Συχνά πυκνά διαβάζουμε σε δημοσιεύματα κυρίως αποστράτων ότι ο συνδικαλισμός υπονομεύει την λειτουργία και την πειθαρχία του στρατεύματος. Όταν φέρνει κάποιος το παράδειγμα των αστυνομικών που συνδικαλίζονται εδώ και δεκαετίες, δέχεται την απάντηση πως άλλο στρατός, άλλο αστυνομία. Δεν διαφωνεί κανείς, έχουν διαφορετική αποστολή. Οι πρώτοι την εξωτερική, οι δεύτεροι την εσωτερική ασφάλεια της χώρας. Όμως πόση λιγότερη πειθαρχία χρειάζεται ένας αστυνομικός των ΜΑΤ σε μια διαδήλωση ή ένας αστυνομικός που αντιμετωπίζει στο δρόμο έναν ένοπλο εγκληματία; Σε τι διαφέρει η δεύτερη περίπτωση από τους κινδύνους στο πεδίο της μάχης;
Σίγουρα σε μια εμπόλεμη κατάσταση για την οποία προετοιμάζεται ο στρατιωτικός οι κίνδυνοι θα είναι διαρκείς, η πειθαρχία θα δοκιμάζεται συνέχεια, ενώ και οι διαδικασίες εμπλοκής απαιτούν δραστηριότητες μεγάλης κλίμακας, οι οποίες δεν θα τελειώνουν σε μια οχτάωρη βάρδια, ούτε θα έχουν ωράριο. Δεν θα υπάρχει η αναμονή για την επιστροφή στην ασφάλεια και ζεστασιά του σπιτιού.
Όμως ο ελληνικός στρατός δεν στηρίζεται αποκλειστικά πλέον στην εφεδρεία. Είναι ημιεπαγγελματικός, έχει αποκτήσει κοινά στοιχεία με τα σώματα ασφαλείας. Δεν έχει αλλάξει η αποστολή, ούτε οι υποχρεώσεις του, αλλά δεν μπορεί να λειτουργεί με τα κριτήρια του παρελθόντος.
Γιατί λοιπόν να μην συνδικαλίζονται οι στρατιωτικοί όπως και οι αστυνομικοί; Που θα τους εμποδίσει αυτό στην άσκηση των καθηκόντων τους; Η αστυνομία δεν έχει πειθαρχία;
Η αντιπρόταση θα ήταν ένα πιο «ήπιο» είδους συνδικαλισμού σε σχέση με τα Σώματα Ασφαλείας. Σε κάθε περίπτωση όμως η ανάγκη υπάρχει και η συζήτηση πρέπει να είναι μόνο ως το προς το περιεχόμενο του σχετικού νόμου.
Διαχρονικά το πρόβλημα των στελεχών είναι ότι δεν μπορούν να βασισθούν στην ιεραρχία για την προάσπιση των δικαιωμάτων τους, η οποία ορθώς δίνει βάση στο επιχειρησιακό κομμάτι, αλλά αποδεδειγμένα δεν προβάλει τις ανάγκες του προσωπικού στην πολιτική ηγεσία. Περιέργως όποτε συμβαίνει αυτό ο αξιωματικός πέφτει σε δυσμένεια από τους πολιτικούς προϊσταμένους του.
Το κενό που προκύπτει μπορεί να καλύψει ο συνδικαλισμός. Δεν είναι επιστροφή στο παρελθόν, γιατί δεν υπήρξε παρελθόν στις ένοπλες δυνάμεις. Δεν είναι αποτυχημένος θεσμός, γιατί ποτέ δεν δοκιμάστηκε.
Όταν θα δοκιμασθεί, εάν αποτύχει, θα καταδικαστεί πρώτα από τους ίδιους τους συναδέλφους με την αποχή και την απαξίωση.
Εξαρχής και εκ της φύσεως του στρατού, έχει αδυναμίες. Η πρώτη είναι ο διαχωρισμός των συμφερόντων, λόγω της διαφορετικής προέλευσης των στελεχών ανάλογα με τον τρόπο εισόδου στο στράτευμα και την φοίτηση ή όχι σε στρατιωτικές σχολές,(ΣΣΕ,ΣΜΥ,ΕΜΘ,ΕΠΟΠ,κ.λ.π.).Η δεύτερη με τα καθήκοντα και τις σχέσεις προϊσταμένου υφισταμένου.
Έτσι η βούληση του Αντισυνταγματάρχη Διοικητή Μονάδας μπορεί να έρχεται σε αντίθεση με του υφισταμένου του Ανθυπολοχαγού ή Επιλοχία. Φυσικά ισχύουν οι νόμοι και οι διαταγές, όμως πάνω στην πίεση της άσκησης των καθηκόντων, πολλές φορές τα στελέχη κινούνται οριακά ή τους παραβαίνουν.
Δεν είναι μόνο θέματα που έχουν να κάνουν με την λειτουργία της Μονάδος αλλά και εξωυπηρεσιακά. Θα ήταν πιο τίμιο και λειτουργικό να ψηφισθούν επιπλέον ξεχωριστοί εκπρόσωποι του κάθε θεσμού, χωρίς όμως να διασπασθεί η ενότητα για τα κοινά ζητήματα που αποτελούν άλλωστε την συντριπτική πλειοψηφία. Έτσι δεν θα τίθεται θέμα υπονόμευσης της πειθαρχίας και μπορούν να διεκδικηθούν αποτελεσματικότερα τα ειδικά αιτήματα. Με αυτόν τον τρόπο η λειτουργία των ενώσεων θα είναι αποτελεσματικότερη και η συμμετοχή μεγαλύτερη.
Επίσης θα πρέπει να επιδιώκεται η διακλαδικότητα, ώστε οι Περιφερειακές Ενώσεις να έχουν στο ΔΣ τουλάχιστον ένα μέλος από κάθε κλάδο. (Στρατός Ξηράς, Αεροπορία, Ναυτικό).
Το κόστος της συνδρομής είναι βασικό και θα επηρεάσει το ποσοστό συμμετοχής. Όταν έρθει η ώρα να αποφασισθεί το ποσό θα πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπ’όψη η δύσκολη οικονομική κατάσταση των στελεχών.
Είναι υποκριτικό να απορρίπτουν το συνδικαλισμό όσοι κατά καιρούς χρησιμοποίησαν ή χρησιμοποιούν πολιτικό μέσο για την ανέλιξη τους στην ιεραρχία του στρατεύματος ή έστω και για μια μετάθεση.
Μελετιάδης Κωνσταντίνος-Λοχαγός (ΦΠΖ) ε.α.
Μέλος Ε.Σ.Πε.Κ.Μ.