Αναδημοσίευση από: pontos-news.gr
Του Γιουσούφ Κανλί* (Yusuf Kanlı), εφ. Hürriyet.
Οι συνομιλίες «σήκω πάνω - κάτσε κάτω» για την Κύπρο συνεχίζονται ήδη από την πρώτη συνάντηση των δύο σπουδαίων προσωπικοτήτων της νήσου της Ανατολικής Μεσογείου, όταν ο Τουρκοκύπριος ηγέτης Ραούφ Ντενκτάς και ο Ελληνοκύπριος ηγέτης Γλαύκος Κληρίδης συναντήθηκαν σε ένα ξενοδοχείο στη Βηρυτό το 1968.
Δεν έχει καταστεί ακόμη προφανές, μετά από σχεδόν 50 χρόνια μη αποφασιστικών συνομιλιών που στόχευαν στην «επανένωση» του νησιού, ότι ίσως έχει έρθει η ώρα να σκεφτούμε κάποιες άλλες εκδοχές;
Δεν αποτελεί μυστικό στους παρατηρητές της Κύπρου (ακούγεται σαν «παρατηρητές πουλιών») ότι οι Ελληνοκύπριοι επιθυμούν να αναμασούν το ενωμένο κράτος του 1960, όταν οι Τουρκοκύπριοι ήταν πρόχειρα η προνομιούχος μειονότητα και υπήρχε το καθεστώς. Τι είναι το καθεστώς; Όταν το συνεταιριστικό κράτος κατέρρευσε, το 1963, οι Ελληνοκύπριοι σφετερίστηκαν τον τίτλο και πήραν τη θέση της κυπριακής κυβέρνησης, ενώ οι Τουρκοκύπριοι αφέθηκαν έξω στο κρύο και αποκόπηκαν από τη διεθνή κοινότητα των εθνών. Οι Ελληνοκύπριοι πάντοτε πίστευαν ότι αν ανέμεναν αρκετά, η εξουθενωμένη τουρκοκυπριακή κοινότητα θα έπεφτε στα γόνατα και θα ικέτευε για λίγη σκιά κάτω από τη σημαία της ελληνοδιοικούμενης Δημοκρατίας της Κύπρου.
Η εμμονή να επιτευχθεί η «ένωσις», ήτοι η ένωση με την Ελλάδα, συχνά παρατηρούνταν ως η πρωταρχική αιτία για το Κυπριακό. Τώρα, πολλοί αναλυτές ισχυρίζονται ότι η ένωση έχει καταστεί άσχετη λόγω της συμμετοχής του νησιού στην ΕΕ. Εκείνοι που υποστηρίζουν αυτόν τον ισχυρισμό, πράγματι την ίδια ώρα ομολογούν ότι η ένωση επιτεύχθηκε υπό την ομπρέλα της ΕΕ καθώς αμφότερες Ελλάς και Κύπρος είναι μέλη της λέσχης, ενώ η Τουρκία είναι εκτός και το ευρωπαϊκό κεκτημένο της ΕΕ είναι ανεφάρμοστο στη βόρεια τουρκοκυπριακή περιοχή.
Λευκωσία, Πράσινη Γραμμή (φωτ.: ΑΠΕ-ΜΠΕ / Κάτια Χριστοδούλου)
Ενόσω αυτό είναι ένα εύλογο επιχείρημα, είναι γεγονός επίσης ότι η συμμετοχή στην ΕΕ έχει καταστήσει την επίλυση του Κυπριακού ακόμη πιο δύσκολη καθώς παγίωσε την ελληνοκυπριακή αντίληψη ότι αν ανέμεναν αρκετά, οι Τούρκοι θα παραδίδονταν.
Εγκαθιδρύοντας μια ομοσπονδιακή Κύπρο με τη συμβολή των Τουρκοκυπρίων ποτέ δεν αποτέλεσε πλειοψηφική εκδοχή για τους Ελληνοκυπρίους. Πράγματι, μια ομοσπονδιακή επίλυση πάντοτε ήταν μια «βολική άποψη».
Ομοίως, η ομοσπονδία δεν ήταν ποτέ η πρώτη εκδοχή για τους Τουρκοκυπρίους – φυσικά εξαιρουμένων κάποιων αριστερών οργανώσεων. Ενώ ένα ανεξάρτητο κράτος είναι το αίτημα της πλειονότητας, σε αντίθεση με την φιλοδοξία της ένωσης που είναι πλειοψηφία μεταξύ των Ελληνοκυπρίων, η ένωση με την Τουρκία είναι ένα μειοψηφικό αίτημα ανάμεσα στους Τουρκοκυπρίους.
Εξαιτίας της πίεσης της Άγκυρας, και της άρνησης του κόσμου να αποδεχθεί τις κρατικές της φιλοδοξίες, καθώς επίσης και η ένωση με την Τουρκία παραμένει ένα αίτημα της μειονότητας, μια ομοσπονδιακή επίλυση προέκυψε στην βόρεια Κύπρο ως μια «βολική εκδοχή» επίσης.
Ωστόσο, η διαφορά μεταξύ των δύο πλευρών είναι ότι οι Ελληνοκύπριοι δεν έχουν παραμείνει ποτέ πιστοί σε αυτήν τη «βολική εκδοχή», και ακόμη και σε περιόδους που μιλούσαν για ομοσπονδία εξακολουθούσαν να απαιτούν ένα ενιαίο κράτος, ενώ οι Τουρκοκύπριοι, όπως έπραξαν στην ψηφοφορία του 2004 για το σχέδιο του ΟΗΕ, επανειλημμένως διατράνωσαν την δέσμευσή τους σε μια συμβιβαστική επίλυση, ακόμη κι αν δεν ήταν η πρώτη τους επιλογή.
Στρατιώτες των Ηνωμένων Εθνών σε περιπολία στη Λευκωσία (φωτ.: ΑΠΕ-ΜΠΕ / Κάτια Χριστοδούλου)
Παρά τις κατηγορίες των αντιπάλων και της αιχμηρής κριτικής από τα ΜΜΕ –συμπεριλαμβανομένου και του γράφοντος–, ο Τουρκοκύπριος ηγέτης Μουσταφά Ακιντζί έφθασε αρκετά μακριά, διακυβεύοντας πολλές θεμελιώδεις απαιτήσεις του λαού του. Οι παραχωρήσεις και οι συμβιβασμοί στα οποία συμφώνησε ήταν τόσο μεγάλα, που ελλείψει της προστασίας του πρωτογενούς δικαίου της ΕΕ σε μια σύντομη χρονική περίοδο, θα μπορούσε να τεθεί σε σοβαρό κίνδυνο αυτή καθ’ αυτή η ύπαρξη της τουρκικής ταυτότητας. Όμως ο Ακιντζί έκανε αυτά τα βήματα. Παρ’ όλα αυτά, ακριβώς επειδή στο πρόσφατο παρελθόν του νησιού είχαμε τις βιαιότητες τις οποίες οι Ελληνοκύπριοι διέπραξαν εναντίον των Τουρκοκυπρίων, ο Ακιντζί δεν μπορούσε να προκαλέσει το τέλος του συστήματος εγγυήσεων του 1960 και την ιδιότητα της εγγυήτριας της Τουρκίας, η τελευταία 19μηνη άσκηση πήγε στα βράχια.
Εάν η συμφωνία εγγυήσεων μπορεί να ενεργοποιηθεί αν οι Τουρκοκύπριοι δέχονταν ξανά επίθεση και αν οι Ελληνοκύπριοι δεν είχαν καμία τέτοια πρόθεση να επιχειρήσουν να εμπλακούν σε γενοκτονικές πράξεις εναντίον των Τουρκοκυπρίων ξανά, γιατί έχουν τέτοια εμμονή με την διατήρηση της εγγύησης της Τουρκίας; Προφανώς επιθυμούν να κάνουν την Κύπρο μια δεύτερη Κρήτη, ένα νησί εκκαθαρισμένο από Τούρκους.
Εάν οι Ελληνοκύπριοι είναι αντίθετοι με τα ξένα στρατεύματα, γιατί δεν αναλαμβάνουν δράση εναντίον της βρετανικής παρουσίας στο νησί, των αυτοκρατορικών υπολειμμάτων;
Μπορεί να είναι ένα ασυγχώρητο λάθος για τους Τουρκοκύπριους η άρνησή τους να μετατραπούν σε ένα είδος Παλαιστινίων της Κύπρου; Δεν είναι ξεκάθαρο ότι χωρίς την εγγύηση της Τουρκίας οποιαδήποτε επίλυση στην Κύπρο θα είναι βραχυπρόθεσμη και η αιματοχυσία στο νησί, η οποία είχε σταματήσει προηγουμένως όταν επενέβη η Τουρκία το 1974, θα συνεχιστεί.
(Φωτ.: ΑΠΕ-ΜΠΕ / Κάτια Χριστοδούλου)
Το ακριβές γεγονός ότι από την τουρκική παρέμβαση του 1974 και την μεταγενέστερη συμφωνία του 1975 για την ανταλλαγή των πληθυσμών που δημιούργησε την παρούσα δικοινοτική και διζωνική κατάσταση, η ειρήνη και η πρόοδος και στις δύο πλευρές της πράσινης γραμμής της Κύπρου σαφώς υποδηλώνει ότι υπάρχει τουλάχιστον μία ακόμη επιλογή για διακανονισμό, που είναι η ομοσπονδία στο νησί. Εάν ένα ενιαίο κράτος μπόρεσε να αντέξει μόνο τρία χρόνια αλλά σε δύο ξεχωριστές περιοχές, γιατί να ανακατέψουμε τα πράγματα τώρα; Για ποιον λόγο;
Γι’ αυτό έχει έρθει ίσως η ώρα ώστε να σκεφτούμε τουλάχιστον ένα μοντέλο του Κοσόβου για τη βόρεια Κύπρο. Ενδεχομένως η Άγκυρα να πρέπει σοβαρά να σκεφτεί να άρει τις ενστάσεις της για την αναγνώριση του τουρκοκυπριακού κράτους ως φίλης και αδελφής χώρας. Ακόμη και αν η προσάρτηση μπορεί να παραμεριστεί, η βόρεια Κύπρος ίσως πρέπει να προσπαθήσει να επιτύχει το καθεστώς της αυτοδιοικούμενης περιοχής υπό την τουρκική εντολή.
Ίσως είναι καιρός να αρχίσουμε να εξετάζουμε εκδοχές άλλες από τον ομοσπονδιακό διακανονισμό.
_____
*Ο Γιουσούφ Κανλί είναι αρθρογράφος με εμπειρία στο Κυπριακό και πρόσβαση στα ανώτερα στρώματα εξουσίας της Τουρκίας. Είναι ο ίδιος που αποκάλυψε, ενώ ήταν σε εξέλιξη ο πρώτος γύρος των συνομιλιών στο Μον Πελεράν, ότι ο Ακιντζί ψιθύρισε στο αυτί του Αναστασιάδη την πρόθεση του Ερντογάν να προσαρτήσει την βόρεια Κύπρο, αν δεν βρισκόταν λύση μέχρι το τέλους του 2016. Αυτή η πληροφορία επιβεβαιώθηκε δημοσίως λίγες ημέρες μετά.
Είναι επίσης ο αρθρογράφος εκείνος που προειδοποιούσε κατ’ ουσίαν για το στήσιμο σοβαρών επεισοδίων στην Κύπρο και το ενδεχόμενο αιματηρών συγκρούσεων.
Τώρα με το παραπάνω άρθρο βάζει βόμβα στις διαπραγματεύσεις καλώντας την Τουρκία να κάνει το επόμενο βήμα, κατά τα φαινόμενα επιχειρώντας ένα είδος προϊδεασμού των εξελίξεων, αφού είναι δεδομένο ότι το περιεχόμενο του κειμένου του αντανακλά την βούληση της Άγκυρας επί του θέματος αυτού.
Το άρθρο πρέπει να αναγνωσθεί και να εκτιμηθεί ψυχρά, αποφεύγοντας συγχρόνως να ρίξουμε νερό στον μύλο της πόλωσης που θα δικαιώσει τα επιχειρήματα της Τουρκίας για πλήρη διχοτόμηση της Κύπρου.
Μετάφραση: Παναγιώτης Μπαλακτάρης.