Αναδημοσίευση από: analyst.gr
ΒΑΣΙΛΗΣ ΒΙΛΙΑΡΔΟΣ
ΒΑΣΙΛΗΣ ΒΙΛΙΑΡΔΟΣ
Ο σύγχρονος καπιταλισμός-καζίνο,
ο ακραίος νεοφιλελευθερισμός, δεν ενδιαφέρεται για το σωστό και το
λάθος, για το δίκιο και το άδικο. Ενδιαφέρεται μόνο για το τι είναι
κερδοφόρο, καθώς επίσης για το τι μπορεί να αποκομίσει κανείς. Όταν
έχεις στο μισθολόγιο σου την κυβέρνηση, τα ΜΜΕ, το στρατό και την
αστυνομία, μπορείς να αποκομίσεις τα πάντα. Ποιός τα πληρώνει; Οι
ανόητοι που πιστεύουν ότι υπάρχει Δημοκρατία, καθώς επίσης πως οι ίδιοι
αποφασίζουν για το μέλλον τους μέσω της ψήφου τους. .
Άποψη
Η φράση «χρήματα υπάρχουν» του κ.
Παπανδρέου το 2009 δεν ήταν ψέμα – λόγω του ότι χρήματα πράγματι
υπήρχαν, έτσι όπως το εννοούσε (διαφθορά, λαθρεμπόριο, κακοδιαχείριση
κλπ.). Εύλογα λοιπόν εισέπραξε την ψήφο της πλειοψηφίας των Ελλήνων, οι οποίοι γνώριζαν πως είχε απόλυτο δίκιο, ενώνοντας τους.
Το πρόβλημα δημιουργήθηκε όταν δεν τήρησε τις δεσμεύσεις του – όχι όμως
επειδή ήταν λανθασμένες, αλλά γιατί δεν είχε την πρόθεση να το κάνει.
Κάτι ανάλογο συνέβη επίσης με τον κ.
Σαμαρά όταν εκλέχθηκε το 2012, όσον αφορά τη στάση του απέναντι στα
μνημόνια, καθώς επίσης την εκ των υστέρων αλλαγή της – με την έννοια πως
δεν ήταν λάθος η απόρριψη των καταστροφικών σχεδίων των δανειστών, αλλά ο ίδιος, εάν γνώριζε εκ των προτέρων πως δεν ήταν σε θέση ή εάν δεν ήθελε να επιτύχει αυτά που υποσχόταν.
Δεν ήταν λάθος ούτε η τοποθέτηση του
ΣΥΡΙΖΑ, σύμφωνα με την οποία θα καταργούσε τα μνημόνια, υιοθετώντας μία
καλύτερη κοινωνική πολιτική – οπότε εύλογα κέρδισε τις εκλογές, αφού αυτό ακριβώς ήθελε ο λαός, ιδίως οι μη προνομιούχοι.
Το ίδιο ισχύει και για το δημοψήφισμα, όπου οι Έλληνες γνώριζαν πολύ
καλά τι σήμαινε το «ΟΧΙ» – το οποίο «πριμοδότησαν», αναλαμβάνοντας
συνειδητά το ρίσκο.
Ο πρωθυπουργός όμως ήταν δυστυχώς δημαγωγός, αφού πιθανότατα γνώριζε πως δεν
είχε την ικανότητα, ούτε τα στελέχη για να μπορέσει να καταργήσει τα
μνημόνια ή να στηρίξει το «ΟΧΙ», ανακτώντας την εθνική κυριαρχία της
χώρας – ενώ η απόφαση των Πολιτών να του δώσουν μία δεύτερη
ευκαιρία το Σεπτέμβρη του 2015 δεν ήταν επίσης σοβαρό λάθος, αφού
υποσχέθηκε ένα παράλληλο πρόγραμμα, όταν η ΝΔ τασσόταν υπέρ της πιστής
τήρησης του τρίτου μνημονίου, χωρίς καμία παρέκκλιση (κάτι που συνεχίζει
να κάνει).
Το συμπέρασμα από όλα αυτά είναι ότι, οι Πολίτες ψήφισαν τα σωστά πράγματα, αλλά τους λάθος πολιτικούς. Είχαν επιλογή οι Πολίτες; Όχι, γιατί οι σωστοί άνθρωποι δεν πηγαίνουν στην πολιτική. Γιατί δεν πηγαίνουν; Επειδή δεν τους το επιτρέπει το διεφθαρμένο σύστημα. Επομένως, πρέπει να αλλάξει το σύστημα. Μπορεί να αλλάξει το σύστημα ειρηνικά; Ασφαλώς όχι, αφού μόνο εάν παραλύσει ο μηχανισμός που συντηρεί αυτό το διεφθαρμένο σύστημα, το σύστημα θα καταρρεύσει.
Ο μηχανισμός της διαφθοράς και της
διαπλοκής όμως δεν παραλύει μόνο με μικρές συγκεντρώσεις και με πορείες –
ούτε με προσχηματικές διαδηλώσεις που συμμετέχουν ελάχιστοι, ενώ θα
έπρεπε να υπερβαίνουν τα 2.000.000 άτομα. Εμείς οι ίδιοι τον συντηρούμε: με το να πληρώνουμε αυτά που μας επιβάλλει,
με το να διασώζουμε τις τράπεζες για να μας πάρουν τα σπίτια μας, με το
να πηγαίνουμε υπάκουα στη δουλειά μας, με το να μη φέρνουμε
αντιρρήσεις, με το να φοβόμαστε τον ίσκιο μας και με το να μην βλέπουμε τίποτα άλλο, πέρα απ’ την μίζερη ζωούλα μας και τον μικρόκοσμό μας.
Με ακόμη πιο απλά λόγια, μόνο εάν παραλύσουμε τον μηχανισμό που παράγει διεφθαρμένα κόμματα και ψεύτες πολιτικούς, τότε αυτό το σαθρό σύστημα θα καταρρεύσει – αφού αυτό εξαρτάται από εμάς και όχι εμείς από αυτό.
Σε αυτή τη θέση βέβαια ο κλασικός αντίλογος των υπερασπιστών της υποτέλειας είναι ότι, θα κυριαρχήσει το χάος και η αναρχία. Όμως, είναι αδιαμφισβήτητο πλέον ότι ζούμε «κατ’ επίφαση εν τάξει» –
εκτός εάν «τάξη» θεωρείται να μην ξέρεις τι φόρους θα σου επιβάλλουν
την επόμενη εβδομάδα, αν θα κατασχεθεί το σπίτι σου, αν θα έχεις δουλειά
αύριο ή όχι, αν η τράπεζα θα σου δώσει τις καταθέσεις σου, αν θα
μπορείς να πληρώσεις φάρμακα, αν πρέπει να μεταναστεύσεις για να
επιβιώσεις, αν τα νοσοκομεία θα έχουν γάζες, αν τα σχολεία θα συνεχίσουν
να λειτουργούν και αν τα παιδιά σου θα έχουν το δικαίωμα να
ονειρεύονται.
Ίσως πρέπει λοιπόν να πάρουμε τη ζωή μας στα χέρια μας – όχι όμως για να την παραδώσουμε ξανά σε κάποιον άλλον, αλλά για να επιβάλλουμε την πραγματική Δημοκρατία: ένα
σύστημα που να ψηφίζουμε εμείς δίκαιους νόμους, που να εκλέγουμε αυτούς
που θα τους εφαρμόζουν, που να τους ελέγχουμε μέσω των Θεσμών, που να
τους ανακαλούμε αμέσως μόλις αποτυγχάνουν, και που να τους τιμωρούμε
ποινικά όταν δεν τηρούν τα υπεσχημένα, διαπλέκονται ή διαφθείρονται.