Αναδημοσίευση από: capital.gr
Του Χάρη Φλουδόπουλου
Του Χάρη Φλουδόπουλου
Δυσβάσταχτο είναι το τίμημα που έχει πληρώσει η ελληνική βιομηχανία στο βωμό της 7ετούς κρίσης. Η καθίζηση της εγχώριας ζήτησης, η χρηματοοικονομική ασφυξία, το μέχρι πρότινος δυσβάσταχτο ενεργειακό κόστος, η υψηλή φορολογία, που προστέθηκαν στο διαχρονικά αντιαναπτυξιακό και γραφειοκρατικό επιχειρηματικό περιβάλλον, προκαλώντας μια άνευ προηγουμένου λεηλασία του παραγωγικού ιστού της χώρας. Και, βέβαια, τα εκατοντάδες ηχηρά βιομηχανικά λουκέτα και οι στρατιές ανέργων που προκάλεσαν, καθιστούν ακόμη πιο δύσκολη την προσπάθεια για έξοδο από τον φαύλο κύκλο της κρίσης.
Το τελευταίο επεισόδιο του σίριαλ της αποβιομηχάνισης της χώρας παίχτηκε πρόσφατα με το λουκέτο της Μεταλλουργικής Βιομηχανίας Ηπείρου, η οποία παρότι είχε σταθερούς πελάτες την Τράπεζα της Ελλάδος και την Ελληνικά Αμυντικά Συστήματα, "κατάφερε" να χρεοκοπήσει. Βέβαια, η ιστορία ίσως να είχε γραφτεί διαφορετικά για τη μονάδα που παρήγαγε κέρματα και κάλυκες πυρομαχικών, εάν είχε γίνει αποδεκτή η πρόταση να περάσει στον ιδιωτικό τομέα και να εξυγιανθεί. Ωστόσο, η πρόταση του ομίλου Χαλκόρ να αναλάβει τα ηνία της εταιρείας δεν έγινε αποδεκτή και πλέον υπό καθεστώς ειδικής εκκαθάρισης η ΜΒΗ αναμένει εντός του μήνα να εκπλειστηριαστούν τα περιουσιακά της στοιχεία. Όσο για τους 45 εργαζόμενους, αυτοί έχουν μεταταγεί στην ΕΑΣ, με απόφαση της κυβέρνησης τον περασμένο Νοέμβριο.
Η μακριά λίστα της αποβιομηχάνισης
Το πρώτο βιομηχανικό λουκέτο του 2017 έρχεται να προστεθεί στη μακριά λίστα των βιομηχανιών που έκλεισαν τα προηγούμενα χρόνια. Πέρυσι, έκλεισαν δεκάδες μεταποιητικές βιομηχανίες, με πιο γνωστές τις περιπτώσεις της Λεβεντέρης, της ΙΜΑΣ και της Softex. Το εργοστάσιο παραγωγής συρμάτων και συρματόσχοινων της Ν. Λεβεντέρης στον Βόλο ανέστειλε τη λειτουργία του τον περασμένο Αύγουστο, κλείνοντας έναν παραγωγικό κύκλο που ξεκίνησε το 1932 από ως μια μικρή βιοτεχνία στον Πειραιά που παρείχε εξάρτιση για τα ιστιοφόρα καΐκια. Στην πορεία των χρόνων η Λεβεντέρης είχε καταφέρει να αναδειχθεί σε κύριο προμηθευτή μεγάλων πελατών από την ακτοπλοΐα, τη ναυτιλία, το πολεμικό ναυτικό και τη βιομηχανία.
Ένα ακόμη ηχηρό λουκέτο, ήρθε τον πέρυσι το Μάρτιο όταν η γερμανική εταιρεία Contitech, ιδιοκτήτρια του εργοστασίου ΙΜΑΣ στο Βόλο, αποφάσιζε την παύση της παραγωγής μετά από 44 χρόνια λειτουργίας. Η εταιρεία παρήγαγε ελαστικές μεταφορικές ταινίες με συρματόσχοινα, ιμάντες και υλικά συγκολλήσεως, ενώ από το 2007 είχε αυξήσει την παραγωγική δυναμικότητα και είχε ξεκινήσει εξαγωγές σε χώρες όπως η Αυστραλία, οι ΗΠΑ και η Τουρκία. Ωστόσο, τα τελευταία χρόνια εξαρτιόταν από τις εργολαβίες της ΔΕΗ, με αποτέλεσμα, όταν χάθηκε ένας μεγάλος διαγωνισμός, το 2015, να μην καταφέρει να συνέλθει από το πλήγμα.
Τον 2016, εξάλλου, οριστικοποιήθηκε η απόφαση του ιταλικού ομίλου Bolton να βάλει λουκέτο στην ιστορική χαρτοποιία Softex. Η εταιρεία που δημιουργήθηκε από τον Κωνσταντίνο Κεφάλα το 1937 και κυριάρχησε στην ελληνική αγορά μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του '80. Στη συνέχεια πέρασε ως προβληματική στο Δημόσιο, ενώ, όταν ιδιωτικοποιήθηκε εκ νέου τη δεκαετία του 1990, με εξαίρεση κάποιες χρονιές παρέμεινε ζημιογόνος.
Το καλοκαίρι του 2015 αίσθηση προκάλεσε ένα ακόμη ηχηρό βιομηχανικό λουκέτο της βιομηχανίας συσκευασίας ΒΙΣ της οικογένειας Φιλίππου. Η μονάδα στον Βόλο που επί χρόνια παρήγαγε ζημιές, σταμάτησε τη λειτουργία της, καθώς διαπιστώθηκε ότι ήταν πιο συμφέρουσα η εισαγωγή χαρτιού από το εξωτερικό. Η ΒΙΣ ξεκίνησε τη λειτουργία της το 1936 και ήταν η πρώτη βιομηχανία συσκευασίας που παρήγαγε κυματοειδές χαρτόνι. Ηχηρές απώλειες καταγράφηκαν και σε άλλους κλάδους, όπως η βιομηχανική ξυλεία (εργοστάσιο της Shelman στην Εύβοια το 2013), και η βιομηχανία τροφίμων (Pepsi στο Λουτράκι, Nutriant στη Θεσσαλονίκη το 2013).
Βαριά βιομηχανία
Αλλεπάλληλα πλήγματα στα χρόνια της κρίσης δέχθηκε και ο κλάδος της βαριάς βιομηχανίας, (χαλυβουργία, παραγωγή μετάλλων, τσιμεντοβιομηχανία). Η αρχή έγινε το 2011 από την Arcelor Mittal ιδιοκτήτρια της Konti Steel , η οποία αποφάσισε στο κλείσιμο του εργοστασίου στον Βόλο. Το Μάρτιο του 2013 η ΑΓΕΤ προχωρά στο κλείσιμο του εργοστασίου της Χαλκίδας. Το Νοέμβριο του 2013 οδηγήθηκε σε κλείσιμο το εργοστάσιο της Αλουμύλ στην Ξάνθη, που ανήκει στον πρώην πρόεδρο του Συνδέσμου Βιομηχανιών Βορείου Ελλάδος Γιώργου Μυλωνά. Το 2014 αποφασίστηκε η λύση της εταιρείας ΒΙΟΜΕΚ η οποία ανήκε στον όμιλο ΓΕΚ Τέρνα και η οποία δραστηριοποιείτο στις μεταλλικές κατασκευές πυλώνων μεταφοράς και διανομής ηλεκτρικής ενέργειας. Από το 2014 ουσιαστικά κλειστό είναι και το εργοστάσιο των Ελληνικών Σωληνουργείων Χαλκίδας (πρώην Τσαούσογλου) που ανήκει στη Μηχανική της οικογένειας Εμφιετζόγλου. Το 2014 ξεκίνησαν οι διαδικασίες εκκαθάρισης και για την Ηλεκτρομηχανική Κύμης, θυγατρική της ΕΑΣ (Ελληνικά Αμυντικά Συστήματα), το εργοστάσιο της οποίας έχει επίσης σταματήσει να λειτουργεί. Από το 2012 η Χαλυβουργική προχώρησε σε εκ περιτροπής σβήσιμο της υψικάμινου, ενώ το 2015 οριστικοποιήθηκε η απόφαση εταιρείας να λειτουργήσει το ιστορικό εργοστάσιο μόνο ως ελασματουργείο. Επίσης, από το 2014 έχει τεθεί σε καθεστώς εκκαθάρισης η χαλυβουργία Hellenic Steel, θυγατρική της ιταλικής Ilva, η οποία έκλεισε οριστικά το 2015.
Οι αριθμοί της αποβιομηχάνισης
Η αποβιομηχάνιση δεν είναι μόνο ελληνικό φαινόμενο. Σε πανευρωπαϊκό επίπεδο η βιομηχανία τη 15ετία 2000-2014 είδε το μερίδιό της στο ευρωπαϊκό ΑΕΠ να υποχωρεί από το 18,8% στο 15,3%. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να χαθούν 3,5 εκατ. θέσεις εργασίας από το 2008 έως το 2014, με αποτέλεσμα σήμερα ο αριθμός των άμεσα εργαζομένων στην ευρωπαϊκή βιομηχανία να ξεπερνά τα 34 εκατ. Στην Ελλάδα το 2016 σύμφωνα με τα προσωρινά στοιχεία της στατιστικής υπηρεσίας ο δείκτης κύκλου εργασιών στη βιομηχανία υποχώρησε κατά 5,1%, ενώ ακόμα μεγαλύτερη ήταν η πτώση (10,2%) το 2015. Η διαρκής κρίση που πλήττει την ελληνική βιομηχανία αποτυπώνεται και στα στοιχεία για την απασχόληση: την 7ετία 2010 - 2016, η απασχόληση στον κλάδο της Μεταποίησης υποχώρησε κατά 21,3%, στον κλάδο της ενέργειας κατά 31,5% ενώ στα ορυχεία-λατομεία κατά 10,1%.
Αναδημοσίευση από το "Κεφάλαιο" που κυκλοφορεί.