Γράφει πρώην υποψήφιος για την Προεδρία
Του Πάτρικ Μπιουκάναν
Του Πάτρικ Μπιουκάναν
«Πανωλεθρία» για την Ουάσιγκτων και απώλεια της αξιοπιστίας της σε ολόκληρο τον αραβικό και μουσουλμανικό κόσμο, χαρακτηρίζει, στο ακόλουθο άρθρο του, την «κρίσιμη για την έκβαση του πολέμου» πτώση του Χαλεπιού στις δυνάμεις του ΄Ασσαντ, ο άλλοτε σύμβουλος τριών Αμερικανών προέδρων και υποψήφιος ο ίδιος για την προεδρία δημοσιολόγος και συγγραφέας Πάτρικ Μπιουκάναν –που δεν έχει ακόμη καταχωρισθεί στη μαύρη λίστα του νέο-μακαρθισμού με τους «χρήσιμους ηλιθίους του Πούτιν», μαζί με ονόματα άλλων διαπρεπών Αμερικανών.
Ισχυρός προβολέας φωτισμού της πραγματικότητας μέσα στο πηχτό τοξικό νέφος της προπαγάνδας, το άρθρο κωδικοποιεί , προς χρήσιν του Ντόναλντ Τραμπ, τα διδάγματα «αυτής της καταστροφής», παραπέμποντας στη ρήση Μακ ΄Αρθουρ ότι όποιος σκέφτεται μείζονα στρατιωτική εμπλοκή στην Ασία, στη Μέση Ανατολή ή στην Αφρική χρήζει εξέτασης φρενολόγου.
Δίδαγμα το ίδιο λιτής γραφής, ακριβολογίας, ορθολογισμού και ιστορικών αναφορών, το άρθρο του Πάτρικ Μπιουκάναν είναι –ως συνήθως- ένα ελκυστικό και διδακτικό ανάγνωσμα. Ιδού αυτό:
Παρουσίαση: Μιχαήλ Στυλιανού
«Τα Διδάγματα Που Οφείλει Να Βγάλει ο Τραμπ από το Χαλέπι»
Σ’ αυτόν τον κόσμο είναι συχνά επικίνδυνο να είσαι εχθρός των Ηνωμένων Πολιτειών -είπε ο Χένρυ Κίσινγκερ το 1968- αλλά το να είσαι φίλος τους είναι θανάσιμο…
Οι Νότιο-Βιετναμέζοι υποχρεώθηκαν να εκτιμήσουν αυτή τη διόραση.
Το αυτό ισχύει σήμερα για το Χαλέπι όπου αναφέρονται βάναυσα αντίποινα εναντίον των ενισχυόμενων από τις ΗΠΑ ανταρτών σ’ αυτή την κόλαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Ωστόσο και πάλι από αυτή την καταστροφή αντλούνται τα λάθος συμπεράσματα.
Κατά την Ουάσιγκτων Ποστ, η αιματοχυσία είναι το αποτέλεσμα της αποτυχίας των ΗΠΑ να επέμβουν αποφασιστικότερα στον εμφύλιο πόλεμο της Συρίας: «Το Χαλέπι αντιπροσωπεύει την εξάντληση της ηθικής και πολιτικής βούλησης της Δύσης – και … μια κατάρρευση της αμερικανικής ηγεσίας.
«Με την άρνησή του να επέμβει εναντίον τους καθεστώτος Ασαντ, ή έστω να εφαρμόσει την «κόκκινη γραμμή» που είχε διακηρύξει για την χρήση χημικών όπλων, ο πρόεδρος Ομπάμα δημιούργησε ένα κενό που συμπληρώθηκε από τον Βλαντιμίρ Πούτιν και την Επαναστατική Φρουρά του Ιράν».
Ωστόσο η γκάφα συνίστατο όχι στην αποχή από τον εμφύλιο πόλεμο της Συρίας, αλλά στην εμπλοκή μας σ’ αυτόν. Το λουτρό αίματος στο Χαλέπι είναι το αποκύημα του παρεμβατισμού.
Στις 18 Αυγούστου 2011, ο πρόεδρος Ομπάμα εδήλωσε: «Χάριν του Συριακού λαού, ήρθε η ώρα για την αποχώρηση του προέδρου Ασαντ». Οι Δυτικοί ηγέτες επανέλαβαν ως ηχώ την φράση του Ομπάμα – «Να φύγει ο Ασαντ!»
Ο Ασαντ όμως αρνήθηκε να φύγει και συνέτριψε μια εξέγερση «αραβικής άνοιξης», του είδους που είχε διώξει τον Χοσνί Μουμπάρακ στο Κάιρο. Όταν οι ΗΠΑ άρχισαν να χρηματοδοτούν και να εκπαιδεύουν αντάρτες για να τον ανατρέψουν, ο Ασαντ συνήγειρε τα στρατεύματά του και άρχισε να προσκαλεί τους συμμάχους του – Χεσμπολά, Ιράν και Ρωσία.
Με την απαραίτητη βοήθειά τους, ανακατέλαβε το Χαλέπι στην αποφασιστική μάχη του πολέμου. Και τώρα η Αμερική έχει χάσει την αξιοπιστία της σε ολόκληρο τον Αραβικό και Μουσουλμανικό κόσμο.
Πως μας βρήκε αυτή η πανωλεθρία;
Πρώτον, με το κάλεσμα σε ανατροπή του Μπασάρ Ασαντ, ο οποίος δεν μας επετέθη ούτε μας απείλησε, ενεργήσαμε όχι για τα εθνικά μας συμφέροντα αλλά από δημοκρατίστικη ιδεολογία: Ο Ασαντ είναι δικτάτορας. Οι δικτάτορες είναι κακοί. Ώστε ο Ασαντ πρέπει να φύγει.
Ιδέα δεν είχαμε με ποιόν θα τον αντικαταστήσουμε.
Σύντομα ξεκαθάρισε πως οι ισχυρότεροι εχθροί του Ασαντ και οι προφανείς διάδοχοί του, θα ήταν το Μέτωπο Νούσρα, ο συριακός κλάδος της Αλ Κάιντα, ή το Ι.Κ (Ισλαμικό Κράτος), που τότε προέβαινε σε αποτρόπαιες εκτελέσεις κρατουμένων στη βάση-στρατόπεδό του στη Ράκα.
Αμερικανική πολιτική έγινε τότε να υποστηρίζουμε τους «καλούς» αντάρτες στο Χαλέπι, να βομβαρδίζουμε τους «κακούς» αντάρτες στη Ράκα και να αξιώνουμε να φύγει ο Ασαντ. Μια απίθανη πολιτική.
Ούτε είχε ερωτηθεί ο αμερικανικός λαός.
Μετά μια δεκαετία πολέμων στο Ιράκ και το Αφγανιστάν, δεν έβλεπε να κινδυνεύουν οποιαδήποτε αμερικανικά συμφέροντα με το ποιος κυβερνούσε στη Δαμασκό, εκτός από τους τρομοκράτες του Ι.Κ. ή της Αλ Κάιντα.
΄Επειτα ήρθε η προειδοποίηση –«κόκκινη γραμμή»-του Ομπάμα: Οι ΗΠΑ θα αναλάμβαναν στρατιωτική δράση εάν στο συριακό εμφύλιο πόλεμο γινόταν χρήση χημικών όπλων.
Αυτό που υπέσκαψε το τελεσίγραφο ήταν ότι το Κογκρέσο ουδέποτε εξουσιοδότησε τον πρόεδρο να αναλάβει στρατιωτική δράση κατά της Συρίας και ότι ο αμερικανικός λαός ήθελε να μείνει μακριά από το συριακό εμφύλιο πόλεμο.
Όταν ο Ασαντ κατηγορήθηκε για χρήση χημικών και ο Ομπάμα απείλησε με βομβαρδισμούς, το έθνος ξεσηκώθηκε ως ένας άνθρωπος για να αξιώσει από το Κογκρέσο να μας κρατήσει έξω από τον πόλεμο. Ο υπουργός των Εξωτερικών Τζων Κέρυ κατάντησε να μας διαβεβαιώνει πως οποιοσδήποτε βομβαρδισμός «θα είναι απίστευτα μικρός».
Γύρω στο 2015, ενώ ο στρατός του Ασαντ φαινόταν να λυγίζει, ο Βλαντιμίρ Πούτιν, παρενέβη θαρραλέα με αεροπορική δύναμη, στο πλευρό των Χεσμπολά και Ιράν. Γιατί; Επειδή όλοι τους έχουν ζωτικά συμφέροντα στη διατήρηση της κυβέρνησης Ασαντ.
Ο Μπάσαρ Ασαντ είναι σύμμαχος της Ρωσίας και παρέχει στον Πούτιν την μοναδική ναυτική βάση του στη Μεσόγειο. Το καθεστώς Ασαντ είναι η πηγή ανεφοδιασμού και όπλων των Χεσμπολά για να αποτρέψουν και εν ανάγκη να πολεμήσουν το Ισραήλ.
Για το Ιράν, ο Ασαντ είναι σύμμαχος κατά της Σαουδικής Αραβίας και της σουνιτικής αφύπνισης και κρίσιμος κρίκος στην Σιιτική Ημισέληνο που εκτείνεται από την Τεχεράνη στη Βαγδάτη, στη Δαμασκό ως τη Βυρηττό.
Όλοι έχουν μεγαλύτερα συμφέροντα να διακυβεύονται σ’ αυτόν τον εμφύλιο πόλεμο από εμάς και ήταν πρόθυμοι να επενδύσουν περισσότερο χρόνο, αίμα και πλούτο. Γι’ αυτό και ως τώρα επικράτησαν.
Τα διδάγματα για τον Τραμπ από την καταστροφή στο Χαλέπι;
Ούτε να το σκεφτεί καν να εμπλακεί σ’ ένα πόλεμο στην Μέση Ανατολή –εκτός αν έχει την έγκριση του Κογκρέσου, την υποστήριξη σύσσωμου του αμερικανικού λαού, την βεβαιότητα ότι διακυβεύονται ζωτικά συμφέροντα της χώρας και την γνώση του πως και πότε θα τελειώσει αυτός ο πόλεμος.
Επειδή οι πόλεμοι έχουν τη συνήθεια να καταστρέφουν προεδρίες.
Η Κορέα ετσάκισε τον Τρούμαν. Το Βιετνάμ ετσάκισε τον Λύντον Τζόνσον, το Ιράκ ετσάκισε το ρεπουμπλικανικό Κογκρέσο το 2006 και μας έδωσε τον Ομπάμα το 2008.
Και ένας πόλεμος με το Ιράν που συζητείται τώρα στις «δεξαμενές σκέψης» και στις σελίδες γνώμης θα μπορούσε να σημάνει το τέλος της προεδρίας Τραμπ.
Πριν ν’ αρχίσει ένα τέτοιο πόλεμο, ο Ντόναλντ Τραμπ θα μπορούσε να τηλεφωνήσει στον Μπομπ Γκέιτς (σημ: πρώην ΥΠΕΘΑ) και να τον ρωτήσει τι εννοούσε στο Γουέστ Πόιντ τον Φεβρουάριο του 2011, όταν είπε στους Ευέλπιδες:
«Οποιοσδήποτε μελλοντικός υπουργός Αμυνας ξανασυμβουλεύσει τον Πρόεδρο να στείλει μεγάλες χερσαίες δυνάμεις στην Ασία, τη Μέση Ανατολή ή την Αφρική θα πρέπει «να υποβληθεί σε εξέταση εγκεφάλου», όπως τόσο λεπτά το είχε διατυπώσει ο στρατηγός Μακ Αρθουρ»