Του Στρατή Μαζίδη
Κάποια στιγμή οι αναλυτές και οι γνώστες της πολιτικής κατάστασης των πραγμάτων της Κύπρου θα πρέπει να ασχοληθούν με το πως και γιατί ο Πρόεδρος Αναστασιάδης από μόνος, άνοιξε πάλι το σίριαλ των διαπραγματεύσεων στη βάση του σχεδίου Ανάν που είχε απορριφθεί το 2004 από τους Κυπρίους.
Διαρκώς κάνουμε λόγο για παράνομη εισβολή και κατοχή στην Κύπρο.
Δυστυχώς όμως η εισβολή δεν ήταν παράνομη, αλλά νομιμότατη χάρη στις συνθήκες του Λονδίνου και της Ζυρίχης όπου ο αποκαλούμενος "εθνάρχης" άνοιξε την πόρτα τους Τούρκους και νομιμοποίησε εκ των προτέρων μια τουρκική επέμβαση όταν οι...συνθήκες θα το επέτρεπαν.
Η συνέχεια γνωστή. Η Χούντα κάλεσε με την ανατροπή του Μακαρίου τους Τούρκους στην Κύπρο και ο Καραμανλής κράτησε καλά ανοικτή την πόρτα μέχρι να χαθεί σχεδόν το 40% του νησιού δηλώνοντας πως το νησί βρίσκεται μακριά.
Αυτή είναι η πραγματικότητα. Ό,τι χάθηκε στην Κύπρο, χάθηκε με πόλεμο.
Από πότε κάτι που χάθηκε με πόλεμο, θα επανακτηθεί από ηττοπαθείς με συνομιλίες;
Ας μην ξεχνάμε ότι η ελληνική πλευρά εμφανίζεται ως υπερπατριώτισσα με το Νίκο Κοτζιά πίσω από το αίτημα της κατάργησης των εγγυήσεων και της αποχώρησης του τουρκικού στρατού, όταν ο ίδιος άνθρωπος αποδέχεται την εξίσωση του 82% των Ελληνοκυπρίων με το 18% των Τουρκοκυπρίων αναγνωρίζοντας στους δεύτερους το δικαίωμα του βέτο στα σημαντικά θέματα.
Επίσης ο Νίκος Κοτζιάς δεν κάνει κουβέντα για τους εποίκους παρά το γεγονός ότι η Αγκυρα έχει σε πλήρη εξέλιξη σχέδιο ώστε οι έποικοι να υπερκεράσουν πληθυσμιακά τους Τουρκοκύπριους.
Το αίτημα της αποχώρησης του κατοχικού στρατού, από μόνο του είναι περιορισμένης σημασίας όταν η μειοψηφία θα μπορεί να μπλοκάρει όποτε επιθυμεί δια του βέτο τη ζωή και την εξέλιξη του νησιού.
Άλλωστε η Τουρκία βρίσκεται ακριβώς απέναντι και όποια ώρα επιθυμεί, πάει στην Κύπρο. Αυτό θα μπορούσε να αποτραπεί μόνο με ισχυρή αμυντική θωράκιση του νησιού όπως είχε πετύχει ο Γεώργιος Παπανδρέου.
Θα αναλογιστεί κανείς; Και τι κάνουμε; Τίποτα. Να μην κάνουμε τίποτε.
Όσο είμαστε χρεοκοπημένοι και με νοοτροπία ραγιά είναι προτιμότερο να μην πράξουμε το παραμικρό αλλά να αναμένουμε το γύρισμα του τροχού και τη μεταβολή των συνθηκών είτε υπέρ ημών είτε εναντίον των Τούρκων όπως δείχνει ότι πάει να συμβεί.
Το 1974 δώσαμε μια χρυσή ευκαιρία στην Τουρκία, αφού προηγουμένως είχαμε προετοιμάσει το έδαφος. Οι Τούρκοι έκαναν πόλεμο χωρίς αντίπαλο και επικράτησαν.
Και αυτό είναι ένα μάθημα για εμάς και για πολιτικούς τύπου Πάγκαλου που έλεγε για τα Ιμια ότι ακόμη κι αν η Ελλάδα επικρατούσε σε μια αναμέτρηση το 1996, θα συρόμασταν (άκουσον, άκουσον) στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων!
Με βυθισμένο τον τουρκικό στόλο και βομβαρδισμένες τις δομές της Τουρκίας, μάλλον δε θα συρόμασταν αλλά θα σέρναμε ως νικητές σε διαπραγματεύεσεις επιβάλλοντας τους όρους μας κι αποκομίζοντας κέρδη, γιατί όχι και εδαφικά.
Αυτό δηλαδή ακριβώς που έκαναν οι Τούρκοι το 1974, οι οποίοι παρά τις καταδίκες και το "σύρσιμο" σε διαπραγματεύσεις, κατέχουν το 40% της Κύπρου και δεν έχουν κανέναν απολύτως λόγο να υποχωρήσουν στο παραμικρό ενώ παράλληλα υλοποιούν το σχέδιό τους τόσο με τον εποικισμό όσο και με το δέσιμο των Κατεχομένων μέσω υδροδότησης και ηλεκτροδότησης με την ηπειρωτική Τουρκία.