1.Ταφόπλακα στη μονιμοποίηση από το Ελεγκτικό Συνέδριο!
Το Ελεγκτικό Συνέδριο έκλεισε αρνητικά το ζήτημα των συμβασιούχων όπως σημειώνουν ο Αλέξης Μητρόπουλος και η ΕΝΥΠΕΚΚ σε ανακοίνωσή τους.
Με την Απόφαση-Πρακτικά της 9ης Ολομελείας του, που δημοσιεύτηκαν αργά την παρελθούσα Παρασκευή (16-6-2017), απεφάνθη:
α)ότι η παράταση των συμβάσεων είναι αντίθετη στο Σύνταγμα
(άρθρο 103), στην Οδηγία 1999/70/ΕΚ και στο π.δ. 164/2004, που το
ενσωμάτωσε στο εσωτερικό Δίκαιο.
Συγκεκριμένα η απόφαση αναφέρει ότι:
«(…) η διάταξη του άρθρου 16 του ν. 4429/2016 αντίκειται σε
εκείνες του άρθρου 103 παρ. 7 και 8 του Συντάγματος και των άρθρων 5, 6
και 7 του π.δ. 164/2004, οι οποίες ενσωματώνουν στην εσωτερική έννομη
τάξη τις ρυθμίσεις της Οδηγίας 1999/70/ΕΚ, συνεπώς, δεν δύναται να
προσδώσει νόμιμη βάση στη γενόμενη παράταση ισχύος των συμβάσεων
ιδιωτικού δικαίου οκτάμηνης διάρκειας για την αντιμετώπιση των αναγκών
καθαριότητας των ΟΤΑ.».
β)ότι είναι παράνομη η καταβολή των δεδουλευμένων για το
χρονικό διάστημα που οι συμβασιούχοι εργάστηκαν με βάση την παράταση του
άρθρου 16 ν. 4429/2016,
γ)ότι είναι αντίθετη στις παραπάνω διατάξεις και η συνέχιση της εργασίας των εργαζομένων, οι συμβάσεις των οποίων παρατάθηκαν με βάση το άρθρο 16 ν. 4429/2016 και
δ)ότι υπεύθυνες για το δράμα των συμβασιούχων είναι όλες οι
κυβερνήσεις μετά το 2012 που, ενώ γνώριζαν τις σχετικές απαγορεύσεις,
υπέγραφαν και παρέτειναν τις συμβάσεις εργαζομένων οι οποίοι, ενώ
προσλαμβάνονταν με συμβάσεις ορισμένου χρόνου, στην ουσία κάλυπταν
πάγιες και διαρκείς ανάγκες των φορέων.
2.Το κοινωνικό ζήτημα που έχει ανακύψει, μετά την καταλυτική
απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου, για το μέλλον χιλιάδων συμβασιούχων
είναι μεγάλο!
Η απαγόρευση είναι απόλυτη.
Το πολιτικό προσωπικό που μετά το 2012 δημιούργησε και διόγκωσε το
πρόβλημα οφείλει άμεσα να συνεννοηθεί και να το επιλύσει χωρίς να
εμπαίζει και να καταχράται της εργασίας χιλιάδων συμπατριωτών μας, στην
πλειοψηφία τους νέων ανθρώπων.
Ειδικότερα το Ανώτατο Δημοσιονομικό Δικαστήριο της χώρας μας απεφάνθη τα παρακάτω:
α)Η παράταση των συμβάσεων που δόθηκε με το άρθρο 16 του ν.
4429/2016 είναι αντίθετη στο Σύνταγμα (άρθρο 103), την Κοινοτική Οδηγία
1999/70/ΕΚ και το π.δ. 164/2014 που ενσωμάτωσε την ανωτέρω Οδηγία στο
εσωτερικό μας Δίκαιο.
Επ’αυτού η απόφαση της Ολομέλειας του ΕλΣυν αναφέρει (σελ. 42) τα εξής:
«(…) η με τη διάταξη του άρθρου 16 του ν. 4429/2016 παράταση των
ως άνω συμβάσεων αντιβαίνει στις συνταγματικές επιταγές, διότι:
α.διαλαμβάνει μεμονωμένη ρύθμιση αναγκών που διαρκούν, διαφοροποιώντας
τον τρόπο κάλυψής τους από τον ενιαίο, ομοιόμορφο, συνολικό και
συστηματικό τρόπο αντιμετώπισης των πάγιων και διαρκών αναγκών των
φορέων του δημοσίου τομέα, τον οποίο επιβάλλει το άρθρο 103 του
Συντάγματος. β. δεν προϋπήρχε των σχέσεων εργασίας, τις οποίες ρυθμίζει,
αλλά τις καταλαμβάνει αναδρομικά, γ. εξαιτίας της αναδρομικότητας της
ρύθμισης δεν προβλέπεται οποιαδήποτε διαδικασία διαγωνιστική ή επιλογής
προσωπικού, σύμφωνα προς το προαναφερόμενο άρθρο 103, ούτε οποιοδήποτε
αντικειμενικό κριτήριο επιλογής (άρθρο 103 παρ. 7 εδ. α΄ Συντ/τος), με
αποτέλεσμα να ευνοούνται τα φυσικά πρόσωπα που συμβλήθηκαν με τις
οικείες, αναδρομικά παρατεινόμενες, ατομικές συμβάσεις εργασίας και να
αποκλείεται οποιοδήποτε άλλο ενδιαφερόμενο πρόσωπο να διεκδικήσει την
πρόσληψή του, βάσει παγίων διατάξεων της εκάστοτε ισχύουσας νομοθεσίας,
μέσω τυπικής διαδικασίας για την κάλυψη αυτών των αναγκών των Ο.Τ.Α. και
δ.δεν καθορίζονται οι όροι εργασίας ούτε η χρονική διάρκεια των
συμβάσεων αυτών, παρά μόνο αναφέρεται το χρονικό σημείο μέχρι το οποίο
αυτοδικαίως παρατείνονται, αντίθετα προς τις επιταγές του άρθρου 103
παρ. 8 εδαφ. α΄ του Συντάγματος.».
Και συνεχίζει η απόφαση:
«Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, πρέπει να γίνει δεκτό ότι η
αυτοδίκαιη παράταση, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 16 του ν. 4429/2016, των
συμβάσεων εργασίας ιδιωτικού δικαίου οκτάμηνης διάρκειας του άρθρου 205
του ΚΚΔΚΥ, για την κάλυψη των αναγκών των Ο.Τ.Α. στον τομέα της
καθαριότητας, αντιβαίνει στις διατάξεις του άρθρου 103 παρ. 7 εδ. α΄ και
8 εδ. α΄ και β΄ του Συντάγματος, διότι οδηγεί στην κάλυψη των αναγκών
αυτών με προσωπικό προσλαμβανόμενο εξαιρετικά, χωρίς οποιαδήποτε
διαδικασία επιλογής ή διαγωνισμού, κατά παρέκκλιση των προμνησθεισών
συνταγματικών αρχών της αξιοκρατίας, της διαφάνειας και της ισότητας,
που διασφαλίζονται με τους όρους του άρθρου αυτού (103 Σ/τος).».
Και περαιτέρω (σελ. 44) αναφέρει επί λέξει:
«Περαιτέρω, η διάταξη του άρθρου 16 του ν. 4429/2016 έρχεται σε
αντίθεση και με τις διατάξεις της κοινοτικής νομοθεσίας, (Οδηγία
1999/70/ΕΚ του Συμβουλίου της 28.6.1999, όπως ενσωματώθηκε στο εθνικό
δίκαιο με το π.δ.164/2004), διότι επέρχεται ανεπίτρεπτη, κατά το άρθρο 5
του π.δ. 164/2004, διαδοχικότητα συμβάσεων που καταρτίζονται και
εκτελούνται μεταξύ του ίδιου εργοδότη και του ίδιου εργαζόμενου, με την
ίδια ειδικότητα και με τους ίδιους όρους εργασίας, η οποία είναι δυνατή
κατ” εξαίρεση, μόνον εφόσον δικαιολογείται από αντικειμενικούς λόγους,
οι οποίοι απαιτείται να εξειδικεύονται κατά περίπτωση (…). Συνεπώς, η
διάταξη του άρθρου 16 του ν. 4429/2016 δεν είναι συμβατή προς τον σκοπό
και την πρακτική αποτελεσματικότητα της συμφωνίας-πλαισίου για την
εργασία ορισμένου χρόνου, που προσαρτάται στην Οδηγία 1999/70/ΕΚ, αφού
δεν τίθενται αντικειμενικά και διαφανή κριτήρια προκειμένου να ελεγχθεί
αν η ανανέωση των συμβάσεων αυτών ανταποκρίνεται πράγματι σε γνήσια
ανάγκη, αν είναι πρόσφορη προς επίτευξη του επιδιωκομένου σκοπού και αν
είναι αναγκαία προς τούτο, προεχόντως δε ενέχει πραγματικό κίνδυνο
καταχρηστικής χρησιμοποιήσεως αυτού του είδους των συμβάσεων».
β)Τα δεδουλευμένα (μισθοί κ.ά.) δεν πρέπει να καταβληθούν επειδή οι παρατάσεις είναι μη νόμιμες, δηλαδή άκυρες. Για
το ζήτημα αυτό, η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου έκρινε κατά
πλειοψηφία ότι δεν πρέπει να καταβληθούν μισθοί και άλλες προσαυξήσεις
για το διάστημα που αφορά την παράταση με βάση το άρθρο 16 ν. 4429/2016.
Ειδικότερα στη σελ. 46 αναγράφεται ότι:
«Δεν είναι συνταγματικά επιτρεπτό να επιτυγχάνεται από τον κοινό
νομοθέτη νομιμοποίηση διοικητικών πράξεων ή σχέσεων, μέσω της
αναδρομικής μεταβολής του νομοθετικού καθεστώτος υπό την ισχύ του οποίου
συντελέσθηκαν -και κατ’ αποτέλεσμα και των δαπανών που αυτές
συνεπάγονται-, περί της μη νομιμότητας των οποίων έχει ήδη αποφανθεί το
Ελεγκτικό Συνέδριο, στο πλαίσιο του ασκούμενου κατά το Σύνταγμα
προληπτικού ελέγχου των δημοσίων δαπανών, εφόσον προκύπτει σαφώς ότι με
τη νέα διάταξη που περιέχει αναδρομική ρύθμιση, δεν επιδιώκεται η
μεταβολή του σχετικού νομοθετικού καθεστώτος με τη θέσπιση γενικής και
αφηρημένης ρύθμισης πάγιας εφαρμογής, η αναδρομικότητα της οποίας
υπαγορεύεται από επιτακτικούς λόγους δημοσίου ή κοινωνικού συμφέροντος
(…), αλλά η παράκαμψη της αρχής της νομιμότητας και, συναφώς, και των
εμποδίων που συνεπάγεται ο προληπτικός έλεγχος για συγκεκριμένες
παράνομες εκταμιεύσεις. Η ανωτέρω δε ενέργεια του κοινού νομοθέτη
συνιστά ανεπίτρεπτη επέμβαση στο συνταγματικά κατοχυρωμένο δικαστικό
ελεγκτικό έργο του Ελεγκτικού Συνεδρίου, αφού πρόκειται για ουσιώδη
περιορισμό της κατά το άρθρο 98 παρ. 1 του Συντάγματος αρμοδιότητάς του
για άσκηση προληπτικού ελέγχου, με αποτέλεσμα να αναιρείται η βούληση
του συνταγματικού νομοθέτη για αποτροπή της δημοσιονομικής αυθαιρεσίας».
Περαιτέρω η ίδια απόφαση αναφέρει (σελ. 49) ότι:
«Με τη ρύθμιση του άρθρου 25 του ν. 4456/2017 επιχειρείται η
νομιμοποίηση τόσο των διενεργηθεισών με τη διαδικασία αυτή δαπανών
καθαριότητας, μεταξύ άλλων και των υπηρεσιών των Ο.Τ.Α., όσο και εκείνων
που πρόκειται να διενεργηθούν έως τις 31.12.2017. Προβλέπεται δε η κατά
προτεραιότητα εκκαθάριση των αντίστοιχων δαπανών από τα έσοδα των
ανταποδοτικών τελών καθαριότητας και, αν αυτά δεν επαρκούν, από τα κάθε
είδους έσοδα των Ο.Τ.Α., γενικά και μη προοριζόμενα για την κάλυψη των
δαπανών αυτών. Επομένως, τίθεται κατά παράβαση των προεκτεθέντων εθνικών
και κοινοτικών κανόνων δικαίου. Ειδικότερα, α. Με τη
διάταξη αυτή παραβιάζεται ο συνταγματικά κατοχυρωμένος στο άρθρο 98 παρ.
1 εδ. α” του Συντάγματος προληπτικός έλεγχος, διότι με αυτήν σκοπείται η
αποφυγή των συνεπειών που συνεπάγεται η άσκηση του ελέγχου αυτού, η
οποία καταλήγει στη μη θεώρηση των χρηματικών ενταλμάτων, με τα οποία
εντέλλονται μη νόμιμες δαπάνες. Καθώς δε οι ανωτέρω συμβάσεις εργασίας
ορισμένου χρόνου συνήφθησαν κατά παράβαση τόσο του άρθρου 21 του ν.
2190/1994, όσο και του άρθρου 5 του π.δ. 164/2004, είναι άκυρες (άρθρ.
21 παρ. 2 του ν. 2190/1994, 7 παρ. 1 του π.δ. 164/2004), κατά το στάδιο
του προσυμβατικού ελέγχου, οι νομιμοποιητικές διατάξεις δεν δύναται να
προσδώσουν αυτοτελή νόμιμη βάση στη γενόμενη παράταση ισχύος αυτών, η
έλλειψη της οποίας (νόμιμης βάσης) και η, συνεπεία αυτής, απουσία
έγκυρου συμβατικού δεσμού εμποδίζουν τη σύννομη εκταμίευση του δημοτικού
χρήματος και την πληρωμή των σχετικών δαπανών εξ αυτής της αιτίας τόσο
ως αντίτιμο της ήδη παρασχεθείσας εργασίας όσο και της εργασίας, η οποία
πρόκειται να παρασχεθεί στο μέλλον. Η έλλειψη δε της αυτοτελούς νόμιμης
βάσης της παράτασής τους και της εκταμίευσης των αντίστοιχων ποσών δεν
δύναται να αναπληρωθεί από την ως άνω νομιμοποιητική διάταξη, ιδίως
μάλιστα για το μελλοντικό χρονικό διάστημα μετά την ενδεχόμενη έκδοση
πράξης του αρμοδίου Κλιμακίου περί μη θεώρησης των αντίστοιχων
χρηματικών ενταλμάτων. Και τούτο, διότι με τη θέσπιση της διάταξης του
άρθρου 16 του ν. 4456/2017 επιχειρείται σαφώς η περιγραφή των
εκφερθεισών οριστικών κρίσεων των αρμοδίων σχηματισμών του Ελεγκτικού
Συνεδρίου, οι οποίοι είχαν επισημάνει την αντισυνταγματικότητα
αντίστοιχου περιεχομένου ρυθμίσεων τόσο για την περίπτωση των συμβάσεων
δίμηνης διάρκειας (Ε.Σ. Ολομ. Πρακτικά 14ης Γ.Σ./30.6.2016) όσο και για
εκείνες της οκτάμηνης διάρκειας (Ε.Σ. Κλιμ. Προλ. Ελ. Δαπ. στο Ι Τμήμα
πράξη 105/2016), είναι δε άλλο το ζήτημα – που δεν αφορά τον προληπτικό
έλεγχο στο παρόν στάδιο – το ότι η συνέχιση της απασχόλησης των
εργαζομένων παρά την έλλειψη έγκυρου συμβατικού δεσμού, γεννά σε σχέση
υποκαταστάσεως μια διαφορετική νομική κατάσταση, η οποία ως προς τις
οφειλόμενες αποδοχές παρέχει αξίωση καταβολής (Α.Π. 278/2015, Τμ. Β1
Πολιτικό). β. Η διάταξη αυτή έρχεται ευθέως σε αντίθεση
προς εκείνες του άρθρου 7 του π.δ. 164/2004, καθώς, κατά το μέρος με το
οποίο επιδιώκεται καταβολή των ήδη δεδουλευμένων αποδοχών των
εργαζομένων, αν και οι ρυθμίσεις της συμπίπτουν κατ’ αποτέλεσμα με τα
ορισθέντα στην παράγραφο 2 αυτού, εντούτοις, δεν επάγονται των λοιπών
συνεπειών του ως άνω άρθρου, που είναι, σύμφωνα με την παράγραφο 1,
εκείνες της αυτοδίκαιης ακυρότητας των συναφθεισών (κατά παράβαση των
άρθρων 5 και 6 του ιδίου π.δ/τος) συμβάσεων, αλλά και των βαρύτατων
ποινικών ευθυνών της παραγράφου 3 του ιδίου άρθρου, όπως αυτές
συμπληρώνονται με τις κυρώσεις των παραγράφων 4 και 5 του άρθρου 21 του
ν. 2190/1994, όπως προεκτέθηκαν».
Τέλος, επισημαίνεται ότι:
«Η ρύθμιση της ανωτέρω διάταξης που αφορά στην πληρωμή των
σχετικών με τις προμνησθείσες συμβάσεις δαπανών από τα κάθε είδους έσοδα
των Ο.Τ.Α. α΄ βαθμού (πέραν των εσόδων από τα ανταποδοτικά τέλη
καθαριότητας) οδηγεί σε τυχόν ανατροπή των ήδη καταρτισμένων
προϋπολογισμών των εν λόγω Ο.Τ.Α. και ενδεχομένως τίθεται θέμα αντίθεσης
της διάταξης αυτής και προς τις διατάξεις του άρθρου 102 του
Συντάγματος.».
γ)Οι εργασιακές σχέσεις που παρατάθηκαν με το άρθρο 16 του ν.
4429/2016 πρέπει να διακοπούν και να μην συνεχιστούν μέχρι τη λήξη τους
(31-12-2017). Σε συνέχεια των παραπάνω νομικών σκέψεων, το ΕλΣυν
αποφαίνεται ότι, επειδή είναι αντισυνταγματική και άκυρη η παράταση που
χορηγήθηκε με το άρθρο 16 του ν. 4429/2016, αυτές δεν είναι επιτρεπτό να
συνεχιστούν μέχρι τη λήξη τους (31-12-2017).
Ειδικότερα η απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου αναφέρει (σελ. 51) ότι:
«είναι ανεπίτρεπτη από τις ως άνω διατάξεις η συνέχιση της
απασχόλησης των εργαζομένων βάσει των άκυρων συμβάσεων, κατά παραβίαση
της συνταγματικώς επιτρεπόμενης (άρθρο 103 παρ. 8 εδ. α΄) εξαιρετικής
διαδικασίας προσλήψεων βάσει του άρθρου 205 του Κώδικα Κατάστασης
Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων, και η καταβολή των αποδοχών τους για
το μέλλον.».
Τέλος, το Ελεγκτικό Συνέδριο έκρινε ότι:
δ)Οι μνημονιακές κυβερνήσεις από το 2012 μέχρι και σήμερα,
είναι οι υπεύθυνες για τη δημιουργία του νέου κύματος των συμβασιούχων.
Ενώ γνώριζαν τις σχετικές νομικές απαγορεύσεις, εν τούτοις προσελάμβαναν
εργαζομένους με συμβάσεις ορισμένου χρόνου για να καλύψουν πάγιες και
διαρκείς ανάγκες ΟΤΑ και άλλων φορέων.
Επί του ζητήματος αυτού, η απόφαση του ΕλΣυν χαρακτηριστικά αναφέρει:
«Περαιτέρω, επιχειρήθηκε εκ νέου η νομιμοποίηση των
διενεργηθεισών δαπανών καθαριότητας των κτιρίων περισσοτέρων φορέων του
δημόσιου τομέα, συμπεριλαμβανομένων και των Ο.Τ.Α. με τη ρύθμιση του
άρθρου 72 του ν. 4369/2016. Με τη διάταξη δε του άρθρου 76 του ν.
4386/2016, ο νομοθέτης τελώντας σε γνώση τής, κατά το μεσοδιάστημα,
διαμορφωθείσας από τα Κλιμάκια Προληπτικού Ελέγχου Δαπανών, ερμηνείας
της διάταξης του άρθρου 49 του ν. 4325/2015 (όπως σαφώς προκύπτει από
την αιτιολογική έκθεση του ν. 4386/2016), όρισε ρητώς ότι η αυτοδίκαιη
παράταση των ατομικών συμβάσεων υπηρεσιών καθαριότητας μέχρι 31.12.2016
εφαρμόζεται – και μάλιστα αναδρομικώς από το χρόνο έναρξης ισχύος του ν.
4325/2015, ήτοι τις 11.5.2015, και στις συμβάσεις εργασίας ιδιωτικού
δικαίου δίμηνης διάρκειας για την αντιμετώπιση κατεπειγουσών, εποχικών ή
πρόσκαιρων, αναγκών στον τομέα της καθαριότητας. Η εν λόγω διάταξη
κρίθηκε αντίθετη προς τις διατάξεις του άρθρου 103 του Συντάγματος με τα
Πρακτικά της 14ης/30.6.2016 Γενικής Συνεδρίασης της Ολομέλειας του
Δικαστηρίου τούτου. Ήδη, με την τελευταία τροποποίηση του ως άνω άρθρου
με το άρθρο 16 του ν. 4429/2016 -από το πεδίο εφαρμογής της οποίας ρητώς
εξαιρούνται οι συμβάσεις δίμηνης διάρκειας – παρατάθηκαν αυτοδικαίως
μέχρι και τις 31.12.2017 όσες ατομικές συμβάσεις ήταν σε λειτουργία
καθώς και όσες είχαν λήξει μέχρι και ενενήντα (90) ημέρες πριν την
έναρξη ισχύος του ν. 4429/2016, που σχετίζονται με την καθαριότητα,
μεταξύ άλλων, κάθε είδους υπηρεσίας των Ο.Τ.Α., μόνο με την έκδοση
αντίστοιχων διαπιστωτικών πράξεων, άνευ άλλης διαδικασίας και απόφασης
του αρμόδιου συλλογικού οργάνου διοίκησης κάθε φορέα και χωρίς να
προηγείται εκτίμηση, αν εξακολουθούν να υφίστανται οι ανάγκες που
επέβαλαν εξαρχής τη σύναψη των συμβάσεων αυτών. Ενόψει του χρονικού
ορίου που τέθηκε με τις ανωτέρω διατάξεις (αρχικά 31.12.2015, ακολούθως
31.12.2016 και ήδη 31.12.2017) ακόμη και αν υποτεθεί ότι οι συμβάσεις
καθαριότητας που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της διάταξης του άρθρου
16 του ν.4429/2016 καταρτίστηκαν αρχικά για διάστημα οκτώ (8) μηνών,
κατ’ επίκληση των εξαιρετικών προϋποθέσεων του άρθρου 205 του ΚΚΔΚΥ,
ανεξάρτητα και πέραν των αντίστοιχων πάγιων και διαρκών αναγκών των
Ο.Τ.Α., η διατήρηση των αναγκών αυτών και η κατ’ εκτίμηση του νομοθέτη
εξακολούθησή τους μέχρι τις 31.12.2017 αποδυναμώνει το χαρακτηρισμό τους
ως πρόσκαιρων, εποχικών ή περιοδικών.
Επομένως, σύμφωνα και με όσα προεκτέθηκαν, οι εν λόγω συμβάσεις
οκτάμηνης διάρκειας δεν δύνανται να παρατείνονται, διότι συνήφθησαν
βάσει εξαιρετικής διαδικασίας, προβλεπόμενης από το Σύνταγμα (παρ. 8 εδ.
Α΄ και β΄), ήτοι αυτής του άρθρου 205 του ΚΚΔΚΥ και του άρθρου 21 του
ν. 2190/1994, για την αντιμετώπιση εποχικών, περιοδικών ή πρόσκαιρων
αναγκών. Σε περίπτωση δε παράτασης ή επανασύναψής αυτής εντός
δωδεκαμήνου, επέρχονται οι προβλεπόμενες από το άρθρο 21 παρ. 4, 5, και
15 του ν. 2190/1994 κυρώσεις. Κατά συνέπεια, η με τη διάταξη του άρθρου
16 του ν. 4429/2016 παράταση των ως άνω συμβάσεων αντιβαίνει αυτής
συνταγματικές επιταγές, διότι :
α.διαλαμβάνει μεμονωμένη ρύθμιση
αναγκών που διαρκούν, διαφοροποιώντας τον τρόπο κάλυψής αυτής από τον
ενιαίο, ομοιόμορφο, συνολικό και συστηματικό τρόπο αντιμετώπισης των
πάγιων και διαρκών αναγκών των φορέων του δημοσίου τομέα, τον οποίο
επιβάλλει το άρθρο 103 του Συντάγματος.
β. δεν προϋπήρχε των σχέσεων εργασίας, αυτής οποίες ρυθμίζει, αλλά αυτής καταλαμβάνει αναδρομικά,
γ. εξαιτίας αυτής αναδρομικότητας αυτής
ρύθμισης δεν προβλέπεται οποιαδήποτε διαδικασία διαγωνιστική ή επιλογής
προσωπικού, σύμφωνα αυτής το προαναφερόμενο άρθρο 103, ούτε οποιοδήποτε
αντικειμενικό κριτήριο επιλογής (άρθρο 103 παρ. 7 εδ. Α΄ Συντ/τος), με
αποτέλεσμα να ευνοούνται τα φυσικά πρόσωπα που συμβλήθηκαν με αυτής
οικείες, αναδρομικά παρατεινόμενες, ατομικές συμβάσεις εργασίας και να
αποκλείεται οποιοδήποτε άλλο ενδιαφερόμενο πρόσωπο να διεκδικήσει την
πρόσληψή του, βάσει παγίων διατάξεων αυτής εκάστοτε ισχύουσας
νομοθεσίας, μέσω τυπικής διαδικασίας για την κάλυψη αυτών των αναγκών
των Ο.Τ.Α. και
δ. δεν καθορίζονται οι όροι εργασίας
ούτε η χρονική διάρκεια των συμβάσεων αυτών, παρά μόνο αναφέρεται το
χρονικό σημείο μέχρι το οποίο αυτοδικαίως παρατείνονται, αντίθετα αυτής
αυτής επιταγές του άρθρου 103 παρ. 8 εδαφ. Α΄ του Συντάγματος.».
Μετά την έκδοση αυτής απόφασης αυτής του Ελεγκτικού
Συνεδρίου, η κυβέρνηση οφείλει ΑΜΕΣΑ να συνεννοηθεί με τα άλλα κόμματα
του μνημονιακού τόξου και να λύσει κατά τον πλέον λυσιτελή, πάντως
νομοθετικά, το ζήτημα που δημιουργήθηκε.
Η ΕΝΥΠΕΚΚ καλεί την κυβέρνηση να δώσει τέλος στην αγωνία και το δράμα
των εργαζομένων στους Δήμους και τους άλλους φορείς, αφού, ενώ
καλύπτουν για μεγάλα χρονικά διαστήματα πάγιες και διαρκείς ανάγκες των
φορέων τους, εντελώς προσχηματικά και ψευδεπίγραφα χαρακτηρίζονται ως
«συμβασιούχοι».
Είναι λυπηρό που και η σημερινή κυβέρνηση, όπως και οι προηγούμενες,
καταχράστηκαν -και μάλιστα σε ευρεία κλίμακα- της εργασίας αρκετών
χιλιάδων συμπατριωτών μας (κυρίως νέων) που έχουν ανάγκη για εργασία,
κρατώντας τους σε κατάσταση ομηρίας και διασπείροντας την ανασφάλεια για
το μέλλον χιλιάδων οικογενειών.