Αναδημοσίευση από: paron.gr
Tα παράξενα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των ευρωπαϊκών λαών
Του ΧΡΗΣΤΟΥ Θ. ΜΠΟΤΖΙΟΥ Πρέσβη ε.τ.
Tα παράξενα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των ευρωπαϊκών λαών
Του ΧΡΗΣΤΟΥ Θ. ΜΠΟΤΖΙΟΥ Πρέσβη ε.τ.
Το 1951 έξι χώρες της Δ. Ευρώπης (Γαλλία, Δ. Γερμανία, Ιταλία, Ολλανδία, Βέλγιο, Λουξεμβούργο) συνέστησαν την Ευρωπαϊκή Κοινοπραξία Χάλυβος και Άνθρακος (ΕΚΑΧ) που περισσότερο σκόπευε στην άμβλυνση των σχέσεων και στη συνεργασία Γαλλίας - Γερμανίας, παρά σε οικονομικούς στόχους. Στην πρώτη αυτή μεταπολεμική ευρωπαϊκή συνεργασία στηρίχθηκε στη συνέχεια (1957) η σύσταση της ΕΟΚ (Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα), με την υπογραφή της Συνθήκης της Ρώμης (1957), η οποία, ως γνωστόν, μετεξελίχθηκε σε Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ).
Οι στόχοι της τελευταίας ήταν υψηλοί. Να καταστεί, βαθμιαία, πλήρης ένωση, πολιτικά, οικονομικά και αμυντικά. Η διαδικασία προς αυτήν την κατεύθυνση ήταν πρώτα εμβάθυνση και στη συνέχεια διεύρυνση. Συνέβη όμως το αντίθετο. Ανατρέχοντας στα αίτια για τη δημιουργία μιας ενωμένης Ευρώπης θα διακρίναμε δύο βασικά λόγους. Πρώτον, η συνειδητοποίηση ότι οι συναγωνισμοί μεταξύ των κυριάρχων ευρωπαϊκών χωρών, κυρίως Γαλλίας και Γερμανίας, είχαν οδηγήσει σε δύο παγκόσμιους πολέμους που προκάλεσαν τεράστιες καταστροφές και εκατομμύρια ανθρώπινα θύματα. Δεύτερον, η κοινή διαπίστωση ότι η Ευρώπη έπαυε να είναι, πλέον, το κέντρο των παγκόσμιων εξελίξεων. Λίγο-πολύ συνέβη ότι και στον αρχαιοελληνικό κόσμο, όταν ο Πελοποννησιακός Πόλεμος προκάλεσε το τέλος των ηγεμονιών Αθήνας και Σπάρτης, που έφερε στη συνέχεια την κυριαρχία της Ρώμης. Στη σύγχρονη εποχή η ηγεμονία ονομάζεται αμερικανική, που και αυτή, με τη σειρά της, αρχίζει να φθίνει. Αποτελεί γεγονός αναμφισβήτητο ότι η ΕΕ δεν εμπνέει σήμερα τους πολίτες της. Οι άνεμοι της διάλυσης συνεχώς δυναμώνουν.
Ποιοι μπορεί να θεωρηθούν υπαίτιοι για την εικόνα παρακμής που παρουσιάζει σήμερα η Ευρώπη; Ασφαλώς δεν μπορεί να αποδοθεί αποκλειστική ευθύνη στο Ηνωμένο Βασίλειο, το οποίο δεν έκρυβε ποτέ ότι δεν επιθυμούσε μια πολιτική ένωση αλλά μια μεγάλη και ελεύθερη αγορά. Ούτε, επίσης, στο ΝΑΤΟ, αφού πολλά από τα κράτη-μέλη εξακολουθούν να το θεωρούν ως τον ασφαλέστερο φορέα για τη συνοχή της Δύσης. Θα ήταν, επίσης, ψευδεπίγραφο να θεωρηθεί ως συντελεστής της ευρωπαϊκής κρίσης η παγκοσμιοποίηση, που επέφερε την κυριαρχία του χρηματοπιστωτικού συστήματος επί της πολιτικής. Θα ήταν, ακόμη, άτοπο να αποδοθεί στο Προσφυγικό - Μεταναστευτικό η αιτία χαλάρωσης των θεσμών και καταπάτησης των αξιών της ΕΕ από ορισμένες χώρες-μέλη, με συνέπεια όλο το βάρος της υποδοχής και περίθαλψης των προσφύγων να το επωμισθεί ο Ευρωπαϊκός Νότος. Χωρίς ίχνος προκατάληψης και βάσει των αρχών του ποινικού δικαίου περί πρόσφορης αιτίας (causa adequata), μεγάλη ευθύνη για την παρακμιακή εικόνα που παρουσιάζει σήμερα η ΕΕ φέρει το Βερολίνο. Η Γερμανία, που μετά την ενοποίησή της αναδείχθηκε σε κυρίαρχη ευρωπαϊκή δύναμη, λειτούργησε ηγεμονικά και όχι όπως θα έπρεπε, δηλαδή ηγετικά. Επωφελούμενη της οικονομικής ευρωστίας που απέκτησε, βοηθούσης και της Ευρωζώνης, επέβαλε διά του υπουργού των Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε μια αυστηρή πολιτική λιτότητας που στραγγάλισε τις ασθενείς οικονομικά χώρες του Ευρωπαϊκού Νότου.
Η περίπτωση της Ελλάδας είναι ξεχωριστή. Γιατί φαίνεται να έχει και τιμωρητικό χαρακτήρα. Πέραν της αναποτελεσματικής πολιτικής λιτότητος που έχει επιβληθεί στις χώρες του Νότου, το Βερολίνο σκιάζεται και από υποψίες ότι επεξεργάζεται σχέδια δημιουργίας μιας νέας Ευρώπης διαφορετικών ταχυτήτων, που είναι αμφίβολο αν θα γίνει αποδεκτό από τους ευρωπαίους πολίτες. Τότε η διάλυση της ΕΕ θα είναι νομοτελειακή. Την ευθύνη γι’ αυτό όμως δεν θα φέρουν αποκλειστικά οι Γερμανοί. Θα την επωμιστούν και οι άλλες ευρωπαϊκές χώρες, ιδιαίτερα οι μεγαλύτερες. Αν τελικά η ΕΕ διαλυθεί ή αλλάξει φυσιογνωμία επί τα χείρω, θα πρόκειται για τα παράξενα της ιστορίας και της ψυχοσύνθεσης των ευρωπαϊκών λαών, που θα αποδείξουν ότι δεν διδάχθηκαν τίποτα από το πρόσφατο παρελθόν και από τη δεινή εμπειρία δύο παγκόσμιων πολέμων. Στα περίεργα των τελευταίων ευρωπαϊκών εξελίξεων εντάσσεται και η συμπεριφορά της Ρωσίας έναντι της Τουρκίας. Η εν ψυχρώ και αινιγματική δολοφονία του ρώσου πρέσβη στην Άγκυρα -φαινομενικά, τουλάχιστον- λειτούργησε αντίστροφα. Πλήρης αντίθεση με την περίπτωση της κατάρριψης του ρωσικού πολεμικού αεροσκάφους από τουρκικά μαχητικά επί συριακού εδάφους. Στην πρώτη περίπτωση η ενέργεια ήταν εσκεμμένη. Στη δεύτερη -προφανώς, όχι και σίγουρα- δεν εμπλέκεται το επίσημο τουρκικό κράτος. Όμως η ευθύνη για την προστασία και ασφάλεια των διαπιστευμένων πρέσβεων βαρύνει τα κράτη.
Η δολοφονία ενός διαπιστευμένου πρέσβη πλήττει, μεταξύ άλλων, το γόητρο της χώρας προέλευσης. Η ηπίων τόνων αντίδραση της Μόσχας επιδέχεται πολλές ερμηνείες. Προφανώς, η Μόσχα δεν επιθυμεί να διασαλεύσει τις σχέσεις με την Άγκυρα υπό τις παρούσες συγκυρίες με σοβαρές εξελίξεις στη Συρία. Και οι δύο χώρες, Ρωσία και Τουρκία, επιθυμούν την αποκατάσταση της ομαλότητας στη μαρτυρική αυτή χώρα και ίσως και του status quo ante. Η Μόσχα δεν επιθυμεί την επαναπροσέγγιση της Άγκυρας με τις ΗΠΑ, που πιθανόν θα προκαλούσε μια νέα ένταση στις μεταξύ τους σχέσεις εξαιτίας της δολοφονίας του ρώσου πρέσβη. Την προφανή επιθυμία να κρατηθούν εκατέρωθεν χαμηλοί τόνοι συμβόλιζε και η παρουσία του τούρκου υπουργού των Εξωτερικών στην κηδεία του άτυχου πρεσβευτή. Σε κάθε περίπτωση, οι σχέσεις Μόσχας - Άγκυρας, για πολλούς και ουσιώδεις λόγους, θα έχουν πάντα τα χαρακτηριστικά λυκοφιλίας… Η Ελλάδα επηρεάζεται σοβαρά από τις ευρωπαϊκές εξελίξεις, είτε αυτές επιδρούν στο βιοτικό επίπεδο του λαού είτε στην ασφάλεια της χώρας. Από μόνη της η χώρα μας δεν μπορεί να αντιμετωπίσει όλες τις προκλήσεις. Η κυβέρνηση, ορθώς, ακολουθεί και εφαρμόζει μια πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική με επιδίωξη την εξασφάλιση διεθνών ερεισμάτων και απόκτηση συμμάχων και φίλα προσκείμενων χωρών. Οι αμυντικές συμμαχίες είναι εξίσου αναγκαίες.
Τα πλεονεκτήματα της Ελλάδας είναι αφενός η γεωπολιτική της θέση και αφετέρου η σταθερότητα που διακρίνει την Ελληνική Πολιτεία, θεσμικά και πολιτιστικά. Τούτο αναγνωρίσθηκε και διά στόματος του απερχόμενου Προέδρου των ΗΠΑ, κατά την πρόσφατη επίσκεψή του στην Ελλάδα. Η Ελλάδα συμβολίζει το πνεύμα και την ενότητα του δυτικού κόσμου. Όμως, για να ισχύσουν τα ηθικά και γεωπολιτικά πλεονεκτήματα που διαθέτει η Ελλάδα, απαιτείται και εσωτερική ομαλότητα, σύμπνοια και συνεργασία μεταξύ των πολιτικών δυνάμεων της χώρας. Εκτός, ασφαλώς, των ευθυνών της κυβέρνησης για τη διαχείριση των θεμάτων εσωτερικής και εξωτερικής πολιτικής, ουσιώδης είναι και ο ρόλος της αντιπολίτευσης. Αντί εύκολης κριτικής οφείλουν να παρουσιάζουν και εναλλακτικές προτάσεις, αν βέβαια διαθέτουν. Οι καιροί ου μενετοί…