Του Στρατή Μαζίδη
Όσο προχωρούσαμε πιο βαθιά μέσα στην κρίση του Μνημονίου βλέποντας το ένα μετά το άλλο τα πρωτοφανή μέτρα να ψηφίζονται, ακούγαμε τους ανθρώπους να συζητούν το πότε θα ξεσηκωθεί η κοινωνία. Φυσικά μέρος αυτής της κοινωνίας ήταν και οι συζητούντες. Σα να περίμεναν από άλλους να βγουν μπροστά και να ξελασπώσουν για όλους. Γεμάτη η ιστορία από κεφάλαια που γράφτηκαν χάρη σε λίγους.
Το τελευταίο 20μηνο οι εξελίξεις έλαβαν καταιγιστικό ρυθμό. Τα όποια χρήματα του λαού δεσμεύθηκαν. Η ενημέρωση δοκιμάσθηκε να περιοριστεί σε τηλεοπτικό επίπεδο ενώ προετοιμάζεται η κατάσταση και για τα υπόλοιπα. Γειτονικές χώρες μας απειλούν και μας φοβερίζουν. Οι οικονομικο-κοινωνικές συνθήκες κατέστησαν χειρότερες.
Ο Ελληνας δεν αντιδρά. Δεν μπορεί να αντιδράσει. Και μια μέρα σκεπτόμενος κατέληξα σε ένα συμπέρασμα. Σωστό ή λάθος δεν το γνωρίζω, αλλά θα το μοιραστώ μαζί σας.
Ο Ελληνας φοβάται να αναλάβει τις ευθύνες του. Έτσι τον έμαθαν τις τελευταίες δεκαετίες. Του παρουσίασαν και τον μύησαν στο μοντέλο της ανέμελης ζωής.
Γιατί να προσπαθήσεις στη ζωή; Έλα να διοριστείς, να εξασφαλιστείς και να δέσεις το γάιδαρό σου, να μην έχεις ευθύνες. Έλα να πάρεις σύνταξη από τα 45-50 σου, η ζωή είναι για να τη χαρείς όχι για να έχεις σκοτούρες κι ευθύνες. Και θεσμοθετήθηκε μια πολιτεία για μια κοινωνία που θα έπαυε να προσπαθεί και να προκόβει.
Ακόμη και στις οικογένειες. Η οικογένεια δεν ανταμώνει. Τα παιδιά είναι πρόβλημα. Ποιος να ασχοληθεί μαζί τους; Συνεπώς πρέπει διαρκώς κάπου να παρκάρονται. Μα δε θα αθληθεί; Μα δε θα μάθει μουσική; Μα δε θα μάθει από νωρίς μια δεύτερη ξένη γλώσσα; Άραγε φορτώνουμε τα παιδιά για το καλό τους ή να έχουν κάτι να κάνουν και να μην απασχολούν εμάς;
Μας ζητά κάποιος μια βοήθεια ή συμπαράσταση σε κάτι, στο παραμικρό, σε ένα πχ θέμα της γειτονιάς. Ωχ άσε με, δεν έχω διάθεση για μπλεξίματα.
Γενικά φτιάξαμε μια κοσμοθεωρία η οποία προσβλέπει στον περιορισμό των όποιων ευθυνών στο λιγότερο δυνατό. Το Μνημόνιο ήταν και είναι η συνέπεια του να μη βλέπουμε στα λάθη μας. Ναι μας επιβουλεύθηκαν και εξακολουθούν. Αλλά κι εμείς αποδεικνυόμαστε οι ιδανικοί κρατούμενοι των ανύπαρκτων εν τέλει δεσμών μας.
Μετά από όλα αυτά λοιπόν πως να σηκώσουμε ανάστημα; Με ποια αδύναμα χέρια να αρπάξουμε το ξύλινο βαρύ πηδάλιο του σκάφους που λέγεται Ελλάδα και με αποφασιστικότητα να το καπετανέψουμε κόντρα στο κύμα βαστάζοντας γερά μέχρι να συναντήσουμε τις ήρεμες γαλήνιες θάλασσες;