Αναδημοσίευση από: e-dromos.gr
Αν μια χώρα, που μετρά εφτά χρόνια μνημονίων και ύφεσης «πουλάει» τόσο εύκολα τα όπλα της για την ανάπτυξη (ακόμη και αυτήν με καπιταλιστικούς όρους), σε τι μπορεί να ελπίζει;
Η τελευταία «βάρβαρη» εκδοχή του καπιταλισμού, ο νεοφιλελευθερισμός, στην προσπάθειά του να ηγεμονεύσει βάλθηκε να πείσει πως η χωρίς περιορισμούς διακίνηση αγαθών και υπηρεσιών είναι προς το συμφέρον όλων και της ανάπτυξης.
Επιστέγασμα, οι εμπορικές συμφωνίες CETA (Συμφωνία Ελεύθερου Εμπορίου Ε.Ε. -Καναδά) και TTIP (Συμφωνία Ε.Ε. – ΗΠΑ). Και η μεν TTIP προσωρινά πάγωσε με την εκλογή Τραμπ, η CETA όμως, μετά από χρόνια διαβουλεύσεων, ήρθε άμεσα στο προσκήνιο.
Όταν όμως μιλάμε για προϊόντα, είναι προφανές ότι δεν ενδιαφέρει μόνο το εμπορικό κέρδος, αλλά κυρίως το «ζουμί». Ποιος παράγει και για ποιον. Ελέγχοντας τη διαδικασία της παραγωγής προϊόντων διατροφής, ελέγχεις χωρίς κόπο ολόκληρους πληθυσμούς.
Έτσι χιλιάδες αγρότες στην Ινδία και τη Νότια Αμερική, οδηγήθηκαν στην εξάρτηση της σποροπαραγωγής τους από μεγάλες πολυεθνικές, σε τραπεζικά δάνεια προκειμένου να αγοράσουν τους σπόρους που κάποτε παρήγαγαν μόνοι τους, με αποτέλεσμα πολλοί να καταλήξουν ακόμη και στην αυτοκτονία. Σ’ αυτό το τεράστιο παιχνίδι ελέγχου εντάσσεται και η συγχώνευση κολοσσών της φαρμακοβιομηχανίας (Bayern,Monsanto).
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο επικύρωσε τη CETA με ευρεία πλειοψηφία 408 ψήφων υπέρ, 254 κατά και 33 αποχών. Η Δεξιά, οι Φιλελεύθεροι και οι περισσότεροι Σοσιαλιστές ψήφισαν υπέρ του κειμένου, ενώ οι Πράσινοι, η Αριστερά, η άκρα Δεξιά και ορισμένοι Σοσιαλιστές εξέφρασαν την αντίθεσή τους.
Και αν μια σειρά από σοβαρά θέματα που προκύπτουν από τη συμφωνία, όπως οι θέσεις εργασίας (βλέπε ανεργίας), ο τρόπος επίλυσης διαφορών μεταξύ κρατών και πολυεθνικών, η διατροφική ασφάλεια (μεταλλαγμένα κλπ) και η επιβάρυνση του περιβάλλοντος, μπορούν να θεωρούνται ακόμη διαπραγματεύσιμα, υπάρχουν άλλα που δεν χωρούν αμφισβήτηση.
Από τα 1.400 περίπου προϊόντα ονομασίας προέλευσης που υπάρχουν στην Ε.Ε., μόνο 143 προστατεύονται και από αυτά 42 είναι γαλλικά. Και τι «έκπληξη»… μέσα σε αυτά δεν είναι η φέτα.
Τι σημαίνει αυτό; Ότι μπορείς να παράγεις και να εμπορεύεσαι φέτα αν έχεις έδρα τον Καναδά. Και το επιχείρημα πως μπορούν να παράγουν μόνο όσοι ήδη είχαν παραγωγή πριν το 2013, δεν χρυσώνει το χάπι. Γιατί υπάρχουν μεγάλοι παραγωγοί που είναι χρόνια στο παιχνίδι των απομιμήσεων της φέτας, χωρίς προδιαγραφές.
Στην Ελλάδα παράγονται πάνω από 100 χιλ. τόνοι φέτα και, παρά την κρίση, υπάρχει αυξητική τάση (στροφή από την παραγωγή αγελαδινού, στην παραγωγή πρόβειου γάλακτος). Το μεγαλύτερο μέρος καταναλώνεται στο εσωτερικό. Υπάρχει όμως μεγάλη ζήτηση σε όλη την Ευρώπη και όχι μόνο. Εδώ ξεκινά και το ενδιαφέρον για το ποιος θα καλύψει τη ζήτηση. Και φυσικά το κενό θα καλύψει αυτός που μπορεί. Τα μεγέθη είναι συντριπτικά σε βάρος μας.
Δεν πρέπει όμως να απορεί κανείς. Η άρχουσα τάξη αυτής της χώρας σαν μεσάζων μεταπράτης πορεύτηκε, παρά τις κραυγές περί πατρίδας. Οι δυνατότητες της πρωτογενούς παραγωγής δεν ήταν ποτέ προτεραιότητα.
Έτσι, χρόνια τώρα, ποτέ δεν τιμωρήθηκε παραδειγματικά κανείς από του εγχώριους νοθευτές της φέτας (παράγεται από 70% τουλάχιστον πρόβειο ελληνικό γάλα και μέχρι 30% ελληνικό γίδινο). Παρά τις συνεχείς θριαμβολογίες για την κατοχύρωση της φέτας σαν ελληνικό ΠΟΠ προϊόν, χλιαρές ήταν οι αντιδράσεις σε όλες τις καταγγελίες για παραπλάνηση Ευρωπαίων καταναλωτών από απομιμήσεις με τσολιαδάκια και Παρθενώνες στην ετικέτα, που ήταν φτιαγμένα φυσικά από αγελαδινό γάλα που περισσεύει στις βόρειες χώρες.
Αν όμως μια χώρα, που μετρά εφτά χρόνια μνημονίων και ύφεσης «πουλάει» τόσο εύκολα τα όπλα της για την ανάπτυξη (ακόμη και αυτήν με καπιταλιστικούς όρους), σε τι μπορεί να ελπίζει;
Γιατί η φέτα σαν στρατηγικό και εμβληματικό προϊόν, αντικατοπτρίζει τη βούληση της χώρας να ορθοποδήσει, παράγοντας, καλύπτοντας διατροφικές ανάγκες και εξάγοντας.
Και είναι τραγέλαφος οι υπουργοί της «αριστερής» κυβέρνησης στα συμβούλια να στηρίζουν τη CETA και οι ευρωβουλευτές να την καταψηφίζουν. Το ίδιο τραγέλαφος είναι και η αντιπολίτευση να διχάζεται ανάμεσα στη θετική στάση στο Ευρωκοινοβούλιο και στο τι θα γίνει όταν θα έρθει για κύρωση στην ελληνική Βουλή.
Γιατί θα γίνει κι αυτό καθώς για να ισχύσει η συμφωνία πρέπει να εγκριθεί από τα εθνικά κοινοβούλια. Θα είναι το δεύτερο ημίχρονο και εκεί, από τη στάση των βουλευτών, θα κριθεί και το αποτέλεσμα, χωρίς δικαιολογίες πλέον.
Νίκος Μπάντιος
Κτηνίατρος ΕΛΓΟ ΔΗΜΗΤΡΑ