φωτο: ΓΕΕΘΑ |
Γράφει ο Νίκος Αναγνωστάτος
Με αφορμή τον τόσο περιττό, λανθασμένο, ακόμη και αντεθνικό θόρυβο που δημιουργήθηκε για την λεγόμενη αναβάθμιση των F-16, με ωθεί στην εξέταση αυτού του τόσο σοβαρού και εθνικού θέματος, της αμυντικής μας θωράκισης. Βρισκόμαστε σε μια ευαίσθητη όσο και επικίνδυνη περιοχή, περικυκλωμένοι από εχθρούς, φανερούς και κρυφούς, που ο καθένας από αυτούς διεκδικεί κάποιο κομμάτι της χώρας μας, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο. Αντί δηλαδή να είμαστε στα Βαλκάνια μία χώρα ελκτική, θαυμαστή και αξιοσέβαστη, στην οποία θα έπρεπε όλοι αυτοί οι κατώτεροι ημών γείτονες να επιδιώκουν, αν όχι να εκλιπαρούν την εύνοιά μας, μας δημιουργούν προβλήματα ακόμη και νεοπαγή και ασήμαντα κρατίδια, τα οποία υπάρχουν και επιβιώνουν χάριν της δικής μας μεγαλοψυχίας και αλτρουισμού, που δυστυχώς η ανοχή μας αυτή έχει μετατραπεί σε αβελτηρία και άπελπι αγώνα δικής μας επιβίωσης πλέον. Δεν μας αξίζει! Τις πταίει; Διότι δεν νοείται να προέκυψε τυχαία αυτή η κατάσταση.
Αισθάνομαι την ανάγκη να τονίσω κατ΄ αρχήν, ότι η άμυνα της χώρα είναι ύψιστο εθνικό θέμα και απαγορεύεται, επιτρέψτε μου την έμφαση, να περιπίπτει σε μικροκομματικές αντιπαραθέσεις, όπως αυτές που ακούσαμε τις τελευταίες μέρες με αφορμή την αναβάθμιση των αεροπλάνων μας F-16, όπου ο καθένας, του πρωθυπουργού μη εξαιρουμένου, να μας λέει την δική του άποψη, σε αντίθεση με αυτή που είπε ο έτερος και τέλος με πρωτεργάτη τον ίδιο τον Πρωθυπουργό να μας λέει μια Τρίτη, διαφορετική άποψη, αν τα $ 2,4 εκ. είναι $ 1,1 εκ. και τα υπόλοιπα αντισταθμιστικά και στο τέλος ο Υπουργός Άμυνας, να διευκρινίζει από τηλεοράσεως, ότι $ 2,4 εκ. είναι για όλα τα 123 F-16, ενώ εμείς θα αναβαθμίσουμε λιγότερα, χωρίς να μας ενημερώνει πόσα είναι τα λιγότερα που θα κοστίσουν $ 1,1 εκ.. Βαβέλ, για ένα τόσο ευαίσθητο και λεπτό εθνικό θέμα. Τι κερδίσαμε με αυτήν την τόσο λανθασμένη, ακόμη και επικοινωνιακά, προσπάθεια; Όχι μόνο δεν κερδίσαμε αλλά εκτεθήκαμε στα όμματα τόσο των φίλων, επιδεικνύοντας επικίνδυνη ελαφρότητα και ανευθυνότητα, όσο και των εχθρών μας, επιχαίροντες για την ανάδειξη των αδύνατων μας σημείων, τόσο ως προς την αμυντική μας δυνατότητα, όσο και τον λανθασμένο και ανεύθυνο τρόπο που χειριζόμαστε τα εθνικά μας θέματα και τα εξ αυτών συμπέρασμα, ότι μειονεκτούμε αμυντικά, για να μην αναφέρω σκληρότερους χαρακτηρισμούς.
Η ορθή αντιμετώπιση, ήταν αυτή που πληροφορηθήκαμε, ότι υπήρξε μυστική σύσκεψη στο Πεντάγωνο, χωρίς πομφόλυγες και επικοινωνιακά παιχνίδια, όπου συζητήθηκαν όλα τα στρατιωτικά θέματα, μεταξύ των οποίων και την ανάγκη αναβάθμισης από 50 μέχρι 80 F-16 αεροπλάνων μας μόνο, λόγω οικονομικών αδυναμιών, για να διατηρήσουμε την αεροπορική μας υπεροχή στο Αιγαίο, αποκλείοντας τα υπερσύγχρονα F-35 λόγω έλλειψης χρημάτων. Και πράγματι έχουμε απόλυτη υπεροχή στο Αιγαίο, με τα παλληκάρια αεροπόρους μας και τους σκληροτράχηλους «βατραχανθρώπους» μας. Τα παλληκάρια αυτά, μας εξασφαλίζουν νέους Μαραθώνες και Σαλαμίνες , άμποτε χρειαστεί, κάτι που ασφαλώς απευχόμαστε να προκύψει μια τέτοια ανάγκη, αλλά ο ελληνικός λαός θα πρέπει να αισθάνεται ήσυχος ότι οι στρατιωτικές δυνάμεις μας, μας προστατεύουν απολύτως. Τι άραγε είναι αυτό που δημιουργεί παρόμοιες επικίνδυνες καταστάσεις, όπως αυτές που δημιουργήθηκαν στην οικονομία της χώρας, αν και άλλης βαρύτητας;
Θα αποτολμήσω μιαν άποψη, με όλον τον σεβασμό και κατανόηση όλων και ζητώ συγγνώμη αν έχω πέσει έξω, που το εύχομαι. Οι κυβερνώντες μας, έχουν δηλώσει απερίφραστα, ότι είναι αριστεροί και
ως τέτοιοι θα εφάρμοζαν αριστερή πολιτική, στην οποία εν συνόψει, κυριαρχεί το κράτος, από όπου εκκινούν και καταλήγουν τα πάντα, θεωρώντας την ιδιωτική πρωτοβουλία, λίγο πολύ, ως μίασμα, διότι ο ιδιώτης επιχειρηματίας εκμεταλλεύεται τον εργαζόμενο, εις βάρος του οποίου πλουτίζει. Όπως χαρακτηριστικά λέγεται στην αριστερά, να εκλείψει η εκμετάλλευση «ανθρώπου από άνθρωπο». Τι συνέβη στις λεγόμενες σοσιαλιστικές χώρες; Ακριβώς το αντίθετο! Κάτι τέτοιο αντιλαμβανόμαστε, επιχείρησε η κυβέρνηση να εφαρμόσει το πρώτο εξάμηνο του 2015, αμέσως μόλις ανέλαβε την εξουσία τον Ιανουάριο, προεξαρχόντων των αποχωρησάντων. Κατά καλή μας τύχη, η «κολοτούμπα» του Ιουλίου του 2015, μας έσωσε από την καταστροφή και υπογράψαμε το τρίτο Μνημόνιο, εν γνώσει μας πλέον ότι θα εφαρμοστεί φιλελεύθερη πολιτική και δη καθ’ υπόδειξη αυτών που μας παρέχουν τα χρήματα που χρειαζόμαστε. Όμως οι άνθρωποι της κυβέρνησης, κολλημένοι στην αριστερή ιδεοληψία, δεν γνώριζαν πως, ίσως και γιατί, εφαρμόζεται μια φιλελεύθερη πολιτική και έτσι τα θαλάσσωσαν. Σιγά-σιγά κάτι μαθαίνουν, αλλά δεν ξεχνούν και την προέλευσή τους και κάθε τόσο εκτοξεύουν μια αριστερόστροφη φωτοβολίδα, μάλλον για να θολώσουν την ατμόσφαιρα.
Το πρόβλημα όμως βρίσκεται αλλού, στην Ευρωπαϊκή Ένωση, κατά τη γνώμη μου. Είμαστε μέλος της Ε.Ε., έστω και ανολοκλήρωτης, και ισχυριζόμαστε ότι τα σύνορά μας αποτελούν σύνορα της Ε.Ε. Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας μας, πολύ εύστοχα και αιτιολογημένα, το έχει διακηρύξει σε κάθε ευκαιρία που του δίνεται. Αν και η κυβέρνηση και γενικότερα ο πολιτικός κόσμος το πιστεύουν, ποιος είναι ο λόγος που δεν απευθυνόμαστε στην Ε.Ε. να προστατεύσει τα σύνορά μας και να καλύψει τις αμυντικές μας ανάγκες; Έχει ποτέ τεθεί το θέμα; Αν ναι, ποια ήταν η αντίδραση των εταίρων μας; Τόσο σοβαρά θέματα ασφαλώς, χρειάζονται πολιτικοί άνδρες με οντότητα και τον αναγκαίο δυναμισμό, οι οποίοι θα θέσουν επί τάπητος το θέμα με αποφασιστικότητα και πλήρη θεμελίωση. Το άρθρο 42 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, είναι ξεκάθαρο, παρόλες τις έντεχνες δολιχοδρομίες διατύπωσης, στην παράγραφο (1) αναφέρει: «Η κοινή πολιτική ασφάλειας και άμυνας, αποτελεί αναπόσπαστο στοιχείο της κοινής εξωτερικής πολιτικής και πολιτική ασφάλειας. Εξασφαλίζει στην Ένωση επιχειρησιακή ικανότητα βασισμένη σε μη στρατιωτικά και στρατιωτικά μέσα». Ο Πρόεδρος Μακρόν, αν δεν απατώμαι, τελευταία διακήρυξε προτάσεις προόδου προς την ολοκλήρωση της Ένωσης, μεταξύ των οποίων και σε θέμα «ασφάλειας και άμυνας». Τη δήλωση αυτή οφείλουμε να την εκμεταλλευτούμε, ζητώντας άμεση συμπαράσταση σε θέματα εξωτερικής πολιτικής και άμυνας, τονίζοντας ότι τούτο επιβάλλεται και για την αντιμετώπιση και αποτροπή του προβλήματος των προσφύγων και λαθρομεταναστών, που αποτελούν τον κύριο όγκο των εισερχομένων αλλοδαπών. Όταν για το μικρό συγκριτικά αυτό πρόβλημα, η Ε.Ε. διαθέτει άφθονα δις ευρώ προς την Τουρκία και λίγα για εμάς, για να το αποφύγει, οφείλει να μας ενισχύσει για να εξασφαλίσουμε την εδαφική μας ακεραιότητα.
Αυτό που μπορούμε να απαιτήσουμε από την Ε.Ε., αν νομίζουμε ότι η εφαρμογή του ως άνω άρθρου 42 είναι ίσως ανώριμη, τουλάχιστον να μας ενισχύσουν για τις αμυντικές μας ανάγκες, με το ΕΣΠΑ ή άλλο ειδικό λογαριασμό που οφείλουν να συστήσουν για τον σκοπό αυτό, με βάση την αυτονόητη αλληλεγγύη και των κοινών σκοπών ασφάλειας των κρατών μελών. Αντί λοιπόν να παρατρέχουμε στην Αμερική, τελείως αντιθεσμικά, ακόμη και να πελαγοδρομούμε πως και πόσα F-16 θα αναβαθμίσουμε, να αναθέσουμε την ευθύνη στην Ε.Ε. ζητώντας της να συστήσει επιτροπή μελέτης των αμυντικών μας αναγκών, με την αντίστοιχη χρηματοδότησή τους και όχι δανεισμό μας, έστω και ως μέρος του Μνημονίου, το οποίο εξετάζει τις οικονομικές μας δυνατότητες, μέρος των οποίων είναι και η αμυντική μας θωράκιση. Το επιχείρημα είναι απλό: Σε τι θα ωφεληθούμε αν λύσουμε τα οικονομικά μας και κινδυνεύουμε να χάσουμε μέρος των εδαφών μας, από έλλειψη αμυντικών μέσων! Ας το επιχειρήσουμε τουλάχιστον και να σταθμίσουμε την απάντησή τους.