Αναδημοσίευση από: dw.com
DLF / Κώστας Συμεωνίδης
Κατά την τελευταία μέρα του 2016 το Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών ενέκρινε την εκεχειρία που δρομολόγησε η ρωσοτουρκική πρωτοβουλία στη Συρία αλλά και τα σχέδια για την επανέναρξη των ειρηνευτικών συνομιλιών.
Το ψήφισμα, το οποίο εισηγήθηκαν η Ρωσία και η Τουρκία, εγκρίθηκε ομόφωνα στη Νέα Υόρκη και από τις 15 χώρες-μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας. Παράλληλα στηρίζει τα ρωσοτουρκικά σχέδια για την διεξαγωγή ειρηνευτικών διαπραγματεύσεων στην Αστάνα του Καζακστάν στις 15 Ιανουαρίου μεταξύ εκπροσώπων της αντιπολίτευσης και της κυβέρνησης του Μπασάρ αλ Άσαντ.
Παρά τις αναφορές για μεμονωμένες συγκρούσεις και ανταλλαγές πυροβολισμών πάντως, η εκεχειρία που ισχύει από το πρωί της Παρασκευής φαίνεται να τηρείται σε γενικές γραμμές. Τι σημαίνει όμως αυτό για το άμεσο μέλλον; Εντέλει πόσο βιώσιμη μπορεί να είναι όντως η συμφωνία αυτή; Όπως εκτιμά η Μάργκρετ Γιόχανσεν από το Ινστιτούτο Ερευνών για την Ειρήνη και την Πολιτική Ασφαλείας στο Πανεπιστήμιο του Αμβούργου:
«Είμαι διχασμένη. Από τη μια πλευρά όλοι εκείνοι οι πρωταγωνιστές που φαίνεται να έχουν λόγο και ρόλο έχουν προφανώς συμφωνήσει. Εκτός από το καθεστώς Άσαντ δηλαδή, η Ρωσία, η Τουρκία και μάλλον και το Ιράν. Από την άλλη και ενώ θα πρέπει να υλοποιήσουν τη συμφωνία και οι πρωταγωνιστές από τα πεδία των μαχών, πολλές ομάδες έχουν αποκλειστεί από την κατάπαυση του πυρός. Και δεν είναι καν σαφές ποιος έχει αποκλειστεί, διότι δεν είναι σαφές ποιες θεωρούνται τρομοκρατικές ομάδες. (…) Όταν λοιπόν δεν είναι ξεκάθαρο ποιος αποκλείεται και ποιος συμμετέχει, τότε αυτό είναι επικίνδυνο για μια τέτοια εκεχειρία».
Για το ρόλο του Άσαντ και το Κουρδικό
Πώς σχολιάζει η ειδικός το γεγονός ότι Τουρκία και Ρωσία έχουν αναλάβει πρωταγωνιστικό ρόλο την ώρα που ΕΕ και ΗΠΑ παρακολουθούν ουσιαστικά άπραγοι;
«Για να το πούμε απλά, εκείνος που συμμετέχει με όπλα, μαχητές και βόμβες, έχει και τον πρώτο λόγο. Όποιος, αντίθετα, περιορίζεται σε κυρώσεις οι οποίες εντέλει δεν πέτυχαν τον στόχο τους, αλλά έπληξαν μάλιστα τον άμαχο πληθυσμό, όποιος δεν θέλει να κατεβάσει στα πεδία των μαχών τα στρατεύματά του, συνειδητοποιεί ότι αυτός που επιβάλλεται στο τέλος είναι εκείνος με τη μεγαλύτερη στρατιωτική αποφασιστικότητα».
Η Μάργκρετ Γιόχανσεν εκτιμά ότι οι ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις στην Αστάνα του Καζακστάν στις 15 Ιανουαρίου θα είναι εξαιρετικά δύσκολες, και αυτό όχι μόνον εξαιτίας των διαφωνιών για τον μελλοντικό ρόλο του Άσαντ:
«Το πρόβλημα δεν είναι μόνον ο Άσαντ, αλλά αφορά και τους Κούρδους. Το γεγονός ότι η Τουρκία έχει αναλάβει τόσο ενεργό ρόλο οφείλεται κυρίως στο γεγονός ότι η Άγκυρα θέλει πάση θυσία να αποτρέψει το ενδεχόμενο να αποκτήσουν οι Κούρδοι της Συρίας ένα στάτους μιας κάποιας αυτονομίας, η οποία κατά τους Τούρκους θα μπορούσε να αποτελέσει πρότυπο και για τους Κούρδους της Τουρκίας. (…) Το πρόβλημα δηλαδή δεν αφορά μόνον τη Συρία αλλά και την Τουρκία, τους Κούρδους, τον Λίβανο. Όλα αυτά τα προβλήματα (…) δεν λύνονται δια μαγείας με μια εκεχειρία. Πρόκειται για τις πυριτιδαποθήκες της εκεχειρίας και τους πιο δύσκολους παράγοντες στις διαπραγματεύσεις της Αστάνα».