Του Στρατή Μαζίδη
Είμαστε πραγματικά μοναδικό έθνος στον κόσμο στο να βγάζουμε τα μάτια μας ή να τα κάνουμε θάλασσα την κρίσιμη στιγμή (πχ στις εκλογές του 1920 όταν βάλαμε τα θεμέλια της καταστροφής στη Μικρασία ή με το τέλος του Β' ΠΠ που σφαζόμασταν μεταξύ μας αντί να λαμβάνουμε το μερτικό μας στη νίκη κατά του ναζισμού).
Τα ίδια κάναμε και στην Κύπρο εκλέγοντας πολιτικούς που άνοιξαν την πόρτα στην Τουρκία με τις συμφωνίες Λονδίνου-Ζυρίχης και την κράτησαν καλά ανοικτή μετά το κάλεσμα της Χούντας το 1974.
Δίχως καμία προηγούμενη συνεννόηση της Λευκωσίας με την Αθήνα, ο πρόεδρος Αναστασιάδης άνοιξε πάλι το χωρό των συνομιλιών πάνω σε μια σαθρή βάση του απορριφθέντος σχεδίου Ανάν.
Με ένα ρευστό ευρύτερο γεωπολιτικό περιβάλλον και την πατρίδα ανίσχυρη λόγω χρεοκοπίας, ο Νίκος Αναστασιάδης θεώρησε δόκιμο να λύσει ή καλύτερα να κλείσει το Κυπριακό.
Συρθήκαμε σε δύο διασκέψεις όπου η πολυμερής έγινε πενταμερής ενώ ο πρόεδρος μιας αναγνωρισμένης ανεξάρτητης κυρίαρχης χώρας υποβιβάστηκε σε...κοινοτάρχη.
Την ίδια στιγμή εντός συνόρων σε Ελλάδα και Κύπρο όλοι ελπίζαμε πως ο Ερντογάν και ο αμετροεπής Τσαβούσογλου θα μας σώσουν μη δεχόμενοι την παραμικρή υποχώρηση και όχι άδικα από την πλευρά τους αφού όπως σημειώσαμε σε πρόσφατο κείμενο, ό,τι κερδίζεται με πόλεμο, δεν επιστρέφεται με συνομιλίες.
Πήγαμε σε μια διάσκεψη παραχωρώντας την Κύπρο στους Τούρκους μέσω της αναγνώρισης του βέτο και μη ανοίγοντας το ζήτημα του εποικισμού.
Είναι απορίας άξιο πως οι Τούρκοι έστειλαν την μπάλα άουτ σε άδειο τέρμα κάνοντας τον Κοτζιά που δέχεται το βέτο, να μοιάζει υπερπατριώτης στο εσωτερικό.
Αξίζει επίσης να υπογραμμισθεί η απουσία των ΗΠΑ, η οποία επί προηγούμενης διοίκησης πίεζε όσο τίποτε για ένα αποτέλεσμα στο Μον Πελεράν.
Είμαστε φοβεροί. Χωρίς κανένα λόγο ανοίγουμε διαπραγματεύσεις, παραδίδουμε την Κύπρο στο πιάτο και μετά κάνουμε ένα "ουφ" επειδή έχουμε ανισόρροπους συνομιλητές οι οποίοι τίναξαν τις συνομιλίες στον αέρα.