Του Στρατή Μαζίδη
«Ο Γιάννης μου έκανε την καλύτερη κίνηση. Πήρε σύνταξη στα 42» μας έλεγε περήφανη, που ο γιος της φέρθηκε καπάτσα, η μητέρα του.
Ο Γιάννης μπήκε στα 17-18 στην Αστυνομία. Στα 42 είχε 24-25 χρόνια, εκμεταλλεύθηκε τις διατάξεις ενός συστήματος δομημένου να αποδίδει καλές συντάξεις ακόμη κι αν ο ασφαλισμένος είχε καταβάλει ελάχιστες εισφορές ή εργάστηκε λίγα χρόνια.
Το θράσος ήταν τέτοιο που η γυναίκα δεν σκέφτηκε καν ότι τα έλεγε σε δύο ανθρώπους όπου ο ένας πέρασε αυτήν την ηλικία πριν 2-3 χρόνια και ο άλλος την πλησιάζει.
«Αν είχε καθίσει, τώρα θα τον έπιανα τα νέα μέτρα και θα έβγαινε πολύ μετά» σχολίασε στη συνέχεια η μητέρα του με ένα ύφος στη φωνή που έδινε την εντύπωση της εξασφάλισης του παιδιού της, ότι δηλαδή αφού βγήκε, βγήκε. Τελείωσε. Θα πληρώνεται για πάντα. Νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων. Χωρίς αμήν!
Θα με ρωτήσετε. Της απήντησες; Όχι, δεν προσφερόταν ο τόπος και ο χρόνος για να απαντήσω και βασικά να αποδείξω ότι ακόμη και ο Γιάννης που κααααααθεται, δεν είναι διασφαλισμένος.
Ο Γιάννης της όμως δεν έκανε την καλύτερη κίνηση για όλους. Την έκανε για την πάρτη του και αυτό μέχρι να καταρρεύσουν εντελώς οι συντάξεις σε λίγο καιρό. Διότι όσο υπάρχουν Γιάννηδες που κάθονται από τα 42, τα άλλα παιδιά της ίδιας γυναίκας δε θα πάρουν ποτέ σύνταξη. Για τα εγγόνια ας μη μιλήσουμε.
Δεν είναι μόνο ότι πληρώνουμε ανθρώπους, πολλοί εκ των οποίων έλκονται από τη νοοτροπία του τεμπέλη, διότι ποιος ζωντανός άνθρωπος θέλει να λέγεται συνταξιούχος στα 42; Είναι και ότι όλους αυτούς, τους έχουμε πληρώσει και τα προηγούμενα χρόνια σε μισθούς, σεμινάρια, μετεκπαιδεύσεις κ.ο.κ., και όταν φτάνουν στην καλύτερη αποδοτική ηλικία μαζί με τη σημαντική τους εμπειρία, τότε που μπορούν να προσφέρουν τα μέγιστα, αυτοί πάνε για καφέ και τάβλι στο καφενείο.
Ναι ο Γιάννης σου έκανε την καλύτερη κίνηση. Πήρε σύνταξη στα 42. Και τον πληρώνουμε τα κορόιδα. Και δεν είναι μόνο ο Γιάννης. Ξέρω αρκετούς συνταξιούχους με κοντά παντελονάκια ή φουστίτσες.
«Ο Γιάννης μου έκανε την καλύτερη κίνηση. Πήρε σύνταξη στα 42» μας έλεγε περήφανη, που ο γιος της φέρθηκε καπάτσα, η μητέρα του.
Ο Γιάννης μπήκε στα 17-18 στην Αστυνομία. Στα 42 είχε 24-25 χρόνια, εκμεταλλεύθηκε τις διατάξεις ενός συστήματος δομημένου να αποδίδει καλές συντάξεις ακόμη κι αν ο ασφαλισμένος είχε καταβάλει ελάχιστες εισφορές ή εργάστηκε λίγα χρόνια.
Το θράσος ήταν τέτοιο που η γυναίκα δεν σκέφτηκε καν ότι τα έλεγε σε δύο ανθρώπους όπου ο ένας πέρασε αυτήν την ηλικία πριν 2-3 χρόνια και ο άλλος την πλησιάζει.
«Αν είχε καθίσει, τώρα θα τον έπιανα τα νέα μέτρα και θα έβγαινε πολύ μετά» σχολίασε στη συνέχεια η μητέρα του με ένα ύφος στη φωνή που έδινε την εντύπωση της εξασφάλισης του παιδιού της, ότι δηλαδή αφού βγήκε, βγήκε. Τελείωσε. Θα πληρώνεται για πάντα. Νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων. Χωρίς αμήν!
Θα με ρωτήσετε. Της απήντησες; Όχι, δεν προσφερόταν ο τόπος και ο χρόνος για να απαντήσω και βασικά να αποδείξω ότι ακόμη και ο Γιάννης που κααααααθεται, δεν είναι διασφαλισμένος.
Ο Γιάννης της όμως δεν έκανε την καλύτερη κίνηση για όλους. Την έκανε για την πάρτη του και αυτό μέχρι να καταρρεύσουν εντελώς οι συντάξεις σε λίγο καιρό. Διότι όσο υπάρχουν Γιάννηδες που κάθονται από τα 42, τα άλλα παιδιά της ίδιας γυναίκας δε θα πάρουν ποτέ σύνταξη. Για τα εγγόνια ας μη μιλήσουμε.
Δεν είναι μόνο ότι πληρώνουμε ανθρώπους, πολλοί εκ των οποίων έλκονται από τη νοοτροπία του τεμπέλη, διότι ποιος ζωντανός άνθρωπος θέλει να λέγεται συνταξιούχος στα 42; Είναι και ότι όλους αυτούς, τους έχουμε πληρώσει και τα προηγούμενα χρόνια σε μισθούς, σεμινάρια, μετεκπαιδεύσεις κ.ο.κ., και όταν φτάνουν στην καλύτερη αποδοτική ηλικία μαζί με τη σημαντική τους εμπειρία, τότε που μπορούν να προσφέρουν τα μέγιστα, αυτοί πάνε για καφέ και τάβλι στο καφενείο.
Ναι ο Γιάννης σου έκανε την καλύτερη κίνηση. Πήρε σύνταξη στα 42. Και τον πληρώνουμε τα κορόιδα. Και δεν είναι μόνο ο Γιάννης. Ξέρω αρκετούς συνταξιούχους με κοντά παντελονάκια ή φουστίτσες.