Αναδημοσίευση από: news247.gr
ΣΤΑΜΑΤΗΣ ΖΑΧΑΡΟΣ
ΣΤΑΜΑΤΗΣ ΖΑΧΑΡΟΣ
Η ικανοποίηση που επικρατεί στην κυβέρνηση για τα αποτελέσματα των δύο χρόνων στο τιμόνι της χώρας, συμπυκνώνονται από το Μέγαρο Μαξίμου σε μία και μόνη φράση. “Καθημερινός αγώνας για διέξοδο από την κρίση”, είναι ο τίτλος του απολογιστικού εγγράφου που κυκλοφόρησε χθες υπό την προσφιλή μορφή του non paper. Φαίνεται μάλιστα ότι η διέξοδος είναι κοντά καθώς η Κυβέρνηση πανηγυρίζει για τις επιδόσεις της οικονομικής της πολιτικής. Το πρωτογενές πλεόνασμα που ξεπερνά κάθε προσδοκία, είναι εχέγγυο για τον τερματισμό της λιτότητας.
Όντως το πλεόνασμα είναι υπερδιπλάσιο του περυσινού αλλά και του στόχου. Μια τέτοια θετική εξέλιξη θα έπρεπε να βραχυκυκλώνει τα κυβερνητικά στελέχη που κατηγορούν διαρκώς τις ακολουθούμενες πολιτικές. Πολιτικές των οποίων δεν έχουν την ιδιοκτησία και σύμφωνα με την “αριστερή” ρητορική, επιβάλλονται από την τρόικα ή απευθείας από τον Σόιμπλε. Είναι οι ίδιες πολιτικές για τις οποίες με κάθε ευκαιρία ασκούν κριτική, χαρακτηρίζοντας τες ως λανθασμένες.
Αυτό βεβαίως δεν εμποδίζει την κυβέρνηση να πανηγυρίζει για τα αποτελέσματα των πολιτικών που δεν ασπάζεται αλλά εφαρμόζει. Και τις εφαρμόζει καλά, έστω και με πίεση. Η επίτευξη πρωτογενούς πλεονάσματος αποτελεί το βασικό διαπραγματευτικό χαρτί που κραδαίνει ο Ευκλ. Τσακαλώτος στο δρόμο προς το αυριανό eurogroup.
Για να είμαστε δίκαιοι, πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι στην επιτυχία του πλεονάσματος συνέβαλλε πολύ η κυβέρνηση της αριστεράς. Ακολουθώντας -και εντείνοντας- μια πολιτική υπερφορολόγησης που κληρονόμησε από όλες τις προηγούμενες κυβερνήσεις κατόρθωσε να συγκεντρώσει πολύ περισσότερους φόρους απ’ ότι υπολόγιζε. Τα καθαρά έσοδα του κρατικού προϋπολογισμού ξεπέρασαν τα 54 δισ. ευρώ με το ΑΕΠ της χώρας να βρίσκεται πέριξ των 185 εκατ. ευρώ. Αξιοσημείωτο είναι βεβαίως και το γεγονός ότι παρά την εισπρακτική επιτυχία, μόνο πέρυσι, παρήχθησαν νέα χρέη προς το δημόσιο ύψους 12 δισ. ευρώ.
Σύμφωνα με στοιχεία του Υπουργείου Οικονομικών, σχεδόν το σύνολο των κατηγοριών φορολογικών εσόδων, παρουσίασαν αύξηση το 2016. Ειδικότερα οι αυξήσεις ανά κατηγορία διαμορφώθηκαν ως εξής:
α) Φόρος Εισοδήματος Φυσικών Προσώπων κατά 160 εκατ. ευρώ ή 2,0%,
β) Φόρος Εισοδήματος Νομικών Προσώπων κατά 491 εκατ. ευρώ ή 14,1%,
γ) Φόρος Εισοδήματος Ειδικών Κατηγοριών κατά 52 εκατ. ευρώ ή 4,3%,
δ) Φόροι στην περιουσία κατά 71 εκατ. ευρώ ή 2,0%,
ε) Άμεσοι Φόροι ΠΟΕ κατά 142 εκατ. ευρώ ή 8,7%,
στ) Λοιποί άμεσοι φόροι κατά 212 εκατ. ευρώ ή 7,4%,
ζ) ΦΠΑ πετρελαιοειδών κατά 55 εκατ. ευρώ ή 3,5%,
η) ΦΠΑ καπνού κατά 67 εκατ. ευρώ ή 10,4%,
θ) ΦΠΑ λοιπών κατά 181 εκατ. ευρώ ή 1,4%,
ι) Λοιποί φόροι συναλλαγών κατά 28 εκατ. ευρώ ή 5,7%,
ια) Λοιποί ΕΦΚ (καπνού κλπ) κατά 217 εκατ. ευρώ ή 7,9%,
ιβ) Τέλη κυκλοφορίας οχημάτων κατά 22 εκατ. ευρώ ή 2,0%,
ιγ) Έμμεσοι φόροι ΠΟΕ κατά 36 εκατ. ευρώ ή 5,0%,
ιδ) Λοιπά μη φορολογικά έσοδα κατά 148 εκατ. ευρώ ή 3,6%.
Είναι προφανές, ότι αυτοί οι φόροι προσετέθησαν στην ήδη αυξημένη φορολογία που είχαν επιβάλλει οι προηγούμενες κυβερνήσεις. Οι πολίτες ακόμη πληρώνουν αλλά καθώς η φοροδοτική τους ικανότητα μειώνεται, είναι αμφίβολο αν μπορούν να αντέξουν και νέους φόρους.
Όπως αυτός που μεταμφιέστηκε σε ασφαλιστική εισφορά και αναγκάζει συγκεκριμένους επαγγελματίες να δώσουν στο κράτος το μεγαλύτερο μέρος των εσόδων τους. Σύμφωνα με καταγγελίες των επιμελητηρίων υπάρχουν ελεύθεροι επαγγελματίες που θα αναγκαστούν να αποδώσουν στο κράτος το 70% του τζίρου τους υπό τη μορφή φόρων, εισφορών, έκτακτης εισφοράς, προκαταβολής φόρου, τέλους επιτηδεύματος κ.α.
Ο πρωθυπουργός και σύσσωμα τα στελέχη της Κυβέρνησης διαβεβαιώνουν προς το παρόν ότι δεν υπάρχουν νέοι φόροι ενόψει. Ο Υπουργός Οικονομικών λέγεται ότι μεταβαίνει στο αυριανό eurogroup με μια πρόταση να ενταχθούν στο “κόφτη” όλες οι νέες περικοπές που απαιτούν οι δανειστές, με τη λογική ότι ο κόφτης δεν θα χρειαστεί να εφαρμοστεί. Οι προβλέψεις ωστόσο και οι εκτιμήσεις, δεν είναι το φόρτε της Κυβέρνησης.
Αν η εντυπωσιακή δημοσιονομική επίδοση του 2016 βασίστηκε στην τόσο εντατική φορολόγηση, η διατήρηση των επιδόσεων, σημαίνει προφανώς και τη διατήρηση των υψηλότατων φόρων, αν όχι αύξηση τους. Δεδομένου ότι οι δανειστές δεν μοιάζουν να νοιάζονται για τον τρόπο με τον οποίο θα “έρχονται τα νούμερα”, ζητούν νέες φορολογικές επιβαρύνσεις. Τόσο μέσω της μείωσης του αφορολόγητου, όσο και μέσω της αύξησης του χαμηλού συντελεστή ΦΠΑ.
Η συνέχεια είναι γνωστή, η Κυβέρνηση αρνείται τα μέτρα αλλά η “μεγάλη ανάγκη” την υποχρεώνει να τα λάβει. Στη συνέχεια καταγγέλλει την τρόικα για τις πολιτικές λιτότητας που επιβάλλει και ταυτόχρονα πανηγυρίζει για την υπεραπόδοση έναντι των στόχων και την ανάπτυξη που συνεχίζει να βασίζεται στην υπερφορολόγηση. Το κρίσιμο ερώτημα, που δεν διατίθεται κανείς να απαντήσει, είναι πόσους φόρους αντέχουν να πληρώσουν ακόμη οι Έλληνες και τι σε τι θα στηριχθεί η “ανάπτυξη” στη συνέχεια.