Αναδημοσίευση από: ardin-rixi.gr
Του Γιώργου Καραμπελιά* πρωτοδημοσιεύτηκε στο liberal.gr
Του Γιώργου Καραμπελιά* πρωτοδημοσιεύτηκε στο liberal.gr
Ο αρθρογράφος του Βήματος, Παύλος Παπαδόπουλος, με ένα μακροσκελές πόνημα για την κυβέρνηση Τσίπρα και τα σχέδια περί δραχμής (βλ. Η σκευωρία του εθνικού νομίσματος και το σαμποτάζ στη Δημοκρατία), επισημαίνει ένα σύνολο από γεγονότα και παράγοντες που επιβεβαιώνουν όλα όσα –τουλάχιστον εμείς– τονίζουμε από τον Μάρτιο του 2015. Από τότε υποστηρίζαμε πως η κυβέρνηση Σύριζα-Ανέλ, και στις δύο παραμέτρους της, κινούνταν εξαρχής με δύο εναλλακτικά σχέδια, είτε ρήξη και έξοδο από την Ευρωζώνη, εάν εξασφάλιζε τις απαραίτητες διεθνείς συμμαχίες και στηρίξεις, είτε υποταγή στις απαιτήσεις των εταίρων και υπογραφή νέου μνημονίου (βλέπε σχετικά τα βιβλία μου, 6 μήνες που συγκλόνισαν την Ελλάδα, Αύγουστος 2015, και Πέραν της Αριστεράς και της Δεξιάς, Η υπέρβαση, Οκτώβριος 2016).
Το γεγονός ότι ο Τσίπρας και ο Καμμένος έπαιζαν από την αρχή και συστηματικά σε δύο ταμπλό, μπορεί εκείνη την εποχή να μην ήταν τόσο εμφανές, σήμερα όμως αποτελεί μυστήριο μόνο για ολιγοφρενείς ή ιδεοληπτικούς. Διαφορετικά, εκ των υστέρων, δεν μπορεί να εξηγηθεί ούτε ο Βαρουφάκης και η διαρκής υπονόμευση των διαπραγματεύσεων, ούτε η Ζωή Κωνσταντοπούλου και το «επονείδιστο χρέος», ούτε ο Λαφαζάνης και το «σχέδιο Νομισματοκοπείο». Όλα αυτά ήταν ενταγμένα στο υπ’ αριθμόν ένα σενάριο του Τσίπρα και του Καμμένου με την προϋπόθεση ότι θα έβρισκαν στήριξη είτε στις ΗΠΑ είτε/και στη Ρωσία ώστε να μπορούν να υλοποιηθούν. Και μόνον η έλλειψη αυτής της στήριξης απέτρεψε την εφαρμογή του. Σε ό,τι αφορά στη Ρωσία, όπως αποκάλυψε ο ίδιος ο Πούτιν στον Ολάντ, το ζήτημα «παιζόταν» μέχρι το βράδυ του δημοψηφίσματος – η Μόσχα όχι μόνον αρνήθηκε να στηρίξει με δάνειο τον Τσίπρα αλλά αρνήθηκε ακόμα και να τυπώσει δραχμές για λογαριασμό της Ελλάδας. Παράλληλα, οι Αμερικανοί, αφού πρώτα είχαν αποδυναμώσει την ευρωζώνη μέσω της ελληνικής κρίσης, επιθυμούσαν πλέον την παραμονή της Ελλάδας στη ζώνη του ευρώ.
Έτσι απετράπη η εφαρμογή του πρώτου σχεδίου, εξήλθαν από το τραίνο οι απροκάλυπτα δραχμικοί και οδηγηθήκαμε στο δεύτερο σενάριο με την υπογραφή ενός τερατώδους νέου μνημονίου, την εκχώρηση της δημόσια περιουσίας κ.λπ κ.λπ.
Όμως, η απίστευτη επανεκλογή της ίδιας κυβέρνησης, στις εκλογές του Σεπτεμβρίου του 2015 –έκφραση της παρακμής του πολιτικού συστήματος και της δραματικής υποβάθμισης του πολιτικού κριτηρίου του ελληνικού λαού–, οδήγησε σε μια νέα ατέρμονα και σισύφεια διαπραγμάτευση. Ως συνέπεια, η εκδοχή του Grexit επανεμφανίζεται και πάλι με αξιώσεις σήμερα – και μάλιστα με λιγότερα «ρίσκα» απ’ ό,τι στο παρελθόν.
Και είναι απόλυτα «φυσιολογικό». Η κυβέρνηση έχει αποτύχει να ελέγξει τα ΜΜΕ, ο έλεγχος της δικαιοσύνης είναι μικρότερος του αναμενομένου (όπως απέδειξε η απόφαση του ΣτΕ για τις τηλεοπτικές άδειες), ταυτόχρονα βυθίζεται όλο και πιο πολύ δημοσκοπικά – ενώ ενισχύεται συμμετρικά ο αντίπαλος νεοδημοκρατικός πόλος. Βρίσκεται, για άλλη μια φορά, μπροστά σε ένα αδιέξοδο με… τρεις πιθανές επιλογές: Πρώτον, εκείνη της εξόδου από την ευρωζώνη με τη συναίνεση του Σόιμπλε και ίσως πλέον και των Τραμπ, Πούτιν και… Ερντογάν· δεύτερον, της παραμονής στην εξουσία και της υπογραφής των μέτρων με εκλογική συντριβή, εξαιτίας των προς υπογραφή μέτρων. Και η τρίτη λύση είναι η «ηρωική έξοδος» και οι εκλογές εδώ και τώρα, ώστε να διασωθεί ό,τι είναι δυνατόν από το κόμμα-ΣΥΡΙΖΑ και να παραμείνει στο προσκήνιο ως ο δεύτερος πόλος του πολιτικού συστήματος.
Η εξουσιαστική υφή της κυρίαρχης ομάδας των Συριζανέλ, δηλαδή η εμμονή τους για παραμονή στην εξουσία με κάθε τίμημα, οδηγεί αυθόρμητα σε επιλογές που κινούνται μάλλον στις δύο πρώτες εναλλακτικές και μόνο από «ατύχημα», δηλαδή απώλεια της πλειοψηφίας στο Κοινοβούλιο, θα οδηγούνταν στην εκλογική λύση. Η έξοδος από το ευρώ θα διασφάλιζε ίσως την παραμονή στην εξουσία και τη «συντριβή των ταξικών αντιπάλων», αλλά με το ρίσκο απρόβλεπτων εξελίξεων τόσο στο οικονομικό πεδίο (ντόμινο μιας καταστροφικής πορείας με υποτίμηση του νομίσματος) όσο και στα εθνικά θέματα (με την «απελευθέρωση» του τουρκικού επεκτατισμού), που μπορεί να οδηγήσουν ακόμα και στο ειδικό δικαστήριο ή τον Κορυδαλλό – και μόνον αυτά φοβίζουν το εξουσιαστικό δίδυμο, που μάλλον τρομάζει μπροστά στις πιθανές συνέπειες ακραίων επιλογών. Η δεύτερη επιλογή θα μπορούσε να εξασφαλίσει την εξουσία για ένα ή δύο χρόνια, στην καλύτερη περίπτωση, πιθανώς και με νέες συμμαχίες (π.χ. ΠΑΣΟΚ), αλλά το μέλλον των δύο εταίρων Τσίπρα-Καμμένου δεν προδιαγράφεται πολιτικά ευοίωνο μετά το τέλος της διακυβέρνησης. Ωστόσο –παρ’ όλα αυτά και παρότι η εκλογική έξοδος θα ήταν μια κάποια λύση– αυτή παραμένει η πιθανότερη επιλογή, εξ αιτίας της ταξική υφής του Σύριζα: εξουσία χωρίς ιδιαίτερα ρίσκα μέχρι το τέλος.
Έτσι, τόσο ο Τσίπρας όσο και ο Καμμένος παίζουν και πάλι το παιχνίδι της καθυστέρησης, περιμένοντας να δουν προς τα πού θα γείρουν οι διεθνείς και ευρωπαϊκές εξελίξεις, κρατώντας πάντοτε ανοικτές και τις δύο πιθανότητες. Αυτό σημαίνει πως θα πρέπει να αναζωπυρώσουν και πάλι τη συζήτηση περί Grexit (η οποία επανέρχεται δειλά-δειλά, ακόμα και σε συστημικά μέσα ενημέρωσης) και προπαντός να διατηρήσουν ως κόρη οφθαλμού τη συμμαχία μεταξύ τους, διότι μόνον αυτοί μοιάζουν «αποφασισμένοι για όλα». Διότι μία αλλαγή κυβερνητικού εταίρου από την πλευρά του Σύριζα, δηλαδή η προσέγγιση με το ευρωπαϊστικό ΠΑΣΟΚ, δεν θα μπορούσε να εξυπηρετήσει τη στρατηγική του Grexit, αφού οι δυνάμεις της κεντροαριστεράς είναι ταγμένες εμμονικά στην παραμονή στο ευρώ. Γι’ αυτό εν τέλει η παρέα του Μαξίμου αποκρούει μετά βδελυγμίας, σήμερα, τη συμμαχία με το ΠΑΣΟΚ –παρά τις άοκνες προσπάθειες του Λαλιώτη– και όχι βέβαια διότι δεν της «αρέσει» η Φώφη. Αντίθετα, οι δυνάμεις που στο εσωτερικό του απορρίπτουν το Grexit προκρίνουν την επιλογή συμμαχίας με το ΠΑΣΟΚ, και την παράλληλη υπογραφή των μέτρων, όπως φάνηκε από την τοποθέτηση του Νίκου Φίλη ή, στην έσχατη περίπτωση, την επιλογή των εκλογών που θα επέτρεπε στον ΣΥΡΙΖΑ να αποφύγει το δίλημμα.
Επομένως, ανοίγεται και πάλι μία περίοδος απόλυτης αβεβαιότητας και ανασφάλειας, και όπου «κάτσει η μπίλια». Εάν η έξοδος από την ευρωζώνη μπορέσει να χρεωθεί αποκλειστικά στον Σόιμπλε και το ΔΝΤ, με τη συναίνεση του Τραμπ, και η ελληνική κυβέρνηση φανεί πως απλώς «υποτάσσεται στη μοίρα», γιατί όχι, εάν το αντάλλαγμα είναι η διατήρηση στην εξουσία;
Το άρθρο του Παύλου Παπαδόπουλου στο Βήμα περιγράφει αρκετά ικανοποιητικά ένα μεγάλο μέρος των τεκταινομένων, της διγλωσσίας της κυβέρνησης και του ρόλου ενός μέρους των πολιτικών δυνάμεων. Και γι’ αυτό αξίζει να διαβαστεί από όλους – συμφωνούμε ή διαφωνούμε μαζί του. Ωστόσο, χαρακτηρίζεται από μερικά πολύ σημαντικά κενά, τα οποία δεν είναι καθόλου τυχαία. Αρχικώς, αποσιωπά τον ρόλο των ΜΜΕ, και κατ’ εξοχήν των συστημικών, στην άνοδο και ενίσχυση του φαινομένου Τσίπρα-Καμμένου και στη δηλητηρίαση του ελληνικού λαού με τα δραχμικά φληναφήματα. Ήταν τα τρία τουλάχιστον από τα πέντε κανάλια πανεθνικής εμβέλειας που ενίσχυσαν και πρόβαλαν το λόμπι της δραχμής και τους υπερασπιστές του, υποβάλλοντας σε κυριολεκτική πλύση εγκεφάλου τους Έλληνες πολίτες –ιδιαίτερα τους πλέον ανυπότακτους και αμφισβητησιακούς–, προτάσσοντας ως αποφασιστική παράμετρο για την αντιμετώπιση της κρίσης όχι την παραγωγική ανασυγκρότηση και την ενίσχυση της αυτοδυναμίας της χώρας, αλλά τη μαγική λύση της δραχμής. Μια λύση που θα επέτρεπε σε μπατιριμένους επιχειρηματίες με τεράστια χρέη και σε εφοπλιστές-πειρατές να κερδοσκοπήσουν, αγοράζοντας με τα κεφάλαιά τους, από το εξωτερικό, την «υποτιμημένη» ελληνική οικονομία.
Σε ένα άρθρο ποταμό, εννιάμισι χιλιάδων λέξεων, που περιγράφει τις πολιτικές δυνάμεις της Αριστεράς και της Δεξιάς που στήριξαν ή στηρίζουν αυτά τα σχέδια, ο κ. Παπαδόπουλος, παραδόξως, δεν έχει να πει κουβέντα για όσα προαναφέραμε. Πιθανώς διότι δεν μιλάνε για σκοινί στο σπίτι του κρεμασμένου. Δηλαδή, του συγκροτήματος του ΔΟΛ που, παρ’ ότι δεν συντάχθηκε ποτέ με τη δραχμή, στήριξε και ενίσχυσε με αυτοκτόνικη εμμονή την άνοδο του Τσίπρα στην εξουσία. Και ο ΔΟΛ δεν ήταν μόνος του. Ούτε εκφράζει μόνον τον Ψυχάρη. Αποτέλεσε έναν σημαντικό δίαυλο μέσω του οποίου το μεγαλύτερο κομμάτι της «κεντροαριστεράς» αιμοδότησε με στελέχη και ψηφοφόρους τον Τσίπρα και την παρέα του. Ο κ. Παπαδόπουλος αποδομεί αρκετά συστηματικά τα τμήματα της Άκρας Δεξιάς, της Κεντροδεξιάς και της Εκκλησίας (Χρυσή Αυγή, ΑΝΕΛ, Κωνσταντίνος Καραμανλής, Προκόπης Παυλόπουλος, αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος), που εκμεταλλεύονται (η Χρυσή Αυγή) το εγχείρημα των Συριζανέλ ή λειτουργούν ως χρήσιμοι ηλίθιοι για την ευόδωσή του. Αποκρύπτει όμως επιμελώς τις δυνάμεις εκείνες που στήριξαν και πολλοί συνεχίζουν να στηρίζουν, ακόμα και σήμερα, το εγχείρημα Τσίπρα από την πλευρά των επιχειρηματιών και της κεντροαριστεράς (Ψυχάρης, Μπόμπολας, Βαρδινογιάννης, Λαλιώτης κ.ο.κ.).
Εάν το έκανε, θα μπορούσε όντως να πραγματοποιήσει μια ολοκληρωμένη ακτινογραφία των δυνάμεων που, μέσα από την ιδιοτέλεια, τον καιροσκοπισμό και την ανικανότητά τους, κινδυνεύουν να οδηγήσουν την Ελλάδα σε μια μεγάλη εθνική καταστροφή που πλησιάζει καλπάζοντας.
*Ο Γιώργος Καραμπελιάς είναι συγγραφέας, εκδότης του Άρδην, επικεφαλής του ομώνυμου πολιτικού κινήματος.