Αναδημοσίευση από: liberal.gr
Του Βασίλη Γεώργα
Του Βασίλη Γεώργα
Ενόσω το μόνο που παραμένει σταθερό στην κινούμενη άμμο της 2ης αξιολόγησης είναι το πλαίσιο των σκληρών απαιτήσεων από τους δανειστές, στην κυβέρνηση μετακινούν διαρκώς τα γκολ ποστ της διαπραγμάτευσης επιχειρώντας να διαχειριστούν επικοινωνιακά μια συμφωνία που δεν επιδέχεται σημαντικών μετατοπίσεων.
Από τη στιγμή που προτεραιότητα παραμένει το πολιτικό κόστος, δεν είναι έκπληξη ότι βρισκόμαστε ξανά προ διαφαινόμενου νέου αδιεξόδου. Η διαφορά είναι ότι πλέον η κυβέρνηση είναι πλήρως ενήμερη τόσο για τα οφέλη μιας έγκαιρης συμφωνίας την οποία επιζητούν όλοι, όσο όμως και για τις επιπτώσεις από την παράταση της αβεβαιότητας.
Το γεγονός πως δεν καταγράφονται ουσιαστικά βήματα σύγκλισης παρά το γεγονός ότι ευρωζώνη και ΔΝΤ παραμένουν αταλάντευτα προσηλωμένοι στους όρους που εξ αρχής τέθηκαν από πέρυσι το χειμώνα (περικοπή συντάξεων και αφορολόγητου και αλλαγές στα εργασιακά), προκαλεί εύλογα ερωτήματα για το ποια μπορεί να είναι τελικά η πραγματική στρατηγική της κυβέρνησης. Πολύ δε περισσότερο τώρα που φαίνεται να ανοίγει για πρώτη φορά το παράθυρο ευκαιρίας για έναν «οδικός χάρτη» για το χρέος και τα πλεονάσματα υπό τον όρο της ψήφισης όλων των μέτρων εδώ και τώρα χωρίς «εκπτώσεις».
Η κυβέρνηση από την πλευρά της συμπεριφέρεται σαν να κάνει διαπραγματεύσεις με αρχηγό τον «στρατηγό άνεμο». Δίπλα στη μια φωτιά που κατασβήνεται, ανάβει μια καινούρια ρισκάροντας να χάσει τον έλεγχο καθώς υπό τις συνθήκες αυτές είναι αδύνατον να ληφθούν αποφάσεις και αυξάνονται οι πιθανότητες ενός ατυχήματος.
Στην αρχή μας έλεγαν ότι δεν θα χρειαστούν πολλά μέτρα, ότι η δεύτερη αξιολόγηση θα είναι ευκολότερη από την πρώτη και θα την κλείσουν εγκαίρως για να γυρίσουν σελίδα στην οικονομία. Μετά όταν αντιλήφθηκαν ότι ο λογαριασμός μεγαλώνει, προσπάθησαν να «διώξουν» το ΔΝΤ και να πείσουν τους δανειστές να νομοθετηθούν τα μισά μέτρα τώρα και τα μισά αργότερα με τα εργασιακά να μένουν πίσω. Στην επόμενη φάση περάσαμε στα «αντισταθμιστικά μέτρα» επιδοματικού χαρακτήρα τα οποία υποτίθεται θα απάλυναν τον κοινωνικό αντίκτυπο των περικοπών και θα οδηγούσαν στο τέλος της λιτότητας με μια δημοσιονομικά ουδέτερη συμφωνία. Και τώρα που βλέπουν πως ούτε αυτό μπορεί να γίνει αποδεκτό γιατί οι δανειστές βάζουν στο τραπέζι μόνο τις ελαφρύνσεις με «αναπτυξιακό πρόσημο», δηλαδή μειώσεις στους φορολογικούς συντελεστές και τις εισφορές των επιχειρήσεων, προσπαθούν να διαχειριστούν την προοπτική μιας συμφωνίας που εκ των πραγμάτων θα πρέπει να κλείσει «όπως- όπως» και με την αόριστη προοπτική κάποιων μελλοντικών παραχωρήσεων στο χρέος από τους δανειστές.
Ο Ευκλείδης Τσακαλώτος ο οποίος ηγείται των διαπραγματεύσεων και χρεώνεται τον αντίκτυπο κάθε κίνησης, έχει τις αμφιβολίες του. Είναι λογικό πως ο ίδιος δεν θέλει να αυτοκτονήσει πολιτικά συναινώντας σε μέτρα με τα οποία ο ίδιος πρώτος από όλους διαφωνεί.
Στην κυβέρνηση είναι προφανές πως υπάρχει σοβαρή διάσταση απόψεων σε επίπεδο κορυφής που έχει αντίκτυπο στην εξέλιξη της διαπραγμάτευσης, αλλά δεν είναι μόνο αυτό. Υπάρχει αντικειμενική δυσκολία για τους ΣΥΡΙΖΑ/ΑΝΕΛ να υποστηρίξουν μια συμφωνία με τέτοιο περιεχόμενο και να πείσουν τους βουλευτές και το ακροατήριό τους να την αποδεχθούν χωρίς απώλειες. Τα πράγματα γίνονται εξαιρετικά δύσκολα από τη στιγμή που τα μέτρα πρέπει να ψηφιστούν από τη Βουλή πολύ πριν διασφαλιστεί κάτι περισσότερο από μια υπόσχεση ότι θα «ανταλλαγούν» με χαμηλότερα πλεονάσματα και ρύθμιση χρέους σε ένα από τα προσεχή Eurogroup.
Το αποτέλεσμα είναι πως δεν μπορεί να απαντήσει κανείς αν πράγματι η κυβέρνηση, ακόμη και αν αποδεχτεί τη συμφωνία, αντέχει να την περάσει από τη Βουλή και να κρατηθεί όρθια στη συνέχεια.
Γι' αυτό και στο παρασκήνιο μπορεί κανείς να διακρίνει όλο και πιο έντονα το τελευταίο διάστημα να διακινούνται από διάφορους κύκλους, σενάρια «ευρύτερων συναινέσεων» και «οικουμενικών λύσεων» που προβάλλονται ως εναλλακτικά σχέδια σε ένα πιθανό αδιέξοδο.