέρα» δια της λόγχης, ενώ το προοδευτικό πυρ ακριβείας των ελληνικών πυροβόλων διέλυε κι αυτό τους επιτιθέμενους και το ηθικό τους. Ο πολυήμερος αγώνας όμως, τον οποίο παρακολουθούσε από παρατηρητήριο στην Λέχοβα ο ίδιος ο προγναθικός Ιταλός ηγέτης, κρίθηκε κυρίως από τα λιοντάρια του Κασλά, τον ανθό των Τρικάλων, που πάλεψαν σώμα με σώμα με τους Ιταλούς και μονάχα όταν πλέον είχαν αποδεκατιστεί, αντικαταστάθηκαν από το 19ο Σύνταγμα Πεζικού.
Επί μερόνυχτα ο γενναίος Ταγματάρχης και οι άντρες του ήταν ένας ακλόνητος βράχος στον οποίο συντρίβονταν τα αλλεπάλληλα ιταλικά κύματα. Όμως το 731 δεν έπεσε σε εχθρικά χέρια. Ο Κασλάς νίκησε. Η εαρινή επίθεση του Μουσολίνι συνετρίβη. 12.000 νεκρούς και 3.000 τραυματίες είχαν οι Ιταλοί κι εμείς 1.200 νεκρούς και 4.000 τραυματίες. Από αυτούς οι 440 νεκροί μας ήταν Τρικαλινοί, που έπεσαν στο 731. Ο Μουσολίνι εξευτελίστηκε οριστικά και σε λίγες ημέρες, στις 6 Απριλίου οι Γερμανοί έσπευσαν να σώσουν το γόητρο του Άξονα.
Ένας Ιταλός Έφεδρος Ανθυπολοχαγός που συμμετείχε στις αποτυχημένες εφόδους κατά του 731 έγραψε:
«Μετά την τρίτη μέρα των επιθέσεων μας έπαψα πια να ελπίζω ότι δεν θα συναντούσαμε ζωντανούς τους υπερασπιστές του 731. Και οι στρατιώτες μας έπαψαν κι αυτοί να ελπίζουν πως η αεροπορία και το πυροβολικό μας θα έκαναν την δουλειά μας αντί για μας. Αυτό είχε πολύ άσχημο αντίκτυπο στο ηθικό τους, το έβλεπα. Συχνά οι Έλληνες μας περίμεναν όρθιοι μπροστά στα κατεστραμμένα χαρακώματα τους με τις λόγχες περασμένες στα όπλα τους! Συχνά γελούσαν δυνατά και φώναζαν. Είχαν υπερβεί τον άνθρωπο. Δεν ήταν άνθρωποι πλέον, το πιστεύω αυτό, ήταν θηρία».
Διοικητής, δια του παραδείγματος, αυτών των θηρίων ήταν ο Κασλάς, ο οποίος μετά την εισβολή των Γερμανών υποχώρησε με την μονάδα του συντεταγμένα, δίνοντας και σε αυτές τις συνθήκες νικηφόρες μάχες με τους Ιταλούς.
Η περαιτέρω πορεία του είναι αναπόσπαστο κομμάτι της ελληνικής τραγωδίας που ακολούθησε.
Ο νικητής του 731, δεν ανεχόταν την ταπείνωση της τριπλής κατοχής. Τον Αύγουστο του 1943 πήγε στην Καρδίτσα και κατατάχτηκε στις τάξεις του ΕΔΕΣ, υπό τον Συνταγματάρχη Χατζηαναγνώστου, έχοντας αποστολή μαζί με άλλους συναδέλφους του να οργανώσει αντάρτικο σώμα στην περιοχή των Φαρσάλων. Είχαν δε ήδη στρατολογηθεί σχεδόν 500 άνδρες, που ανέμεναν οπλισμό. Ο ΕΛΑΣ, που δεν ανεχόταν την δημιουργία ανταρτικών σωμάτων με καθαρά εθνικό αντιστασιακό προσανατολισμό και που ξόδεψε περισσότερες σφαίρες κατά Ελλήνων, τους συνέλαβε και με τον γνωστό τρόπο έθεσε το δίλημμα: ή μαζί μας ή θάνατος. Ο Κασλάς, όπως και τόσοι άλλοι Αξιωματικοί - ακόμη κι ο ίδιος ο Σαράφης χρίστηκε ηγήτορας του ΕΛΑΣ αφού συνελήφθη, και δέχτηκε εμπτυσμό και απειλές - θέλοντας με πάθος να πολεμήσει τον κατακτητή και κάτω από την ψυχολογική πίεση της απειλής να έχει την τύχη του Ψαρρού, εντάχθηκε στον ΕΛΑΣ, αναλαμβάνοντας Διοικητής του 52ου Συντάγματος και συμμετείχε σε μάχες και σαμποτάζ στην Θεσσαλία, στην Σπερχειάδα και στον Δομοκό. Στην κομμουνιστική ανταρσία του Δεκεμβρίου 1944 έφτασε ως την Χασιά αντιμετωπίζοντας καλά εξοπλισμένες αγγλικές δυνάμεις.
Η εμπλοκή του στον ΕΛΑΣ τιμωρήθηκε με εξορία από το 1945 ως το 1948 κι ύστερα αποστρατεύθηκε με τον βαθμό του Αντισυνταγματάρχη. Πέθανε το 1966 από καρδιά αφού έκανε διάφορες δουλειές για να επιβιώσει.
Η ιστορία του νικητή του 731 αποτελεί την επιτομή του έπους αλλά και της τραγωδίας μιας ρωμαλέας γενιάς. Η τυχοδιωκτική ηγεσία της αριστεράς, με την κρυφή αντζέντα της, παγίδευσε χιλιάδες πατριωτών, οι οποίοι συχνά βάφτηκαν με αδερφικό αίμα, που δεν άφηνε οδό επιστροφής και οι μετέπειτα διώξεις και κακουχίες σφυρηλάτησαν δεσμούς με τους ομοιοπαθείς, χαρίζοντας έτσι στην αριστερά πατριώτες, που υπό άλλες συνθήκες δεν θα είχαν καμμία σχέση μαζί της.
Έπρεπε να περάσουν πολλά χρόνια ώστε ο Κασλάς να αποκατασταθεί και να λάβει την θέση που του άξιζε. Κι εσφαλμένα πολλοί χαρακτηρίζουν το 731 Θερμοπύλες και τον Κασλά ως Λεωνίδα. Στο 731 ο Ξέρξης δεν κατάφερε να περάσει. Ο Κασλάς έζησε και τον νίκησε.
Φαήλος Μ. Κρανιδιώτης - Πρόεδρος της ΝΕΑΣ ΔΕΞΙΑΣ