Η Τουρκία απέτυχε να εφαρμόσει τα μεγαλόπνοα σχέδια των Νταβούτογλου-Ερντογάν. Το ανατολικό μέτωπο της Τουρκίας, αιμορραγεί την ώρα που οι ΗΠΑ, ενισχύουν στρατιωτικά τους Κούρδους με την αυγή της κυβέρνησης Τραμπ. Η σχέση Τουρκίας-Δύσης στηρίζεται πλέον σε γυάλινα πόδια. Η ρωσοτουρκική προσέγγιση που ξεκίνησε σταδιακά λίγες μέρες πριν το αποτυχημένο πραξικόπημα του Ιουλίου του 2016, είναι αναγκαία πτυχή της εξωτερικής εξισορρόπησης της Τουρκίας η οποία βαδίζει μεταξύ απομονωτισμού και μεγαλοϊδεατισμού, ακόμη και την ώρα που οι αρχικοί της στόχοι, (νεο-οθωμανισμός με πανισλαμικά στοιχεία) καταρρέουν.
Το απριλιανό δημοψήφισμα στη γειτονική χώρα, θα ολοκληρώσει κατά πάσα πιθανότητα αυτό που προμήνυε από το 2011-2012 ο Bernard Lewis, (Βλ. «Tyrannies Are Doomed», WSJ, 2011) την «ιρανοποίηση» της Τουρκίας. Αν η Ανατολή είναι για την Τουρκία ένα ζωντανό τραύμα, τότε το δυτικό της βάθος, είναι ίσως η διέξοδος και αυτό πρέπει να καθιστά την Ελλάδα, πανέτοιμη.
Ο μύθος της «απρόβλεπτης» Τουρκίας
Στον κόσμο της διπλωματίας και της στρατηγικής, η εξαπάτηση είναι βασική αρχή. Αυτό παραδέχεται ο πολιτικός ρεαλισμός. Από τη στιγμή που ο ορθολογισμός δεν αποτελεί προνόμιο για κάποιο κράτος έτσι ώστε από μόνος του να εξασφαλίζει κέρδη, (ο ορθολογισμός χρησιμοποιείται και από άλλα κράτη) τότε το πλεονέκτημα-κέρδος κάποιου κράτους θα επέλθει πράττοντας κάτι που ένα άλλο κράτος, δεν το έχει προβλέψει. Το απρόβλεπτο, στηρίζεται εν πολλοίς στην τακτική του αιφνιδασμού και αυτός με τη σειρά του, στην εξαπάτηση του αντιπάλου.
Η Τουρκία, εφαρμόζει σε τακτικό επίπεδο πολλά από τα τεχνάσματα που παραδοσιακά εφάρμοζαν οι λήπτες αποφάσεων κατά την εποχή της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Ο εκβιασμός και η απειλή, βρίσκονται στον πυρήνα της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής. Η αποτυχία της Τουρκίας στη Συρία, ήταν δεδομένο ότι θα την οδηγήσει στο να ασχοληθεί περισσότερο με το δυτικό της στρατηγικό βάθος, ήτοι το Αιγαίο και τα Βαλκάνια. Αυτό, δεν ήταν ωστόσο κάτι απρόβλεπτο. Ο συνεχής τακτικισμός, κατά παράδοξο τρόπο, οδηγεί στο αντίθετο αποτέλεσμα από το αρχικώς επιδιωκόμενο. Στην προβλεψιμότητα.
Η κλιμάκωση της τουρκικής επιεθτικής συμπεριφοράς απέναντι στην Ελλάδα
Οι ελληνο-τουρκικές σχέσεις βρίσκονται σε μια σταθερή κλιμάκωση από το αποτυχημένο πραξικόπημα στην Τουρκία και μετά. Βασικός λόγος, πλην της τουρκικής αποτυχίας στο εγγύς – ανατολικό – εξωτερικό της, είναι και ο εσωτερικός λόγος. Είναι γνωστό ότι σπάνια θα βρει κάποιος ένα κράτος στο οποίο η εξωτερική πολιτική, τέμνεται σε βαθμό έφαψης με την αντίστοιχη εσωτερική πολιτική, όσο στην Τουρκία. Ο συγκεντρωτισμός, ήταν για τον Ερντογάν μια αναγκαιότητα μετά τον Ιούλιο του 2016. Οι Κούρδοι, ήταν ξανά το εύκολο θύμα. Η μείωση της επιρροής του κουρδικού κόμματος, χρειαζόταν την προσέγγιση του εθνικιστικού ΜΗΡ το οποίο έχει μάλιστα και κεμαλικές καταβολές. Με αυτόν τον τρόπο, ο Ερντογάν 1) αποδυνάμωνε έτι περαιτέρω τον κεμαλισμό και 2) στοχοποιούσε τους Κούρδους της Τουρκίας, ενισχύοντας τη θέση του στο εσωτερικό της Τουρκίας για προληπτική δράση στη Συρία.
Η πολιτική προσέγγιση με το εθνικιστικό – πάλαι ποτέ κεμαλικό – κατεστημένο της Τουρκίας, εμπλούτισε την ατζέντα της Τουρκίας αναφορικά με τα ελληνοτουρκικά αλλά και με την Κύπρο. Ο εγκλωβισμός της Τουρκίας στη Συρία και η διπλωματική «ομηρία» της από τη Ρωσία, (άλλαξε η Άγκυρα την αρχική της θέση για καρατόμηση του Άσαντ και επιθυμεί την παραμονή του στην εξουσία) και η επιθυμία του Ερντογάν να πετύχει μια καθαρή νίκη στο δημοψήφισμα του Απριλίου, καθιστά τον Ερντογάν αναγκασμένο, να επιδεικνύει δυναμισμό στα θέματα που αφορούν τις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Η μη έκδοση των 8 Τούρκων στρατιωτικών σύμφωνα με την απόφαση της Ελληνικής Δικαιοσύνης, χρησιμοποιείται από την Τουρκία σαν άλλοθι για να συνεχίσει την επιθετικότητα, που έτσι κι αλλιώς, υπαγορεύεται από εσωτερικούς και εξωτερικούς παράγοντες. Κάθε επιτιθέμενος, αναζητά μια νομιμοποίηση-αιτιολόγηση των επιθετικών του πράξεων. Το πρόσφατο συμβάν με τους 2 Τούρκους που φέρονται ως εκείνοι που σχεδίαζαν τη δολοφονία του Ταγίπ Ερντογάν, θέτει ένα ακόμη ζήτημα, πολύ σοβαρό και αποδεικνύει ότι η ελληνοτουρκική διένεξη ακολουθεί μια πορεία κλιμάκωσης.
Τα σύνορα της καρδιάς του τουρκικού μεγαλοϊδεατισμού και ο 25ος μεσημβρινός
Η πάγια επιδίωξη της Τουρκίας είναι η αποτροπή της άσκησης των πράξεων εθνικής κυριαρχίας (κατοχυρωμένων από το Διεθνές Δίκαιο) στο Αιγαίο. Η πολιτική υφή της επιχειρηματολογίας της Τουρκίας αναφορικά με το Αιγαίο, εντοπίζεται στο εν πολλοίς ανεδαφικό (νομικά) επιχείρημα ότι το Αιγαίο, δεν μπορεί να γίνει «ελληνική λίμνη». Ο 25ος μεσημβρινός, και η μέση γραμμή, συνθέτουν για την Τουρκία τη λύση των ελληνοτουρκικών διαφορών. Θράκη, Αιγαίο και Κύπρος, συνθέτουν ένα puzzle στο οποίο εδράζονται οι τουρκικές επιδιώξεις.
Η προσπάθεια δορυφοριοποίησης της Θράκης, συνδέεται με το Αιγαίο, το οποίο και δεν πρέπει – για την Τουρκία – να ενώνεται με την Κύπρο (ΑΟΖ και Καστελόριζο). Μεμονωμένα επεισόδια στην Θράκη που αφορούν φθορές κατά της μουσουλμανικής μειονότητας, συνθέτουν ένα ακόμη άλλοθι για την Τουρκία προκειμένου να εντείνει τις επιθετικές της βλέψεις. Οι 2 Τούρκοι που φέρονται να σχεδίαζαν τη δολοφονία του Ερντογάν και κρατούνται στη Θράκη, παρουσιάζονται όπως και οι 8 Τούρκοι στρατιωτικοί που έλαβαν χώρα στο αποτυχημένο πραξικόπημα του Ιουλίου του 2016. Η Τουρκία, προσπαθεί να παρουσιάσει το συμβάν ως εσωτερικό της ζήτημα και να κατηγορήσει την Ελλάδα ότι υποθάλπτει τρομοκρατία και κλίμα αποσταθεροποίησης της Τουρκίας. Η Θράκη, είναι αρκετά ευαίσθητη περιοχή για μια τέτοια ρητορική από πλευράς της Άγκυρας.
Από τον κατευνασμό στην ισορροπία
Προφανώς, η ελληνική εξωτερική πολιτική οφείλει να στέκεται στα ελληνοτουρκικά σε μια δύσκολη στρατηγική αντιμετώπιση. Από τη μια, να μη δώσει το πολυπόθητο άλλοθι στην Τουρκία για να προβεί στις ενέργειες που θα προωθήσουν το σχέδιο «γκριζαρίσματος» στην περιοχή της ελληνικής επικράτειας και από την άλλη, η αποστολή ξεκάθαρων σημάτων ότι αυτή η αποφυγή της παγίδας, δεν ταυτίζεται με την κατευναστική πολιτική.
Η προσοχή της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής οφείλει να επικεντρωθεί στην Θράκη καθώς είναι και η περιοχή στην οποία υπάρχουν χερσαία σύνορα με την Τουρκία. Είναι επίσης μια περιοχή στην οποία η Ελλάδα, μπορεί να ασκήσει επιρροή με όλα όσα συνιστούν τη λεγόμενη προβολή ήπιας ισχύος. Οι Έλληνες μουσουλμάνοι της Θράκης, οι Ρομά και οι Πομάκοι, γνωρίζουν και πρέπει συνεχώς να πείθονται μέσα από την ελληνική βοήθεια πως η Ελλάδα είναι ένα σύγχρονο κράτος που σέβεται τη διαφορετικότητα, σε αντίθεση με την Τουρκία η οποία φαίνεται να βαδίζει σε έναν αυταρχικό δρόμο. Τα λάθη του παρελθόντος με τους Έλληνες μουσουλμάνους, δεν πρέπει να επαναληφθούν. Ο τουρκικός επεκτατισμός, οφείλει να διαχωριστεί από την θρησκευτική ελευθερία που ισχύει και θα συνεχίσει να ισχύει σε μια ελεύθερη χώρα όπως είναι η Ελλάδα. Ο εμπλουτισμός της ελληνοτουρκικής διένεξης με πολλά και πολύπλοκα ζητήματα, αποτελεί τον πάγιο τουρκικό στόχο. Ο ελληνικός στόχος, οφείλει να είναι η ελαχιστοποίηση των ζητημάτων. Η διεθνοποίηση του ζητήματος του εκδημοκρατισμού της Τουρκίας και της μη καταπίεσης ομάδων στην τουρκική επικράτεια, αποτελεί ένα ζήτημα στο οποίο η Ελλάδα οφείλει να δώσει σημασία, καθώς μια σταθερή και πλουραλιστική Τουρκία, θα βοηθήσει και της ελληνοτουρκικές σχέσεις αλλά και τη σταθεροποίηση της ανατολικής Μεσογείου.
* Ο Δημήτρης Τσαιλάς είναι Υπονάυαραχος ε.α. και ο Αλέξανδρος Δρίβας είναι υποψήφιος Δρ Διεθνών Σχέσεων, Συντονιστής της Ομάδας Ανατολικής Μεσογείου στο ΤΟ.ΡΕ.ΝΕ