Του Α. Δ. Παπαγιαννίδη
Στον Ντόνταλντ Ράμσφελντ, ιέρακα υπουργό Αμύνης πρώτα της κυβέρνησης Φoρντ τη δεκαετία του ‘70 και ύστερα της κυβέρνησης Μπους (του υιού) μετά την 11η Σεπτεμβρίου/το πλήγμα στους δίδυμους Πύργους, με ευθύνη για τις εκστρατείες στο Αφγανιστάν και στο Ιράκ, και με αρκετή «συγγένεια» προς τη λογική της εποχής Τραμπ, σε αυτόν είναι που οφείλουμε τη διάκριση μεταξύ γνωστών αγνώστων και αγνώστων αγνώστων (known unknowns και unknown unknowns) στην εξωτερική πολιτική. Είναι μια διάκριση δυσάρεστα χρήσιμη για να δούμε τι βρίσκεται μπροστά μας το 2017.
Επειδή όμως βρισκόμαστε στο γύρισμα του χρόνου και η παράδοση το θέλει να υπάρχει κάτι από αισιοδοξία/κάτι από ευχή, να προτάξουμε μια συγκομιδή θετικών ενδείξεων – πρόσφατων, πλην όμως όχι αληθινά καταγραμμένων. Λοιπόν: πριν από λίγες μόνον ημέρες, επί μια ολόκληρη ημέρα στο Χίλτον (που μας έχει μάθει να λειτουργεί ως φωλιά της τρόικας/του κουαρτέτου, των πιέσεων και των αδιεξόδων) βρέθηκαν εκπρόσωποι, στο ανώτατο επίπεδο, της Ευρωπαϊκής Επιτροπής – η Επίτροπος ανάπτυξης Κορίνα Κρέτσου – και της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων/του Ευρωπαϊκού Ταμείου Επενδύσεων – ο πρόεδρός της Βέρνερ Χόγερ – ακόμη και της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης, να κάνουν τι; Σε σειρά διαδοχικών παρουσιάσεων και τελετών, με παρουσία σε μιαν αίθουσα του Αλέξη Τσίπρα, στην άλλη του Γιάννη Στουρνάρα, στην παράλλη των διοικητών των συστημικών ελληνικών τραπεζών, να επιβεβαιώνουν χρηματοδοτικές συμφωνίες και να κηρύττουν αναπτυξιακά ευαγγέλια. Ιδίως με στόχευση τη νεανική επιχειρηματικότητα, τις μικρομεσαίες, συνολικά πάντως την αποκατάσταση ρευστότητας που προσλαμβάνεται ως απαραίτητη προϋπόθεση για κάθε επανεκκίνηση της οικονομίας.
Δείτε όμως και το άλλο: μιλούσαμε και ακούγαμε για μήνες και μήνες τα περί εξάντλησης της φοροδοτικής ικανότητας των Ελλήνων, ή πάλι ανησυχούσαμε μήπως το 2016 που κλείνει βουλιάξει (μετά το τόσο βαρύ 2015) σε ύφεση. Και εισπράττουμε, με το κλείσιμο της χρονιάς υπεραπόδοση φόρων -μαζί, δε με την υπερσυγκράτηση δαπανών μη-αναμενόμενο πρωτογενές πλεόνασμα- αλλά και ίσια βάρκα/ίσια νερά τους ρυθμούς αύξησης της οικονομίας. Δεν χρειάζεται να συμμερίζεται κανείς την άποψη της σημερινής κυβέρνησης για το εφαρμοζόμενο μείγμα πολιτικής (το οποίο, πάντως, οι «εταίροι» της Ελλάδας προσυπέγραψαν ανεξαρτήτως του ότι κάθε τόσο θέλουν να αποστασιοποιούνται απ’ αυτό), για να καταγράψει τι; Ότι η ελληνική οικονομία -και κοινωνία, θα προσθέταμε- δείχνει μιαν μεγάλη ανθεκτικότητα και ελαστικότητα/resiliency μετά από 3 διαδοχικά Μνημόνια.
Έχοντας έτσι διεκπεραιώσει τη λογική της πρωτοχρονιάτικης/γιορτινής θετικής προσέγγισης, πάμε τώρα σιγά-σιγά προς τα σύννεφα των καιρών. Προχωρούμε, ήδη από τις αρχές της χρονιάς, στη φθοροποιό διαδικασία της δεύτερης αξιολόγησης του Μνημονίου-3 με τις εμπλοκές που προξενούν οι απαιτήσεις ΔΝΤ, οι θέσεις Σόιμπλε (και όσων στοιχίζονται πίσω του: έχει φαρδιά σκιά…), η διστακτικότητα της Επιτροπής. Με τα ίχνη που έχει αφήσει πίσω της η υπόθεση του επιδόματος προς χαμηλοσυνταξιούχους – τα γνωστά. Εδώ είναι που μπαίνουν στη μέση, πέρα από τα γνωστά και δεδομένα της διαπραγμάτευσης οι «γνωστοί άγνωστοι»: τι κλίμα θα επικρατήσει τώρα «στην Ευρώπη», με την προσέγγιση των εκλογών σε Ολλανδία, Γαλλία, τελικώς Γερμανία (με πιθανή και Ιταλία); Τι θα αλλάξει (ή δεν θα αλλάξει) στη στάση του ΔΝΤ, όπου δεν είναι μόνον η λογική της διοίκησης Τραμπ που αναμένεται, αλλά και π.χ. η αλλαγή του εκπροσώπου των ΗΠΑ στο Ταμείο (λόγω λήξεως θητείας του τωρινού); Πόσο το ΔΝΤ και οι «Ευρωπαίοι ιέρακες» θα επιμείνουν σε απαιτήσεις -π.χ. στο Ασφαλιστικό ή τη μείωση του αφορολόγητου- ή σε μεθοδεύσεις, ας πούμε διεκδίκηση «προ-νομοθέτησης» μέτρων ακόμη και για μετά το 2018/τη λήξη του Μνημονίου-3, με πρόσχημα το Μεσοπρόθεσμο που εκκρεμεί; Και, ειλικρινά, ποια κυβέρνηση -πέραν της σημερινής, δε- θα άντεχε να νομοθετήσει όσα ακούγονται τον τελευταίο καιρό;
Ας πούμε ότι αυτά ή τέτοια, είναι μεν άγνωστοι αλλά προβλεπτοί, «γνωστοί» άγνωστοι. Ας θεωρήσουμε προς στιγμήν ότι εκεί ανήκουν και άσχημες εκδοχές της «κολοκυθιάς» που παίζονται π.χ. με τους στόχους του διαβόητου πρωτογενούς πλεονάσματος, από το ΔΝΤ/τον Σόιμπλε και τους λοιπούς: να έχουμε στόχο 3,5% του ΑΕΠ επί 2-3 χρόνια, ή 2,5% επί μια 5ετία; ή μήπως το πολυπόθητο 2% αλλά σε βάθος 10ετιας; (και… θα είναι κάτι τέτοιο νέο Μνημόνιο ή Διευθέτηση/Arrangement;)
Όλα αυτά πλέκονται με γνωστά άγνωστα τις πολιτικές εξελίξεις στις χώρες της ΕΕ που ήδη τις αναφέραμε – και με την υπόθεση ότι όλοι θέλουν να αποφευχθούν κλονισμοί/επικίνδυνοι κραδασμοί στο ευρωπαϊκό οικοδόμημα. Σωστά; Ναι, αλλά… τι γίνεται αν π.χ. στη γερμανική πολιτική σκηνή επικρατήσει η «άλλη» (=Σόιμπλε;) άποψη, ότι δηλαδή είναι εκλογικά αποδοτικότερο όχι να αποσοβηθεί μια ελληνική κρίση, αλλά να αφεθεί να εκτυλιχθεί; Ή… και να ενισχυθεί η εκδήλωση της με μιαν ακόμη δόση pacta sunt servanda; Εδώ, πια, είμαστε στην περιοχή του «άγνωστου» αγνώστου! Μάλιστα πόσο εκτός συζήτησης είναι μια τέτοια εκδοχή να μη θεωρηθεί απλώς ευκαιρία πειθάρχησης τής (πολύ πιο σημαντικής από εμάς) Ιταλίας, αλλά ξαναξεκινήματος της Ευρωζώνης στην έκπαλαι δεδομένη επιλογή Σόιμπλε για μικρή-συνεκτική Ευρωζώνη/ζώνη μάρκου;
Σταματούμε εδώ το επιχείρημα. Αν και, άμα ήθελε/τολμούσε κανείς να κοιτάξει προς το Προσφυγικό, το Κυπριακό κ.ο.κ. θα μπορούσε να βρει πολλές περαιτέρω εφαρμογές.
Θυμίζουμε βέβαια ότι ο Ράμσφελντ (που είχε χαρακτηρισθεί, στον καιρό του, «σκοτεινός ιππότης»/dark knight όταν κυριαρχούσε στους σχεδιασμούς της Αμερικανικής προβολής ισχύος) έφυγε άδοξα από το προσκήνιο, αφήνοντας πίσω τα συντρίμμια και της εκστρατείας στο Αφγανιστάν και του πολέμου του Ιράκ. «Σκοτεινός ιππότης» φαντάζει παρ’ ημίν και ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, θεωρούμενος κυρίαρχος στο Eurogroup, στην Ευρωζώνη, τη Γερμανική Ευρώπη. Έτσι όμως που κινούνται τα πράγματα…
Κατακλείδα: ψυχραιμία, συνειδητοποίηση των συσχετισμών και αντίληψη του απρόβλεπτου (απρόβλεπτου κατά τη συμβατική ανάγνωση του προβλεπτού…) και σωστή αντίληψη του χρόνου (είναι σφάλμα να θεωρεί οποιοσδήποτε ότι κυριαρχεί επί του χρόνου!) είναι τα συστατικά ενός έλλογου 2017.
*Δημοσιογράφος, αναλυτής