Του Πωλ Γκραιγκ Ρόμπερτς
[Επίθεση για την αιχμαλωσία και περίσφιγξη του Προέδρου Ντόναλντ Τραμπ με δεσμά καταγγελιών, ανακρίσεων και προαναγγελλόμενης παραπομπής για εθνική προδοσία, από την εξωθεσμική «Τέταρτη Εξουσία» των Μυστικών Υπηρεσιών (ή το «κράτος εθνικής ασφάλειας») επισημαίνουν με άρθρα και συνεντεύξεις τους οι σοφοί δημογέροντες της Αμερικανικής Συμπολιτείας, ορισμένοι χρησιμοποιώντας απροκάλυπτα τον όρο πραξικόπημα και καλώντας τον αμερικανικό λαό να συνειδητοποιήσει ότι αυτό που εκτυλίσσεται αποτελεί μιαν επίθεση κατά της Δημοκρατίας. Στη συλλογική αυτή κραυγή συναγερμού έχουν ακουστεί προσωπικότητες απρόσβλητου κύρους όπως ο Πάτρικ Μπιουκάναν, ο Πωλ Γκραιγκ Ρόμπερτς, οι πρώην κόγκρεσμεν Ρον Πωλ και Κούσνισιτς, ο καθηγητής Στέφεν Κοέν και σεβαστοί βετεράνοι των Μυστικών υπηρεσιών. Οι παγκόσμιες προεκτάσεις της παθογένειας που επισημαίνουν καθιστούν το μήνυμά τους άξιο μεγάλης προσοχής, ως δείκτη μελλοντικών διεθνών εξελίξεων που μας αφορούν καίρια. Κατωτέρω, ως πρώτο δείγμα της συλλογικής καταγγελίας, το άρθρο του καθηγητού και πρώην υπουργού του προέδρου Ρέϊγκαν Πωλ Γκραιγκ Ρόμπερτς.]
Ανάδειξη Μιχαήλ Στυλιανού
Τερατώδεις και αστήρικτες κατηγορίες για προδοτικές ή παράνομες ρωσικές διασυνδέσεις αποτέλεσαν την πρώτη ύλη των ειδήσεων ήδη από την προεκλογική εκστρατεία του Τραμπ για την προεδρία. Αυτές οι κατηγορίες έφθασαν τώρα στο σημείο να δημιουργηθεί ρεύμα παραπομπής για καθαίρεση του Προέδρου, υποκινούμενο από το κράτος εθνικής ασφάλειας και τα φιλελεύθερα ΜΜΕ και επικροτούμενο από τους Δημοκρατικούς, τους «πεφωτισμένους», όπως ο καθηγητής της Νομικής του Χάρβαρντ Λάρυ Τράϊμπ και την αμερικανική αριστερά, η οποία έχει στραφεί εναντίον της τάξης των εργαζομένων ως των «αξιοθρήνητων οπαδών του Τραμπ». Η Ουάσιγκτων Ποστ, που δεν ήταν παρούσα στη συνάντηση του Προέδρου Τραμπ με τον Ρώσο υπουργό των Εξωτερικών Λαβρώφ, ισχυρίζεται πως ξέρει ότι ο Τραμπ έδωσε στον Λαβρώφ πληροφορίες για την εθνική ασφάλεια.
Η ρωσική κυβέρνηση προσφέρθηκε να δώσει στα εκπορνευόμενα ΜΜΕ τα πρακτικά της συνάντησης, αλλά φυσικά οι εκδιδόμενες δεν ενδιαφέρθηκαν.
Η τελευταία ιστορία είναι ότι ο Τραμπ επιχείρησε να δωροδοκήσει τον διευθυντή του Εφ Μπι ΄Αι, Τζιμ Κόμυ, προτού τον απολύσει, για να μην ερευνήσει τον Τραμπ στα πλαίσια της «Ρωσικής ΄Ερευνας». Είναι φανερό ότι δεν έχει απομείνει μυαλό στα αμερικανικά μίντια. Ο Πρόεδρος δεν έχει ανάγκη να δωροδοκήσει κάποιον που μπορεί να απολύσει.
Αυτό που ξετυλίγεται μπροστά στα μάτια μας είναι το πείσμα του κράτους εθνικής ασφάλειας να διατηρήσει την πολύτιμη γι’ αυτό «Ρωσική Απειλή» στον καθιερωμένο γι’ αυτήν ρόλο της Υπ. Αριθμόν 1 απειλής για τις Ηνωμένες Πολιτείες. Τα φιλελεύθερα ΜΜΕ, ιδιοκτησίας της CIA από τη δεκαετία ου 1950, είναι σύμφωνα με αυτή την επιδίωξη.
Τα αμερικανικά ΜΜΕ είναι τόσο εθισμένα στην υποδούλωσή τους στο κράτος εθνικής ασφάλειας ώστε δεν σκέφτονται τις συνέπειες. Αλλά ο καθηγητής Στέφεν Κοέν τις σκέφτεται. Και συμφωνώ μαζί του ότι η μεγαλύτερη απειλή για την εθνική ασφάλεια είναι αυτή η μανιώδης επίθεση κατά του Προέδρου Τραμπ.
Ο Κοέν είπε ότι υπάρχει μια 4η εξουσία, οι μυστικές υπηρεσίες, η οποία εγείρει εμπόδια στην διαχείριση των εξωτερικών υποθέσεων της χώρας από την κυβέρνηση και το Κογκρέσο.
Ως παράδειγμα μας υπενθύμισε ότι « το 2016 ο Πρόεδρος Ομπάμα προήλθε σε μια συμφωνία με τον Πρόεδρο Πούτιν για στρατιωτική συνεργασία στη Συρία. Θα μοιράζονταν τις πληροφορίες για τη Συρία, ακριβώς όπως και ο Τραμπ θα έκανε με τους Ρώσους τις προάλλες. Το αμερικανικό υπουργείο Αμύνης δήλωσε πως δεν πρόκειται να κοινοποιήσει πληροφορίες. Και λίγες μέρες αργότερα σκότωσαν Σύρους στρατιώτες, παραβιάζοντας την συμφωνία και έκλεισε έτσι το όλο θέμα. Μπορούμε λοιπόν να θέσουμε το ερώτημα ποιος ασκεί σήμερα την εξωτερική πολιτική στην Ουάσιγκτων;
Στη δεκαετία του 1960 ο Πρόεδρος Τζων Φ. Κένεντυ νόμιζε πως ασκούσε την ηγεσία, και δολοφονήθηκε γι’ αυτή του την εντύπωση. Ο Κένεντυ σταμάτησε μιαν εισβολή στη Κούβα, το Σχέδιο Νόρθγουντ, μια προληπτική πυρηνική επίθεση κατά της Σοβιετικής ΄Ενωσης και μιλούσε για τερματισμό του ψυχρού πολέμου.
Στη δεκαετία του 1970 ο Πρόεδρος Νίξον ανατράπηκε επειδή νόμιζε ότι αυτός αποφασίζει για την εξωτερική πολιτική. Το ίδιο όπως ο Κένεντυ ο Πρόεδρος Νίξον ήταν απειλή για το κράτος εθνικής ασφάλειας. Ο Νίξον προώθησε την συμφωνία SALT 1 με τη Μόσχα και τη Συνθήκη εναντίον των Αντιβαλλιστικών Πυραύλων, και επραγματοποίησε το άνοιγμα με την Κίνα, αποφορτίζοντας και αυτές τις εντάσεις. Το σύμπλεγμα Αμύνης/Ασφαλείας είδε να μειώνονται τα κονδύλια από τον προϋπολογισμό καθώς μειωνόταν και η απειλή. Ο Νίξον ήταν αποφασισμένος να απαγκιστρωθεί και από το Βιετνάμ, αλλά παρεμποδιζόταν από το εθνικό κράτος ασφαλείας. Ο Νίξον, ο πρόεδρος με την καλύτερη γνώση των διεθνών υποθέσεων, καθαιρέθηκε από το αξίωμά του επειδή οι ειρηνευτικές του προσπάθειες αποτελούσαν απειλή για την ισχύ και τα κέρδη του συμπλέγματος άμυνασφάλεια.
Είναι σημαντικό να γίνει αντιληπτό ότι δεν υπήρχε κανένα τεκμήριο στην «έρευνα» της Ουάσιγκτον Ποστ κατά του Νίξον. Οι ρεπόρτερ της εφημερίδας απλώς συνέρραψαν μια σειρά υπαινιγμών και έστησαν μια συκοφαντία κατά του Νίξον, του οποίου το «έγκλημα» συνίστατο στο ότι δήλωσε πως πληροφορήθηκε την διάρρηξη στο Γουώτεργκέϊτ αργότερα από την ημερομηνία που πράγματι την έμαθε. Ο Νίξον δεν μίλησε για το Γουώτεργκέϊτ πριν τις εκλογές ,επειδή ήξερε ότι Η Ουάσιγκτον Ποστ της CIA θα το εκμεταλλευόταν για να ματαιώσει την επανεκλογή του.
Το «έγκλημα» για το οποίο απομακρύνθηκε ο Νίξον ήταν στην πραγματικότητα ότι είχε καθιερώσει πιο ειρηνικές και σταθερές σχέσεις με τη Ρωσία και την Κίνα.
Ο Τραμπ, επιχειρηματίας των ακινήτων και της ψυχαγωγίας, ήταν ανίδεος για το ναρκοπέδιο στο οποίο εισερχόταν όταν εδήλωνε πως είναι καιρός για την εξομάλυνση των σχέσεων με τη Ρωσία και για να ξανασκεφτούμε τον προορισμό του ΝΑΤΟ.
Το σύμπλεγμα Αμυνασφάλειας κάθεται επάνω σ’ ένα ετήσιο προϋπολογισμό χιλίων δισεκατομμυρίων (1.000.000.000.000) δολαρίων, αποστραγγιζόμενων από σκληρά δοκιμαζόμενους Αμερικανούς φορολογουμένους. Απειλώντας να εξομαλύνει τις σχέσεις μ’ έναν εχθρό που κατασκευάστηκε για να δικαιολογεί αυτόν το γιγάντιο προϋπολογισμό δαπανών, ο Τραμπ αντιπροσώπευε την μεγαλύτερη απειλή στην εξουσία και τα κέρδη του κράτους εθνικής ασφάλειας.
Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο ο Τραμπ θα τσακιστεί και/ή θα καθαιρεθεί από Πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών.
Άλλη μια φορά η δημοκρατία στην Αμερική αποδεικνύεται να είναι ανήμπορη. Δεν υπάρχει κανείς στην Ουάσιγκτων που μπορεί να βοηθήσει τον Τραμπ. Αυτοί που θα μπορούσαν να τον βοηθήσουν, κάποιοι όπως εγώ, δεν θα εγκρίνονταν από την Αμερικανική Γερουσία, η οποία είναι της πλήρους και αδιαφιλονίκητης ιδιοκτησίας του συμπλέγματος Αμυνασφάλειας, της Γουώλ Στρητ (χρηματιστικού κεφαλαίου) και του Ισραηλινού Λόμπυ.
Ο Τραμπ επιχείρησε να συνδέσει τον δοκιμαζόμενο αμερικανικό λαό, με την κυβέρνησή του, μια πράξη προδοσίας κατά της ολιγαρχίας, που καθιστά τώρα τον Τραμπ ένα παράδειγμα προς αποφυγήν, για ν’ αποτρέψει κάθε μελλοντικό πολιτικό από ανάλογες φιλολαϊκές παραχωρήσεις..
Ανάδειξη Μιχαήλ Στυλιανού
Τερατώδεις και αστήρικτες κατηγορίες για προδοτικές ή παράνομες ρωσικές διασυνδέσεις αποτέλεσαν την πρώτη ύλη των ειδήσεων ήδη από την προεκλογική εκστρατεία του Τραμπ για την προεδρία. Αυτές οι κατηγορίες έφθασαν τώρα στο σημείο να δημιουργηθεί ρεύμα παραπομπής για καθαίρεση του Προέδρου, υποκινούμενο από το κράτος εθνικής ασφάλειας και τα φιλελεύθερα ΜΜΕ και επικροτούμενο από τους Δημοκρατικούς, τους «πεφωτισμένους», όπως ο καθηγητής της Νομικής του Χάρβαρντ Λάρυ Τράϊμπ και την αμερικανική αριστερά, η οποία έχει στραφεί εναντίον της τάξης των εργαζομένων ως των «αξιοθρήνητων οπαδών του Τραμπ». Η Ουάσιγκτων Ποστ, που δεν ήταν παρούσα στη συνάντηση του Προέδρου Τραμπ με τον Ρώσο υπουργό των Εξωτερικών Λαβρώφ, ισχυρίζεται πως ξέρει ότι ο Τραμπ έδωσε στον Λαβρώφ πληροφορίες για την εθνική ασφάλεια.
Η ρωσική κυβέρνηση προσφέρθηκε να δώσει στα εκπορνευόμενα ΜΜΕ τα πρακτικά της συνάντησης, αλλά φυσικά οι εκδιδόμενες δεν ενδιαφέρθηκαν.
Η τελευταία ιστορία είναι ότι ο Τραμπ επιχείρησε να δωροδοκήσει τον διευθυντή του Εφ Μπι ΄Αι, Τζιμ Κόμυ, προτού τον απολύσει, για να μην ερευνήσει τον Τραμπ στα πλαίσια της «Ρωσικής ΄Ερευνας». Είναι φανερό ότι δεν έχει απομείνει μυαλό στα αμερικανικά μίντια. Ο Πρόεδρος δεν έχει ανάγκη να δωροδοκήσει κάποιον που μπορεί να απολύσει.
Αυτό που ξετυλίγεται μπροστά στα μάτια μας είναι το πείσμα του κράτους εθνικής ασφάλειας να διατηρήσει την πολύτιμη γι’ αυτό «Ρωσική Απειλή» στον καθιερωμένο γι’ αυτήν ρόλο της Υπ. Αριθμόν 1 απειλής για τις Ηνωμένες Πολιτείες. Τα φιλελεύθερα ΜΜΕ, ιδιοκτησίας της CIA από τη δεκαετία ου 1950, είναι σύμφωνα με αυτή την επιδίωξη.
Τα αμερικανικά ΜΜΕ είναι τόσο εθισμένα στην υποδούλωσή τους στο κράτος εθνικής ασφάλειας ώστε δεν σκέφτονται τις συνέπειες. Αλλά ο καθηγητής Στέφεν Κοέν τις σκέφτεται. Και συμφωνώ μαζί του ότι η μεγαλύτερη απειλή για την εθνική ασφάλεια είναι αυτή η μανιώδης επίθεση κατά του Προέδρου Τραμπ.
Ο Κοέν είπε ότι υπάρχει μια 4η εξουσία, οι μυστικές υπηρεσίες, η οποία εγείρει εμπόδια στην διαχείριση των εξωτερικών υποθέσεων της χώρας από την κυβέρνηση και το Κογκρέσο.
Ως παράδειγμα μας υπενθύμισε ότι « το 2016 ο Πρόεδρος Ομπάμα προήλθε σε μια συμφωνία με τον Πρόεδρο Πούτιν για στρατιωτική συνεργασία στη Συρία. Θα μοιράζονταν τις πληροφορίες για τη Συρία, ακριβώς όπως και ο Τραμπ θα έκανε με τους Ρώσους τις προάλλες. Το αμερικανικό υπουργείο Αμύνης δήλωσε πως δεν πρόκειται να κοινοποιήσει πληροφορίες. Και λίγες μέρες αργότερα σκότωσαν Σύρους στρατιώτες, παραβιάζοντας την συμφωνία και έκλεισε έτσι το όλο θέμα. Μπορούμε λοιπόν να θέσουμε το ερώτημα ποιος ασκεί σήμερα την εξωτερική πολιτική στην Ουάσιγκτων;
Στη δεκαετία του 1960 ο Πρόεδρος Τζων Φ. Κένεντυ νόμιζε πως ασκούσε την ηγεσία, και δολοφονήθηκε γι’ αυτή του την εντύπωση. Ο Κένεντυ σταμάτησε μιαν εισβολή στη Κούβα, το Σχέδιο Νόρθγουντ, μια προληπτική πυρηνική επίθεση κατά της Σοβιετικής ΄Ενωσης και μιλούσε για τερματισμό του ψυχρού πολέμου.
Στη δεκαετία του 1970 ο Πρόεδρος Νίξον ανατράπηκε επειδή νόμιζε ότι αυτός αποφασίζει για την εξωτερική πολιτική. Το ίδιο όπως ο Κένεντυ ο Πρόεδρος Νίξον ήταν απειλή για το κράτος εθνικής ασφάλειας. Ο Νίξον προώθησε την συμφωνία SALT 1 με τη Μόσχα και τη Συνθήκη εναντίον των Αντιβαλλιστικών Πυραύλων, και επραγματοποίησε το άνοιγμα με την Κίνα, αποφορτίζοντας και αυτές τις εντάσεις. Το σύμπλεγμα Αμύνης/Ασφαλείας είδε να μειώνονται τα κονδύλια από τον προϋπολογισμό καθώς μειωνόταν και η απειλή. Ο Νίξον ήταν αποφασισμένος να απαγκιστρωθεί και από το Βιετνάμ, αλλά παρεμποδιζόταν από το εθνικό κράτος ασφαλείας. Ο Νίξον, ο πρόεδρος με την καλύτερη γνώση των διεθνών υποθέσεων, καθαιρέθηκε από το αξίωμά του επειδή οι ειρηνευτικές του προσπάθειες αποτελούσαν απειλή για την ισχύ και τα κέρδη του συμπλέγματος άμυνασφάλεια.
Είναι σημαντικό να γίνει αντιληπτό ότι δεν υπήρχε κανένα τεκμήριο στην «έρευνα» της Ουάσιγκτον Ποστ κατά του Νίξον. Οι ρεπόρτερ της εφημερίδας απλώς συνέρραψαν μια σειρά υπαινιγμών και έστησαν μια συκοφαντία κατά του Νίξον, του οποίου το «έγκλημα» συνίστατο στο ότι δήλωσε πως πληροφορήθηκε την διάρρηξη στο Γουώτεργκέϊτ αργότερα από την ημερομηνία που πράγματι την έμαθε. Ο Νίξον δεν μίλησε για το Γουώτεργκέϊτ πριν τις εκλογές ,επειδή ήξερε ότι Η Ουάσιγκτον Ποστ της CIA θα το εκμεταλλευόταν για να ματαιώσει την επανεκλογή του.
Το «έγκλημα» για το οποίο απομακρύνθηκε ο Νίξον ήταν στην πραγματικότητα ότι είχε καθιερώσει πιο ειρηνικές και σταθερές σχέσεις με τη Ρωσία και την Κίνα.
Ο Τραμπ, επιχειρηματίας των ακινήτων και της ψυχαγωγίας, ήταν ανίδεος για το ναρκοπέδιο στο οποίο εισερχόταν όταν εδήλωνε πως είναι καιρός για την εξομάλυνση των σχέσεων με τη Ρωσία και για να ξανασκεφτούμε τον προορισμό του ΝΑΤΟ.
Το σύμπλεγμα Αμυνασφάλειας κάθεται επάνω σ’ ένα ετήσιο προϋπολογισμό χιλίων δισεκατομμυρίων (1.000.000.000.000) δολαρίων, αποστραγγιζόμενων από σκληρά δοκιμαζόμενους Αμερικανούς φορολογουμένους. Απειλώντας να εξομαλύνει τις σχέσεις μ’ έναν εχθρό που κατασκευάστηκε για να δικαιολογεί αυτόν το γιγάντιο προϋπολογισμό δαπανών, ο Τραμπ αντιπροσώπευε την μεγαλύτερη απειλή στην εξουσία και τα κέρδη του κράτους εθνικής ασφάλειας.
Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο ο Τραμπ θα τσακιστεί και/ή θα καθαιρεθεί από Πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών.
Άλλη μια φορά η δημοκρατία στην Αμερική αποδεικνύεται να είναι ανήμπορη. Δεν υπάρχει κανείς στην Ουάσιγκτων που μπορεί να βοηθήσει τον Τραμπ. Αυτοί που θα μπορούσαν να τον βοηθήσουν, κάποιοι όπως εγώ, δεν θα εγκρίνονταν από την Αμερικανική Γερουσία, η οποία είναι της πλήρους και αδιαφιλονίκητης ιδιοκτησίας του συμπλέγματος Αμυνασφάλειας, της Γουώλ Στρητ (χρηματιστικού κεφαλαίου) και του Ισραηλινού Λόμπυ.
Ο Τραμπ επιχείρησε να συνδέσει τον δοκιμαζόμενο αμερικανικό λαό, με την κυβέρνησή του, μια πράξη προδοσίας κατά της ολιγαρχίας, που καθιστά τώρα τον Τραμπ ένα παράδειγμα προς αποφυγήν, για ν’ αποτρέψει κάθε μελλοντικό πολιτικό από ανάλογες φιλολαϊκές παραχωρήσεις..