Αναδημοσίευση από: onisilos.gr
του Δρ. Γιάννου Χαραλαμπίδη
Πού
στηρίζεται η φόρμουλα Κοτζιά, η άλλη όψη των εγγυήσεων, η Τριμερής
Γραμματεία, η σημασία της τουρκικής ισχύος και της αναθεωρητικής
πολιτικής
· Πώς το Σύμφωνο φιλίας μπορεί να συνιστά την εναλλακτική επιλογή των εγγυήσεων
· Πώς διαλύθηκε το Βαλκανικό Σύμφωνο και η σχέση με την Κύπρο
· Η παράδοση της Τσεχοσλοβακίας και η κυπριακή ομοσπονδία
· Το πάθημα του Μεσοπολέμου και η ρεαλιστική πολιτική
Το
Σύμφωνο Φιλίας ή μη Επιθέσεως και Συνεργασίας, που προβάλλει ως πρόταση
στο Κυπριακό ο Έλληνας Υπουργός Εξωτερικών, Νίκος Κοτζιάς, ακούγεται μια
καλή εναλλακτική επιλογή της κατάργησης των εγγυήσεων. Είναι; Αυτό
είναι το ερώτημα, το οποίο θα πρέπει να απαντήσει κάποιος προτού την
υιοθετήσει πανηγυρικά ή προτού την απορρίψει με κλειστά μάτια. Η
πρόταση Κοτζιά είναι έγγραφο 26 σελίδων, στο οποίο αναφέρεται η αλλαγή
των εγγυήσεων και η κατάργηση του συστήματός τους, όπως ισχύουν σήμερα,
με βάση τις Συνθήκες του 60. Η εναλλακτική επιλογή που εισηγείται
στηρίζεται στο Βαλκανικό Σύμφωνο (Balkan Atant). Και εδώ είναι το
ζήτημα: Συνιστά ή όχι το Σύμφωνο Φιλίας μια άλλη μορφή εγγυήσεων; Ναι ή
όχι και κάτω από ποιες συνθήκες;
Πίσω στο ’53…
Από τις
26 σελίδες της πρότασης Κοτζιά, οι τρεις από αυτές έχουν επισυναφθεί στο
πακέτο -πρόταση για την ασφάλεια του Προέδρου της Δημοκρατίας ως
περίληψη, γεγονός που δείχνει την επί του θέματος ομοφωνία. Η
φόρμουλα Κοτζιά, που βρίσκεται στο τραπέζι των συνομιλιών, στηρίζεται
στο Βαλκανικό Σύμφωνο του 1954, που υπεγράφη στην Άγκυρα, στις 28
Φεβρουαρίου του 1953 μεταξύ της Γιουγκοσλαβίας, της Τουρκίας και της
Ελλάδας.
Η
εισήγηση του Έλληνα Υπουργού των Εξωτερικών προνοεί μια Τριμερή
Γραμματεία, αλλά ως προς τον τρόπο θεσμοθέτησης και λειτουργίας τα
πράγματα είναι ανοικτά προς συζήτηση. Πάντως, το Βαλκανικό Σύμφωνο του
53 ή Σύμφωνο Φιλίας και Συνεργασίας είχε ως στόχο την έμμεση σύνδεση
της Γιουγκοσλαβίας του Τίτο με το ΝΑΤΟ και προέβλεπε την κοινή
στρατιωτική δράση με τη μορφή κοινού αμυντικού φράγματος σε περίπτωση
σοβιετικών κινήσεων.
Ήταν μια
προσπάθεια του Τίτο, ο οποίος εκείνη την εποχή ήθελε να διατηρεί μια
μορφή ανεξαρτησίας από τη Μόσχα αφού, άλλωστε, στην περίοδο του Β’
Παγκοσμίου Πολέμου είχε στενή συνεργία με τους Βρετανούς, οι οποίοι του
είχαν παραδώσει τον άσπονδο εχθρό του, τον Σέρβο αρχηγό των Τσέτνικ,
στρατηγό Ντράζα Μιχαήλοβιτς, καθιστώντας τον Τίτο κυρίαρχο του
παιχνιδιού.
Χαριστική βολή…
Το Βαλκανικό Σύμφωνο ήταν βραχύβιο, αν όχι θνησιγενές.
Λίγο μετά την υπογραφή του, ο Στάλιν είχε πεθάνει και ο
Νικήτα Χρουτσόφ προχώρησε σε επαναπροσεγγιστικές κινήσεις με το
Βελιγράδι, το οποίο, λόγω των δικών του συμφερόντων, άρχισε να
αντιλαμβάνεται διαφορετικά από ότι η Ελλάδα και η Τουρκία τις διεθνείς
εξελίξεις. Η Γιουγκοσλαβία το 1955 είχε διαμηνύσει προς την Τουρκία
και την Ελλάδα ότι δεν ήταν διατεθειμένη να αναλάβει τα στρατιωτικά
μέτρα που της αναλογούσαν επί τη βάσει του Βαλκανικού Συμφώνου. Η χαριστική βολή δόθηκε από την ανάφλεξη του Κυπριακού.
Σύμφωνο Ρίμπεντροπ -Μολότοφ…
Η
παγκόσμια ιστορία έχει και άλλα παραδείγματα Συμφώνων Φιλίας, Συμμαχιών,
Συνεργασίας και Μη Επιθέσεων. Μια τέτοια Συμφωνία είναι και αυτή
ανάμεσα στον Χίτλερ και τον Στάλιν που υπογράφτηκε στις 23 Αυγούστου του
39. Το γνωστό Σύμφωνο Ρίμπεντροπ -Μολότοφ. Τα βασικά άρθρα του
Συμφώνου προνοούσαν τα εξής:
Άρθρο 1. Τα
δύο Συμβαλλόμενα Μέρη δεσμεύονται να απόσχουν από κάθε πράξη ισχύος,
κάθε πράξη επίθεσης και κάθε επίθεση του ενός εναντίον του άλλου, είτε
κατά μόνας είτε σε συνδυασμό με άλλες Δυνάμεις.
Άρθρο 2.
Σε περίπτωση κατά την οποία ένα από τα Συμβαλλόμενα Μέρη γίνει στόχος
πολεμικής ενέργειας εκ μέρους τρίτης Δύναμης, το άλλο Συμβαλλόμενο Μέρος
κατά κανέναν τρόπο δεν θα προσφέρει την αρωγή του σε αυτήν την Τρίτη
Δύναμη.
Άρθρο 3. Οι
Κυβερνήσεις των δύο Συμβαλλομένων Μερών και στο μέλλον θα παραμείνουν
σε διαρκή μεταξύ τους, διά διαβουλεύσεων, ώστε να προσφέρουν αμοιβαία
ενημέρωση για ζητήματα που αφορούν τα κοινά ενδιαφέροντά τους.
Άρθρο 4.
Κανένα από τα δύο Συμβαλλόμενα Μέρη δεν θα συμμετάσχει σε οιαδήποτε
ομαδοποίηση Δυνάμεων, η οποία στρέφεται αμέσως ή εμμέσως σε βάρος του
άλλου Μέρους.
Άρθρο 5. Σε
περίπτωση διενέξεων ή διαφωνιών μεταξύ των Συμβαλλομένων Μερών επί
ζητημάτων του ενός ή του άλλου είδους, και τα δύο Μέρη θα διασαφηνίζουν
αυτές τις διενέξεις ή διαφορές αποκλειστικώς μέσω φιλικής ανταλλαγής
γνωμών ή, αν αυτό καταστεί αναγκαίο, μέσω επιτροπών διαιτησίας.
Άρθρο 6. Το
παρόν Σύμφωνο θα έχει διάρκεια 10 ετών, υπό τον όρο ότι ένα από τα
Συμβαλλόμενα Μέρη δεν το καταγγέλλει ένα έτος προ της εκπνοής του, η δε
περίοδος ισχύος του παρόντος Συμφώνου θα ανανεωθεί αυτομάτως για μια νέα
περίοδο πέντε ετών.
Άρθρο 7.
Το παρόν Σύμφωνο θα επικυρωθεί το συντομότερο. Τα έγγραφα επικυρώσεως
θα ανταλλαχθούν στο Βερολίνο. Το Σύμφωνο τίθεται εν ισχύι αμέσως μόλις
υπογραφεί.
Το μάθημα και πάθημα του Μεσοπολέμου και αποτροπή
Βεβαίως,
το Σύμφωνο αυτό, το οποίο έχουμε δημοσιεύσει προ 15 ημερών από αυτές τις
στήλες, θα μπορούσε με ορισμένες αλλαγές να αφορούσε την Κύπρο, την
Ελλάδα και την Τουρκία, προκαλώντας, μάλιστα, έντονους πανηγυρισμούς. Όπως προφανώς και το Βαλκανικό Σύμφωνο. Όμως, η ιστορία και ο πολιτικός ρεαλισμός διδάσκουν ότι το Σύμφωνο
αυτό έδωσε την ευκαιρία στον Χίτλερ να κερδίσει χρόνο πριν από την
τελική του επίθεση, ενώ οι Ρώσοι είχαν την ψευδαίσθηση ότι θα γλίτωναν
από τον ναζιστικό επεκτατισμό.
Είχε
προηγηθεί η γκάφα ολκής των Πρωθυπουργών της Γαλλίας και της
Βρετανίας Έντουαρ Νταλαντιέ και Άρθουρ Τσάμπερλεϊν, ότι με τη Διεθνή
Διάσκεψη του Μονάχου στις 30 Σεπτεμβρίου του 1938, όπου
προσέφεραν τη Τσεχοσλοβακία στους Ναζί, θα ήταν το τέλος της γερμανικής
αναθεωρητικής και επιθετικής πολιτικής. Είχαν λάθος. Ήταν η αρχή.
Γιατί τα αναφέρουμε αυτά; Διότι,
οι διεθνείς σχέσεις, η στρατηγική και τα ζητήματα ασφάλειας είναι
επιστήμη που στηρίζεται σε μεταβλητές και παράγοντες μέσα
από case studies. Συνεπώς, επί τη βάσει των ανωτέρω τονίζουμε τα εξής:
Γιατί κατέρρευσε το Σύμφωνο μη Επιθέσεως και Φιλίας μεταξύ της Σοβιετικής Ένωσης και της Χιτλερικής Γερμανίας;
- Πρώτον, οι Ναζί δεν είχαν εγκαταλείψει την επεκτατική τους πολιτική. Και ο Χίτλερ «πωλούσε» μεν ειρήνη στον ρητορικό του λόγο, όπως η Τουρκία και ο Ερντογάν, όμως, ήταν σαφείς οι προθέσεις και η αναθεωρητική του πολιτική.
Δεν την
πάτησε μαζί του μόνο ο Στάλιν, τον οποίον άφησαν μόνο οι Δυτικοί. Την
είχαν, ήδη, πατήσει οι Νταλαντιέ και Τσάμπερλεϊν. Παραχωρώντας τη
Τσεχοσλοβακία στη Γερμανία είχαν
τη λανθασμένη εντύπωση ότι θα γλίτωναν, όπως πιστεύει σήμερα ο κ.
Κοτζιάς και η Ελλαδική πολιτική ηγεσία, καθώς και η κυπριακή κυβέρνηση.
Ότι δηλαδή, αν δώσει την Κύπρο στην Τουρκία, μέσω μιας ομοσπονδίας, θα
γλιτώσει το Αιγαίο και η Θράκη.
Ούτε η
Γαλλία, ούτε η Βρετανία, ούτε η Σοβιετική Ένωση γλίτωσαν τον πόλεμο. Και
εμείς για να γλιτώσουμε από την τουρκική επιθετικότητα θα πρέπει να
παραδοθούμε αναιμάκτως, όπως συνέβη με πολλές χώρες της Ευρώπης την
εποχή του Χίτλερ.
- Δεύτερον, τόσο οι Σοβιετικοί, αλλά κυρίως οι Γάλλοι και οι Βρετανοί υιοθέτησαν έναντι του Χίτλερ μιαν εξευμενιστική πολιτική.
Είχαν την ψευδαίσθηση ότι, εάν τον κατεύναζαν, θα «αγόραζαν τον μπελά». Μάλιστα,
οι Νταλαντιέ και Τσάμπερλεϊν μετά την παράδοση
της Τσεχοσλοβακίας πανηγύριζαν, αναγκάζοντας τον Ουίνστον Τσώρτσιλ να
τους πει τα εξής προφητικά λόγια: «Χάσατε τον πόλεμο χωρίς να δώσετε τη μάχη»! Ειδικώς για τη Βρετανία ήταν το μεγαλύτερο πάθημα και μάθημα.
Ήταν η
μοναδική φορά που είχε αντικαταστήσει στην εξωτερική της πολιτική, τον
Ρεαλισμό, την Ισχύ και τα ισοζύγια δυνάμεων με τον εξευμενισμό και τον
ιδεαλισμό. Δεν είχε στηρίξει την πολιτική της στην αποτροπή. Από τον
Μεσοπόλεμο δεν επανέλαβε ποτέ αυτό το σφάλμα. Το ίδιο συνέβη και με
τους Γάλλους, οι οποίοι μάλιστα επί Ντε Γκολ είχαν αναπτύξει τη δική
τους αυτόνομη πυρηνική αποτροπή. Σε ανάλογη γραμμή ήταν και η Σοβιετική
Ένωση έναντι των ΗΠΑ. Ισχύς. Είτε αυτόνομα είτε μέσω ΝΑΤΟ.
Βασικές μεταβλητές
Υπό αυτές τις συνθήκες έχουμε δυο βασικές μεταβλητές:
1. Η επεκτατική και αναθεωρητική πολιτική των συμβαλλομένων μερών.
2.
Η υιοθέτηση της εξευμενιστικής ή της ρεαλιστικής πολιτικής των
ισοζυγίων δυνάμεων και της αποτροπής. Σε αυτές προστίθενται και οι εξής
επιπρόσθετες μεταβλητές, όπως προκύπτουν από την περίπτωση του
Βαλκανικού Συμφώνου του 53:
- Πρώτον, η εξυπηρέτηση των εθνικών συμφερόντων είναι στοιχείο της συνέχισης ή της κατάργησης ενός Συμφώνου Φιλίας.
- Δεύτερον, το διεθνές περιβάλλον είναι συναφές με τη στρατηγική των συμμετεχόντων στο Σύμφωνο κρατών και τα εθνικά τους συμφέροντα, μεταξύ τους, καθώς και σε σχέση με τις Μεγάλες Δυνάμεις.
Αυτό
συνέβη με την αλλαγή της στάσης της Σοβιετικής Ένωσης με τη
Γιουγκοσλαβία, οπότε η απειλή, πλέον, δεν ήταν η ίδια όπως πριν από
τον Χρουτσόφ. Πλέον, δεν υπήρχε κοινή μεταξύ των τριών σοβιετική
απειλή. Στρεφόταν μόνο σε βάρος των δύο, της Ελλάδας και της Τουρκίας.
Στο τέλος δε, οι σύμμαχοι στο ΝΑΤΟ, Ελλάδα και Τουρκία, έγιναν εχθροί.
Εγγυήσεις και προτεκτοράτο
Η
πολιτική, που υιοθετεί ένα έκαστο των εμπλεκομένων μερών σε ένα Σύμφωνο
Φιλίας, συνιστά μεταβλητή, που παραπέμπει στο εξής: Κατά τα συμβαλλόμενα
μέρη έχουν την πρόθεση να σεβαστούν τα συμφωνηθέντα. Στην περίπτωση
της Κύπρου, η μεταβλητή αυτή είναι συναφής με την αποποίηση ή όχι της
επεκτατικής πολιτικής που υιοθετεί η Τουρκία. Ανάλογο ήταν και το
ερώτημα για τη Σοβιετική Ένωση, όταν υπέγραφε το Σύμφωνο Φιλίας με τον
Χίτλερ.
Ερώτημα, λοιπόν:
Υπάρχει κάποιο σημάδι που να μας πείθει ότι η Τουρκία έχει αλλάξει ή προτίθεται να αλλάξει πολιτική; Ότι δηλαδή έχει εγκαταλείψει ή θα εγκαταλείψει την αναθεωρητική της πολιτική; Δυστυχώς, κανένα. Αντιθέτως,
η Άγκυρα έχει εισβάλει στη Συρία, μπαινοβγαίνει στο Ιράκ και αμφισβητεί
όσο πότε τη Συνθήκη της Λωζάννης και τα σύνορά της με την Ελλάδα. Όχι
εμείς, αλλά η Διεθνής Κοινότητα χαρακτηρίζει τον Ερντογάν ως Σουλτάνο.
Με
ποιον, λοιπόν, θα υπογραφεί Σύμφωνο Φιλίας; Με την Τουρκία του Ερντογάν
που συγκατοικεί σήμερα στην εξουσία με τους Γκρίζους Λύκους; Η βασική μεταβλητή για τη βιωσιμότητα του Συμφώνου Φιλίας, δηλαδή η τουρκική πολιτική και η αξιοπιστία της, δεν πληρούνται. Το αντίθετο συμβαίνει. Παραπέμπουν στα παθήματα της Γαλλίας, της Βρετανίας και της Σοβιετικής Ένωσης. Το ίδιο ισχύει και για την ομοσπονδιακή λύση, που παραπέμπει στην περίπτωση της Τσεχοσλοβακίας.
Όσο, δε,
για τη μεταβλητή της εξευμενιστικής πολιτικής, όπως αυτή ίσχυσε στην
περίπτωση της Γαλλίας και της Βρετανίας την περίοδο του Μεσοπολέμου,
ουδόλως πρέπει να την εξετάσουμε μόνο μέσα από την αναθεωρητική και
επεκτατική πολιτική της σκοπιά, αλλά και μέσα από τα στρατιωτικά και
στρατηγικά ισοζύγια δυνάμεων μεταξύ των εμπλεκομένων μερών.
Και εξηγούμε επί τούτου τα ακόλουθα:
Εφόσον
η Κύπρος θα είναι αποστρατικοποιημένη, θα τελεί υπό την εξάρτηση και το
σύστημα ασφάλειας του Ισχυρού. Δηλαδή της Τουρκίας. Η Ελλάδα θα είναι
μακριά και δεν θα μπορεί ακόμη και αν το θέλει να υπερασπιστεί την
Κύπρο, εάν σπάσει το Σύμφωνο Φιλίας. Ταυτοχρόνως, θα
υλοποιηθεί η τουρκική πολιτική, που αφενός δεν ήθελε ποτέ την Ελλάδα στο
μαλακό της υπογάστριο, δηλαδή στην Κύπρο, και αφετέρου επεδίωκε τη λύση
της ομοσπονδίας ή την εμπέδωση του status quo, ως βήμα για την εδραίωσή της ως περιφερειακής δύναμης.
Εκ της
αναλύσεως, προκύπτει η σημασία της ισχύος ως μεταβλητής σε συνδυασμό με
τη γεωπολιτική, τη γεωστρατηγική και την πολιτική, καθώς και τους
στόχους ενός εμπλεκομένου σε ένα Σύμφωνο Φιλίας.
Η σημασία της ισχύος σε συνδυασμό με άλλες μεταβλητές αποτυπώνεται στο εξής: Από
τη στιγμή που η Κύπρος θα είναι αποστρατικοποιημένη και ανίσχυρη, από
τη στιγμή που η τουρκική αναθεωρητική και επεκτατική πολιτική παραμένει
αμετάβλητη μεταβλητή και από τη στιγμή που εκ των πραγμάτων η Ελλάδα δεν
θα μπορεί να υπερασπιστεί τους Έλληνες της Κύπρου και από τη στιγμή που
τα ισοζύγια δυνάμεων θα είναι υπέρ της Άγκυρας, τότε το εξής αποτέλεσμα
θα προκύψει: Η Τουρκία θα
εγγυάται την ασφάλεια της Κύπρου μέσα από Σύμφωνο Φιλίας, το οποίο θα
εξελιχθεί σε εργαλείο διά του οποίου η Κύπρος θα καταστεί σε
προτεκτοράτο της Άγκυρας.
Η τεκμηρίωση
Η τεκμηρίωση της ανωτέρω θέσης στηρίζεται επίσης στα ακόλουθα:
Ερώτημα 1.
Εφόσον
δεν υπάρχει αλλαγή της τουρκικής πολιτικής θα συνεχίσει ή όχι η Τουρκία
να εκβιάζει μέσω των δομών του ομοσπονδιακού συστήματος και των
Τουρκοκυπρίων, καθώς και των εποίκων – ως δικών της στρατηγικών
εργαλείων – κατά τρόπον ώστε να περνά η δική της πολιτική και να
εξυπηρετούνται τα δικά της εθνικά συμφέροντα μέσω της κυπριακής
ομοσπονδίας; Ο εκβιασμός θα
είναι διπλός: Η Τουρκία είτε θα απειλεί να πάρει τον Βορρά και να φύγει
μέσω δημοψηφίσματος, είτε να σπάσει το Σύμφωνο Φιλίας… Και αν δεν το
σπάσει θα το κρατεί ανενεργό. Ποιος θα της επιβάλει ότι δεν θα ενεργεί
τοιουτοτρόπως;
Ερώτημα 2.
Μπορεί να λειτουργήσει ένα Σύμφωνο Φιλίας χωρίς ισοζύγια δυνάμεων; Η πρώτη απάντηση έχει ως εξής: Θα
είναι ο φερετζές της επιβολής του ισχυρού επί του αδυνάτου και η
εκχώρηση των κυριαρχικών δικαιωμάτων του αδυνάτου προς τον ισχυρό. Όταν ο Χίτλερ δεν δίστασε να επιτεθεί στη Σοβιετική Ένωση που ήταν υπερδύναμη, για να υλοποιήσει την αναθεωρητική του πολιτική, ποιες
αναστολές μπορεί να έχει η Τουρκία να επέμβει στην Κύπρο ειδικώς όταν
κληθεί από τον όποιο ηγέτη του τουρκοκυπριακού συνιστώντος κράτους;
Για να ισχύει το Σύμφωνο Φιλίας θα πρέπει η Κύπρος να εναρμονίζεται με
την τουρκική πολιτική. Δηλαδή θα πρέπει να καταστεί προτεκτοράτο.
Ερώτημα 3.
Ποιος θα παρέχει ασφάλεια στην Κύπρο από εξωτερικές απειλές όταν δεν θα έχει δικές της ένοπλες δυνάμεις; Προφανώς, η Τουρκία και μέσω του Συμφώνου Φιλίας.
Επί τούτου, τονίζουμε τα ακόλουθα: Για να υπάρχει ένα ενιαίο κράτος ή
ένα ομοσπονδιακό ή συνομοσπονδιακό πολιτειακό σύστημα και να έχει
ελάχιστο δίκτυ αξιοπιστίας και ανεξαρτησίας πρέπει να δύναται να
ανταποκριθεί σε δυο βασικές αποστολές: Η μία είναι η διασφάλιση των πολιτών του στο εσωτερικό και η άλλη η υπεράσπιση των συνόρων του.
Εάν δεν μπορεί να το πράξει θα τελεί υπό κηδεμονία και θα συνιστά μορφή
προτεκτοράτου. Και ως εκ τούτου, το Σύμφωνο Φιλίας θα είναι μια άλλη
μορφή τουρκικών εγγυήσεων επί της Κύπρου.
ΝΑΤΟ και ομοσπονδιακή λύση
Στο
τριμερές Σύμφωνο Φιλίας, όπως το σχεδίασε ο κ. Κοτζιάς και το ασπάζεται η
Λευκωσία, οι δυο από τις τρεις χώρες, Ελλάδα και Τουρκία, ανήκουν στο
ΝΑΤΟ, όπως και στην περίπτωση της Γιουγκοσλαβίας. Πολύ περισσότερες
περιπτώσεις θα έχει η Κύπρος να αυξήσει την κυριαρχία της και την
ασφάλειά της εάν ενταχθεί στο ΝΑΤΟ παρά εάν μείνει εκτός. Ούτως ή άλλως και τώρα και με το όποιο Σύμφωνο Φιλίας, το ΝΑΤΟ είναι και θα είναι, χωρίς όμως να απολαμβάνει τα όποια οφέλη από τη Συμμαχία. Τα εισπράττει και θα συνεχίσει να τα εισπράττει η Άγκυρα και η Βρετανία, μέσω Βάσεων, που για ευνόητους λόγους μας θέλουν εκτός.
Προεκλογικά
πάντως, ο Πρόεδρος ήταν ανοικτός ακόμη και για την ένταξη στο ΝΑΤΟ. Εν
συνεχεία όμως και προκειμένου να ρυμουλκηθεί το ΑΚΕΛ, ο Υπουργός
Εξωτερικών Ι. Κασουλίδης, όχι μόνο έβαλε στο ράφι την ένταξη στον
Συνεταιρισμό για την Ειρήνη, αλλά δήλωσε και στη Χαραυγή ότι δεν υπάρχει
θέμα για ένταξη στη Βορειοατλαντική Συμμαχία. Ανακούφιση
δεν αισθάνθηκε μόνο η ηγεσία του ΑΚΕΛ αλλά και οι Βρετανοί και κυρίως
οι Τούρκοι, που θα συνεχίζουν να ελέγχουν την περιοχή μέσω ΝΑΤΟ… Και
μετά την ομοσπονδιακή λύση…