Στὸν Ἱερὸ Ναὸ τοῦ Ἁγίου Ἀποστόλου Ἀνδρέου Πατρῶν, ἐτελέσθη τήν Κυριακή, στὶς 5.2.2017, ἀπὸ τὸν Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Πατρῶν κ.κ. Χρυσόστομο, μνημόσυνο γιὰ τὴν ἀνάπαυση τῆς ψυχῆς τοῦ Θεοδώρου Κολοκοτρώνη, ὁ ὁποῖος ἔφυγε ἀπὸ τὸν κόσμο αὐτὸ στὶς 4 Φεβρουαρίου 1843.
Ὁ Σεβασμιώτατος ἀνέγνωσε ἀποσπάσματα ἀπὸ τὴν ὁμιλία τοῦ Κολοκοτρώνη στὴν Πνύκα καὶ μεταξὺ τῶν ἄλλων εἶπε:
«…Στὶς 4 Φεβρουαρίου 1843, ἔφυγε ἀπὸ τὸν μάταιο τοῦτο κόσμο, ὁ γιγαντόψυχος καὶ λεοντόκαρδος, ὁ γνήσιος Ἕλληνας, ὁ προασπιστὴς τῶν Ἱερῶν καὶ τῶν Ὁσίων του Γένους μας καὶ τῆς Φυλῆς μας, ὁ ἀπελευθερωτὴς τῆς Ἑλλάδος, Θεόδωρος Κολοκοτρώνης.
Τὸν ἔκλαψαν μικροὶ καὶ μεγάλοι. Ἐθρήνησε σύμπασα ἡ Ἑλλὰς γιὰ τὴν ἀπώλεια. Τὸ Ἔθνος γονάτισε μπροστὰ στὴ σορό του καὶ μὲ λυγμοὺς ἐξέφρασε τὴν εὐγνωμοσύνη του στὸ θρυλικὸ πολέμαρχο.
Τοῦ ἔστησε ἀνδριάντας καὶ τὸν ἐστεφάνωσε μὲ τῆς δόξας τὸ στεφάνι χρεωστικῶς, ἀφοῦ αὐτός ὁ μικρὸς τὸ δέμας, κράτησε στοὺς δυνατούς ὤμους του τὴν προγονικὴ δόξα καὶ τιμὴ αἰώνων καὶ ἐνέπνευσε σὲ ἀγῶνες καὶ θυσίες γιὰ τὴν ἐπίτευξη τῆς ἐλευθερίας τῆς Πατρίδος.
Ἔχουν περάσει ἀπὸ τότε 174 χρόνια.
Ἡ Πατρίδα μας πέρασε ἀπὸ πολλὰ κύματα, δυσκολίες καὶ μπόρες. Ἔδωσε ποτάμια αἱμάτων γιὰ νὰ κρατήσῃ τὴν παρακαταθήκη τῆς ἐλευθερίας, τῆς πίστεως στὸν Θεὸ καὶ τῆς ἀγάπης σ’ αὐτὸν τὸν τόπο, ὅπως τὸν παρέδωσε ὁ Κολοκοτρώνης καὶ ὅλοι οἱ Ἥρωες καὶ Μάρτυρες τῆς πίστεως.
Τότε ὁ θρυλικὸς πολέμαρχος, ὅταν ἡ Ἑλλάδα ἦταν σκλαβωμένη, ἔλεγε: «Καθόμουν καὶ ἔκλαιγα γιὰ τὴν Ἑλλάδα. Παναγία μου, βοήθησε καὶ αὐτὴ τὴ φορὰ τοὺς Ἕλληνες».
Τώρα δακρύζουν οἱ ἀδριάντες του καὶ ἐκφράζεται μέσα ἀπὸ τὸ μάρμαρο ποὺ παίρνει τὴ δύναμη καὶ τὴν πνοή τοῦ στρατηλάτη, τὸ παράπονο τοῦ Κολοκοτρώνη.
«… Κλαίω γιά τὴν κατάντια τῆς Πατρίδος μου,
Κλαίω γιὰ τὰ παιδιὰ της.
Κλαίω γιατί καταστράφηκε ἡ γλώσσα μας.
Κλαίω γιατί περιφρονοῦνται τὰ Θεῖα μας.
Κλαίω γιατί προσβάλλεται καὶ παραχαράσσεται ἡ ἱστορία μας.
Θρηνῶ γιὰ ὅσα διδάσκονται τὰ παιδιά μας στὰ Σχολεῖα.
Τί θά ἒλεγε ὁ ἀοίδιμος Θεόδωρος ὁ Κολοκοτρώνης γιὰ τὶς προσπάθειες νὰ ἐπιβληθῇ ἦθος ἀλλοιωμένο στὴν Ἐκπαίδευση καὶ γιὰ τὴν θεματικὴ ἑβδομάδα ποὺ περιλαμβάνει καί τὶς ἔμφυλες ταυτότητες.Ἕνα δηλαδή, θεματικὸ ἄξονα ὁ ὁποῖος ἀποδομεῖ τὴν φυλετικὴ ταυτότητα τῶν παιδιῶν, μὲ βάση τὴν ὁποία θὰ στηριχθῇ ἡ δημιουργία τῆς οἰκογένειας καὶ ἡ προκοπὴ τῆς κοινωνίας. Δὲν θά καταλάβαινε ὁ εὐφυέστατος ἀπελευθερωτὴς τῆς Ἑλλάδος, τί εἶναι τὸ «κοινωνικὸ φύλο», καί τόσα ἂλλα…καινοφανῆ ἐφευρήματα… Καὶ θά συλλογιόταν μὲ θλίψη βαθειά, «γιατί δὲν μιλᾶνε οἱ πατεράδες καὶ οἱ μανάδες καὶ οἱ γραμματιζούμενοι; Τότε ἐμεῖς ξεσηκωθήκαμε χωρὶς νὰ ξέρουμε γράμματα. Τώρα αὐτοὶ πού σπούδασαν σὲ τόσα σχολεῖα καὶ πανεπιστήμια γιατί δὲν συλλογιῶνται ὑπεύθυνα καὶ σωστά, ἆρα ἐλεύθερα»;
Καὶ θά προσευχόταν πάλι δακρυσμένος ὁ Γέρος:
« Κάθομαι καὶ κλαίω γιὰ τὴν Ἑλλάδα. Παναγία μου, βοήθησε καὶ αὐτὴ τὴ φορὰ τοὺς Ἕλληνες».
Ὁ Σεβασμιώτατος ἀνέγνωσε ἀποσπάσματα ἀπὸ τὴν ὁμιλία τοῦ Κολοκοτρώνη στὴν Πνύκα καὶ μεταξὺ τῶν ἄλλων εἶπε:
«…Στὶς 4 Φεβρουαρίου 1843, ἔφυγε ἀπὸ τὸν μάταιο τοῦτο κόσμο, ὁ γιγαντόψυχος καὶ λεοντόκαρδος, ὁ γνήσιος Ἕλληνας, ὁ προασπιστὴς τῶν Ἱερῶν καὶ τῶν Ὁσίων του Γένους μας καὶ τῆς Φυλῆς μας, ὁ ἀπελευθερωτὴς τῆς Ἑλλάδος, Θεόδωρος Κολοκοτρώνης.
Τὸν ἔκλαψαν μικροὶ καὶ μεγάλοι. Ἐθρήνησε σύμπασα ἡ Ἑλλὰς γιὰ τὴν ἀπώλεια. Τὸ Ἔθνος γονάτισε μπροστὰ στὴ σορό του καὶ μὲ λυγμοὺς ἐξέφρασε τὴν εὐγνωμοσύνη του στὸ θρυλικὸ πολέμαρχο.
Τοῦ ἔστησε ἀνδριάντας καὶ τὸν ἐστεφάνωσε μὲ τῆς δόξας τὸ στεφάνι χρεωστικῶς, ἀφοῦ αὐτός ὁ μικρὸς τὸ δέμας, κράτησε στοὺς δυνατούς ὤμους του τὴν προγονικὴ δόξα καὶ τιμὴ αἰώνων καὶ ἐνέπνευσε σὲ ἀγῶνες καὶ θυσίες γιὰ τὴν ἐπίτευξη τῆς ἐλευθερίας τῆς Πατρίδος.
Ἔχουν περάσει ἀπὸ τότε 174 χρόνια.
Ἡ Πατρίδα μας πέρασε ἀπὸ πολλὰ κύματα, δυσκολίες καὶ μπόρες. Ἔδωσε ποτάμια αἱμάτων γιὰ νὰ κρατήσῃ τὴν παρακαταθήκη τῆς ἐλευθερίας, τῆς πίστεως στὸν Θεὸ καὶ τῆς ἀγάπης σ’ αὐτὸν τὸν τόπο, ὅπως τὸν παρέδωσε ὁ Κολοκοτρώνης καὶ ὅλοι οἱ Ἥρωες καὶ Μάρτυρες τῆς πίστεως.
Τότε ὁ θρυλικὸς πολέμαρχος, ὅταν ἡ Ἑλλάδα ἦταν σκλαβωμένη, ἔλεγε: «Καθόμουν καὶ ἔκλαιγα γιὰ τὴν Ἑλλάδα. Παναγία μου, βοήθησε καὶ αὐτὴ τὴ φορὰ τοὺς Ἕλληνες».
Τώρα δακρύζουν οἱ ἀδριάντες του καὶ ἐκφράζεται μέσα ἀπὸ τὸ μάρμαρο ποὺ παίρνει τὴ δύναμη καὶ τὴν πνοή τοῦ στρατηλάτη, τὸ παράπονο τοῦ Κολοκοτρώνη.
«… Κλαίω γιά τὴν κατάντια τῆς Πατρίδος μου,
Κλαίω γιὰ τὰ παιδιὰ της.
Κλαίω γιατί καταστράφηκε ἡ γλώσσα μας.
Κλαίω γιατί περιφρονοῦνται τὰ Θεῖα μας.
Κλαίω γιατί προσβάλλεται καὶ παραχαράσσεται ἡ ἱστορία μας.
Θρηνῶ γιὰ ὅσα διδάσκονται τὰ παιδιά μας στὰ Σχολεῖα.
Τί θά ἒλεγε ὁ ἀοίδιμος Θεόδωρος ὁ Κολοκοτρώνης γιὰ τὶς προσπάθειες νὰ ἐπιβληθῇ ἦθος ἀλλοιωμένο στὴν Ἐκπαίδευση καὶ γιὰ τὴν θεματικὴ ἑβδομάδα ποὺ περιλαμβάνει καί τὶς ἔμφυλες ταυτότητες.Ἕνα δηλαδή, θεματικὸ ἄξονα ὁ ὁποῖος ἀποδομεῖ τὴν φυλετικὴ ταυτότητα τῶν παιδιῶν, μὲ βάση τὴν ὁποία θὰ στηριχθῇ ἡ δημιουργία τῆς οἰκογένειας καὶ ἡ προκοπὴ τῆς κοινωνίας. Δὲν θά καταλάβαινε ὁ εὐφυέστατος ἀπελευθερωτὴς τῆς Ἑλλάδος, τί εἶναι τὸ «κοινωνικὸ φύλο», καί τόσα ἂλλα…καινοφανῆ ἐφευρήματα… Καὶ θά συλλογιόταν μὲ θλίψη βαθειά, «γιατί δὲν μιλᾶνε οἱ πατεράδες καὶ οἱ μανάδες καὶ οἱ γραμματιζούμενοι; Τότε ἐμεῖς ξεσηκωθήκαμε χωρὶς νὰ ξέρουμε γράμματα. Τώρα αὐτοὶ πού σπούδασαν σὲ τόσα σχολεῖα καὶ πανεπιστήμια γιατί δὲν συλλογιῶνται ὑπεύθυνα καὶ σωστά, ἆρα ἐλεύθερα»;
Καὶ θά προσευχόταν πάλι δακρυσμένος ὁ Γέρος:
« Κάθομαι καὶ κλαίω γιὰ τὴν Ἑλλάδα. Παναγία μου, βοήθησε καὶ αὐτὴ τὴ φορὰ τοὺς Ἕλληνες».