Αναδημοσίευση από: voria.gr
Ο λόγος ενόχλησης Ε/κ πολιτικών και εκπροσώπων φορέων, είναι ότι την τροπολογία υπέβαλε το ΕΛΑΜ, με συγγενική σχέση προς την Χρυσή Αυγή
Μακεδών
Θύελλα στην Κύπρο και πυρά κατά ψηφίσματος της κυπριακής Βουλής, τόσο από Τ/κ όσο και από ένιους Ε/κ. Πρόκειται για τροπολογία, όπως δημοσιεύθηκε εχθές στην Voria.gr., που υπερψηφίστηκε, αναφερόμενη σε ενδοσχολικές εκδηλώσεις για την επέτειο του δημοψηφίσματος του 1950 με το οποίο οι Κύπριοι ζητούσαν ένωση με την Ελλάδα.
Ο λόγος ενόχλησης Ε/κ πολιτικών και εκπροσώπων φορέων, είναι ότι την τροπολογία υπέβαλε το ΕΛΑΜ, με συγγενική σχέση προς την Χρυσή Αυγή
Μακεδών
Θύελλα στην Κύπρο και πυρά κατά ψηφίσματος της κυπριακής Βουλής, τόσο από Τ/κ όσο και από ένιους Ε/κ. Πρόκειται για τροπολογία, όπως δημοσιεύθηκε εχθές στην Voria.gr., που υπερψηφίστηκε, αναφερόμενη σε ενδοσχολικές εκδηλώσεις για την επέτειο του δημοψηφίσματος του 1950 με το οποίο οι Κύπριοι ζητούσαν ένωση με την Ελλάδα.
Ο λόγος ενόχλησης Ε/κ πολιτικών και εκπροσώπων φορέων, είναι ότι την τροπολογία υπέβαλε το ΕΛΑΜ, με συγγενική σχέση προς την Χρυσή Αυγή. Υπερψηφίστηκε από όλα τα κόμματα του Κέντρου (ΔΗΚΟ – ΕΔΕΚ - Συμμαχία Πολιτών - Αλληλεγγύη - Οικολόγοι), ενώ ο κυβερνών ΔΗΣΥ του Ν. Αναστασιάδη τήρησε αποχή και το ΑΚΕΛ την καταψήφισε. Οι αντιδρώντες υποστηρίζουν ότι μία τέτοια τροπολογία είναι δυνατόν να δημιουργήσει πρόβλημα στις συνομιλίες για επίλυση του Κυπριακού. Όμως, πρέπει να σημειωθεί ότι το Ενωτικό δημοψήφισμα του 1950 διδάσκεται στα σχολεία στο μάθημα της ιστορίας, ούτως ή άλλως.
Φυσικώ τω λόγω, ο μεγάλος θόρυβος ηγέρθη από την λεγόμενη «βουλή» του ψευδοκράτους, με πρώτη αντίδραση την πρόταση του λεγόμενου «πρωθυπουργού» Χουσεϊν Όζγκιουργκιουν, καθιέρωσης εορτασμού για την έναρξη της δράσης της τουρκικής τρομοκρατικής οργάνωσης ΤΜΤ, προφανώς ως αντίποινα.
Με γραπτή του δήλωση, ο Τουρκοκύπριος εκπρόσωπος των Τ/κ Μουσταφά Ακιντζί, τόνισε πως η απόφαση είναι απαράδεκτη και το μόνο που θα πετύχει θα είναι την ενίσχυση της δυσπιστίας με την οποία οι Τουρκοκύπριοι βλέπουν τους Ελληνοκύπριους. «Είναι απαράδεκτο πως σε μια περίοδο κατά την οποία προσπαθούμε να ορίσουμε την ημερομηνία μιας δεύτερης διάσκεψης, η ένωση παραμένει στην ατζέντα», σημείωσε. Μάλιστα, ζήτησε και την παρέμβαση του ειδικού συμβούλου του Γ.Γ. του ΟΗΕ, Έσπεν Άιντα να παρέμβει στον Πρόεδρο Ν. Αναστασιάδη, για να μην υπογράψει την απόφαση για τον εορτασμό στα σχολεία της επετείου του ενωτικού δημοψηφίσματος του 1950.
Ο Κύπριος Πρόεδρος απάντησε ότι μία απόφαση για απλή αναφορά σε ένα ιστορικό γεγονός δεν μπορεί να εκλαμβάνεται ως αλλαγή πολιτικής. Και υπενθύμισε ότι η τουρκοκυπριακή πλευρά οργανώνει πανηγυρικούς εορτασμούς για την επέτειο της τουρκικής εισβολής που οδήγησε στην κατοχή. Όπως και ότι οργανώνονται τελετές και εορτασμοί για την παράνομη ανακήρυξη του ψευδοκράτους, η οποία δεν αποτελεί παρά στην ουσία επιδίωξη απόσχισης ή διχοτόμησης της Κύπρου.
Πλέον χαρακτηριστική είναι η ομόφωνη δήλωση των πολιτικών κομμάτων της Κύπρου (το Εθνικό Συμβούλιο της Κύπρου»), που διαβεβαιώνει πως «τέτοιο θέμα -ένωσης της Κύπρου με την Ελλάδα- ούτε τέθηκε, ούτε πρόκειται ποτέ να τεθεί, όπως και δεν τίθεται θέμα αποδοχής της οποιασδήποτε μορφής λύσης που οδηγεί στη διχοτόμηση».
Για την ιστορία, το δημοψήφισμα πραγματοποιήθηκε στην Κύπρο τον Ιανουάριο του 1950, βάσει του οποίου οι Έλληνες της Κύπρου εκλήθησαν να τοποθετηθούν ως προς την επιθυμία τους ή μη για Ένωση με την Ελλάδα. Αποτέλεσε και προϊόν απογοήτευσης των Ελλήνων του νησιού οι οποίοι, μετά και τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο και τις διακηρύξεις των νικητών περί ελευθερίας, για άλλη μια φορά αντιμετώπιζαν την άρνηση του Λονδίνου σε σχέση με το αίτημά τους για Ενωση.
Την ιδέα για διενέργεια δημοψηφίσματος υλοποίησε η Εκκλησία της Κύπρου. Η Ιερά Σύνοδος, σε συνεδρία της στις 18 Νοεμβρίου 1949, με τον μετέπειτα Αρχιεπίσκοπο Μακάριο Γ΄ να διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο, αποφάσισε την διενέργεια δημοψηφίσματος και ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος Β΄ ζήτησε από τον Βρετανό κυβερνήτη Andrew Wright όπως η αποικιακή κυβέρνηση αναλάβει τη διοργάνωσή του, αίτημα που δεν έγινε φυσικά αποδεκτό. Λίγες μέρες αργότερα, ο Αρχιεπίσκοπος με εγκύκλιό του προς τον κυπριακό λαό ανακοίνωσε την απόφαση για διενέργεια δημοψηφίσματος:
«Κυπριακέ λαέ, καλείσαι όπως ηνωμένος και αδιάσπαστος επιτελέσεις και τώρα το προς την δούλην πατρίδα σου καθήκον μετ' ενθουσιασμού. Δι' Ενωσιν και μόνον Ενωσιν ηγωνίσθης επί τόσα έτη. Ενωσιν και μόνον Ενωσιν καλείσαι να επισφραγίσεις διά της ψήφου σου. Εμπρός Κύπριοι, όλοι εις τα επάλξεις διά την μάχην του Δημοψηφίσματος, διά την εθνικήν μας αποκατάστασιν, διά την Ενωσιν με την αθάνατον Μητέρα Ελλάδα».
Το δημοψήφισμα, που στην ουσία ήταν συλλογή υπογραφών, πραγματοποιήθηκε σε δύο συνεχόμενες Κυριακές, στις 15 και 22 Ιανουαρίου 1950. Η συλλογή των υπογραφών έγινε έξω από τις εκκλησίες και άρχισε μετά την κυριακάτικη δοξολογία. Οι συμμετέχοντες είχαν την επιλογή να υπογράψουν σε ένα από τα ακόλουθα δύο έντυπα: «ΑΞΙΟΥΜΕΝ, ΤΗΝ ΕΝΩΣΙΝ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ ΜΕ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ» ή «ΕΝΙΣΤΑΜΕΘΑ ΕΙΣ ΤΗΝ ΕΝΩΣΙΝ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ ΜΕ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ».
Οι συμμετέχοντες υπέγραφαν τέσσερις φορές έτσι ώστε να δημιουργηθούν τέσσερις τόμοι που θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν. Συνολικά υπέγραψαν 215.108 άτομα επί συνόλου 224.757 Ελλήνων της Κύπρου που είχαν δικαίωμα υπογραφής, ποσοστό 95,7%. Υπέρ υπέγραψαν και κάποιοι Τουρκοκύπριοι αν και η ηγεσία τους ήταν ενάντια στην προοπτική της Ενωσης.