Αναδημοσίευση από: topontiki.gr
ΑΦΡΟΔΙΤΗ ΚΑΡΑΜΗΤΣΟΥ-ΕΙΡΗΝΗ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛAΚΗ
Για τις «στενές» ελληνορωσικές σχέσεις και τις ισορροπίες που πρέπει να τηρούνται, τις κυρώσεις της Δύσης κατά της Ρωσίας, την κρίση που πέρασαν οι διπλωματικο-οικονομικές σχέσεις Ρωσίας - Τουρκίας, την άνοδο του δεξιού λαϊκισμού σε ολόκληρο τον κόσμο και τον νέο πρόεδρο των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ μιλάει σε αποκλειστική της συνέντευξη στο «Π» η δρ. Νάντια Αρμπάτοβα.
Η Νάντια Αρμπάτοβα είναι επικεφαλής του τμήματος Ευρωπαϊκών Πολιτικών Σπουδών στο Ινστιτούτο για την Παγκόσμια Οικονομία και τις Διεθνείς Σχέσεις της Ρωσικής Ακαδημίας Επιστημών στη Μόσχα και θα βρίσκεται στην Ελλάδα με αφορμή το 2ο Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών, που διεξάγεται από την Πέμπτη 2 έως και την Κυριακή 5 Μαρτίου, στο οποίο θα είναι βασική ομιλήτρια.
Η Ρωσίδα καθηγήτρια επισημαίνει πως «η Ρωσία θεωρεί την Ελλάδα ως τον φυσικό της σύμμαχο στη Μεσόγειο» και εξηγεί πως η χώρα της αντιλαμβάνεται και κατανοεί ότι η Ελλάδα οφείλει να τηρεί τις κυρώσεις που έχει επιβάλει η Ε.Ε. στη χώρα της και πως δεν είναι δυνατόν να τις άρει μονομερώς. Υποστηρίζει δε πως είναι καλύτερα να προσπαθεί η Ελλάδα να επηρεάσει αποφάσεις εκ των έσω.
Επισημαίνει, σε ό,τι αφορά τη Συμφωνία του Μινσκ, ότι χρειάζεται ένας αναλυτικός «οδικός χάρτης» και η όποια πρόοδος να επιβραβεύεται με μερική άρση των κυρώσεων, ενώ τονίζει ότι η πολιτική των κυρώσεων σε καμία περίπτωση δεν έχει αποδυναμώσει τον πρόεδρο Βλαντίμιρ Πούτιν στο εσωτερικό της Ρωσίας.
Στέκεται στο θέμα της ανόδου του δεξιού λαϊκισμού σε ολόκληρο τον κόσμο χαρακτηρίζοντας το φαινόμενο ως «μια παγκοσμιοποίηση της αντιπαγκοσμιοποίησης».
Η Νάντια Αρμπάτοβα μιλάει και για το καυτό θέμα των ρωσοαμερικανικών σχέσεων δίνοντας μια άλλη διάσταση στην εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ και στις προσδοκίες της Ρωσίας από αυτόν. Όπως λέει χαρακτηριστικά: «Το μόνο επίτευγμα της νίκης του Τραμπ είναι πως δεν έχει υπάρξει ακόμη μια νέα σύγκρουση με τη Ρωσία, κάτι που θα είχε συμβεί σίγουρα σε περίπτωση της Κλίντον».
Συνέντευξη στις Αφροδίτη Καραμήτσου και Ειρήνη Χριστοδουλάκη:
Πριν από λίγες μέρες ο Έλληνας πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας επισκέφθηκε την Ουκρανία. Πώς είδατε τη συγκεκριμένη επίσκεψη; Μπορεί να επηρεάσει τις ελληνορωσικές σχέσεις;
Η Ελλάδα είναι ένα κυρίαρχο κράτος και έχει φυσικά το δικαίωμα να διατηρεί σχέσεις με όποια χώρα θεωρεί σημαντική για τα συμφέροντά της. Παρομοίως η Ρωσία διατηρεί καλές σχέσεις με την Ελλάδα, την Κύπρο και την Αρμενία, αλλά την ίδια στιγμή και με Τουρκία και Αζερμπαϊτζάν, οι οποίες έχουν «προβληματικές» σχέσεις με την Αρμενία. Δεν βλέπω τίποτε δραματικό στην επίσκεψη του Αλέξη Τσίπρα στην Ουκρανία από τη στιγμή που δεν εθίγησαν ρωσικά συμφέροντα.
Πώς βλέπετε την τρέχουσα κατάσταση στις ελληνορωσικές σχέσεις; Παραδοσιακά η Ελλάδα ήταν σύμμαχος με τη Ρωσία. Δεν έχουμε μόνο οικονομικούς ή πολιτικούς δεσμούς, αλλά επίσης στρατιωτική και πολιτισμική συμμαχία. Παρ' όλα αυτά η Ελλάδα, δεδομένων των ευρωπαϊκών κυρώσεων κατά της Ρωσίας, πρέπει να συμπλεύσει με τους Ευρωπαίους. Αυτό επηρεάζει τις διμερείς σχέσεις;
Στις ελληνορωσικές σχέσεις ο ορισμός «στενές σχέσεις» δεν είναι απλώς ένας τρόπος του λέγειν, αλλά αντικατοπτρίζει τις εξαιρετικά στενές πολιτιστικές, θρησκευτικές, πολιτικές και οικονομικές σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών, οι οποίες κρατούν από τον 19ο αιώνα.
Η Ρωσία θεωρεί την Ελλάδα τον φυσικό της σύμμαχο στη Μεσόγειο. Η Μόσχα προχωρά βασιζόμενη στο ότι καμιά από τις ευρωπαϊκές χώρες δεν θέλει να συνεχιστεί ο πόλεμος κυρώσεων. Η ρωσική ηγεσία γνωρίζει καλά πως αν η Ελλάδα θέλει να παραμείνει μέρος της Ε.Ε., πρέπει να συμπεριφερθεί ανάλογα με ό,τι αυτή επιτάσσει και δεν μπορεί να άρει μονομερώς τις κυρώσεις. Καλύτερη κίνηση είναι να προσπαθήσουν να επηρεάσουν τις αποφάσεις των Βρυξελλών εκ των έσω.
Πώς μπορεί η ανανέωση των ευρωπαϊκών κυρώσεων κατά της Ρωσίας να επηρεάσει τις σχέσεις μεταξύ της Ρωσίας και της Ε.Ε.; Επηρεάζει τον τρόπο με τον οποίο η Ρωσία συνεργάζεται με τα κράτη - μέλη; Πιστεύετε ότι η πολιτική της Γερμανίας, και ειδικά της Άνγκελα Μέρκελ, ασκεί επιπρόσθετη πίεση στη ρωσική πλευρά;
Η ανανέωση των κυρώσεων της Ε.Ε. κατά της Ρωσίας ήταν αναμενόμενη καθώς δεν υπάρχει πρόοδος στην εφαρμογή της Συμφωνίας του Μινσκ. Το πρόβλημα με τη συγκεκριμένη συμφωνία είναι ότι δίνει τη δυνατότητα διαφορετικής ερμηνείας σε κάθε χώρα. Η Ρωσία δεν μπορεί να κάνει τη «δουλειά» της Ουκρανίας. Χρειαζόμαστε έναν αναλυτικό οδικό χάρτη και η όποια πρόοδος στην εφαρμογή της συμφωνίας θα πρέπει να ανταμείβεται από την Ευρωπαϊκή Ένωση με σταδιακή άρση των κυρώσεων. Σε ό,τι αφορά την καγκελάριο της Γερμανίας Άνγκελα Μέρκελ και τη θέση της στο θέμα των κυρώσεων, όλα εξαρτώνται από το τι θέλει να επιτύχει.
Είναι σαφές πλέον πως η πολιτική των κυρώσεων δεν έχει αποδυναμώσει τον πρόεδρο Πούτιν στο εσωτερικό της Ρωσίας. Αντιθέτως, τα οικονομικά μας προβλήματα δεν αποδίδονται στα λάθη της εξαγωγικής οικονομικής πολιτικής, αλλά στη διάθεση των Δυτικών να «γονατίσουν» τη Ρωσία. Τόσο η Ρωσία όσο και η Ε.Ε. χρειάζονται οπωσδήποτε νέες προτάσεις για να επιλύσουν τον ουκρανικό γόρδιο δεσμό και να εξέλθουν της κρίσης.
Σε ολόκληρη την Ευρώπη βλέπουμε άνοδο των δεξιών λαϊκιστικών κομμάτων. Πώς κρίνετε την άνοδο του δεξιού λαϊκισμού;
Η άνοδος του δεξιού λαϊκισμού μπορεί να αντιμετωπιστεί ως μια αντίδραση στην παγκοσμιοποίηση και την ανικανότητα της παγκόσμιας ελίτ να αντιμετωπίσει τα προβλήματά της. Θα έλεγα πως αυτό το φαινόμενο είναι μια παγκοσμιοποίηση της αντιπαγκοσμιοποίησης, η άνοδος δηλαδή του εθνικισμού στην Ευρώπη, τις ΗΠΑ, την Κίνα ή την Τουρκία.
Η ΜαρίνΛεπέν πρόσφατα είπε πως η προσάρτηση της Κριμαίας στη Ρωσία είναι παράνομη.
Τα λαϊκιστικά κόμματα και οι αρχηγοί τους προσπαθούν να παίξουν το ρωσικό χαρτί για εσωτερική κατανάλωση. Καθώς όλοι αποτελούν περιθωριακές πολιτικές δυνάμεις, προσπαθούν να δυναμώσουν τις θέσεις τους με το να δείξουν στην κοινή γνώμη πως οι χώρες τους μπορούν να έχουν εξωτερικό σύμμαχο τη Ρωσία. Στις εκλογικές καμπάνιες οι θέσεις τους έρχονται σχεδόν πάντα από έναν «χώρο» αντίθετο με το πολιτικό κατεστημένο. Μιλώντας γενικώς, τέτοιοι πολιτικοί δεν αποτελούν αξιόπιστους συμμάχους, καθώς αλλάζουν εύκολα τις απόψεις τους μόλις αναλάβουν την εξουσία.
Ντόναλντ Τραμπ: ένα νέο κεφάλαιο στις ρωσοαμερικανικές σχέσεις. Δεδομένων των δηλώσεων του νέου προέδρου των ΗΠΑ σχετικά με το ΝΑΤΟ και τη νέα ευρωπαϊκή στρατηγική ασφάλειας που φαίνεται να αναδεικνύεται, ποια είναι η γνώμη σας για τον ρόλο που πρέπει να έχει η Ρωσία; (Υπάρχει πιθανότητα να υπάρξει στενότερη συνεργασία μεταξύ ΝΑΤΟ και Ρωσίας;).
Το μόνο επίτευγμα της νίκης του Τραμπ είναι πως δεν έχει υπάρξει ακόμη μια νέα σύγκρουση με τη Ρωσία, κάτι που θα είχε συμβεί σίγουρα σε περίπτωση εκλογής της Κλίντον. Παρά ταύτα, οι ρωσοαμερικανικές σχέσεις θυμίζουν εξίσωση με δύο αγνώστους, καθώς και οι δύο πρόεδροι παρουσιάζουν εαυτούς ως δυνατούς πολιτικούς, οι οποίοι μπορούν να επαναφέρουν τη χαμένη αίγλη στις χώρες τους και είναι επιρρεπείς σε απροσδόκητες κινήσεις. Οποιαδήποτε απόκλιση στις παγκόσμιες θέσεις τους μπορεί να οδηγήσει σε σοβαρή κρίση.
Την ίδια στιγμή υπάρχει ακόμα μια ευκαιρία για συνεργασία μεταξύ Ρωσίας και Δύσης. Η κυβέρνηση Τραμπ επανεξετάζει τις θέσεις της παρουσίας των ΗΠΑ σε διάφορα μέρη του κόσμου - καταρχάς στην Ανατολική Μεσόγειο. Ακόμα και αν η κυβέρνηση Τραμπ συμφωνήσει να διατηρήσει κάποια παρουσία στην περιοχή, οι Ευρωπαίοι σύμμαχοι θα αναλάβουν το βάρος της διατήρησης της σταθερότητας. Η συνεργασία της Ρωσίας στις αντιτρομοκρατικές επιχειρήσεις θα είναι ζωτικής σημασίας αν οι δύο χώρες καταφέρουν να ξεκαθαρίσουν τους όρους της στρατιωτικής συνεργασίας τους.
Βλέπουμε την άνοδο της ισλαμιστικής τρομοκρατίας στην Ευρώπη. Ωστόσο η Ρωσία είναι αντιμέτωπη με ένα άλλο είδος τρομοκρατίας, την οποία η κυβέρνηση έχει καταφέρει να αντιμετωπίσει. Μπορεί αυτό να αποτελέσει παράδειγμα για τη Δύση; Πώς μπορεί να ενισχύσει τη συνεργασία όλων εναντίον της τρομοκρατίας;
Το φαινόμενο της τρομοκρατίας στην Ευρώπη και τη Ρωσία έχει τρομακτικές ομοιότητες. Γι' αυτό και αποτελεί κοινή απειλή. Νέοι κίνδυνοι και νέες μέθοδοι παρουσιάζονται εξαιτίας της ενδυνάμωσης του 1515 ως της νεοτζιχαντιστικής δύναμης που αντικατέστησε την Αλ Κάιντα. Είναι ένα ιδεολογικό κίνημα δίχως σύνορα, το οποίο βάλλει κατά του ευρωπαϊκού πολιτισμού (συμπεριλαμβανομένων των ΗΠΑ και της Ρωσίας). Στόχος του είναι να ενώσει τα μουσουλμανικά κράτη σε ένα ενιαίο χαλιφάτο.
Οι Δυτικοί και οι Ρώσοι πολιτικοί αρχηγοί φοβούνται εξίσου τους χιλιάδες νέους μουσουλμάνους που εκπαιδεύονται στη Συρία και το Ιράκ αποκτώντας πείρα σε τρομοκρατικά χτυπήματα και ανταρτοπόλεμο. Η αντι- τρομοκρατική πείρα της Ρωσίας είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τις δράσεις των μουσουλμάνων ανταρτών στην Τσετσενία και τον Βόρειο Καύκασο. Μιλώντας γενικώς, η εμπειρία της Ρωσίας στον Καύκασο - τόσο οι επιτυχίες όσο και οι αποτυχίες - θα πρέπει να αποτελέσουν εκπαιδευτικά μαθήματα.
Δεν υπάρχει ούτε μία μοντέρνα δύναμη η οποία μπορεί να αντεπεξέλθει σε τέτοιες απειλές χωρίς βοήθεια. Αν οι αμερικανικές αρχές είχαν λάβει υπόψη τις ρωσικές πληροφορίες για τον Τσαρνάεφ, τότε θα είχε αποφευχθεί η σφαγή στον Μαραθώνιο της Βοστώνης στις 15 Απριλίου 2013. Το παράδοξο της τρέχουσας κατάστασης είναι πως οι αντιτρομοκρατικές υπηρεσίες μπορούν να γίνουν η βάση για εποικοδομητική συνεργασία μεταξύ της Ρωσίας και της Δύσης, αλλά μόνο στο πλαίσιο των θετικών σχέσεων σε ένα γενικότερο πεδίο θεμάτων. Επομένως οι δύο πλευρές πρέπει προφανώς να έλθουν σε συμβιβασμό για να αντιμετωπίσουν επιτυχώς αυτήν την κοινή απειλή. Αν δεν τα καταφέρουν, καμία συνεργασία δεν είναι εφικτή.
Στις ρωσοτουρκικές σχέσεις βλέπουμε την ανανέωση των οικονομικο-διπλωματικών σχέσεων των δύο χωρών...
Χωρίς αμφιβολία οι ρωσοτουρκικές σχέσεις είναι σημαντικές για τη διατήρηση της σταθερότητας και της ασφάλειας στην Ανατολική Μεσόγειο.
Η κατάρριψη του ρωσικού αεροσκάφους κοντά στα σύνορα με τη Συρία τον Νοέμβριο του 2015 έχει οδηγήσει τις δύο χώρες σε ρήξη τόσο σε οικονομικό επίπεδο όσο και σε επίπεδο εξαγωγών, συμπεριλαμβανομένου του τουριστικού τομέα. Αυτή η ρήξη έχει δημιουργήσει αστάθεια στην περιοχή, η οποία ήδη μαστίζεται από τοπικούς πολέμους.
Ο πρόεδρος Ερντογάν χρειάστηκε επτά ολόκληρους μήνες για να στείλει επίσημη απολογία στον Βλαντίμιρ Πούτιν για την κατάρριψη του αεροσκάφους. Έπειτα από αυτό δόθηκε η εντύπωση πως οι ρωσοτουρκικές σχέσεις επέστρεψαν στην κανονικότητά τους. Όμως, παρά τις πλείστες δηλώσεις τόσο από την Άγκυρα όσο και από τη Μόσχα για τη στρατηγική συνεργασία μεταξύ των δύο χωρών, αυτές παραμένουν περιστασιακοί συνεργάτες. Αυτό εξηγείται από το ότι οι δύο χώρες γειτνιάζουν, αλλά τα στρατηγικά τους συμφέροντα αποκλίνουν.
Υπάρχουν πολλοί ορισμοί για τη φύση των ρωσοτουρκικών σχέσεων - οικονομικών και πολιτικών -, αλλά ο καλύτερος είναι αυτός που τις θέλει αντιπάλους με... επιλεκτική συνεργασία. Παρά τις περιόδους επαναπροσέγγισης κατά τις δύο τελευταίες δεκαετίες, οι δύο χώρες έχουν διαφωνήσει θεαματικά για μια σειρά θεμάτων, όπως τα εθνικοθρησκευτικά, οι ενεργειακοί διάδρομοι και τα ζητήματα ασφάλειας. Οι τοπικοί σύμμαχοι και των δύο χωρών ήταν πάντα αγεφύρωτοι αντίπαλοι - για παράδειγμα το Αζερμπαϊτζάν και η Αρμενία -, κάτι που δυσχέραινε την κατάσταση.
Για να το θέσω απλά, η νέα ρωσοτουρκική φιλία βασίζεται σε επισφαλή θεμέλια.
Η προσπάθεια να αναλάβουν δράση ώστε να ενισχύσουν τις σχέσεις με τις άμεσα «γειτονικές» τους χώρες παραμένει ψηλά στην ατζέντα και των δύο κρατών και ο αντιδυτικισμός είναι μια επισφαλής βάση για την πραγματική στρατηγική συνεργασία. Θα είναι αντιπαραγωγικό για την ασφάλεια και τη σταθερότητα στην Ανατολική Μεσόγειο να εμπλέξουμε τη σύγκρουση Ρωσίας - Δύσης στη διαμόρφωση πολιτικής στην περιοχή, η οποία μάλιστα θεωρείται «προβληματική».