Αναδημοσίευση από: analyst.gr
ΒΑΣΙΛΗΣ ΒΙΛΙΑΡΔΟΣ
ΒΑΣΙΛΗΣ ΒΙΛΙΑΡΔΟΣ
Θα μπορούσε κάλλιστα να
ισχυρισθεί κανείς πως η Ελλάδα κυβερνάται ανέκαθεν από νόμιμες
συμμορίες, πολύ πιο επικίνδυνες προφανώς από τις παράνομες «τύπου
Μαφίας» – αφού τα κόμματα είναι υπεράνω των νόμων, οπότε δεν διώκονται
και δεν τιμωρούνται από κανέναν, όπως οι παράνομες οργανώσεις..
.
“Η συμμετοχική δημοκρατία είναι ένας τύπος φιλελεύθερης δημοκρατίας, η οποία δίνει έμφαση στην ευρεία εμπλοκή των Πολιτών στην διεύθυνση και διαχείριση των πολιτικών υποθέσεων.Αν και η ετυμολογία υπονοεί ότι, όλα τα πολιτεύματα που αξίζουν την ονομασία «δημοκρατία» στηρίζονται στη συμμετοχή των Πολιτών, οι παραδοσιακές αντιπροσωπευτικές δημοκρατίες τείνουν να περιορίζουν τη συμμετοχή αυτή στην ανάδειξη αντιπροσώπων, οι οποίοι αποφασίζουν για όλα τα ζητήματα, εγκαταλείποντας έτσι τη διακυβέρνηση σε μία επαγγελματική ολιγαρχία – πολύ συχνά δε, σε έναν «κομματικό» δικτάτορα-πρωθυπουργό.Η συμμετοχική δημοκρατία προσπαθεί να εισάγει σε αυτό το σύστημα κάποια χαρακτηριστικά άμεσης δημοκρατίας, συνήθως σε φιλελεύθερο πλαίσιο, έτσι ώστε να διευρύνει το πλήθος των ανθρώπων που έχουν πρόσβαση στις πολιτικές διεργασίες λήψης αποφάσεων, αλλά και να εμβαθύνει αυτήν την πρόσβαση” (πηγή).
.
Ανάλυση
Βροχή τα άρθρα υπέρ και κατά της δραχμής τις τελευταίες ημέρες. Για ορισμένους αποτελεί σωτηρία η έξοδος της χώρας από την Ευρωζώνη, ενώ για κάποιους άλλους συλλογική αυτοκτονία.
Παράλληλα, κυκλοφορούν δεκάδες σενάρια για το μέλλον της Ελλάδας μετά
την υιοθέτηση του εθνικού της νομίσματος, διενεργούνται εκδηλώσεις υπέρ
της δραχμής κυρίως εκ μέρους αριστερών πολιτικών και τεχνοκρατών, ενώ
πολλά ξένα έντυπα τη θεωρούν δεδομένη.
Φυσικά η ενδεχόμενη έξοδος της Ελλάδας από την Ευρωζώνη δεν έχει καμία απολύτως σχέση με μία αντίστοιχη της Ιταλίας ή της Γαλλίας
– αφού κανένα μέλος της νομισματικής ένωσης δεν επιθυμεί την αποχώρηση
των δύο αυτών χωρών, όταν σχεδόν όλα εύχονται να φύγει το συντομότερο
δυνατόν η Ελλάδα. Η αιτία είναι κυρίως η αποτυχία τόσο του ΔΝΤ,
όσο και της Γερμανίας να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά την κομματική
δικτατορία που έχει εγκατασταθεί στη χώρα μας, μετά την επάνοδο της
Δημοκρατίας – αφού δηλαδή κατέρρευσε η άλλη δικτατορία, αυτή των συνταγματαρχών.
Με απλά λόγια, τα περισσότερα ανεπτυγμένα/πολιτισμένα κράτη της Ευρώπης θεωρούν προσβλητική τη συμμετοχή της Ελλάδας στο ευρώ –
ενώ οι ηγέτες τους ντρέπονται να κάθονται στο ίδιο τραπέζι και να
συναλλάσσονται με τους συγκεκριμένους Έλληνες πολιτικούς που κυβερνούν
τα τελευταία χρόνια τη χώρα μας.
Λυπούνται βέβαια το λαό που τους
εκλέγει, η ευθύνη του οποίου για το κατάντημα της Ελλάδας είναι μεν
δεδομένη αλλά πολύ μικρότερη, χωρίς όμως να είναι σε θέση να τον
βοηθήσουν – αφού δεν τα κατάφερε ούτε το ΔΝΤ, ούτε ο κ. Σόιμπλε, ούτε
κανένας άλλος. Ως εκ τούτου, είναι πρόθυμοι να πληρώσουν αδρά το εισιτήριο της εξόδου της πατρίδας μας
– παρά το ότι γνωρίζουν τους κινδύνους της για τη συνοχή της
νομισματικής ένωσης, οι οποίοι είναι πράγματι πολύ μεγάλοι, αφού θα
πρόκειται για μία δεύτερη ρωγμή μετά το BREXIT.
Είναι πρόθυμοι λοιπόν να αναλάβουν το ρίσκο, αν και κάπως λιγότερο, μετά τις επιθέσεις των Η.Π.Α. στο κοινό νόμισμα – λόγω
της ανησυχίας τους για το δολάριο επειδή πρόκειται για ένα νόμισμα
χωρίς αντίκρισμα, το οποίο έχει τυπωθεί σε τεράστιες ποσότητες.
Βέβαια, για εκείνο το χρονικό διάστημα που ένα μεγάλο μέρος των
δολαρίων κυκλοφορεί στο εξωτερικό, αφού πρόκειται για το ισχυρότερο
παγκόσμιο αποθεματικό νόμισμα, δεν υπάρχει πρόβλημα για τις Η.Π.Α.
Εάν όμως οι ποσότητες αυτές επιστρέψουν στη χώρα, λόγω της ενδεχόμενης απώλειας της εμπιστοσύνης απέναντι του, τότε η αγορά της θα πλημμυρίσει, ο πληθωρισμός θα εκτιναχθεί στα ύψη και η κατάρρευση του δολαρίου δεν θα αποφευχθεί – πόσο μάλλον εάν κάποιο άλλο κράτος τολμήσει να συνδέσει το δικό του νόμισμα με το χρυσό,
κάτι που θεωρείται ως ο μεγαλύτερος εφιάλτης της υπερδύναμης. Λογικά
επομένως οι Η.Π.Α. τοποθετούνται εναντίον του ευρώ – αφού είναι το
μοναδικό ανταγωνιστικό νόμισμα, εκ της θέσεως του ως το δεύτερο
μεγαλύτερο αποθεματικό.
Η Ελλάδα
Από την άλλη πλευρά οι Έλληνες, στη
συντριπτική τους πλειοψηφία πριν από την κρίση (80%), δεν τοποθετούνταν
υπέρ του ευρώ επειδή ήταν φανατικοί οπαδοί του νομίσματος ή λόγω του ότι
αντιπαθούσαν τη δραχμή – αλλά επειδή υπέφεραν τα πάνδεινα από την κομματική δικτατορία, έχοντας την ελπίδα πως η Ευρώπη θα μπορούσε να τους βοηθήσει, έτσι ώστε να πάψει να υπάρχει και να τους απομυζεί.
Φυσικά σήμερα, μετά από επτά ολόκληρα οδυνηρά χρόνια κρίσης, κατά
τη διάρκεια των οποίων η χώρα τους πηγαίνει από το κακό στο χειρότερο,
ενώ η κομματική δικτατορία συνεχίζει να ζει και να βασιλεύει,
έχουν εντελώς απογοητευθεί από την Ευρώπη – οπότε όλο και πιο λίγοι
τοποθετούνται υπέρ του ευρώ, θεωρώντας πλέον ως «σανίδα σωτηρίας» για τα
οικονομικά τους προβλήματα τη δραχμή, αφού πιστεύουν πως έτσι θα σβήσει
τουλάχιστον το δημόσιο χρέος τους, ενώ θα καταφέρουν να περισώσουν
κάποια περιουσιακά τους στοιχεία.
Περαιτέρω, το τι ακριβώς σημαίνει η έννοια «κομματική δικτατορία», φαίνεται από το Σύνταγμα της Ελλάδας – έτσι όπως αυτό έχει διαμορφωθεί/διαστρεβλωθεί από τα πολιτικά κόμματα, μετά την επάνοδο της (δήθεν) Δημοκρατίας στη χώρα.
Ειδικότερα, το Σύνταγμα του 1975 με όλες τις αναθεωρήσεις του (πηγή: Χ. Λυντέρης), εγκαθίδρυσε ένα πολίτευμα κλειστό, το οποίο φρόντιζε μόνο για τη διατήρηση της εξουσίας των εμπνευστών του – χωρίς δυστυχώς να μεριμνάει καθόλου για τη χρηστή δημοκρατική διακυβέρνηση. Τα
μεγαλύτερα προβλήματα του ευρίσκονται στο πεδίο της οργάνωσης του
Κράτους όπου, σύμφωνα με το ισχύον Σύνταγμα και κατά τον κ. Λυντέρη, τα
εξής:
(α) Η Βουλή είναι δέσμια της
εκάστοτε κυβέρνησης, λόγω της μη θεσμοθέτησης χωριστών εκλογών για την
εκτελεστική και τη νομοθετική εξουσία – σε συνδυασμό με την
παντελή έλλειψη θεσμών εσωκομματικής δημοκρατίας. Οι βουλευτές δεν είναι
ανεξάρτητοι, αλλά ψηφίζουν τα νομοσχέδια που καταθέτει η κυβέρνηση, υπό
την απειλή της διαγραφής τους σε περίπτωση μη τήρησης της «κομματικής
πειθαρχίας» – οπότε πράγματι δεν υπήρχε κανένας λόγος να διαβάζουν τα
μνημόνια, αφού δεν θα μπορούσαν να μην τα υπογράψουν.
Εάν ήθελαν βέβαια να παραμείνουν στο κόμμα όπου, εάν τυχόν αποφάσιζαν θαρραλέα να το εγκαταλείψουν, θα
αντιμετώπιζαν τις σφοδρές επιθέσεις του κομματικού / κρατικού
μηχανισμού σε διάφορα επίπεδα, μεταξύ άλλων στο φορολογικό, μέσω των ΜΜΕ
κοκ. Οι εκλογές δε διενεργούνται όποτε κρίνεται σκόπιμο από
την εκάστοτε κυβέρνηση για μικροκομματικούς καθαρά σκοπούς και όχι κάθε
τέσσερα χρόνια – όπως συμβαίνει σε όλες τις ευνομούμενες χώρες.
(β) Το κόμμα, χωρίς η λειτουργία του να
ρυθμίζεται παρά μόνο με μία γενική διάταξη του άρθρου 29, έχει
αναδειχθεί σε υπέρτατο θεσμό του κράτους! Το γεγονός δε ότι, δεν
ρυθμίζεται καθόλου ο τρόπος λειτουργίας του από το Σύνταγμα, έχει
επιτρέψει την ύπαρξη τριτοκοσμικών κομμάτων – στα οποία δεν
υπάρχουν καν οι στοιχειώδεις δημοκρατικοί θεσμοί και τα καταστατικά,
αλλά επικρατεί η θέληση του εκάστοτε αρχηγού, καθώς επίσης της «αυλής»
του, σαν να είναι βασιλιάς.
Ο αρχηγός, εάν ελέγχει το κόμμα, ελέγχει,
εφόσον εκλεγεί το κόμμα του πρώτο, ολόκληρη τη Βουλή – φυσικά και την
κυβέρνηση ενώ διορίζει την ηγεσία της Δικαιοσύνης!
Κάτω από αυτές τις προϋποθέσεις είναι
δυνατόν να μη νοιώθουν αηδία οι Ευρωπαίοι, όσα άδικα και αν έχουν, όταν
γνωρίζουν πως δεν συναλλάσσονται με μία δημοκρατική εξουσία, αλλά με μία
κομματική δικτατορία, η οποία είναι αδύνατον εκ των πραγμάτων να οδηγήσει τη χώρα σε πορεία βιώσιμης ανάπτυξης; Μπορούν ποτέ να εμπιστευθούν την Ελλάδα;
(γ) Το Σύνταγμα, στο γνωστό άρθρο 44, προβλέπει δυνατότητα διενέργειας δημοψηφίσματος μόνο κατόπιν απόφασης της κυβέρνησης ή της πλειοψηφίας της Βουλής – άρα του κόμματος που κυβερνάει είτε μόνο του, είτε με τη συνεργασία κάποιου άλλου.
Η Βουλή τώρα, επομένως το κυβερνών
κόμμα, έχει τη δυνατότητα, χωρίς προσφυγή στους Πολίτες, να αλλάζει τα
σύνορα της χώρας, να εγκαθιστά ξένα στρατεύματα στο εσωτερικό της, να
εκχωρεί συνταγματικές αρμοδιότητες σε διεθνείς οργανισμούς (Τρόικα, ΔΝΤ κλπ., οπότε δεν πρέπει να παραπονιόμαστε για τη μη τήρηση του Συντάγματος από τα μνημόνια),
να περιορίζει την εθνική κυριαρχία (άρα η κυβέρνηση δεν δρα προδοτικά,
αφού το Σύνταγμα επιτρέπει την απώλεια της εθνικής μας κυριαρχίας),
καθώς επίσης να αλλάζει το ίδιο το Σύνταγμα!
(δ) Η Δικαιοσύνη είναι σαφώς ακρωτηριασμένη αφού, σύμφωνα με το άρθρο 90 του Συντάγματος, η ηγεσία της διορίζεται από την κυβέρνηση.
Εκτός αυτού δεν υπάρχει Συνταγματικό Δικαστήριο αυξημένου κύρους για να
κρίνει τη συνταγματικότητα ή μη των νόμων – καθώς επίσης για να
διαπιστώσει εάν τηρήθηκε η προβλεπόμενη διαδικασία ψήφισής τους.
(ε) Τα μέλη της εκάστοτε κυβέρνησης και όλοι οι βουλευτές έχουν κατοχυρώσει συνταγματικά την προνομιακή μεταχείριση τους και την ατιμωρησία τους έναντι των υπολοίπων Πολιτών,
με βάση τις διατάξεις των άρθρων 62 και 86 του Συντάγματος – τα οποία
μεταφέρθηκαν στο Σύνταγμα του 1975 από τα Συντάγματα του 1864, του 1911
και του 1952. Ενισχύθηκαν επί πλέον με την αναθεώρηση του 2001 ακόμη
περισσότερο, με νόμους συντομότατης παραγραφής των εγκλημάτων μελών και
πρώην μελών κυβερνήσεων – όπου ισχύει προφανώς το γνωστό «κόρακας κορακιού μάτι δεν βγάζει».
Εκτός αυτού, δεν προβλέπεται σύστημα
δημόσιας λογοδοσίας, όπως ισχύει ακόμη και για τον πιο μικρό σύλλογο –
αφού στη Βουλή δεν κρίνεται ποτέ η τήρηση ή μη του εθνικού
προϋπολογισμού του προηγουμένου έτους, ενώ δεν ευθύνεται κανένας για τις
«νομοτελειακές» υπερβάσεις (οπότε λογικά υπερχρεώθηκε η χώρα,
αφού αυτοί που διαχειρίζονται τα χρήματα μας δεν αναλαμβάνουν καμία
ευθύνη και δεν λογοδοτούν σε κανέναν).
Ακόμη δε και ο θεσμός του ελέγχου των
οικονομικών των κομμάτων της Βουλής είναι εντελώς «διάτρητος» – αφού
διενεργείται μέσω μίας επιτροπής, στην οποία μετέχουν κατά πλειοψηφία
μέλη της Βουλής, με αποτέλεσμα τα κόμματα να ελέγχουν ουσιαστικά τον εαυτό τους (μεταφορικά, όπως όταν ο ίδιος ο κλέφτης εκτελεί ταυτόχρονα καθήκοντα αστυνομικού).
(στ) Προφανώς δεν έχουν όλοι οι Έλληνες τα ίδια πολιτικά δικαιώματα – αφού τα κόμματα του κοινοβουλίου εξασφαλίζουν προνομιακή χρηματοδότηση και προβολή, διαπλέκονται με τις τράπεζες και με τα ΜΜΕ, ενώ αποκλείουν κάθε νέα πολιτική κίνηση ανανέωσης της πολιτικής ζωής.
Επίλογος
Με κριτήριο όλα τα παραπάνω από το
βιβλίο του γνωστού νομικού, δεν μπορεί να αμφιβάλλει κανείς ότι, η
έννοια «κόμματα του συνταγματικού τόξου», είναι κάτι περισσότερο από
κωμικοτραγική – ούτε πως ο τίτλος του άρθρου είναι υπερβολικός. Θα
μπορούσε κάλλιστα να ισχυρισθεί κανείς πως πρόκειται για μία νόμιμη «συμμορία», πολύ πιο επικίνδυνη προφανώς από τις παράνομες «τύπου Μαφίας»
– αφού τα κόμματα είναι υπεράνω των «νόμων», οπότε δεν διώκονται και
δεν τιμωρούνται από κανέναν απολύτως, όπως οι παράνομες οργανώσεις.
Όσο για το χαρακτηρισμό της Ελλάδας ως
μία ευρωπαϊκή Δημοκρατία, με πολιτισμένους κανόνες ισονομίας για όλους
τους Πολίτες της και με ένα σύγχρονο Κράτος Δικαίου, πρόκειται ασφαλώς
για ένα πολύ κακόγουστο αστείο – ενώ δεν κατάφερε να ανταπεξέλθει με τα κόμματα ούτε η άλλη «συμμορία», το ΔΝΤ, ούτε ο αυταρχικός κ. Σόιμπλε, ούτε κανένας άλλος, έχοντας ουσιαστικά αποφασίσει να μας εγκαταλείψουν στη μοίρα μας και στη δραχμή μας.
Στα πλαίσια αυτά, όλοι όσοι έχουν συνειδητοποιήσει πως χωρίς σωστούς, έντιμους και λειτουργικούς θεσμούς (ανάλυση) δεν υπάρχει καμία δυνατότητα να ορθοποδήσει μία χώρα, πόσο μάλλον να βγει από τη μεγαλύτερη πολιτική, οικονομική, κοινωνική και πολιτισμική κρίση της ιστορίας της, κατανοούν πως οι ελπίδες μας για το μέλλον είναι ανύπαρκτες – όσο αισιόδοξοι και αν είμαστε.
Εκτός αυτού είναι οφθαλμοφανές το ότι, τέτοιου είδους απολυταρχικά καθεστώτα, τα οποία είναι επί πλέον κρυφά και νομιμοφανή, δεν ανατρέπονται ποτέ ειρηνικά
– ενώ οι εκλογές που διενεργούνται αποσκοπούν απλά και μόνο στην
εναλλαγή των κομμάτων στην εξουσία, αποτελώντας ως εκ τούτου μία τραγική
παρωδία.
Αιώνια θύματα είμαστε πάντοτε όλοι εμείς οι απλοί Πολίτες, οι ιθαγενείς που νομίζουμε ανόητα πως, με το να ασκούμε το εκλογικό μας δικαίωμα, μπορούμε να αλλάξουμε την πατρίδα μας – ή ότι φταίει το ευρώ για τα δεινά μας.