Η Βαθύτερη Ιστορία του Ατέρμονα Ψυχρού Πολέμου ΗΠΑ και Βρετανίας εναντίον της Ρωσίας.
Finian Cunningham, Strategic Culture Foundation
[To ακόλουθο άρθρο, του διεθνώς γνωστού Ιρλανδού συγγραφέα και δημοσιολόγου, παρουσιάζει άγνωστα και εντυπωσιακά στοιχεία της απόκρυφης ιστορίας του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, που εκτίθενται επίσημα σε δημόσια θέα, με την αποδέσμευση και δημοσίευση από τον ΟΗΕ των αρχείων της δίκης των Ναζιστικών Εγκλημάτων του Ολοκαυτώματος. Μετά την εσκεμμένη, επί δεκαετίες, καθυστέρηση της αποδέσμευσης αυτών των αρχείων, τα ΜΜΕ του Συστήματος της Δυτικής ενημέρωσης απέστρεψαν το βλέμμα από το περιεχόμενό τους, βοηθούμενα και από μιαν πρόθυμη επικαιρότητα , με εικόνες από τη Γαλλία, τη Συρία την Ουάσιγκτων και τη θεαματική Βενεζουέλα, αλλά όχι, όχι από το απέραντο Άουσβιτς της Υεμένης. Η παρούσα δημοσίευση έρχεται να συμπληρώσει το κενό σε ενημέρωση και ιστορική γνώση. Οι υπογραμμίσεις είναι τού αρθρογράφου.]
Μετάφραση: Μιχαήλ Στυλιανού
Μετά κωλυσιεργία δεκαετιών, τα Ηνωμένα ΄Εθνη έδωσαν τελικά στη δημοσιότητα τα αρχεία της Ανακριτικής Επιτροπής Εγκλημάτων του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου, η οποία ερεύνησε το Ναζιστικό Ολοκαύτωμα. Πηγή αυτών των αρχείων των ναζιστικών εγκλημάτων ήταν ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, περιλαμβανομένων και εκείνων που ήσαν εξόριστες, όπως η βελγική, η πολωνική και η τσεχοσλοβάκικη. Η περίοδος που καλύπτουν τα αρχεία είναι του 1943-1949. Η Ουάσιγκτων και το Λονδίνο προσπαθούσαν από πολύ καιρό να εμποδίσουν την δημοσίευση. Γιατί;
΄Όπως παρατήρησε κατά την παρουσίαση των αρχείων δημοσιογράφος της Ντώϋτσε Βέλλε: «Τα αρχεία καθιστούν σαφές ότι οι (δυτικές) συμμαχικές δυνάμεις γνώριζαν -πριν το τέλος του πολέμου- περισσότερα για τα ναζιστικά στρατόπεδα συγκεντρώσεως από ό,τι πιστευόταν γενικά».
Αυτή η αποκάλυψη υποδεικνύει περισσότερα από απλή «γνώση» των δυτικών συμμάχων για τα εγκλήματα του ναζιστικού καθεστώτος. Υποδεικνύει μιαν ενοχοποιητική κρατική συνέργεια. Και αυτό επίσης εξηγεί γιατί η Ουάσιγκτων και το Λονδίνο δεν ήθελαν την δημοσίευση των αρχείων εγκλημάτων πολέμου του ΟΗΕ.
Υπήρξε για πολλά χρόνια μια μακρά και οξεία συζήτηση μεταξύ δυτικών εθνών γύρω από το γιατί οι Αμερικανοί και οι Βρετανοί ιδιαίτερα δεν προσπάθησαν περισσότερο να βομβαρδίσουν τη ναζιστική υποδομή των στρατοπέδων συγκεντρώσεως και των σιδηροδρόμων. Η Ουάσιγκτων και το Λονδίνο συχνά ισχυρίστηκαν ότι δεν είχαν γνώση της έκτασης των φρικαλεοτήτων που διέπρατταν οι ναζί, μέχρι το οριστικό τέλος του πολέμου, όταν τα κέντρα εξοντώσεως, όπως το Άουσβιτς και η Τρεμπλίνκα απελευθερώθηκαν –από τον Ρωσικό στρατό, ας σημειωθεί και αυτό.
Ωστόσο, αυτό που δείχνουν τα αρχεία του ΟΗΕ για το Ολοκαύτωμα είναι ότι η Ουάσιγκτων και το Λονδίνο είχαν στην πραγματικότητα πλήρη γνώση της «Τελικής Λύσης» των Ναζί, σ’ εφαρμογή της οποίας εκατομμύρια Εβραίων και Σλάβων της Ευρώπης εξοντώνονταν, είτε με καταναγκαστικά έργα είτε με τους θαλάμους αερίων. ΄Ετσι το ερώτημα παραμένει επίμονο: Γιατί οι ΗΠΑ και η Βρετανία δεν στοχοποίησαν τη ναζιστική υποδομή του μηχανισμού εξόντωσης εκατομμυρίων ανθρώπων στους βομβαρδισμούς τους;
Μια πιθανή απάντηση είναι ότι αυτοί οι δυτικοί σύμμαχοι διακατέχονταν από παχυλή αδιαφορία για τα θύματα ναζιστών. Οι ηγετικές τάξεις της Ουάσιγκτων και του Λονδίνου είχαν καταγγελθεί ότι και αυτές διαπνέονταν από αντισημιτικές προλήψεις, όπως φάνηκε από σκάνδαλα στα οποία και οι δύο κυβερνήσεις πέταξαν έξω με περιφρόνηση Εβραίους πρόσφυγες από την Ευρώπη στον 2ο Π.Π., ουσιαστικά στέλνοντας πολλούς από αυτούς πίσω στους ναζιστές εκτελεστές τους.
Χωρίς να εξαιρείται ο ανωτέρω παράγοντας της δυτικής ρατσιστικής αδιαφορίας, υπάρχει και ένας δεύτερος πολύ πιο βαρυσήμαντος λόγος. Ότι οι Δυτικές κυβερνήσεις, ή τουλάχιστον ισχυροί τομείς τους, αποστρέφονταν μια δράση που θα υπέσκαπτε τη ναζιστική πολεμική προσπάθεια εναντίον της Σοβιετικής ΄Ενωσης. Παρά το γεγονός ότι η Σοβιετική ΄Ενωση ήταν επίσημα «σύμμαχος» της Δύσης στον πόλεμο κατά της ναζιστικής Γερμανίας.
Αυτή η αναδυόμενη εικόνα προβάλλει μια τελείως διαφορετική αντίληψη του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου από την επίσημη Δυτική αφήγηση. Σ’ αυτή την εναλλακτική ιστορική εικόνα, η άνοδος του ναζιστικού 3ου Ράιχ υποβοηθήθηκε εσκεμμένα από τους κυβερνώντες τη Βρετανία και τις ΗΠΑ, σαν ευρωπαϊκό προπύργιο κατά της διάδοσης του κομμουνισμού.
Ο λυσσώδης αντισημιτισμός του Αδόλφου Χίτλερ συγκρινόταν μόνο με την απέχθειά του για τον κομμουνισμό και τους σλαβικούς λαούς της Σοβιετικής ΄Ενωσης. Στη ναζιστική ιδεολογία, Εβραίοι, κομμουνιστές και Σλάβοι ήταν όλοι «undermenschen» (υπάνθρωποι) προς εξολόθρευση σε μια «Τελική Λύση».
΄Ετσι, όταν η Ναζιστική Γερμανία επιτέθηκε στη Σοβιετική ΄Ενωση και εφάρμοζε την «Τελική Λύση της», από τον Ιούνιο του 1941 έως τα τέλη του 1944, καθόλου περίεργο ότι ΗΠΑ και Βρετανία έδειχναν μια δυσεξήγητη απροθυμία να διαθέσουν πλήρως τις στρατιωτικές δυνάμεις τους στο άνοιγμα ενός Δυτικού Μετώπου. Οι Δυτικοί σύμμαχοι ήταν σαφώς ευχαριστημένοι να βλέπουν τη Ναζιστική μηχανή να εκτελεί αυτό που εξ αρχής προοριζόταν να κάνει: Να καταστρέψει τον κύριο εχθρό του Δυτικού καπιταλισμού, που αντιπροσώπευε η Σοβιετική ΄Ενωση.
Τούτο δεν σημαίνει πως όλοι οι Αμερικανοί και οι Βρετανοί ηγέτες συμμερίζονταν ή έστω είχαν γνώση αυτής της σιωπηρής στρατηγικής στόχευσης. Ηγέτες όπως ο Πρόεδρος Φραγκλίνος Ρούσβελτ και ο Βρετανός πρωθυπουργός Ουίνστον Τσώρτσιλ φαίνονταν γνήσια αφοσιωμένοι στο να νικήσουν τη ναζιστική Γερμανία. Ωστόσο οι προσωπικές τους απόψεις θα πρέπει να τοποθετηθούν στο πλαίσιο μιας συστηματικής μυστικής συνέργειας μεταξύ ισχυρών Δυτικών επιχειρηματικών συμφερόντων και της Ναζιστικής Γερμανίας.
Όπως ο Αμερικανός συγγραφεύς Νταίηβιντ Τάλμποτ έχει τεκμηριώσει στο βιβλίο του «Η Σκακιέρα του Διαβόλου: Ο Άλλεν Ντάλλες, η CIA και η ΄Ανοδος της Μυστικής Κυβέρνησης της Αμερικής» (2015), υπήρχαν ισχυρότατοι οικονομικοί δεσμοί μεταξύ της Wall Street και του 3ου Ράιχ, που πήγαιναν πίσω αρκετά χρόνια πριν της έκρηξη του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου.
Ο ΄Αλλεν Ντάλλες που δούλευε στη νομική εταιρεία της Wall Street Sullivan & Cromwell, και που αργότερα τέθηκε επικεφαλής της CIA, είχε παίξει ρόλο-κλειδί στην διασύνδεση του αμερικανικού κεφαλαίου με την γερμανική βιομηχανία. Αμερικανικοί βιομηχανικοί γίγαντες, όπως οι Ford, General Motors, ITT και Du Pont είχαν επενδύσει βαθιά σε αντίστοιχες γερμανικές βιομηχανίες, όπως η Krupp Steel, Daimler και η IG Farben, ( η παραγωγός του δηλητηριώδους αερίου Zyclon B, που χρησιμοποιείτο στους θαλάμους του Ολοκαυτώματος.) Το Αμερικανικό αλλά και το βρετανικό κεφάλαιο ήταν λοιπόν ενσωματωμένο στη Ναζιστική πολεμική μηχανή και την εξάρτησή της από την εκμετάλλευση των δούλων-εργατών, που της εξασφάλιζε η «Τελική Λύση».
Και αυτό μπορεί να εξηγήσει γιατί οι Δυτικοί σύμμαχοι έκαναν τόσο λίγη προσπάθεια να παραβλάψουν τη ναζιστική υποδομή με τις αναμφίβολα τεράστιες δυνάμεις βομβαρδισμού που διέθεταν. Ακόμη βαρύτερα καταδικαστική διαπίστωση, από την απλή αδράνεια και αδιαφορία εκ λόγων ρατσιστικής προκατάληψης σε βάρος των θυμάτων του Ναζισμού, αποτελεί το γεγονός ότι η αμερικανική και βρετανική καπιταλιστική ελίτ είχαν επενδύσει στο Τρίτο Ράιχ. Κυρίως για την εξάλειψη της Σοβιετικής ΄Ενωσης και κάθε γνησίου σοσιαλιστικού κινήματος. Ο βομβαρδισμός της γερμανικής υποδομής θα ισοδυναμούσε με την καταστροφή Δυτικών κεφαλαίων.
Προς αυτόν τον σκοπό, καθώς ο πόλεμος πλησίαζε στο τέλος του και η Σοβιετική ΄Ενωση φαινόταν ικανή να τελειώσει το Τρίτο Ράιχ από μόνη της, Αμερικανοί και Βρετανοί ενίσχυσαν καθυστερημένα την πολεμική προσπάθειά τους από τη δυτική και τη νότιο Ευρώπη. Ο στόχος ήταν να περισώσουν τα Δυτικά κεφάλαια που απέμεναν στο Ναζιστικό καθεστώς. Ο ΄Αλλεν Ντάλλες, ο μετ’ ολίγο διευθυντής της Κεντρικής Υπηρεσίας Πληροφοριών CIA, φυγάδευσε κορυφαίους Ναζί και τον χρυσό που είχαν λεηλατήσει από την Ευρώπη, με μυστικές συμφωνίες παράδοσης, γνωστές ως «Operation Sunrise» (Επιχείρηση Ηλιοχάραγμα). Η βρετανική μυστική υπηρεσία ΜΙ6 συνεργάστηκε επίσης στην αμερικανική μυστική επιχείρηση διάσωσης ναζιστικών κεφαλαίων, μέσω σκοτεινών μυστικών διαδρομών. Η κακή πίστη που επιδείχτηκε προς τους Σοβιετικούς «συμμάχους» προανήγγειλε τον παγετώνα του Ψυχρού Πολέμου, που ακολούθησε αμέσως μετά τον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο.
Σημαντική καταδικαστική μαρτυρία του τι διαπράχτηκε τότε έδωσε πρόσφατα, σε συνέντευξη στο BBC o Ben Ferencz, o Αμερικανός πιο υψηλόβαθμος από τους επιζώντες δημόσιους κατηγόρους στις δίκες της Νυρεμβέργης. Σε ηλικία 98 ετών, ο Ferencz ήταν σε θέση, με πλήρη διαύγεια, να αφηγηθεί πως εικοσάδες εγκληματιών πολέμου Ναζί αφέθηκαν ελεύθεροι από τις αμερικανικές και τις βρετανικές αρχές. Ο Ferencz επικαλέστηκε και την φράση του Αμερικανού στρατηγού Τζωρτζ Πάττον, που δήλωσε λίγο πριν την τελική συνθηκολόγηση του 3ου Ράιχ τον Μάιο του 1945 «Πολεμούμε τον λάθος εχθρό».
Η ειλικρινής έκφραση από τον Πάττον της μεγαλύτερης εχθρότητας για την Σοβιετική ΄Ενωση παρά για την Ναζιστική Γερμανία ήταν σε πλήρη αρμονία με τη συνέργεια της ηγετικής τάξεως στην Αμερική και τη Βρετανία στον γαιο-στρατηγικό πόλεμο του Χίτλερ εναντίον της Σοβιετικής ΄Ενωσης και των σοσιαλιστικών κινημάτων που αναπτύσσονταν στην Ευρώπη και στην Αμερική.
Με άλλα λόγια, ο Ψυχρός Πόλεμος, στον οποίο ΗΠΑ και Βρετανία αποδύθηκαν μετά το 1945 δεν ήταν παρά η συνέχεια της εχθρικής πολιτικής κατά της Μόσχας, που ήδη είχε ξεκινήσει πριν την έκρηξη του πολέμου το 1939, υπο τη μορφή της ενδυνάμωσης της Ναζιστικής Γερμανίας. Για διάφορους λόγους κατέστη επείγον για τις Δυτικές δυνάμεις να εξαλείψουν τη ναζιστική πολεμική μηχανή μαζί με την Σοβιετική ΄Ενωση. Αλλά όπως γίνεται τώρα φανερό, τα Δυτικά κεφάλαια, που ήταν ενσωματωμένα στη ναζιστική πολεμική μηχανή, ανακυκλώθηκαν στην αγγλο-αμερικανική ψυχρο-πολεμική αντιπαράθεση στη Σοβιετική ΄Ενωση. Είναι πράγματι μια βαριά ιστορική κηλίδα το ότι αμερικανικές και βρετανικές στρατιωτικές μυστικές υπηρεσίες ισχυροποιήθηκαν και χρηματοδοτήθηκαν από ναζιστικά εγκλήματα.
Η πρόσφατη αποδέσμευση των αρχείων του ΟΗΕ για το Ολοκαύτωμα –παρά τις πολυετείς αγγλο-αμερικανικές παρελκυστικές προσπάθειες- εισφέρει νέα στοιχεία στην ιστορικήν ανάλυση, ότι αυτές οι δυνάμεις ήταν βαθειά συνένοχες στα μνημειώδη εγκλήματα του ναζιστικού 3ου Ράιχ. Εγνώριζαν γι’ αυτά τα εγκλήματα, επειδή είχαν συμβάλει στην διευκόλυνση της τελέσεώς τους. Και η συνενοχή εκπήγαζε από την εχθρότητα προς την Ρωσία, ως διαβλεπόμενο γεωπολιτικό ανταγωνιστή.
Και αυτό δεν αποτελεί μιαν απλή ακαδημαϊκή διαπίστωση. Η Δυτική συνενοχή με τη Ναζιστική Γερμανία βρίσκει την αντιστοιχία της με την σημερινή επιδεικνυόμενη εχθρότητα της Ουάσιγκτων, της Βρετανίας και των συμμάχων τους στο ΝΑΤΟ εναντίον της Μόσχας. Η πεισματική συνεχής ενίσχυση των επιθετικών δυνάμεων του ΝΑΤΟ γύρω από τα σύνορα της Ρωσίας, η αδιάκοπη αντιρωσική προπαγάνδα από τα Δυτικά ΜΜΕ, ο οικονομικός αποκλεισμός με τη μορφή κυρώσεων, βασιζόμενος σε έωλους ισχυρισμούς, έχουν όλα βαθειές τις ρίζες τους στην Ιστορία.
Ο Ψυχρός πόλεμος της Δύσης κατά της Μόσχας προηγήθηκε του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου, συνεχίσθηκε μετά την ήττα της Ναζιστικής Γερμανίας και συνεχίζεται μέχρι σήμερα, παρά το γεγονός ότι η Σοβιετική ΄Ενωση δεν υπάρχει πια. Γιατί; Επειδή η Ρωσία θεωρείται ανταγωνίστρια της Αγγλο-Αμερικανικής καπιταλιστικής ηγεμονίας, όπως και η Κίνα και όποια άλλη ανερχόμενη δύναμη που υπονομεύει την επιθυμητή μονοπολική ηγεμονία.
Η αμερικανο-βρετανική συνέργεια με τη Ναζιστική Γερμανία βρίσκει την σύγχρονη έκφρασή της στην συνέργεια του ΝΑΤΟ με το νεοναζιστικό καθεστώς της Ουκρανίας και της τρομοκρατικές ομάδες τζιχαντιστών που αποστέλλονται σε πολέμους μέσω αντιπροσώπων εναντίον ρωσικών συμφερόντων στη Συρία και αλλού. Οι πρωταγωνιστές μπορεί να αλλάζουν κατά καιρούς, αλλά η ριζική παθολογία είναι ο ηγεμονικός εθισμός του αμερικανο-βρετανικού καπιταλισμού.
Ο ατέρμων Ψυχρός Πόλεμος θα τελειώσει μόνο όταν ο αγγλο-αμερικανικός καπιταλισμός αντικατασταθεί τελικά από ένα γνησιότερα δημοκρατικό σύστημα.