Αναδημοσίευση από: christoskapoutsis.blogspot.gr
ΑΡΘΡΟ του Χρήστου Καπούτση
Μέχρι τώρα ο πρόεδρος της Τουρκίας Τ. Ερντογάν ζητούσε επιτακτικά την αναθεώρηση της Συνθήκης της Λωζάννης. Όμως, στην συνάντηση που είχε στο Πεκίνο με τον Α. Τσίπρα, ζήτησε την εφαρμογή της Συνθήκης, αφήνοντας … άφωνο τον Έλληνα Πρωθυπουργό. Φυσικά δεν πρόκειται για «στροφή» του Τ. Ερντογάν , αλλά αντίθετα, για εμμονή στις βασικές θέσεις της τουρκικής διπλωματίας. Όταν ο Τ. Ερντογάν, ζητά την αναθεώρηση της Συνθήκης της Λωζάννης, αναφέρεται στην μουσουλμανική – θρησκευτική μειονότητα της Θράκης, με στόχο, αυτή να αναγνωριστεί ως τουρκική- εθνική μειονότητα. Όταν ο Πρόεδρος της Τουρκίας ζητά την εφαρμογή της Συνθήκης της Λωζάννης, ζητά, την αποστρατιωτικοποίηση των νησιών του Ανατολικού Αιγαίου.
Ουσιαστικά ο Ισλαμιστής πρόεδρος της Τουρκίας, προωθεί την διαχρονική άποψη της τουρκικής διπλωματίας, ότι το Αιγαίο δεν μπορεί να είναι «ελληνική λίμνη», παρότι είναι νομικά αβάσιμη. Και ο τρόπος, για να αποτραπεί ο ελληνικός στόχος, είναι η ενσωμάτωση στις ελληνοτουρκικές διαφορές των «γκρίζων ζωνών», η αναγνώριση κυριαρχικών τούρκικων δικαιωμάτων ανατολικά του 25ου παραλλήλου, η αποκοπή του Καστελόριζου από τον εθνικό κορμό (εκτός ελληνικής υφαλοκρηπίδας) και η αποστρατιωτικοποίηση των νησιών του Αν. Αιγαίου.
Η απάντηση που όφειλε να δώσει ο Πρωθυπουργός στον Τ. Ερντογάν, αναφορικά με την αποστρατιωτικοποίηση των νησιών του Αν. Αιγαίου (εφαρμογή της Συνθήκης της Λωζάννης), έπρεπε να περιελάμβανε και τα εξής:
1. Η αποστρατικοποίηση των ελληνικών νησιών Λήμνου και Σαμοθράκης- η οποία μαζί με την αποστρατικοποίηση των Δαρδανελλίων, της Θάλασσας του Μαρμαρά και του Βοσπόρου, καθώς επίσης και των τουρκικών νησιών Ίμβρου (Gokceada), Τενέδου (Bozcaada) και Λαγουσών (Tavcan), είναι αλήθεια ότι προβλέπεται από την Συνθήκη της Λωζάννης (1923). Όμως, ως προς αυτό το σκέλος, η προειρημένη Συνθήκη καταργήθηκε και αντικαταστάθηκε από τη Σύμβαση του Montreux του 1936. Είναι χαρακτηριστικό ότι, το δικαίωμα της Ελλάδας να εξοπλίσει τη Λήμνο και τη Σαμοθράκη αναγνωρίσθηκε από την Τουρκία, σύμφωνα και με την επιστολή που απηύθυνε στον έλληνα Πρωθυπουργό στις 6 Μαΐου 1936 ο τότε Τούρκος Πρέσβης στην Αθήνα Roussen Esref, κατόπιν οδηγιών της Κυβέρνησής του.
2. Σε ότι αφορά το καθεστώς των νησιών Μυτιλήνης, Χίου, Σάμου και Ικαρίας, πουθενά στη Συνθήκη Ειρήνης της Λωζάννης δεν προβλέπεται, ότι αυτά θα τελούν υπό καθεστώς αποστρατικοποιήσεως. Η Ελληνική Κυβέρνηση ανέλαβε μόνον την υποχρέωση, σύμφωνα με το άρθρο 13 της Συνθήκης Ειρήνης της Λωζάννης, να μην εγκαταστήσει εκεί ναυτικές βάσεις ή οχυρωματικά έργα.
3. Σε ότι αφορά το καθεστώς των Νήσων του Ν.Α. Αιγαίου (Δωδεκάνησα), η κατάσταση είναι η εξής: Τα Δωδεκάνησα παραχωρήθηκαν στην Ελλάδα "κατά πλήρη κυριαρχία" από τη Σύμβαση Ειρήνης των Παρισίων, μεταξύ Ιταλίας και Συμμάχων, τον Απρίλιο του 1947. Σε σχετικό άρθρο αναφέρεται ότι: «Η Τουρκία παραιτείται υπέρ της Ιταλίας από όλα τα δικαιώματα και τον τίτλο στα ακόλουθα νησιά: Στάμπαλιας (Αστραπάλια), Ρόδος (Ρόδος), Κάλκι (Χάρκι), Σκάρνταντο, Κασσό (Casso), Πεσόπουλος, Μισύρος ), Τη Λέρο, την Πάτμο, τη Λειψώνα, τη Σύμη και την Κω (Κω), τα οποία σήμερα καταλαμβάνουν η Ιταλία και τα νησάκια που εξαρτώνται από αυτά (Ίμια και άλλα), καθώς και το νησί Καστελόριζο». Όμως, οι διατάξεις της εν λόγω Συνθήκης προβλέπουν πράγματι, την αποστρατικοποίηση των νήσων αυτών: Ρητά αναφέρεται ότι: "Αι ανωτέρω νήσοι θα αποστρατιωτικοποιηθώσι και θα παραμείνωσιν αποστρατιωτικοποιημέναι". Το ερώτημα είναι δικαιούται η Τουρκία, να απαιτεί την αποστρατιωτικοποίηση των Δωδεκανήσων, όπως προβλέπει η παραπάνω Συνθήκη. Η απάντηση είναι σαφώς ΟΧΙ, διότι: Η Τουρκία δεν αποτελεί συμβαλλόμενο μέρος σε αυτήν τη Συνθήκη του 1947, η οποία, επομένως, αποτελεί "res inter alios acta" γι' αυτήν, δηλαδή ζήτημα που αφορά άλλα κράτη. Σύμφωνα δε με το άρθρο 34 της Συνθήκης της Βιέννης για το Δίκαιο των Συνθηκών, "μια συνθήκη δεν δημιουργεί υποχρεώσεις ή δικαιώματα για τρίτες χώρες" εκτός των συμβαλλομένων. Κυρίως όμως, η Ελλάδα, όπως και κάθε άλλο κυρίαρχο κράτος, δεν μπορεί να παραιτηθεί από το φυσικό και νόμιμο δικαίωμά της για άμυνα σε περίπτωση απειλής , που στρέφεται κατά των νησιών της ή οποιουδήποτε άλλου μέρους της επικράτειάς της. Μάλιστα, το δικαίωμα της Ελλάδας στην άμυνα καθίσταται επιβεβλημένο, επειδή η Τουρκία παραβιάζοντας κατάφωρα τον Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών, απειλεί με πόλεμο την Ελλάδα σε περίπτωση που ασκήσει ένα νόμιμο και κυριαρχικό δικαίωμα που της παρέχει το διεθνές δίκαιο (επέκταση των χωρικών της υδάτων). Επιπλέον, η Τουρκία, με τα στρατιωτικά μέσα που διαθέτει παραβιάζει συστηματικά τον ελληνικό εθνικό εναέριο χώρο, αλλά και τα ελληνικά χωρικά ύδατα, ενώ τουρκικά στρατιωτικά αεροσκάφη υπερίπτανται, συχνά οπλισμένα, ελληνικών νησιών του Αιγαίου και μάλιστα κατοικημένων. Η παραπάνω συμπεριφορά της Τουρκίας είναι επιθετική, προκλητική και παράνομη και δημιουργεί προϋποθέσεις άμυνας και προστασίας των ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων με στρατιωτικά μέσα.
Είναι προφανές ότι, η ελληνική διπλωματία διαθέτει ένα ισχυρό όπλο και αυτό είναι το διεθνές Δίκαιο και η απορρέουσα από αυτό διεθνής νομιμότητα. Και αντίστοιχα η Τουρκία έχει μια μεγάλη «αδυναμία», επιχειρεί με την στρατιωτική βία να ανατρέψει διεθνείς συνθήκες και συμβάσεις, που καθορίζουν τις διμερείς σχέσεις μεταξύ κρατών και μάλιστα μεταξύ κρατών που ανήκουν στην ίδια στρατιωτική συμμαχία (ΝΑΤΟ).